Δύο εξέχουσες μορφές των γυναικείων αγώνων στη Ρωσία και στα πρώτα χρόνια της σοβιετικής δημοκρατίας. Πρώτο μέρος.
Γράφει η Άννεκε Ιωαννάτου //
Ο Μάρτης είναι ο μήνας με τις εκδηλώσεις για τις 8 Μαρτίου, παγκόσμια μέρα της γυναίκας. Λουλούδια και χρόνια πολλά, γυναίκα, και του χρόνου απ’ την αρχή. Λόγοι για γιορτή όμως, δεν υπάρχουν. Λόγοι για αποτίμηση και εντατικοποίηση των αγώνων υπάρχουν πολλοί και όχι μόνο για τις γυναίκες. Όταν το 1910, στην Κοπεγχάγη, στη 2η Διεθνή Συνδιάσκεψη των Σοσιαλιστριών Γυναικών ύστερα από πρόταση της Γερμανίδας επαναστάτριας Κλάρας Τσέτκιν, καθιερώθηκε η 8η Μαρτίου ως Διεθνής Μέρα της Γυναίκας, αυτό έγινε με σκοπό να οργανωθεί η πάλη των γυναικών μέσα στο διεθνές εργατικό κίνημα. Η αρχική ιδέα ήταν να τιμηθεί μ’ αυτό τον τρόπο η διαδήλωση των ραπτριών της Νέας Υόρκης στις 8 Μαρτίου 1857 για καλύτερες συνθήκες εργασίας, μια διαμαρτυρία και διεκδίκηση που πνίγηκε στο αίμα. Δηλαδή, ήταν η μέρα της εργάτριας και όχι των γυναικών γενικά και αόριστα. Η έννοια αυτή επεκτάθηκε και οι προσπάθειες να τη σφετεριστούν ώστε να γίνει εντελώς αταξική, συνεχίζονται μέχρι σήμερα και όχι τυχαία. Τί το κοινό έχει όμως η εργάτρια με τις μεγαλοαστές εκτός από το γεγονός ότι ανήκουν στο ίδιο φύλο; Ωστόσο, το φυλετικό διαπλέκεται με το ταξικό και η όλο και μεγαλύτερη πλειοψηφία των γυναικών γίνεται θύμα διπλής εκμετάλλευσης και γι’ αυτό έχει κάποια βάση να μιλάμε γενικά για τη γυναίκα.
Οι ιστορικές ρίζες της 8ης του Μάρτη πέφτουν θύμα στο βωμό των αβροτήτων και του αποπροσανατολισμού ώστε να ξεχαστεί η ανάγκη οργανωμένης αντεπίθεσης, να χαθεί η μέρα αυτή μακριά από κάθε κοινωνικοπολιτική δράση. Τη στιγμή μάλιστα που παίρνονται πίσω όλο και περισσότερο τα όσα είχαν κατακτηθεί. Μετά από το ταξίδι μας στο προηγούμενο άρθρο στην Κούβα με τις Κουβανέζες επαναστάτριες θα πάμε πίσω στο χρόνο εστιάζοντας σε δύο επαναστατικές μορφές των αρχών του 20ου αιώνα που δρούσαν και ζούσαν στην επαναστατημένη Ρωσία και μετά στη νεαρή σοβιετική δημοκρατία: την Αλεξάνδρα Κολλοντάι (1872-1952) και στην πολύ λιγότερο γνωστή Ινέσσα Αρμάν (1874-1920) και κυρίως στην τελευταία που η αγωνιστική ζωή της ήταν στενά συνυφασμένη με τη ζωή και τη δράση του Λένιν, της συζύγου του Ναντιέζντα Κρούπσκαγια και της Κολλοντάι.
