![]()
Η επιλογή της έκδοσης της «Σύγχρονης Εποχής» σε επιμέλεια του Τμήματος της ΚΕ του ΚΚΕ για την Ισοτιμία και Χειραφέτηση των Γυναικών _βλ ∆ΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ, η μελέτη και αξιοποίησή της, επιδιώκει να συμβάλει στη συνολική προσπάθεια του Κόμματος για την αναγκαία ανάπτυξη του μαρξιστικού ιδεολογικού υποβάθρου των κομμουνιστών και κομμουνιστριών. Μπορεί να αποτελέσει πολύτιμο εφόδιο στην προσπάθεια αντικειμενικής και ταξικά προσανατολισμένης προσέγγισης σύνθετων κοινωνικών ζητημάτων, όπως η σεξουαλικότητα.
Το έργο του Χόλιτσερ αποτελεί πραγματική «ανάσα» σε συνθήκες που σύγχρονες εκφράσεις του υποκειμενικού ιδεαλισμού, όπως οι ανορθολογικές θεωρίες περί «ρευστότητας» και «απροσδιοριστίας του φύλου», αναπαράγονται από τους θεσμούς του αστικού κράτους και τους ιδεολογικούς μηχανισμούς της καπιταλιστικής εξουσίας. Οχι μόνο διδάσκονται στις πανεπιστημιακές αίθουσες, ακόμα και στα σχολεία, αλλά αποτελούν στοιχείο της ιδεολογικής – πολιτικής αντιπαράθεσης του Κόμματος και της ΚΝΕ με σοσιαλδημοκρατικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις στις σχολές, στα σχολεία, σε χώρους δουλειάς.
Όπως σημειώνει ο πρόλογος του Τμήματος της ΚΕ για την Ισοτιμία και τη Χειραφέτηση των Γυναικών, οι συγκεκριμένες θεωρίες προβάλλουν ότι το φύλο είναι μια κατηγορία που επιβάλλεται στα άτομα από την κοινωνία και καθορίζεται από την υποκειμενική άποψη και βίωμα. Αμφισβητούν την αντικειμενική συμπληρωματικότητα του ανδρικού και του γυναικείου οργανισμού στην αναπαραγωγική διαδικασία και απογυμνώνουν τον εργαζόμενο άνθρωπο από κάθε αντικειμενικό του προσδιορισμό, ώστε να είναι πλήρως δεσμευμένος και χειραγωγούμενος από τα συμφέροντα του κεφαλαίου, ιδιαίτερα σήμερα, σε συνθήκες όξυνσης των ενδοαστικών και ενδοϊμπεριαλιστικών αντιθέσεων και ιμπεριαλιστικών συγκρούσεων.
Δεν είναι τυχαίο ότι αυτές οι θεωρίες και οι αντίστοιχες πολιτικές πρακτικές προωθούνται από επιτελεία και λόμπι, ακαδημαϊκούς κύκλους, αστικές και οπορτουνιστικές δυνάμεις ιδιαίτερα στις ΗΠΑ, αλλά και από την ίδια την ΕΕ και κυβερνήσεις των κρατών – μελών της, από το κράτος – δολοφόνο Ισραήλ.
Στο όνομα της «σεξουαλικής απελευθέρωσης» και του «άφυλου προσδιορισμού» προβάλλονται και νέα «κινήματα» με δήθεν «προοδευτικό» μανδύα. Ενοχοποιούν την «ετεροκανονικότητα» ως καταπιεστική, για να μην αμφισβητηθεί τελικά η πραγματική αιτία της γυναικείας ανισοτιμίας και καταπίεσης: Η ταξική εκμεταλλευτική κοινωνία. Στοχεύουν έτσι στη διαστρέβλωση του επαναστατικού υποκειμένου, του ίδιου του χαρακτήρα της επανάστασης.
