Η εισβολή μισθοφόρων στον Bahia de Cochinos _Κόλπο των Χοίρων _ υπήρξε ένα γεγονός που σημαδεύτηκε από τη νίκη, τον ηρωισμό του λαού και την επιρροή του αδιαμφισβήτητου ηγέτη του _είναι ένα έπος κι ένα κομμάτι της ζωντανής ιστορίας της Επανάστασης _Δείτε ⬇️
Γράφει ο // Αστέρης Αλαμπής _Μίδας
Η απόβαση στον Κόλπο των Χοίρων
Πρόκειται για την παγκόσμιας σημασίας αποτυχημένη εισβολή στις ΝΔ ακτές της Κούβας από 1.500+ εξόριστους κουβανούς, στον Κόλπο των Χοίρων _Bahia de los Cochinos, που χρηματοδότησε και διηύθυνε η κυβέρνηση των ΗΠΑ, μέσω της CIA. Λίγους μήνες μετά την ανατροπή του δικτάτορα Φουλχένσιο Μπατίστα από και τον θρίαμβο της επανάστασης με επικεφαλής τον Φιντέλ (Ιανουάριο του 1959) οι σχέσεις της νέας κουβανικής κυβέρνησης με τις Ηνωμένες Πολιτείες άρχισαν να επιδεινώνονται. 19-Οκτ η αμερικανική κυβέρνηση απαγόρευσε τις εξαγωγές προς την Κούβα ξεκινώντας το εμπάργκο που κρατάει μέχρι σήμερα και στις 3 Ιανουαρίου1961 διέκοψε τις διπλωματικές σχέσεις της με το κουβανικό κράτος.
Οι εκτιμήσεις των αμερικανών ειδικών ήταν πως ότι η κατάσταση στην Κούβα έρχεται σε σοβαρή αντίθεση με τα συμφέροντά τους στην Καραϊβική, και “πρόθυμος ” ο νέος αμερικανός πρόεδρος Τζον Κένεντι έκανε δεκτό το σχέδιο, που είχε εκπονήσει η CIA από τον Μάιο του 1960 για εισβολή στο νησί και ανατροπή του καθεστώτος, που ήδη είχε επικεφαλής το ΚΚ Κούβας και λίγο μετά διακήρυξε τον σοσιαλιστικό χαρακτήρα του.
Η επιχείρηση ξεκίνησε στις 15 Απριλίου 1961, όταν τρία αμερικανικά αεροπλάνα βομβάρδισαν κουβανικές αεροπορικές βάσεις και δύο ημέρες αργότερα, στις 17, αποβιβάστηκαν σε διάφορα σημεία της Κούβας δυνάμεις εξορίστων κουβανών, που είχαν εκπαιδευθεί στις ΗΠΑ και χρησιμοποιούσαν αμερικανικό εξοπλισμό. Η κύρια απόβαση έγινε στον Κόλπο των Χοίρων, με υποστήριξη τους από αέρος οκτώ αμερικανικών βομβαρδιστικών Β-26.
Παραγνωρίζοντας εντελώς την εσωτερική κατάσταση στην Κούβα, με το λαό –στρατό και ηγεσία της επανάστασης μια γροθιά, στη συντριπτική πλειοψηφία οι αμερικανικές μυστικές υπηρεσίες είχαν προβλέψει εξέγερση κατά του Κάστρο στο νησί και προσχώρηση τμημάτων του κουβανικού στρατού στις γραμμές των εισβολέων αμέσως μετά την απόβασή τους. Συνέβη, όμως, ακριβώς το αντίθετο. Οι εισβολείς αντιμετώπισαν τη μανιασμένη αντίσταση των Κουβανών και η επιχείρηση απέτυχε στην τρίτη μόλις ημέρα από την εκδήλωσή της. Όσοι από τους εισβολείς δεν εξοντώθηκαν (118 νεκροί), συνελήφθησαν αιχμάλωτοι (1.202) και ύστερα από επίπονες διαπραγματεύσεις, η ηγεσία του νησιού της επανάστασης τους έστειλε στα τσακίδια, παίρνοντας ως αντάλλαγμα τρόφιμα, αγροτικά εφόδια και φάρμακα. Δείτε αναλυτικά _με πληροφορίες από την κόκκινη εγκυκλοπαίδεια, το Ριζοσπάστη, στο τέλος της ανάρτησης
||
Ciénaga de Zapata, Matanzas
Δεν υπάρχει μεγαλύτερη δύναμη από αυτή ενός λαού ενωμένου και αποφασισμένου να υπερασπιστεί μια δίκαιη υπόθεση. Αυτό ήταν το πιο ισχυρό μάθημα από τη νίκη στο Playa Girón, και ήταν, με τη σειρά του, το ουσιαστικό κίνητρο των Κουβανών μαχητών εκείνες τις ένδοξες μέρες του Απριλίου 1961.
