Η σπουδαιότερη, για τους περισσότερους σκηνοθέτες και κριτικούς, ταινία όλων των εποχών είναι ένα πολυδιάστατο αριστούργημα, το οποίο άλλαξε άρδην την κινηματογραφική αφηγηματική λογική και άνοιξε το δρόμο για το μοντέρνο σινεμά _γράφει ο κριτικός Χρήστος Μήτσης
Κάθε προβολή του “Πολίτη Κέιν” σήμερα φέρνει μαζί της το βάρος ενός ογκόλιθου, μιας ταινίας που βασιλεύει στο μύθο. Η καλύτερη ταινία όλων των εποχών, η κατάρα όλων των πρωτοεμφανιζόμενων δημιουργών που έχουν ν’ αναμετρηθούν μ’ αυτό εδώ, το ντεμπούτο ενός φωτισμένου 26χρονου καλλιτέχνη. Ένα φιλμ με τόσο παρασκήνιο και παραλειπόμενα που κάθε στιγμή κινδυνεύει να χάσει την ουσία της. Κι αυτή η ουσία είναι ότι ο “Πολίτης Κέιν” είναι ένα ρηξικέλευθο (στην εποχή του, αλλά ακόμα και σήμερα), πολυσύνθετο, σεβαστικό κι ανατρεπτικό μαζί, δείγμα σκεπτόμενου κινηματογραφικού fun. Είναι η ταινία που “χαρίστηκε” από το στούντιο, το “σύστημα”, σ’ ένα enfant terrible, έναν δημιουργό που είχε μόλις γίνει ξακουστός στο ραδιόφωνο και στο θέατρο. Κι αυτός πήρε μια ομάδα “δικών του”, άσημων ηθοποιών από τις καλλιτεχνικές σκηνές της Νέας Υόρκης, έναν αλκοολικό ιδιοφυή σεναριογράφο, έναν εμπνευσμένο και τολμηρό διευθυντή φωτογραφίας κι ένα γενναιόδωρο budget κι αποφάσισε, μ’ αυτά και με το ξεχωριστό βλέμμα του, να κατακρίνει το «σύστημα» και να συνεχίσει να πληρώνει γι’ αυτή του την ύβρι για πάντα (Flix).
Γράφει ο || Αστέρης Αλαμπής _Μίδας \\
Καλλιτεχνική επιτυχία (Όσκαρ σεναρίου από δέκα υποψηφιότητες) και εμπορική αποτυχία στην εποχή του, ο “Πολίτης Κέιν” προβλήθηκε για πρώτη φορά στην τηλεόραση και ξαναβγήκε στους κινηματογράφους το 1955 (ο Όρσον Γουέλς έπαιζε τότε “Βασιλιά Λιρ” στη Νέα Υόρκη). Ο κριτικός Άντριου Σάρις έγραψε ένα επιδραστικό άρθρο που τον αποθέωνε, πυροδοτώντας την επαναξιολόγησή του. Από τη δεκαετία του ’60 έως σήμερα θεωρείται πλέον “η καλύτερη ταινία όλων των εποχών“.
Δικαίως, μιας και το ντεμπούτο του 26χρονου (!) Όρσον Γουέλς, ήδη θεατρικού παιδιού-θαύμα και σταρ του ραδιοφώνου, είναι ένα πολυδιάστατο, διαχρονικό αριστούργημα, το οποίο άλλαξε άρδην την κινηματογραφική αφηγηματική λογική και άνοιξε το δρόμο για το μοντέρνο σινεμά. Ξεκινάει σαν μια κεκαλυμμένη βιογραφία του Γουίλιαμ Ράντολφ Χιρστ: Ένας δημοσιογράφος ερευνά τη ζωή ενός μεγιστάνα του Τύπου, για να ανακαλύψει το νόημα της λέξης “ρόουζμπαντ” που εκστόμισε προτού ξεψυχήσει. Εξελίσσεται σε μια ταινία που περιέχει όχι μόνο όλο το παρελθόν της έβδομης τέχνης, αλλά και ολόκληρο το μέλλον της, καταργώντας την παραδοσιακή γραμμική εξιστόρηση, αξιοποιώντας δραματουργικά το βάθος πεδίου (“μοντάροντας” τη δράση μέσα στο ίδιο το πλάνο) και επιβάλλοντας ένα καθηλωτικό στιλιζάρισμα που αποδόμησε όλον το χολιγουντιανό (ψευτο)ρεαλισμό. Ταυτόχρονα, περιγράφει μοναδικά ένα δημιουργό και συγχρόνως θύμα του αμερικανικού ονείρου, τις διαπλεκόμενες σχέσεις εξουσίας (πολιτική, οικονομική, μιντιακή) στην αμερικανική κοινωνία και την αδυναμία εύρεσης της μιας και μόνης αλήθειας, χαμένης μέσα σε ένα πλήθος –συχνά αντιφατικών– πληροφοριών κι ερμηνειών (το αριστουργηματικό φινάλε). Αποτελεί δε μια διηγηματικά πρωτότυπη πραγματεία πάνω στο χρόνο (ιστορικό, βιωμένο και κινηματογραφικό), μεταφέροντας στην οθόνη ρηξικέλευθες λογοτεχνικές ανησυχίες (Μαρσέλ Προυστ, Τζέιμς Τζόις), οι οποίες θα κυριαρχήσουν ως ερωτήματα σε ολόκληρο το σύγχρονο σινεμά _όπως αυτό το «ρόουζμπαντ» που εκστόμισε προτού ξεψυχήσει ως νόημα της λέξης_ ζωής
Κάθε προβολή του “Πολίτη Κέιν” σήμερα φέρνει μαζί της το βάρος ενός ογκόλιθου, μιας ταινίας που βασιλεύει στο μύθο. Η καλύτερη ταινία όλων των εποχών, η κατάρα όλων των πρωτοεμφανιζόμενων δημιουργών που έχουν ν’ αναμετρηθούν μ’ αυτό εδώ, το ντεμπούτο ενός φωτισμένου 26χρονου καλλιτέχνη. Ένα φιλμ με τόσο παρασκήνιο και παραλειπόμενα που κάθε στιγμή κινδυνεύει να χάσει την ουσία της. Κι αυτή η ουσία είναι ότι ο “Πολίτης Κέιν” είναι ένα ρηξικέλευθο (στην εποχή του, αλλά ακόμα και σήμερα), πολυσύνθετο, σεβαστικό κι ανατρεπτικό μαζί, δείγμα σκεπτόμενου κινηματογραφικού fun. Είναι η ταινία που “χαρίστηκε” από το στούντιο, το “σύστημα”, σ’ ένα enfant terrible, έναν δημιουργό που είχε μόλις γίνει ξακουστός στο ραδιόφωνο και στο θέατρο. Κι αυτός πήρε μια ομάδα “δικών του”, άσημων ηθοποιών από τις καλλιτεχνικές σκηνές της Νέας Υόρκης, έναν αλκοολικό ιδιοφυή σεναριογράφο, έναν εμπνευσμένο και τολμηρό διευθυντή φωτογραφίας κι ένα γενναιόδωρο budget κι αποφάσισε, μ’ αυτά και με το ξεχωριστό βλέμμα του, να κατακρίνει το «σύστημα» και να συνεχίσει να πληρώνει γι’ αυτή του την ύβρι για πάντα (Flix).
Όσο, πρωτοφανώς για το 1941, διακεκομμένη και στροβιλιζόμενη είναι η γραμμή της αφήγησης, με διαρκή πισωγυρίσματα στο χρόνο και στην οπτική ματιά, άλλο τόσο ο Γουελς φτιάχνει ένα ψηφιδωτό κινηματογραφικής αισθητικής, μια «διπλοτυπία» του παρελθόντος με το παράτολμο του μέλλοντος. Δική του είναι μια “μετάφραση”, ένας “εκσυγχρονισμός” του εξπρεσιονισμού, ένα ξεφάντωμα της χρήσης του βάθους πεδίου και του δημιουργικού μοντάζ, των παραμορφωτικών γωνιών λήψης και του παράτολμου φωτισμού, με διαστάσεις που ξεπερνούν την οθόνη, κάθε οθόνη, περιφρονούν το ρεαλισμό και δημιουργούν ένα έπος αλήθειας.
Ταυτόχρονα, όμως, ο “Πολίτης Κέιν” είναι μια ταινία σχολιασμού και κριτικής, της αμερικανικής κοινωνίας στα πρόθυρα του Β’ Παγκόσμιου, στα “βρώμικα χέρια” που τη δημιούργησαν, στην εκποίηση του Τύπου και των πολιτικών αρχόντων. Και μια ταινία αυτοσχολιασμού και αυτοκριτικής για τον επεκτατισμό του ταλέντου και την αυταρχικότητα τής επιθυμίας. Είναι ένα αντίξοο αριστούργημα, ένα μεγαλούργημα τελειότητας με ακαταμάχητες στιγμές χειροποίητου, πρωτόλειου σινεμά και μια αποτύπωση ενηλικίωσης, όχι μόνο του κόσμου και της τέχνης, αλλά και του ίδιου του δημιουργού του.
