Οι εισαγωγές όπλων στην Ευρώπη υπερδιπλασιάστηκαν την τελευταία πενταετία
Ο «πολεμικός πυρετός» που επικρατεί στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια, εν μέσω της ιμπεριαλιστικής σύγκρουσης στην Ουκρανία και της εντεινόμενης προπαρασκευής για μια γενικευμένη πολεμική αναμέτρηση τα επόμενα χρόνια, αποτυπώνεται και στα τελευταία στοιχεία του Ινστιτούτου Διεθνών Ερευνών για την Ειρήνη με έδρα τη Στοκχόλμη (SIPRI):
Την πενταετία 2020 – 2024 οι εισαγωγές όπλων από τα ευρωπαϊκά κράτη – μέλη του ΝΑΤΟ υπερδιπλασιάστηκαν, η Ουκρανία έγινε ο μεγαλύτερος εισαγωγέας όπλων στον κόσμο, ενώ οι πωλήσεις αμερικανικών εξοπλισμών εκτοξεύτηκαν.
Καθώς τα ευρωπαϊκά κράτη εισέρχονται με όλο και πιο γρήγορους ρυθμούς σε «οικονομία πολέμου» και οι κίνδυνοι για τους λαούς αυξάνονται, οι μονοπωλιακοί όμιλοι βλέπουν μια τεράστια ευκαιρία για νέα πεδία κερδοφορίας για τα υπερσυσσωρευμένα κεφάλαιά τους και επενδύουν μαζικά στην παραγωγή εξοπλισμών.
Το σχέδιο «ReArm Europe», που παρουσίασε την περασμένη βδομάδα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, μπορεί να «ξεκλειδώσει» στρατιωτικές δαπάνες έως και 800 δισ. ευρώ από τα κράτη – μέλη, διοχετεύοντας τον ιδρώτα των λαών της Ευρώπης στα μονοπώλια της πολεμικής βιομηχανίας…
Η «πίτα» είναι μεγάλη και είναι χαρακτηριστικό ότι όμιλοι που δραστηριοποιούνται σε άλλους κλάδους της βιομηχανίας μετατρέπουν τις γραμμές παραγωγής τους, ώστε να τις προσαρμόσουν στα νέα δεδομένα της πολεμικής παραγωγής…
Η Volkswagen
εξετάζει επενδύσεις στην πολεμική βιομηχανία
Μετά την υποχώρηση της ευρωπαϊκής αγοράς στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, ο μεγαλύτερος όμιλος αυτοκινητοβιομηχανίας της Ευρώπης, η γερμανική «Volkswagen», προχωρά τα τελευταία χρόνια σε μείωση της παραγωγής της στη Γερμανία και μεταφορά της σε άλλες χώρες (Κίνα κ.α.), χιλιάδες θέσεις εργασίας έχουν περικοπεί ή σχεδιάζεται να περικοπούν.
- Ακολουθώντας τη λεγόμενη «zeitwende» (αλλαγή εποχής) και τη στροφή σε θεόρατες στρατιωτικές δαπάνες, η «Volkswagen» δηλώνει τώρα ότι εξετάζει το ενδεχόμενο να «αναβιώσει» τις γραμμές παραγωγής της για να κατασκευάζει εξοπλισμό για τον γερμανικό στρατό, ως μέρος των προσπαθειών της Ευρώπης να «επανεξοπλιστεί»…
- Ο Χριστιανοδημοκράτης νικητής των εκλογών στη Γερμανία, Φρ. Μερτς (CDU), προετοιμάζει μαζί με τους Σοσιαλδημοκράτες (SPD) ένα πρωτοφανούς αξίας «ειδικό Ταμείο για την Αμυνα», ύψους 500 δισ. ευρώ και επιπλέον 400 δισ. ευρώ για ανάπτυξη της βιομηχανίας και εκσυγχρονισμό των υποδομών. Γι’ αυτόν τον λόγο θα απαιτηθεί και συνταγματική αναθεώρηση για χαλάρωση του «φρένου χρέους».
