Η Κίνα ανακοίνωσε ότι ανεβάζει από το 84% στο 125% του δασμούς επί των αμερικανικών προϊόντων. Η ανακοίνωση έγινε από το κινεζικό υπουργείο Οικονομικών. Το μέτρο θα εφαρμοσθεί από το Σάββατο.
Ο Σι Τζινπίνγκ καλεί την Ευρωπαϊκή Ενωση να συμπράξουν για να αντισταθούν μαζί στον αμερικανικό εξαναγκασμό
Ο πρόεδρος της Κίνας καλεί την Ευρωπαϊκή Ενωση να συμπράξει με το Πεκίνο «για να αντισταθούν μαζί» στον εξαναγκασμό που δέχονται στο πλαίσιο του εμπορικού πολέμου με την Ουάσινγκτον του Ντόναλντ Τραμπ, μετέδωσε το πρακτορείο ειδήσεων Xinhua.
«Η Κίνα και η Ευρωπαϊκή Ενωση πρέπει να αναλάβουν τις διεθνείς ευθύνες τους, να προστατεύσουν μαζί την οικονομική παγκοσμιοποίηση και το διεθνές εμπορικό περιβάλλον και να αντισταθούν μαζί σε κάθε μονομερή εξαναγκασμό», δήλωσε ο Σι Τζινπίνγκ κατά την διάρκεια κοινής συνέντευξης Τύπου με τον πρωθυπουργό της Ισπανίας Πέδρο Σάντσεθ.
«Αυτό θα επιτρέψει όχι μόνο την διαφύλαξη των δικαιωμάτων μας και των νόμιμων συμφερόντων μας, αλλά επίσης την προστασία της διεθνούς ισοτιμίας και δικαιοσύνης και την επιβολή του σεβασμού των διεθνών κανόνων και της διεθνούς τάξης», πρόσθεσε ο Σι.
Ο ισπανός πρωθυπουργός από την πλευρά του δήλωσε μετά την συνάντηση με τον κινέζο ηγέτη ότι «η Ισπανία και η Ευρώπη έχουν σημαντικό έλλειμμα εμπορικού ισοζυγίου με την Κίνα το οποίο πρέπει να βοηθήσουμε να αποκατασταθεί».
Αλλά, «δεν πρέπει να αφήσουμε τις εμπορικές εντάσεις να μπουν εμπόδιο στην δυναμική της ανάπτυξης των σχέσεων ανάμεσα στην Κίνα και την Ευρωπαϊκή Ενωση», εξήγησε ο Ισπανός πρωθυπουργός.
Η Κίνα είναι βασικός στόχος του πολέμου του Ντόναλντ Τραμπ: ο Λευκός Οίκος ανακοίνωσε χθες ότι οι δασμοί που θα επιβαρύνουν τα κινεζικά προϊόντα θα φθάσουν τελικά στο ιλιγγιώδες επίπεδο του 145%.
Στο Πεκίνο ο Λι Τζιαν, εκπρόσωπος του ΥΠΕΞ, είπε ότι οι αμερικανικοί δασμοί «πηγαίνουν κόντρα σε ολόκληρο τον κόσμο», σχολιάζοντας την προηγούμενη αύξηση των δασμών κατά των κινεζικών προϊόντων στο 124%.
Υπενθυμίζεται ότι η κυβέρνηση Τραμπ «πάγωσε» τους αυξημένους «ανταποδοτικούς» δασμούς που επέβαλε σε δεκάδες χώρες, αλλά «απογείωσε» τους δασμούς έναντι του Πεκίνου και τους έθεσε σε ισχύ.
«Θα επαναλάβω ότι οι εμπορικοί πόλεμοι δεν έχουν νικητή. Η Κίνα δεν γυρεύει καβγά, αλλά και δεν φοβάται αυτούς τους πολέμους. Δεν θα μείνουμε άπραγοι όταν τα έννομα συμφέροντα και δικαιώματα των Κινέζων δέχονται επίθεση, ή όταν υπονομεύονται οι διεθνείς εμπορικοί κανόνες και το καθεστώς πολυμερούς εμπορίου. Αν οι ΗΠΑ είναι αποφασισμένες να δώσουν έναν εμπορικό πόλεμο, η απάντηση της Κίνας θα συνεχιστεί μέχρι τέλους. Αν οι ΗΠΑ βάζουν πριν από το δημόσιο καλό της διεθνούς κοινότητας τα δικά τους συμφέροντα και θυσιάζουν τα έννομα συμφέροντα της διεθνούς κοινότητας για τη δική τους ηγεμονία, σίγουρα θα συναντήσουν ισχυρότερη αντίδραση από την διεθνή κοινότητα», πρόσθεσε.
Η δε Χε Γιονγκτσιάν, εκπρόσωπος του κινεζικού υπουργείου Εμπορίου, υποστήριξε ότι η «επιβολή δασμών αδιακρίτως, σε όλους τους εμπορικούς τους εταίρους», που ανακοίνωσαν οι ΗΠΑ, «παραβιάζει τα δικαιώματα και τα νόμιμα συμφέροντα των κινεζικών επιχειρήσεων και επηρεάζει σοβαρά τη σταθερότητα της παγκόσμιας οικονομικής τάξης».
Και εξέφρασε την ελπίδα «να συναντηθούμε με τις ΗΠΑ στα μισά του δρόμου, και με βάση τις αρχές του αμοιβαίου σεβασμού και της ειρηνικής συνύπαρξης να χειριστούμε κατάλληλα τις διαφωνίες, μέσω διαλόγου και διαβούλευσης».
Τέλος, το Εθνικό Γραφείο Κινηματογράφου της Κίνας ανακοίνωσε ότι «θα ακολουθήσουμε τους νόμους της αγοράς, θα σεβαστούμε τις επιλογές των θεατών και θα μειώσουμε αρκετά τις εισαγόμενες αμερικανικές ταινίες», καταγγέλλοντας «τις κακές πρακτικές της αμερικανικής κυβέρνησης, που συνίστανται σε κατάχρηση των δασμών κατά της Κίνας».
Η κίνηση αυτή θα μπορούσε να είναι η αρχή ενός επιπλέον μετώπου στην αντιπαράθεση ΗΠΑ – Κίνας, καθώς η δεύτερη έχει μεν πολύ μεγάλο εμπορικό πλεόνασμα στο διμερές εμπόριο των δύο χωρών, ωστόσο οι ΗΠΑ διατηρούν πλεόνασμα στις υπηρεσίες, οι οποίες θα μπορούσαν να βρεθούν στο στόχαστρο των αντιμέτρων του Πεκίνου.
Αργότερα χτες ο Τραμπ δήλωσε ότι «θα ήθελα πάρα πολύ να συνάψουμε μια συμφωνία» με την Κίνα, αλλά και ότι «η μετάβαση θα έχει ένα κόστος και θα προκαλέσει προβλήματα, όμως στο τέλος θα είναι ένα καλό πράγμα».