Που παίζει σκανταλιάρικα με τους ήρωές του και με το κοινό, οδηγώντας τους σ’ ένα κυνήγι ερμηνειών, με την απάντηση να βρίσκεται όχι στο δαίδαλο αληθινών και ψεύτικων πληροφοριών, αλλά μέσα στην ψυχή του κάθε θεατή. Ένα κυκλικό ψυχογράφημα του εγωισμού, του ναρκισσισμού, ένα τεράστιο μελόδραμα, μια επιστροφή στα βασικά και μια (αμερικάνικη έστω) επανάσταση, ο “Πολίτης” δεν είναι απλά θρύλος του σινεμά: είναι μια ταινία τόσο ανατρεπτική και τόσο διαχρονική μαζί, που δεν λυγίζει από τους τίτλους που την περιβάλλουν, αλλά μένει πάντα όρθια και με φλογισμένο βλέμμα.
Περισσότερα…
εδώ
- Σκηνοθεσία _Παραγωγή: Ορσον Γουελς
- Σενάριο: Χέρμαν Τζ. Μάνκιεβιτς, Ορσον Γουελς
- Φωτογραφία: Γκρεγκ Τόλαντ
- Μοντάζ: Ρόμπερτ Γουάιζ
- Μουσική: Μπέρναρντ Χέρμαν
- Πρωταγωνιστούν: Ορσον Γουελς, Τζόζεφ Κότεν, Αγκνες Μούρχεντ, Ντόροθι Κόμινγκορ, Εβερετ Στόουν
- Διανομή: New Star
- Επίσημος ιστότοπος
- Citizen Kane στο AllMovie
- Citizen Kane στον κατάλογο του Αμερικανικού Ινστιτούτου Κινηματογράφου
- Citizen Kane στην IMDb
- Citizen Kane στο Metacritic
- Citizen Kane στο Rotten Tomatoes
- Citizen Kane at Cinema Belgica
Το παρασκήνιο πίσω από το αριστούργημα του παγκόσμιου σινεμά που για μισό αιώνα ήταν στην κορυφή των καλύτερων ταινιών όλων των εποχών
Ήταν, μια μέρα σαν τη σημερινή, Πρωτομαγιά του 1941, όταν στους κινηματογράφους της Νέας Υόρκης έκανε πρεμιέρα η ταινία που έμελλε να αλλάξει την ιστορία του παγκόσμιου σινεμά. Ο λόγος για τον Citizen Kane _Πολίτη Κέιν, τη θρυλική ταινία του Όρσον Γουέλς που για μισό αιώνα ήταν στην κορυφή της λίστας με τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών
Ο Κέiν, μεγιστάνας του νεουορκέζικου Τύπου ξεψυχά ολομόναχος στο βασίλειό του το “Ζαναντού”, προφέροντας τη λέξη Ρόουζμπαντ. Ένας δημοσιογράφος επιχειρεί να ανασυστήσει τη ζωή του αινιγματικού δισεκατομμυριούχου μέσα από τις μαρτυρίες εκείνων που τον γνώριζαν: φίλοι, συνεργάτες, σύζυγοι, υπηρέτες… Όμως το παζλ μένει μέχρι τέλους ανολοκλήρωτο.