- Χθες η απερχόμενη γερμανική Βουλή πραγματοποίησε την πρώτη ανάγνωση της πρότασης CDU/CSU και SPD, καθώς και των «αντίπαλων» σχεδίων των Πρασίνων και των Φιλελευθέρων (FDP), για ενίσχυση των «αμυντικών» δαπανών. Η δεύτερη και η τρίτη ανάγνωση αναμένονται την ερχόμενη Τρίτη, και θα ακολουθήσει ψηφοφορία για την ίδρυση του Ταμείου των 500 δισ. ευρώ και για τη χαλάρωση του «φρένου χρέους».
Με δεδομένο ότι σχεδόν 1 τρισ. ευρώ ετοιμάζεται να διοχετευτεί για πολεμικούς σκοπούς, η κατασκευή στρατιωτικού εξοπλισμού θα μπορούσε να προσφέρει «ένα νέο πεδίο επιχειρήσεων» για τις αυτοκινητοβιομηχανίες που «πασχίζουν» μέσα στον παγκόσμιο ανταγωνισμό, τονίζει στην εφημερίδα «Telegraph» ο επικεφαλής οικονομολόγος στο Κέντρο για την Ευρωπαϊκή Μεταρρύθμιση, Σ. Τορντουάρ.
Γερμανικοί όμιλοι όπως οι «Rheinmetall» και «KNDs Group» έχουν ανακατασκευάσει εργοστάσια ανταλλακτικών αυτοκινήτων για να παράγουν όπλα, βλέποντας τους ορίζοντες που ανοίγονται, και οι οικονομολόγοι εκτιμούν ότι τα εργοστάσια αυτοκινήτων είναι σε θέση να αντισταθμίσουν την κατάσταση, αυξάνοντας την ικανότητα παραγωγής όπλων.
«Δεδομένης της τρέχουσας γεωπολιτικής κατάστασης, αυτό που βλέπουμε τώρα στη Γερμανία και στην Ευρώπη είναι οι σωστές αποφάσεις. Πρέπει να επενδύσουμε περισσότερο για να είμαστε και πάλι ασφαλείς», σημείωσε ο διευθύνων σύμβουλος της VW, Ολ. Μπλούμε, ενώ πρόσθεσε ότι η VW θα μπορούσε να εξετάσει το να κατασκευάζει στρατιωτικό εξοπλισμό – π.χ. οχήματα – στα εργοστάσια που υπολειτουργούν.
«Το κάναμε στο παρελθόν», ανέφερε χαρακτηριστικά, καθώς η «Volkswagen», που ιδρύθηκε από τις Αρχές της ναζιστικής Γερμανίας το 1937, παρήγαγε τεράστιες ποσότητες στρατιωτικών αυτοκινήτων για τον γερμανικό στρατό κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο…
Η Rheinmetall παράγει όπλα
όλες τις ώρες, όλες τις μέρες…
Η «Rheinmetall» πρωτοπορεί σε αυτήν τη «στροφή» και εκμεταλλεύεται κάθε «ευκαιρία» που παρουσιάζεται για να αυξήσει την ικανότητα παραγωγής της.
- Οταν π.χ. πέρυσι 900 εργαζόμενοι στην αυτοκινητοβιομηχανία έχασαν τη δουλειά τους, ο όμιλος προσέλαβε πολλούς από αυτούς σε ένα νέο εργοστάσιο πυρομαχικών στην Κάτω Σαξονία.
- Σχεδιάζει να μετατρέψει τα εργοστάσια στο Βερολίνο και στο Νόις από την κατασκευή ανταλλακτικών αυτοκινήτων στην παραγωγή οβίδων.
- Τα εργοστάσια της «Rheinmetall» δουλεύουν νυχθημερόν, επτά μέρες την εβδομάδα, σε τρεις 8ωρες βάρδιες.