«Υπάρχουν δύο φύλα: Οι φασίστες και οι αντιφασίστες», διακήρυττε πρόσφατα μία από τις κύριες εκπροσώπους της λεγόμενης queer θεωρίας, δηλαδή των ανορθολογικών αυτών ρευμάτων, αποδεικνύοντας τον βαθιά αντιδραστικό τους χαρακτήρα. Φτάνουν στο σημείο να βαφτίζουν «φασισμό» την αποδοχή της ύπαρξης αντικειμενικής πραγματικότητας και «φασίστα» όποιον την υπερασπίζεται. Ο κάλπικος «αντισυστημισμός» τους ξεπλένει τον ίδιο τον χαρακτήρα του φασισμού και του σάπιου καπιταλιστικού συστήματος που τον γεννά και τον θρέφει.
Αυτά τα αντιδραστικά επιχειρήματα αξιοποιήθηκαν πρόσφατα στην καταδικαστέα, τραμπούκικη επίθεση trans σε γυναίκες του φεμινιστικού σωματείου «Μωβ».
Η συγκροτημένη αυτή παρέμβαση της καπιταλιστικής εξουσίας και των θεσμών της δεν είναι τυχαία. Οπως αναφέρεται στον πρόλογο της έκδοσης, η σεξουαλικότητα ανάγεται σε καθοριστικό στοιχείο της στάσης ζωής και της συνείδησης του ανθρώπου, σε αντιπαράθεση με το κύριο γνώρισμα, την ταξική του θέση, στερεί τα αναγκαία «ταξικά γυαλιά» για την επαναστατική πάλη. Πρόκειται για τη σύγχρονη αστική επίθεση στη συνείδηση των εργαζομένων, ειδικά των νέων, με σκοπό τη διάβρωση και υπονόμευση της διαμόρφωσης ταξικής συνείδησης. Η βαθύτερη στόχευση βρίσκεται στην αμφισβήτηση της ίδιας της αντικειμενικής πραγματικότητας και της δυνατότητας να τη γνωρίσουμε για να την αλλάξουμε. «Λίπασμα» των ανορθολογικών θεωριών είναι το σάπιο έδαφος της καπιταλιστικής κοινωνίας.
Αντίστοιχες ήταν οι προσπάθειες της αστικής τάξης και των θεσμών της ήδη από την εποχή του Χόλιτσερ. Οπως επισημαίνει και ο ίδιος εξαρχής, σκοπός του έργου του ήταν να συμβάλει στην αντίστοιχη συζήτηση που γινόταν από μερίδα των λεγόμενων «μεταρρυθμιστών», οι οποίοι πρόβαλλαν ότι η άρνηση της «αστικής σεξουαλικής ηθικής» και των «σεξουαλικών ταμπού» θα οδηγούσε «σε μια βαθιά προοδευτική κοινωνική μεταρρύθμιση, ακόμα και επανάσταση». Διορατικά επισημαίνει πως αυτές οι προσεγγίσεις αποτελούσαν όχημα ώστε να «πνίξουν τη δίψα για ριζική επαναστατική κοινωνική αλλαγή μέσα στον κατακλυσμό της κοινωνίας από τη σεξουαλική μεθοδολογία».
Η ουσία της κριτικής από τη μεριά του Χόλιτσερ έγκειται στη μεθοδολογία προσέγγισης των κοινωνικών σχέσεων των ανθρώπων, που παρουσιάζονται «με τρόπο ιστορικά ακαθόριστο, σαν ανεξάρτητες από τις υπόλοιπες εκδηλώσεις της ζωής».