Θα υπάρχουν ακόμα εκείνοι που αναρωτιούνται πώς μια δύναμη που εκπροσωπείτο κυρίως από πολιτοφυλακές εργατών, αγροτών και σπουδαστών μπόρεσε να αντισταθεί και να νικήσει, μέσα σε μόλις 66 ώρες, καλά οργανωμένους και οπλισμένους μισθοφόρους εισβολείς, υποστηριζόμενους από τη παντοκράτειρα _τη μεγαλύτερη παγκόσμια δύναμη που τους έστειλε. Επιπλέον, τρία μίλια από την ακτή, μια ισχυρή αμερικανική μοίρα, συμπεριλαμβανομένου ενός αεροπλανοφόρου και πεζοναυτών, ήταν έτοιμη να επέμβει.
Εκεί βρίσκεται η επική φύση του θριάμβου στην άμμο της Ciénaga (σσ. Η Ciénaga de Zapata είναι ένας από τους 14 δήμους της επαρχίας Matanzas, στην Κούβα).
Ο εχθρός δεν είχε με το μέρος του το δίκαιο της υπόθεσης που υπερασπιζόταν, θα σχολίαζε ο José Ramón Fernández, ο πρωταγωνιστής του άθλου. «Γι’ αυτό δεν πολέμησαν με τη θέρμη, το θάρρος, τη σταθερότητα, το κουράγιο και το πνεύμα των επαναστατικών μας δυνάμεων».
σσ. Ο José Ramón Fernández Álvarez, ευρέως γνωστός ως Gallego Fernández (Σαντιάγο ντε Κούβα, 1923 – Αβάνα, 2019 ήταν στρατιωτικός μαχητής και ένας από τους μακροβιότερους ιστορικούς ηγέτες της Κουβανικής Επανάστασης. Διετέλεσε Αντιπρόεδρος του Υπουργικού Συμβουλίου από το 1978 έως το 2012, βουλευτής της Εθνοσυνέλευσης της Κούβας από το 1976 και μέλος της ΚΕ του Κομμουνιστικού Κόμματος Κούβας μέχρι το θάνατό του σε ηλικία 95 ετών.
Ξεκινώντας από το 1952, συμμετείχε σε διάφορες μάχες και συνωμοτικά κινήματα κατά της τυραννίας Μπατίστα, μέχρι που συνελήφθη το 1956 όταν το κίνημα γνωστό ως «Los Puros» ανακαλύφθηκε και καταδικάστηκε σε Συνοπτικό Στρατοδικείο σε φυλάκιση, όπου παρέμεινε μέχρι τον θρίαμβο της Κουβανικής Επανάστασης την 1η Ιανουαρίου 1959.
Προήχθη σε λοχαγό το 1959, σε ταγματάρχη το 1961 και σε ταξίαρχο το 1996.Ως μέλος των Επαναστατικών Ενόπλων Δυνάμεων, διοικούσε μια από τις κύριες ομάδες στον αγώνα κατά της απόβασης μισθοφόρων στην Playa Girón. Μετά τον θρίαμβο της Επανάστασης το 1959, κατείχε πολλές θέσεις ευθύνης στην κουβανική ηγεσία.
Λένε ότι μια ολόκληρη πόλη έσπευσε στους σταθμούς μάχης της για να υπερασπιστεί τη Σοσιαλιστική Επανάσταση: πυροβολικό, αστυνομικοί, στρατιώτες, πιλότοι, τάνκς, γιατροί και πολιτοφύλακες έπεσαν πάνω στους εισβολείς.
Μέρες μετά τη νίκη, ο Φιντέλ σχολίασε ότι ένα από τα κύρια και πιο αξιοσημείωτα χαρακτηριστικά όλου αυτού του αγώνα ήταν το θάρρος με το οποίο πολέμησαν οι άντρες μας. Πολέμησαν ασταμάτητα μέρα και νύχτα, χωρίς ούτε ένα λεπτό ανάπαυλα, είπε, αφού τόνισε ότι ο Κόλπος των Χοίρων ήταν ένα μεγάλο κατόρθωμα των μαχητών, όχι μόνο για αυτό που έκαναν, αλλά για αυτό που ήταν διατεθειμένοι να κάνουν.
Σε μια από τις εντυπώσεις του για το τι συνέβη στο Girón, ο τότε λοχαγός Fernández τόνισε επίσης ότι η παρουσία του Fidel ενθάρρυνε τον κόσμο και συνέβαλε πολύ στο υψηλό ηθικό των στρατευμάτων. Ξεκαθάρισε ότι το κήρυγμα και το παράδειγμά του είναι σημαντικά για την κατανόηση της κατεύθυνσης των γεγονότων _και της ιστορίας στη συνέχεια. Άλλοι ερευνητές πιστεύουν ότι αν ο Girón είναι ένα έπος και ένα κομμάτι της ζωντανής ιστορίας της Επανάστασης, αυτό οφείλεται στο αποτύπωμα του Comandante en Jefe.