- Ο όμιλος είναι ήδη ο μεγαλύτερος παραγωγός πυρομαχικών της Ευρώπης για άρματα μάχης και πυροβολικό. Πέρυσι παρήγαγε 600.000 οβίδες πυροβολικού και σκοπεύει να φτάσει τα 1,1 εκατ. μέχρι το 2027.
«Τα 100 δισ. ευρώ ακούγονται σαν ένα τεράστιο ποσό, αλλά στην πραγματικότητα χρειαζόμαστε 300 δισ. ευρώ για να παραγγείλετε όλα όσα χρειάζονται», είχε σχολιάσει χαρακτηριστικά ο διευθύνων σύμβουλος της «Rheinmetall», Αρμιν Πάπεργκερ, στο άκουσμα της δημιουργίας «ειδικού Ταμείου Αμυνας» το 2022, από τον τότε καγκελάριο Ολ. Σολτς (SPD).
Η «Rheinmetall» είναι η μεγαλύτερη πολεμική βιομηχανία στην ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης, η οποία σύντομα αναμένεται να έχει τον μεγαλύτερο στρατιωτικό προϋπολογισμό προϋπολογισμό της Ευρώπης, αν περάσει στη Βουλή η πρόταση Χριστιανοδημοκρατών – Σοσιαλδημοκρατών.
Οπως ανακοίνωσε την Τετάρτη, αναμένει ότι οι πωλήσεις της το 2025 θα αυξηθούν κατά 25% – 30%, εν μέσω προσδοκιών για «παραγγελίες μεγάλου όγκου από στρατιωτικούς πελάτες» που θα μπορούσαν να κερδίσουν περαιτέρω ώθηση από το πρόγραμμα «ReArm Europe». Η εταιρεία ανέφερε άλμα 36% στις ενοποιημένες πωλήσεις το 2024, με τις πωλήσεις στον τομέα της «άμυνας» να αυξάνονται κατά 50%.
Υπό ανάπτυξη είναι ένα νέο κύριο άρμα μάχης για την Ευρώπη, που ονομάζεται «Panther» και το οποίο θα χρησιμοποιήσει τεχνητή νοημοσύνη για χτυπά τους στόχους.
__Σε πάνω από δέκα χρόνια
“¨επανεξοπλισμός¨” της Ευρώπης
Πάντως, σύμφωνα με ανάλυση του «Bloomberg Intelligence» ενδέχεται να χρειαστούν πάνω από δέκα χρόνια προκειμένου τα ευρωπαϊκά κράτη – μέλη του ΝΑΤΟ να «επανεξοπλιστούν», μετά από δεκαετίες σχετικά χαμηλών δαπανών.
Τα 15 μεγαλύτερα ευρωπαϊκά μέλη του ΝΑΤΟ ίσως χρειαστεί να αυξήσουν τις επενδύσεις τους κατά 340 δισ. έως 720 δισ. δολάρια ετησίως, όπως αναφέρουν οι αναλυτές στην έκθεσή τους.
«Με βάση τα διδάγματα από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι ανάγκες του ευρωπαϊκού ΝΑΤΟ περιλαμβάνουν τουλάχιστον 200 δισ. δολάρια σε τεθωρακισμένα και αεροσκάφη από εταιρείες όπως η “BAE Systems”, η “Airbus”, η “Boeing”, η “Saab” και η “General Dynamics”», τονίζει ο επικεφαλής αναλυτής Τζ. Φέργκιουσον.
Σύμφωνα με την έκθεση οι αλυσίδες εφοδιασμού πιέζονται ήδη από την υπάρχουσα ζήτηση, ενώ ο κλάδος αντιμετωπίζει επίσης έλλειψη εκπαιδευμένου προσωπικού για την κάλυψη μελλοντικών αναγκών.