Μέσα από την έκδοση ο συγγραφέας αναδεικνύει ότι η ανθρώπινη σεξουαλική συμπεριφορά είναι μια σύνθετη κοινωνική διαδικασία, η οποία έχει μια αντικειμενική, βιολογική βάση: Τη συμπληρωματικότητα του ανδρικού και του γυναικείου οργανισμού στην αναπαραγωγή του ανθρώπινου είδους. Αναλύοντας τη διαλεκτική σχέση βιολογικού – κοινωνικού στον άνθρωπο, σημειώνει ότι ο κοινωνικός τρόπος ζωής του ανθρώπου βασίζεται σε βιολογικές – φυσιολογικές ανάγκες, που καθορίζονται, ικανοποιούνται και αναπτύσσονται μέσα σε συγκεκριμένες ιστορικές και κοινωνικές συνθήκες. Οπως αναφέρεται χαρακτηριστικά στον πρόλογο του Τμήματος της ΚΕ, «ο συγγραφέας φωτίζει τον καθοριστικό ρόλο της εργασίας στην εξανθρώπιση του πιθήκου, με βάση το έργο του Ενγκελς “Διαλεκτική της Φύσης”… Οσο αναπτύσσεται ο άνθρωπος, τόσο πιο συνειδητή – κοινωνικά και πολιτισμικά – γίνεται η σεξουαλικότητά του». Από αυτήν τη σκοπιά, ασκεί κριτική στις απόψεις του βιολογικού ντετερμινισμού, που ερμήνευαν την ανθρώπινη σεξουαλική συμπεριφορά από τη μελέτη των ανθρωποειδών πιθήκων, ανάγοντάς την «στο ζωικό, “καθαρά” βιολογικό» (Κεφ. ΙΙ).
Μέσα από τη διαδρομή της «Οδύσσειας της Ιστορίας του ανθρώπου», αναδεικνύει πως η ουσία του «είναι το σύνολο των κοινωνικών του σχέσεων» (Κ. Μαρξ), με καθοριστικές τις υλικές σχέσεις παραγωγής. Οπως αναφέρεται στον πρόλογο του Τμήματος, πάνω σε αυτήν τη βάση (ούτε σχολαστικά, ούτε μηχανιστικά, αλλά με διαλεκτική – υλιστική μέθοδο) ο συγγραφέας προσεγγίζει τις σεξουαλικές και οικογενειακές σχέσεις ως πλευρές «της υλικής κοινωνικής δραστηριότητας, που σχετίζονται με την παραγωγή της ζωής», με ιστορικό και κοινωνικό χαρακτήρα. Ετσι προσεγγίζει και την οικογένεια, που «δεν είναι μια βιολογική αλλά πρωτίστως μια κοινωνική μορφή συμβίωσης (κοινότητα), και μόνο έτσι μπορεί να γίνει κατανοητή ως προς την καταγωγή και την εξέλιξή της» (Κεφ. ΙV). Σε αυτήν την κατεύθυνση, αποδομεί τη μεθοδολογία «του ψυχολογισμού και του κοινωνιολογισμού», που αντιλαμβάνονται αφηρημένα τον άνθρωπο ως ένα «σταθερά αμετάβλητο ον» και έτσι αδυνατούν να ερμηνεύσουν «την πραγματική ζωή στην ποικιλία της, ούτε καν τις πραγματικές συνθήκες της σεξουαλικής ζωής σε σχέση με τις αιτίες τους».
«Οπως ακριβώς δεν υπάρχει ο “αφηρημένος” άνθρωπος, έτσι δεν υπάρχει και ο “αφηρημένος” άνδρας και η “αφηρημένη” γυναίκα», αναφέρει ο συγγραφέας, φωτίζοντας ότι τα κοινωνικά γνωρίσματα των δύο φύλων διαμορφώνονται και εξελίσσονται μόνο κάτω από συγκεκριμένες ιστορικές κοινωνικές συνθήκες. Οπως τονίζει ο Χόλιτσερ, ακολουθώντας τη μεθοδολογία του Ενγκελς, η «κοσμοϊστορική ήττα του γυναικείου φύλου» πηγαίνει χέρι – χέρι με την εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, με τον πρώτο κοινωνικό καταμερισμό εργασίας, την εμφάνιση της ατομικής ιδιοκτησίας, κατά το πέρασμα από την πρωτόγονη κομμουνιστική κοινωνία στην πρώτη ταξική εκμεταλλευτική κοινωνία. Σε αυτήν τη βάση ασκεί κριτική στα διάφορα ρεύματα της ψυχολογίας και στους εκπροσώπους τους, όπως ο Φρόιντ, που δεν αναζητούν τις ιστορικά διαμορφωμένες βάσεις των κοινωνικών χαρακτηριστικών των δύο φύλων.