Η Ινέσσα Αρμάν γεννήθηκε το 1874 από Γάλλο πατέρα και Αγγλίδα μητέρα. Οι γονείς της ήταν ηθοποιοί που είχαν εγκατασταθεί στη Ρωσία και περιόδευαν στη Γαλλία, όταν γεννήθηκε η Ινέσσα. Ο πατέρας της πέθανε λίγο μετά και η μητέρα της, στερημένη και χωρίς λεφτά πήρε τη μικρή Ινέσσα πίσω στη Ρωσία για να μείνει με τη γιαγιά της, η οποία δούλευε ως γουβερνάντα για ένα πιο πλούσιο κλάδο της οικογένειας Αρμάν. Η Ινέσσα δέχθηκε μια καλή ανατροφή από τους φιλελεύθερους ευεργέτες της και έγινε πρώτα αφοσιωμένη οπαδός του Τολστόι, όπως άλλωστε και η Ναντιέζντα Κρούπσκαγια και πολλές άλλες ριζοσπάστριες στις δεκαετίες ’80 και ’90 του 19ου αιώνα. Στα δεκαοχτώ της ολοκλήρωσε την εκπαίδευσή της για γουβερνάντα, επάγγελμα που δεν άσκησε ποτέ, γιατί παντρεύτηκε έναν από τους πλούσιους επιχειρηματίες της οικογένειας Αρμάν και απόκτησε 4 παιδιά στα επόμενα 17 χρόνια.
Τα πρώτα τσιγκλίσματα του αγώνα
Η Αρμάν έγινε για πρώτη φορά πολιτικά δραστήρια το 1900, όταν προσχώρησε σε μια φιλανθρωπική οργάνωση στη Μόσχα, την Εταιρία για τη Βελτίωση της Τύχης των Γυναικών. Δούλευε στο τμήμα που ασχολιόταν με την αποκατάσταση πορνών. Είχε γράψει μάλιστα ένα γράμμα στον Τολστόι γι αυτό το οδυνηρό ζήτημα, αλλά πήρε την εξής ωμή απάντηση: «Έτσι ‘ηταν στην εποχή πριν από τον Μωϋσή και έτσι θα μείνει πάντα». Από τότε η Αρμάν δεν μπόρεσε πια να μείνει στον παλιό, θολό της τολστοϊκό φιλελευθερισμό και άρχισε να αναζητεί πιο ριζοσπαστικές λύσεις για το γυναικείο ζήτημα. Το Δεκέμβρη του 1905 έπαιξε δραστήριο ρόλο στην εξέγερση της Μόσχας. Μετά απ’ αυτό η τσαρική αστυνομία την παρακολουθούσε στενά. Το 1907 συλλήφθηκε ως «σοσιαλίστρια επαναστάτρια». Δεν ξέρουμε αν ήταν τότε μέλος ενός πολιτικού κόμματος, αλλά πάντως εξορίστηκε στον Αρχάγγελο, συνοδευμένη από το νεότερο- και πιο ριζοσπάστη απο τον αδερφό του- κουνιάδο της. Τα στο μεταξύ 5 παιδιά της έμειναν με τον άντρα της. Απόδρασε μέσω Φινλανδίας και πήγε στις Βρυξέλλες.