Η Ευρώπη έγινε ο μεγαλύτερος πελάτης των ΗΠΑ
Η πολεμική προετοιμασία των κρατών της Ευρώπης και η στήριξη των ουκρανικών Ενόπλων Δυνάμεων οδήγησαν την τελευταία πενταετία σε αλματώδη αύξηση των εισαγωγών όπλων των ευρωπαϊκών κρατών – μελών του NATO, κατά 105% σε σύγκριση με την προηγούμενη πενταετία (2015 – 2019), όπως δείχνει η έκθεση του SIPRI.
- Οι ΗΠΑ προμήθευσαν το 64% αυτών των όπλων (από 52% την περίοδο 2015 – 2019).
- Τώρα η ΕΕ θέλει να αντιστρέψει αυτήν την τάση και να ενισχυθούν οι ευρωπαϊκοί όμιλοι της πολεμικής βιομηχανίας, μέσω και της πρωτοβουλίας «ReArm Europe».
- Η Ουκρανία έγινε ο μεγαλύτερος εισαγωγέας όπλων στον κόσμο και οι ΗΠΑ εδραίωσαν περαιτέρω τη θέση του μεγαλύτερου εξαγωγέα (43% του παγκόσμιου συνόλου), ακολουθούμενες από τη Γαλλία.
«Η διατλαντική σχέση στις αγοραπωλησίες όπλων έχει βαθιές ρίζες. Οι εισαγωγές από τις ΗΠΑ αυξήθηκαν και τα ευρωπαϊκά κράτη – μέλη του NATO παρήγγειλαν σχεδόν 500 μαχητικά αεροσκάφη και διάφορα άλλα όπλα από τις ΗΠΑ», σημειώνει ο βασικός ερευνητής της μελέτης.
- Η Γαλλία δεν εξαρτάται τόσο από τις ΗΠΑ, σημείωσε ο ερευνητής στο Γαλλικό Πρακτορείο, όμως άλλες μεγάλες χώρες, όπως η Ιταλία και η Βρετανία, αγοράζουν αεροσκάφη χαμηλής παρατηρησιμότητας F-35 ή συστήματα αντιαεροπορικής άμυνας «Patriot» από τους Αμερικανούς, με άλλα λόγια συστήματα δύσκολο να υποκατασταθούν, τουλάχιστον άμεσα. Ολλανδία, Βέλγιο και Δανία εξαρτώνται πολύ περισσότερο από τους αμερικανικούς εξοπλισμούς.
Σε κάθε περίπτωση, για πρώτη φορά έπειτα από 20 χρόνια η Ευρώπη μετατράπηκε στον μεγαλύτερο πελάτη των ΗΠΑ: Σε αυτήν αναλογούσε το 35% των αμερικανικών εξαγωγών όπλων την περίοδο 2020 – 2024, ξεπέρασε δηλαδή την Εγγύς Ανατολή (33%). Πάντως, το κράτος που είναι ο μεγαλύτερος πελάτης της αμερικανικής βιομηχανίας όπλων παρέμεινε η Σαουδική Αραβία.
- «Με το 43% των παγκόσμιων εξαγωγών όπλων» οι ΗΠΑ έχουν «τετραπλάσιο μερίδιο σε σχέση με τον δεύτερο μεγαλύτερο εξαγωγέα, τη Γαλλία», αναφέρει το SIPRI.
- Η Γαλλία διπλασίασε τις εξαγωγές της στην Ευρώπη
- Η Γαλλία πάντως διπλασίασε τις εξαγωγές της στην Ευρώπη σε σύγκριση με την περίοδο 2015 – 2019, κυρίως λόγω των πωλήσεων μαχητικών αεροσκαφών «Rafale» στην Ελλάδα και στην Κροατία και των προμηθειών όπλων στην Ουκρανία.
- Η Ινδία παραμένει ο μεγαλύτερος πελάτης της Γαλλίας (28% των γαλλικών εξαγωγών). Οι γαλλικές εξαγωγές στην Ινδία έχουν ποσοστό σχεδόν διπλάσιο από όλα τα ευρωπαϊκά κράτη μαζί (15%).