Στο κεφάλαιο της έκδοσης που αναφέρεται στο «σεξ στον σύγχρονο καπιταλισμό» (Κεφ. VI), ο συγγραφέας σωστά αναδεικνύει την επίδραση της εμπορευματοποίησης κάθε πλευράς της κοινωνικής ζωής, της ίδιας της σεξουαλικότητας στην κοινωνία όπου όλα πουλιούνται και αγοράζονται, στο κοινωνικό περιεχόμενο του έρωτα, των διαπροσωπικών σχέσεων. Λοιδορεί την «υποβάθμιση των σεξουαλικών σχέσεων σε πορνογραφικές σχέσεις» στον καπιταλισμό, με τη γιγάντωση της βιομηχανίας πορνό, που οδηγεί στην «αποπροσωποποίηση» και αποξένωση των σεξουαλικών σχέσεων. «Η πραγματική απελευθέρωση της σεξουαλικότητας μπορεί να συμβεί μόνο ταυτόχρονα με την απελευθέρωση των εργαζομένων. Χωρίς αυτήν, η οποία απαιτεί μια πραγματική κοινωνική επανάσταση, υπάρχει μόνο μια κάλπικη σεξουαλική επανάσταση», αναφέρει ο Χόλιτσερ περνώντας στο ξεχωριστό κεφάλαιο «Επανάσταση και τα δύο φύλα» (Κεφ. VII). Και εδώ οι κλασικοί του μαρξισμού γίνονται οδηγοί, μαζί με την καλλιτεχνική πινελιά του Μπρεχτ, σκιαγραφώντας το πραγματικό περιεχόμενο της επαναστατικοποίησης των ερωτικών – σεξουαλικών σχέσεων, το οποίο είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την επαναστατικοποίηση όλων των κοινωνικών σχέσεων, με την επαναστατική ανατροπή του καπιταλισμού και την οικοδόμηση του σοσιαλισμού – κομμουνισμού.
Είναι χαρακτηριστικά τα λόγια του Λένιν στην Κλάρα Τσέτκιν: «Μέσα στην ατμόσφαιρα των συνεπειών του πολέμου και της επανάστασης που άρχισε, οι παλιές ιδεολογικές αξίες γκρεμίζονται… Οι νέες αξίες αποκρυσταλλώνονται σταδιακά με την πάλη. Οι απόψεις για τις σχέσεις ανθρώπου προς άνθρωπο, για τις σχέσεις ανδρών και γυναικών επαναστατικοποιούνται, όπως επαναστατικοποιούνται επίσης τα αισθήματα και οι ιδέες».
Από την έκδοση γίνεται φανερό ότι μόνο πάνω στο έδαφος της οικοδόμησης των κομμουνιστικών σχέσεων παραγωγής μπορούν να διαμορφωθούν οι προϋποθέσεις για τη δημιουργία ισότιμων σχέσεων ανάμεσα στα δύο φύλα. Μπαίνουν οι βάσεις για την απελευθέρωση των γυναικών από κάθε κοινωνική ανισότητα, με βασική προϋπόθεση την καθολική συμμετοχή τους στην κοινωνική εργασία, που όμως δεν είναι μονόπρακτο έργο.
Οπως σημειώνεται στον πρόλογο του Τμήματος της ΚΕ, ορισμένα σημεία του κειμένου χρειάζονται κριτική προσέγγιση, όπως η ανάλυση του συγγραφέα για τις νομοτέλειες της σοσιαλιστικής επανάστασης και οικοδόμησης, που βέβαια αποτελούν έκφραση των λαθεμένων στρατηγικών θέσεων στο Διεθνές Κομμουνιστικό Κίνημα, για τις οποίες υπάρχουν συλλογικά συμπεράσματα από το ΚΚΕ και περιλαμβάνονται σε εκδόσεις της «Σύγχρονης Εποχής». Ταυτόχρονα, τόσο στον πρόλογο όσο και στις υποσημειώσεις της έκδοσης επισημαίνονται τα σοβαρά μεθοδολογικά προβλήματα ερευνών – ειδικά του Alfred C. Kinsey – που περιλαμβάνονται στο έργο του συγγραφέα, όμως εκείνη την εποχή δεν είχαν αποκαλυφθεί. Επίσης, ο πρόλογος του Τμήματος σχολιάζει την επιστημονικά λαθεμένη πρόβλεψη του συγγραφέα ότι στην πορεία εξέλιξης του ανθρώπου «δεν είναι παράλογο να εξαλειφθεί ο “σεξουαλικός διμορφισμός”» και να εξελιχθεί «σε μια κατάσταση “unisex”».