Υπόθεση
Ο μεγαλοεκδότης Τσαρλς Φόστερ Κέιν (Όρσον Γουέλς), ένας από τους πλουσιότερους άνδρες των Η.Π.Α. και ίσως και της υφηλίου (αρχή και τίτλοι τέλους), πεθαίνει. Η τελευταία λέξη που βγαίνει από τα χείλη του πριν ξεψυχήσει, είναι η λέξη Rosebud (Ροδανθός). Η είδηση του θανάτου του μεταδίδεται σε όλο τον κόσμο και ο Τζέρι Τόμπσον (Γουίλιαμ Άλαντ), δημοσιογράφος της εφημερίδας Newsreel, προσπαθεί να ανακαλύψει πληροφορίες για την ιδιωτική ζωή του Κέιν και προπάντων τη σημασία της τελευταίας του λέξης. Ο δημοσιογράφος παίρνει συνεντεύξεις από φίλους και συνεργάτες του μεγαλοεπιχειρηματία και η ζωή του Κέιν ξεδιπλώνεται στην οθόνη, σε μια σειρά από φλας μπακ. Ο Τόμπσον επισκέπτεται επίσης τη δεύτερη σύζυγο του Κέιν, τη Σούζαν Αλεξάντερ (Ντόροθι Κάμινγκορ), η οποία είναι πλέον αλκοολική και έχει στην κατοχή της ένα κέντρο διασκέδασης. Η Αλεξάντερ δεν αποκαλύπτει τίποτα στον δημοσιογράφο.
Έπειτα, ο Τόμπσον βρίσκει το ιδιωτικό αρχείο του Γουόλτερ Παρκς Θάτσερ (Τζορτζ Κουλούρις), του τραπεζίτη που είχε πάρει υπό την προστασία του τον Κέιν, όταν ήταν ακόμη παιδί. Ο Τόμπσον μαθαίνει πολλά για την παιδική ηλικία του Κέιν από το αρχείο του Θάτσερ. Πληροφορείται για την φτώχεια που βίωσε ως παιδί, μέχρι τη στιγμή που βρέθηκε το 3ο κατά σειρά μεγαλύτερο χρυσωρυχείο σε ένα κτήμα της μητέρας του (Άγκνες Μούρχεντ). Η μητέρα του τον αποχωρίστηκε, αναθέτοντας την ανατροφή και την εκπαίδευσή του στον Θάτσερ. Ο Τόμπσον έπειτα παίρνει συνέντευξη από τον επιχειρηματικό σύμβουλο του Κέιν, κύριο Μπέρνσταϊν (Έβερετ Σλόαν), από τον καλύτερο φίλο του Κέιν, Τζεντεντάια Λίλαντ (Τζόζεφ Κότεν), για δεύτερη φορά από τη Σούζαν και από τον μπάτλερ του Κέιν, Ρέιμοντ (Πολ Στιούαρτ).
Γενικά χαρακτηριστικά
Η ταινία είναι ένα film à clef (φιλμ με κλειδί), που ερευνά τη ζωή του Τσαρλς Φόστερ Κέιν, ενός μεγιστάνα του τύπου, τον οποίο υποδύεται ο Γουέλς. Ο χαρακτήρας του Κέιν βασίζεται εν μέρει στη ζωή και τον χαρακτήρα του Γουίλιαμ Ράντολφ Χερστ, Αμερικανού μεγαλοεκδότη, καθώς επίσης και στη ζωή των επιχειρηματιών Σάμιουελ Ίνσαλ και Χάρολντ ΜακΚόρμικ. Ο Γουέλς έδωσε στον Κέιν στοιχεία και από τον δικό του χαρακτήρα.
σσ. τα films à clef αποτελούν κινηματογραφικό είδος στο οποίο ορισμένοι ή όλοι οι χαρακτήρες αναπαριστούν, λίγο πολύ ρητά, ένα πραγματικό πρόσωπο. Υπό το πρόσχημα της μυθοπλασίας, ο συγγραφέας γράφει στην πραγματικότητα μια αληθινή ιστορία, συχνά για να αποφύγει τη δυσφήμιση ενώ σατιρίζει. Το «κλειδί» της ιστορίας, που κάνει τον αναγνώστη να καταλάβει ότι πρόκειται για αληθινή ιστορία, είναι συνήθως ένα αναγνωρισμένο δημόσιο πρόσωπο, κυρίως ένας πολιτικός ή κάποιος με σημαντική επιρροή σε μια ομάδα, είτε στην πολιτική, είτε στις επιχειρήσεις, είτε στον χώρο του θεάματος, κ.λπ. Το λογοτεχνικό του αντίστοιχο είναι το ρωμαϊκό κλειδί που χρησιμοποιεί την ίδια τεχνική.