Μια καθοριστική συνάντηση
Το 1910 μετακόμισε στο Παρίσι όπου συναντάει τον Λένιν και την Κρούπσκαγια και έγιναν στενοί φίλοι. Νοίκιασε ένα φτηνό διαμέρισμα, ήρθαν τα παιδιά της από τη Ρωσία και πολύ σύντομα έγινε πολιτικά δραστήρια, λενινίστρια ηγετικού παραστήματος και με πολύ πάθος. Επίσης έγινε φλογερή μαχήτρια υπέρ της χειραφέτησης των γυναικών. Το 1911 οι Λένιν, Κρούπσκαγια και Αρμάν συναντήθηκαν για πρώτη φορά με την Αλεξάνδρα Κολλοντάι, η οποία έμενε στο Παρίσι εκείνη την εποχή. Η Αρμάν δίδασκε στους θερινούς κύκλους μαθημάτων του Λένιν, ως μόνη γυναίκα, σ’ ένα χωριό κοντά στο Παρίσι. Έμενε με τα παιδιά της στο σχολικό κτίριο. Η Κολλοντάι συναντούσε την Αρμάν, καθώς και άλλους μπολσεβίκους, στις συγκεντρώσεις στο Παρίσι. Η Κολλοντάι τότε ήταν ακόμα μενσεβίκα και είχε επιφυλάξεις απέναντι στη μπολσεβίκικη ηγεσία. Ωστόσο, εντυπωσιάστηκε από τους μπολσεβίκους του Παρισιού μη δίνοντας μεγάλη σημασία στις κομματικές διαφορές. Άλλωστε, η Κολλοντάι ήταν εξαιρετικά δημοφιλές πρόσωπο στη ρώσικη κοινότητα του Παρισιού. Εφόσον είχαν τελειώσει οι θερινοί κύκλοι μαθημάτων το φθινόπωρο του 1911, η Αρμάν μετακόμισε στο Παρίσι, όπου ο Λένιν της ανάθεσε στελεχική θέση στο Κόμμα ως γραμματέα της Επιτροπής για την Οργάνωση των Μεταναστών. Η Κρούπσκαγια θυμάται: «Βλέπαμε την Αρμάν κάθε μέρα και γινήκαμε στενές φίλες». Παρ’ όλες τις κάποιες διαφορές στις απόψεις τους οι δύο γυναίκες είχαν κοινό τον τρόπο με τον οποίο έβαζαν σε δεύτερη μοίρα τις δικές τους πρωτοβουλίες προς όφελος των μεγαλύτερων συμφερόντων της ταξικής πάλης και της ενότητας μέσα στο Κόμμα. Οι μισοί μπολσεβίκοι που έμεναν το 1910 στο Παρίσι, ήταν γυναίκες. Η Κρούπσκαγια ήταν συντακτική γραμματέας της εφημερίδας των μπολσεβίκων, ενώ η Αρμάν είχε αναλάβει όλη την αλληλογραφία ανάμεσα στις σκορπισμένες σ’ όλη την Ευρώπη μπολσεβίκικες κοινότητες των μεταναστών. Τότε πολλές γυναίκες έκαναν υπεύθυνη και δύσκολη κομματική δουλειά.
Η στροφή προς τη δουλειά με γυναίκες
Για τους προαναφερόμενους λόγους η Αρμάν και η Κρούπσκαγια ήθελαν να συνδυάσουν αυτή τη δουλειά με πολιτικές συγκεντρώσεις γυναικών. Απευθύνονταν στις Γαλλίδες και Ρωσίδες μοδίστριες, ράπτριες και υπηρέτριες. Πραγματοποιήθηκαν μερικές συγκεντρώσεις με την υποστήριξη του Λένιν. Όμως, σύντομα υπήρξαν σφοδρές αντιδράσεις εκ μέρους των περισσότερων αντρών της μπολσεβίκικης κοινότητας και τα σχέδια αυτά έμειναν απραγματοποίητα, όπως διαβάζουμε στα απομνημονεύματα της Κρούπσκαγια του 1910.