- Η Ρωσία είναι ο 3ος μεγαλύτερος εξαγωγέας όπλων στον κόσμο, όμως η υποχώρηση των εξαγωγών της (-64%) επιταχύνθηκε μετά την εισβολή στην Ουκρανία. Επιπλέον, υπέστη τις συνέπειες των ευρωατλαντικών κυρώσεων και των πιέσεων των ΗΠΑ σε «συμμάχους» τους να μην προμηθεύονται ρωσικό οπλισμό.
- Η Ινδία (38% των ρωσικών εξαγωγών την πενταετία 2020 – 2024) στρέφεται ολοένα και περισσότερο σε άλλες χώρες, ενώ η Κίνα (17%) ενίσχυσε τη δική της βιομηχανία.
Πηγή Ριζοσπάστης
Το εξειδικευμένο στην πολεμική βιομηχανία site Armacognition.com, αναφέρει πως _σύμφωνα με πληροφορίες της The Telegraph και άλλων ΜΜΕ (10-11 Μαρτ-2025), η Volkswagen εξετάζει σοβαρά το ενδεχόμενο να εισέλθει στην παραγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού για τον γερμανικό στρατό και όχι μόνο, σηματοδοτώντας μια πιθανή διαφοροποίηση των δραστηριοτήτων της εν μέσω των γενικότερων προσπαθειών επανεξοπλισμού της Ευρώπης. Αυτή η δήλωση προέρχεται από τον, Διευθύνοντα Σύμβουλο της μεγαλύτερης αυτοκινητοβιομηχανίας στην Ευρώπη, ο οποίος δήλωσε ότι “η εταιρεία είναι ανοιχτή στην εξερεύνηση νέων αντιλήψεων, αλλά δεν έχει λάβει ακόμη συγκεκριμένες προτάσεις από πιθανούς συνεργάτες”.
Αυτή η εξέλιξη συμπίπτει με τις προσπάθειες της Γερμανίας να ενισχύσει τις αμυντικές της ικανότητες, λόγω ανησυχιών για πιθανή απεμπλοκή των Ηνωμένων Πολιτειών υπό τον Πρόεδρο Ντόναλντ Τραμπ. Η αβεβαιότητα σχετικά με τις δεσμεύσεις των ΗΠΑ ωθεί την Ευρώπη να ενισχύσει την αμυντική της βιομηχανία, με αυξημένες επενδύσεις και βιομηχανική αναδιάρθρωση. Αρκετοί κατασκευαστές, συμπεριλαμβανομένων των Rheinmetall και KNDS Group, έχουν ήδη αρχίσει να μετατρέπουν τις εγκαταστάσεις παραγωγής εξαρτημάτων αυτοκινήτων τους για την κατασκευή στρατιωτικού εξοπλισμού ανταποκρινόμενοι στην αυξανόμενη ζήτηση.
Σύμφωνα με οικονομικούς αναλυτές, τα γερμανικά εργοστάσια αυτοκινήτων έχουν επί του παρόντος πλεονάζουσα παραγωγική ικανότητα λόγω της απότομης μείωσης των εξαγωγών οχημάτων, οι οποίες έχουν μειωθεί στο μισό από τα προ πανδημίας επίπεδα. Αυτή η πτώση οφείλεται εν μέρει στον αυξανόμενο ανταγωνισμό από τους Κινέζους κατασκευαστές, πλέον τους κορυφαίους εξαγωγείς αυτοκινήτων στον κόσμο, καθώς και στην ευρωπαϊκή αγορά που στρέφεται προς την ηλεκτροκίνηση, η οποία αναδιαμορφώνει την παραδοσιακή παραγωγή αυτοκινήτων. Στη Γερμανία, οι ετήσιες εξαγωγές οχημάτων έχουν μειωθεί πάνω από 50% (από 2,4 εκατομ. σε ~1,2 εκατομμύρια μονάδες), αναγκάζοντας τους κατασκευαστές να επανεξετάσουν το οικονομικό τους μοντέλο.