Μετά την επιτυχημένη του πορεία στο θέατρο, με το θίασο Mercury, καθώς και την εκφώνηση του αμφιλεγόμενου ραδιοφωνικού δράματος Ο πόλεμος των κόσμων το 1938, ο ηθοποιός και σκηνοθέτης προσεγγίστηκε από παραγωγούς του Χόλιγουντ και υπέγραψε συμβόλαιο με την εταιρεία R.K.O. το 1939. Ο Γουέλς έλαβε πλήρη καλλιτεχνική ελευθερία από την εταιρεία, πράγμα ασυνήθιστο για πρωτοεμφανιζόμενο σκηνοθέτη, ώστε να γράψει τη δική του ιστορία, να χρησιμοποιήσει ηθοποιούς της επιλογής του και να έχει τον πρώτο λόγο στο μοντάζ. Μετά από δύο αποτυχημένες προσπάθειες να υλοποιήσει τα σχέδιά του, κατάφερε τελικά να ολοκληρώσει το σενάριο του Πολίτη Κέιν με τη βοήθεια του Χέρμαν Μάνκεβιτς (αδελφού του σκηνοθέτη Τζόζεφ Μάνκιεβιτς). Τα γυρίσματα ξεκίνησαν το 1940 και η ταινία έκανε πρεμιέρα τον Μάιο του 1941.
Παρά την επευφημία που έλαβε από τους κριτικούς, η ταινία δεν έκανε τότε εμπορική επιτυχία. Η ταινία ξεχάστηκε για πολύ καιρό μετά την προβολή της, αλλά το ενδιαφέρον των κριτικών και ο μύθος της, αναζωογονήθηκε, εφ’ όσον έλαβε επαίνους από Γάλλους κριτικούς, μεταξύ των οποίων και του κριτικού και συγγραφέα Ζαν-Πωλ Σαρτρ, και ακόμα περισσότερο μετά την επαναπροβολή του το 1956.
Το 1941, ο 25χρονος Όρσον Ουέλς είναι ήδη διάσημος σεξπηρικός ηθοποιός, σκηνοθέτης και επικεφαλής θεατρικού θιάσου. Τρία χρόνια πριν, το 1938 είχε τρομοκρατήσει όλη την Αμερική με μια ραδιοφωνική μεταφορά του Πολέμου των κόσμων του Χ. Τζ Γουέλς, κάνοντας τον κόσμο να πιστέψει ότι επίκειται εισβολή εξωγήινων, γεγονός που έβγαλε πλήθος αμερικανών στους δρόμους, με αποτέλεσμα να προκληθεί αναταραχή και πανικός. Θεωρούμενος από όλους -και δικαίως- ως ιδιοφυία, το 1940 δούλεψε σε απόλυτη μυστικότητα το σενάριο της πρώτης του ταινίας και ξεκίνησε τα γυρίσματα του Πολίτη Κέην. Η ταινία όταν προβλήθηκε στην Αμερική, είχε μέτρια εμπορική απήχηση και χλιαρή κριτική επιδοκιμασία, αλλά όταν παίχτηκε στην Ευρώπη, με το τέλος του πολέμου, το έργο χαρακτηρίζεται μεγαλοφυές και γρήγορα θα καταστεί μια από τις διασημότερες ταινίες όλων των εποχών και αναμφίβολα μια από τις 10 καλύτερες στην ιστορία του παγκόσμιου κινηματογράφου. Δομημένη γύρω από τη νοσταλγία της παιδικής ηλικίας, ανέτρεψε ολοκληρωτικά τους μέχρι τότε αισθητικούς, συντακτικούς και δραματουργικούς κινηματογραφικούς κανόνες και αποτελεί ταυτόχρονα μια πικρόχολη κριτική του αμερικανικού τρόπου ζωής και των αξιών της, καθώς κι ένα σπάνιο ψυχολογικό πορτραίτο μεγάλης διαύγειας και ακρίβειας. Με τον Πολίτη Κέiν, ταινία που δικαιώνει απόλυτα την ακραία φραστική διατύπωση «κινηματογραφικό αριστούργημα» η έβδομη τέχνη εισήλθε θριαμβευτικά στην εποχή του μοντερνισμού.
Ο «Πολίτης Κέιν» ήταν και η πρώτη ταινία που σκηνοθέτησε και πρωταγωνίστησε ο Γουέλς, όταν ήταν μόλις 25 ετών. Και μπορεί όταν κυκλοφόρησε, εισπρακτικά να μην έκανε επιτυχία – αν και οι κριτικοί υποκλίθηκαν στο κινηματογραφικό αυτό αριστούργημα – όμως, η αξία του αναγνωρίστηκε στην πορεία κι έμελλε να θεωρείται μέχρι και σήμερα η καλύτερη αμερικανική δημιουργία, και όχι μόνο.