Η παραπάνω κριτική προσέγγιση δεν αναιρεί την αξία της παρούσας έκδοσης. Μαζί με άλλες εκδόσεις της «Σύγχρονης Εποχής», μπορεί να συμβάλει στον σύγχρονο ιδεολογικό – πολιτικό αγώνα του Κόμματος.
Μέλους του Τμήματος της ΚΕ του ΚΚΕ
για την Ισοτιμία
και τη Χειραφέτηση των Γυναικών

Ο Walter Hollitscher (Βάλτερ Χόλιτσερ 16 Μαΐου 1911 – 6 Ιουλίου 1986) ήταν Αυστριακός φιλόσοφος, εκπαιδευτικός, ψυχαναλυτής και δημοσιογράφος, ο νεότερος γιος σε μια οικογένεια της ανώτερης μεσαίας τάξης της Βιέννης το 1911. Μετά τον χωρισμό των γονιών του, ο πατέρας του μετακόμισε μαζί του στην Πράγα. Το 1925, ο Χόλιτσερ εντάχθηκε στο κομμουνιστικό κίνημα ως μαθητής γυμνασίου. Το 1929 ολοκλήρωσε τις σπουδές του στο Arnau an der Elbe και άρχισε να σπουδάζει βιολογία, ιατρική και φιλοσοφία στο Πανεπιστήμιο της Βιέννης την ίδια χρονιά. Στη Βιέννη έγινε μέλος του Κομμουνιστικού Κόμματος της Αυστρίας την ίδια χρονιά και έγινε φίλος με εξέχοντες διανοούμενους όπως ο Ernst Fischer και ο Elias Canetti. Το 1933 έλαβε το διδακτορικό του από το Πανεπιστήμιο της Βιέννης με διατριβή “Σχετικά με τους λόγους και τις αιτίες της διαμάχης για την αιτιακή αρχή στο παρόν”, ενώ πέρασε επίσης τις κρατικές εξετάσεις ψυχολογίας και ψυχανάλυσης. Μετά την προσάρτηση της Αυστρίας από τη ναζιστική Γερμανία, αναγκάστηκε να μεταναστεύσει, πρώτα στη Ζυρίχη και στη συνέχεια στο Λονδίνο.
Το 1945, ο Χόλιτσερ επέστρεψε στην Αυστρία και εργάστηκε στη δημόσια εκπαίδευση της Βιέννης και στο Ινστιτούτο Επιστήμης και Τέχνης. Το 1949 αποδέχτηκε μια θέση στην DDR _ΛΔΓ στο Πανεπιστήμιο Χούμπολτ του Βερολίνου, όπου εργάστηκε ως τακτικός καθηγητής λογικής και επιστημολογίας και πρώτος διευθυντής του φιλοσοφικού ινστιτούτου μέχρι το 1953. Ο Χόλιτσερ ήταν φίλος με τον Paul Feyerabend (Πάουλ Φέιραμπεντ), που απέδωσε τη φιλοσοφική του “μεταστροφή” από τον θετικισμό στον ρεαλισμό στον Χόλιτσερ.