Ερωτηθείς για την πιθανή συμμετοχή της Volkswagen στην παραγωγή στρατιωτικού εξοπλισμού, ο Oliver Blume τόνισε την ανάγκη για αυξημένες επενδύσεις ασφάλειας στην Ευρώπη. Διευκρίνισε ότι μέχρι στιγμής δεν έχουν γίνει συγκεκριμένα βήματα αλλά δεν απέκλεισε το ενδεχόμενο η Volkswagen να παίξει ρόλο στον κλάδο. Σημείωσε ότι ο όμιλος διαθέτει εκτεταμένη τεχνογνωσία και θα μπορούσε να παρέχει συμβουλευτική και τεχνολογική υποστήριξη εάν χρειαστεί, χωρίς να δεσμεύσει άμεσα τις εγκαταστάσεις παραγωγής του.
Η αυξανόμενη ζήτηση για αμυντικό εξοπλισμό είχε ήδη σημαντικό αντίκτυπο στις χρηματοπιστωτικές αγορές, με την έντονη αύξηση των μετοχών μεταξύ των γερμανικών αμυντικών εταιρειών να επεκτείνουν την παραγωγική τους ικανότητα. Πολλά εργοστάσια αυτοκινήτων, αρχικά σχεδιασμένα για την παραγωγή κινητήρων εσωτερικής καύσης ή εξαρτημάτων ελαφρών οχημάτων, μετατρέπονται τώρα για να καλύψουν τις ανάγκες του στρατιωτικού τομέα. Η βιομηχανική ευελιξία αυτών των εγκαταστάσεων θα μπορούσε να επιτρέψει την ταχεία προσαρμογή στις νέες απαιτήσεις της αμυντικής αγοράς, ιδιαίτερα για τεθωρακισμένα οχήματα ή εξαρτήματα αεροδιαστημικής.
Οι δηλώσεις του Διευθύνοντος Συμβούλου έρχονται καθώς η Volkswagen αναφέρει πτώση κερδών κατά 15%, συνολικά 19,1 δισεκατομμύρια ευρώ το 2024 σε σύγκριση με 22,5 δισεκατομμύρια ευρώ το προηγούμενο έτος. Η εταιρεία αντιμετωπίζει προκλήσεις σχετικά με τη μετάβασή της στα ηλεκτρικά οχήματα, η οποία απαιτεί σημαντικές επενδύσεις σε νέες τεχνολογίες, καθώς και τον αντίκτυπο των δασμών που επιβλήθηκαν από την κυβέρνηση Τραμπ σε οχήματα που κατασκευάζονται στον Καναδά και το Μεξικό. Για να παραμείνει ανταγωνιστική έναντι των Κινέζων κατασκευαστών, η Volkswagen έχει ξεκινήσει ένα μεγάλο σχέδιο αναδιάρθρωσης που περιλαμβάνει περικοπή 35.000 θέσεων εργασίας, μείωση κόστους και βελτιστοποίηση των γραμμών παραγωγής.
Έτσι η διαφοροποίηση στον αμυντικό τομέα θα μπορούσε να αποτελέσει στρατηγική ευκαιρία για την εταιρεία. Εκτός από την ενίσχυση των αμυντικών δυνατοτήτων της Γερμανίας και της Ευρώπης, θα μπορούσε να βοηθήσει τη Volkswagen να αντισταθμίσει τις απώλειες στην παραδοσιακή αγορά αυτοκινήτων. Ωστόσο, η εταιρεία παραμένει επιφυλακτική και περιμένει πρωτοβουλίες και προτάσεις _που σίγουρα θα έχει από τον αμυντικό τομέα πριν δεσμευτεί τελικά περαιτέρω προς αυτή την κατεύθυνση. Η εξέλιξη της γεωπολιτικής κατάστασης και οι πολιτικές των ευρωπαϊκών κυβερνήσεων θα είναι βασικοί παράγοντες για τη διαμόρφωση αυτής της βιομηχανικής στρατηγικής _αν και πλέον τα πράγματα είναι πάνω από ξεκάθαρα.