Η υπόθεση
Ο Κέiν, μεγιστάνας του νεουορκέζικου Τύπου ξεψυχά ολομόναχος στο βασίλειό του το «Ζαναντού», προφέροντας τη λέξη Ρόουζμπαντ. Ένας δημοσιογράφος επιχειρεί να ανασυστήσει τη ζωή του αινιγματικού δισεκατομμυριούχου μέσα από τις μαρτυρίες εκείνων που τον γνώριζαν: φίλοι, συνεργάτες, σύζυγοι, υπηρέτες… Όμως το παζλ μένει μέχρι τέλους ανολοκλήρωτο.
Με αφορμή τα 84 χρόνια από την ημέρα που έκανε πρεμιέρα ο «Πολίτης Κέιν» ας μάθουμε “άγνωστες” πληροφορίες για την «ταινία των ταινιών», όλων των εποχών:
Όταν έκανε πρεμιέρα την 1η Μαΐου του 1941, ο κριτικός κινηματογράφου των New York Times την αποκάλεσε «μακράν την πιο συναρπαστική που έγινε ποτέ στο Χόλιγουντ». Και το σχόλιο θεωρείται και προφητικό, αφού μέχρι και σήμερα, επικρατεί η ίδια άποψη.
Ο βαρόνος των εφημερίδων William Randolph Hearst, που αποτέλεσε και πηγή έμπνευσης για τον κύριο χαρακτήρα της ταινίας, εξαπέλυσε μια τεράστια εκστρατεία δυσφήμισής της. Πρόσφερε μάλιστα στον πρόεδρο της RKO, George Schaefer, 800.000 δολάρια προκειμένου να καταστρέψει τα αρνητικά. Ο Schaefer όμως αρνήθηκε και έτσι ο Hearst προσπάθησε να εμποδίσει την κυκλοφορία της. Και τα κατάφερε. Τα μεγάλα θέατρα αρνήθηκαν να την προβάλλουν, αναγκάζοντας την ομάδα παραγωγής να στραφεί σε μικρότερα, ανεξάρτητα θέατρα, με αποτέλεσμα ο «Πολίτης Κέιν» να αποτύχει εισπρακτικά, και ο Γουέλς να μην καταφέρει να… συνέλθει από την καταστροφή.
Η ταινία επανεμφανίστηκε, το 1956 στην τηλεόραση, με αποτέλεσμα να την δει και να την ανακαλύψει περισσότερος κόσμος και έτσι να αναγνωριστεί η αξία της. Μάλιστα, το 1962, το βρετανικό περιοδικό «Sight and Sound» δημοσίευσε μια δημοσκόπηση από κριτικούς κινηματογράφου για τις καλύτερες ταινίες όλων των εποχών, με τον «Πολίτη Κέιν» να φιγουράρει περήφανα στην κορυφή. Η δικαίωση άργησε σχεδόν 20 χρόνια! Επειδή, η υπόθεση της ταινίας λαμβάνει χώρα για διάστημα μεγαλύτερο των 50 ετών, οι ηθοποιοί… γερνούν. Ο Κέιν, για παράδειγμα, από 25 φτάνει τα 78 χρόνια. Έτσι, για να πετύχουν ένα αληθοφανές αποτέλεσμα για την εποχή εκείνη, ο μακιγιέρ Maurice Seiderman εφηύρε πολλές τεχνικές μακιγιάζ για να «γεράσει» τους ηθοποιούς. Οι περισσότεροι ηθοποιοί που συμμετείχαν στην ταινία, δεν είχαν ξαναπαίξει στον κινηματογράφο ποτέ. Είχαν εμφανιστεί μόνο σε θέατρα και στο ραδιόφωνο και ήταν μέλη του Welles’ Mercury Theater.
Μέχρι και σήμερα κανείς δεν ξέρει με βεβαιότητα ποιος ήταν ο βασικός υπεύθυνος για τη σύλληψη της ιστορίας του «Κέιν», αν είναι δηλαδή ο Μάνκιεβιτς ή Γουέλς που μοιράζονταν το σενάριο της ταινίας και το μοναδικό βραβείο Όσκαρ που κέρδισε. Μάλιστα, οι δύο πρώην συνεργάτες είχαν μεγάλη κόντρα για το θέμα αυτό, με τον γιο του Μάνκιεβιτς να υποστηρίζει πως ο Γουέλς δεν είχε γράψει «ούτε λέξη».