Το 1912 ο Λένιν και η Κρούπσκαγια αναχώρησαν για την Πολωνία, ενώ η Αρμάν επέστρεψε στη Ρωσία για να δουλέψει στην παρανομία παρ’ όλους τους αυξημένους κινδύνους. Και πράγματι, συλλήφθηκε αμέσως και φυλακίστηκε. Επίσης εκδηλώθηκαν εκεί τα πρώτα συμπτώματα μιας φυματίωσης. Μετά από ένα χρόνο και με την παρέμβαση του συζύγου της αποφυλακίστηκε η Αρμάν με εγγύηση. Αμέσως έφυγε από τη Ρωσία και το Σεπτέμβρη του 1913 βρέθηκε στην Πολωνία με το Λένιν και την Κρούπσκαγια, η οποία την εκτίμησε ακόμα περισσότερο λόγω του θάρρους της να επιστρέψει στη Ρωσία, όπως φαίνεται από τα απομνημονεύματα της Κρούπσκαγια. Στην Πολωνία η Αρμάν νοίκιασε πάλι ένα διαμέρισμα κοντά τους και συνέχισαν από κοινού την πολιτική τους δουλειά. Στη Ρωσία στο μεταξύ φούντωνε το απεργιακό κύμα, καθώς και οι διαδηλώσεις των γυναικών, ιδιαίτερα των εργατριών στην υφαντουργεία. Νωρίτερα την ίδια χρονιά οι εργάτριες των πόλεων προετοίμαζαν διαδηλώσεις για τη Διεθνή Μέρα της γυναίκας που είχε καθιερωθεί πριν από λίγα χρόνια, όπως είδαμε. Η Κρούπσκαγια πρότεινε τότε να αφιερωθεί στην εφημερίδα «Πράβδα» ένα ειδικό τεύχος στις γυναίκες. Εξέχοντες Ευρωπαίοι και Ρώσοι σοσιαλιστές, όπως η Κολλοντάι, έγραψαν άρθρα για την πολιτική σημασία της διαδήλωσης στην Παγκόσμια Μέρα της Γυναίκας στην τσαρική Ρωσία. Γιόρτασαν την 8η Μαρτίου εκείνης της χρονιάς με μαζικές συγκεντρώσεις και πορείες γυναικών και πολλές γυναίκες συλλήφθηκαν. Η Κρούπσκαγια και η Αρμάν, εμπνευσμένες από τα γράμματα γυναικών που κατάκλυσαν απ’ όλη τη Ρωσία την εφημερίδα «Πράβδα», άρχισαν να μαζεύουν ιδέες για μια καινούργια εφημερίδα, μπολσεβίκικη και γυναικεία.
«Η Εργάτρια»
Το 1913 η Αρμάν μετακομίζει πάλι στο Παρίσι, όπου συνεχίζει την παλαιά της δουλειά για την μπολσεβίκικη οργάνωση Ρώσων μεταναστών. Το 1914 η Αρμάν και η Κολλοντάι γίνονται αντιπρόσωποι για τη Ρωσία στο Διεθνές Σοσιαλιστικό Γραφείο Γυναικών. Η Αρμάν και η Κολλοντάι στο Παρίσι, η Κρούπσκαγια με τη Λιλίνα, γυναίκα του Κάμενεφ στην Κρακοβία, καθώς και τέσσερεις γυναίκες στην τότε Αγία Πετρούπολη αλληλογραφούσαν και παρ’ όλες τις αντίξοες συνθήκες και τα τεράστια προβλήματα επικοινωνίας, κατάφεραν να δημιουργήσουν ένα είδος συντακτικής επιτροπής. Στις 8 Μαρτίου 1914 βγήκε το πρώτο τεύχος της καινούργιας εφημερίδας «Η Εργάτρια», αλλά το ξέσπασμα του πολέμου, 5 μήνες αργότερα, σήμανε το τέλος της νέας εφημερίδας, όπως και πολλών άλλων πρωτοβουλιών. Οι μπολσεβίκοι, οι μόνοι σοσιαλιστές στην Ευρώπη που αντιστάθηκαν στην αιματοχυσία, κέρδισαν εκατοντάδες καινούργια μέλη, ανάμεσα στα οποία και την Αλεξάνδρα Κολλοντάι. Λίγο αργότερα, ο Λένιν, η Κρούπσκαγια και η Αρμάν, μετακόμισαν στην Ελβετία. Η Αρμάν έπειτα πήγε πάλι στο Παρίσι και μετά σε διάφορες πόλεις της Ελβετίας. Η αλληλογραφία του Λένιν με την Ινέσσα Αρμάν που δημοσιεύθηκε στους τόμους 48 και 49 των Απάντων του Λένιν, χρονολογείται στην περίοδο 1914-1917.
Την επόμενη φορά, στο δεύτερο και τελευταίο μέρος του παρόντος άρθρου, θα σταθούμε στη δράση των δύο αγωνιστριών στα πρώτα χρόνια της Οκτωβριανής Επανάστασης. Επίσης θα προστεθεί η βιβλιογραφία που χρησιμοποιήθηκε.
Συνεχίζεται