Μετά την επιστροφή του στη Βιέννη, έγινε επιστημονικός σύμβουλος για το ΚΚ (KPÖ) και από το 19ο συνέδριο του κόμματος (1965) έως το 23ο (1977), ήταν μέλος της Κεντρικής Επιτροπής του. Κατά τη διάρκεια των ετών της κομματικής κρίσης και της πολιτικο-ιδεολογικής αντιπαράθεσης με τον αναθεωρητισμό από τους Ernst Fischer και Franz Marek, αυτός και ο Ernst Wimmer ήταν μεταξύ των συντακτών του πολεμικού περιοδικού New Politics. Από το 1965 έως περίπου το 1984, ο Hollitscher περνούσε αρκετούς μήνες κάθε χρόνο ως επισκέπτης καθηγητής για φιλοσοφικά προβλήματα στις σύγχρονες φυσικές επιστήμες στο Πανεπιστήμιο της Λειψίας (Karl Marx τότε) όπου του απονεμήθηκε τιμητικό διδακτορικό το 1971. Ήταν επίσης Πρύτανης του Διεθνούς Ινστιτούτου για την Ειρήνη, το οποίο είχε έδρα τη Βιέννη μέχρι τη διάλυσή του. Πέθανε στις 6 Ιουλίου 1986 στη Βιέννη. Ο τάφος του βρίσκεται στο άλσος με τις τεφροδόχους του Κεντρικού Νεκροταφείου της πόλης.
Το βιβλίο (πιθανά με προσθήκες κλπ.) κυκλοφόρησε με διάφορους τίτλους _μεταξύ αυτών στη Λαϊκή Δημοκρατία της Γερμανίας από τις εκδόσεις Akademie Verlag το 1975, απ όπου μεταφράστηκε και κυκλοφόρησε το 1983 από τις εκδόσεις ΟΔΗΓΗΤΗΣ. Ο Γερμανικός τίτλος είναι Zur Kritik der bürgerlichen ideologie Der überanstrengte Sexus (σε ελεύθερη μετάφραση Σχετικά με την κριτική της αστικής ιδεολογίας και το υπερβολικά απαιτητικό _ή καταπονημένο σεξ). Κάποια αποσπάσματα από εκείνη την έκδοση:
«… έχει ωριμάσει ο καιρός για να συνηθίσουν οι Γερμανοί εργάτες τουλάχιστο να μιλούν χωρίς προκατάληψη για τις καθημερινές ή νυχτερινές τους πράξεις, για πράγματα φυσιολογικά, απαραίτητα και ευχάριστα….» – Φρήντριχ Έγκελς
«… Αυτό λοιπόν και μπορούμε εμείς σήμερα να υποθέσουμε για την κατάσταση των σχέσεων των δύο φύλων, μετά το σάρωμα της καπιταλιστικής παραγωγής, είναι κυρίως από την πλευρά της άρνησης, περιορίζεται δηλ. σε ότι θα φύγει. Τι θα έρθει όμως; Αυτό θ΄ αποδειχτεί όταν θ’ αναπτυχθεί μια νέα γενιά: μια γενιά από άντρες, που ποτέ στη ζωή τους δεν θα εξαγοράσουν την παράδοση μιας γυναίκας για λεφτά ή για άλλα κοινωνικά μέσα εξουσίας και τις γυναίκες, που δεν θα βρεθούν ποτέ στη θέση ν΄ αφοσιωθούν σ΄ έναν άντρα για άλλο λόγο εκτός από την αγάπη, ή να αρνηθούν την αφοσίωση από φόβο για τις οικονομικές συνέπειες. Όταν υπάρξουν αυτοί οι άνθρωποι θα στείλουν στο διάολο ότι πιστεύουμε εμείς σήμερα ότι πρέπει να κάνουν. Θα φτιάξουν μόνοι τους τη δική τους πρακτική και την σύμφωνα μ’ αυτή κοινή τους γνώμη, για την πρακτική του καθένα ξεχωριστά…» – Φρήντριχ Έγκελς
«…οι ερωτευμένοι…. δείχνουν πάθος και τίποτα δεν μπορεί να τους εμποδίσει, είναι πράοι χωρίς να είναι αδύναμοι… Στήνουν τον έρωτά τους και του δίνουν ένα ιστορικό μέγεθος, σαν να λογαριάζουν να γράψουν ιστορία… Οι υποχρεώσεις που αναλαμβάνουν είναι υποχρεώσεις στον ίδιο τους τον εαυτό…» – Μπέρτολντ Μπρέχτ