Μόνο έτσι μπορούμε να εξηγήσουμε πώς ένα μια τεράστιο επιθετικό πολεμική επιχείρηση, της οποίας προηγήθηκαν αμέτρητες τρομοκρατικές επιθέσεις κατά της Κούβας, αποκαλύπτοντας την πρόθεση των Yankees να μας εξαφανίσουν ηττήθηκε κατά κράτος. Η νίκη στο Playa Girón θεωρείται γεγονός παγκόσμιας σημασίας, γιατί από εκεί και πέρα, όπως είπε ο Φιντέλ, οι άνθρωποι _οι λαοί ήταν λίγο πιο ελεύθεροι.
Τίποτα δεν μεταδίδει καλύτερα τη σημασία της νίκης από ένα απόσπασμα της ομιλίας του Ιστορικού Ηγέτη της Κουβανικής Επανάστασης στο ακαδημαϊκό συνέδριο Girón 40 χρόνια αργότερα: “Είμαι απολύτως βέβαιος – το λέω εδώ με κάθε ειλικρίνεια – ότι ήταν μεγάλη τύχη που η εισβολή απέτυχε. “Μεγάλη τύχη για εμάς, για το Βιετνάμ, ακόμη και για τις Ηνωμένες Πολιτείες.”
Η εισβολή μισθοφόρων στον Κόλπο των Χοίρων κατέληξε να είναι ένα γεγονός που σημαδεύτηκε από τη νίκη, τον ηρωισμό των ανθρώπων και την επιρροή του αδιαμφισβήτητου ηγέτη τους. Και παρόλο που το πέρασμα του χρόνου οδηγεί σε ρήματα που αναφέρονται στον παρελθόντα χρόνο, το πνεύμα της Girón είναι πάντα επίκαιρο, όχι μόνο επειδή ένα γεγονός τέτοιου μεγέθους δεν ξεχνιέται, αλλά, ουσιαστικά, επειδή δεν άφησε κανένα περιθώριο αμφιβολίας για το ποια θα ήταν πάντα η απόφαση αυτού του λαού, σε περίπτωση απειλής για αυτό που θεωρεί ιερό.
Είδα τους μισθοφόρους να παραδίδονται

Ventura de Jesús, |
Ciénaga de Zapata
«Ο Φιντέλ μας έδωσε κουράγιο και τρομερή δύναμη».
«Μετά από έναν αρχικό φόβο, και χωρίς καν να το καταλάβω, έγινα “δαίμονας”, ένας τιτάνας και συνέχιζα να κινούμαι προς τα μπρος να κινούμαι να κινούμαι»…, θυμάται ο Αναστάσιο.
Στα 92 του χρόνια, ο Anastasio Suárez Rodríguez είναι αυτό που θα ονομάζατε σεβάσμιος γέροντας, και όχι μόνο, γιατί έχει ακόμα την διακαή πόθο να να μάχεται για την Επανάσταση. Παρά την προχωρημένη ηλικία του, είναι σίγουρος ότι θα έχει αρκετό χρόνο για να συνεχίσει με νέες μάχες. «Λέω στον εαυτό μου: αν ο Φιντέλ δεν σταμάτησε ποτέ, δεν πρόκειται να σταματήσω ούτε εγώ», μιλάει φωναχτά, επαναλαμβάνοντας την απόφασή του να συνεχίσει να αγωνίζεται σε όλη του τη ζωή. Είναι περήφανος που ήταν μέλος του 225ου τάγματος του Jagüey Grande και που συμμετείχε στην αναμέτρηση με τους αμερικανούς μισθοφόρους τον Απρίλιο του 1961.
Συνειρμικά
Η ζωή δεν είναι παίξε γέλασε
Πρέπει να τήνε πάρεις σοβαρά
Όπως, να πούμε, κάνει ο σκίουρος
Δίχως απ’ όξω ή από πέρα να προσμένει τίποτα
Δε θα `χεις άλλο πάρεξ μοναχά να ζεις.
Η ζωή δεν είναι παίξε γέλασε
Πρέπει να τήνε πάρεις σοβαρά
Τόσο μα τόσο σοβαρά
Που έτσι, να πούμε, ακουμπισμένος σ’ έναν τοίχο
Με τα χέρια σου δεμένα
Ή μέσα στ’ αργαστήρι
Με λευκή μπλούζα και μαύρα ματογυάλια
Θε να πεθάνεις, για να ζήσουνε οι άνθρωποι,
Οι άνθρωποι που ποτέ δε θα `χεις δει το πρόσωπό τους
Και θα πεθάνεις ξέροντας καλά
Πως τίποτα πιο ωραίο, τίποτα πιο αληθινό απ’ τη ζωή δεν είναι
Πρέπει να τήνε πάρεις σοβαρά
Τόσο μα τόσο σοβαρά
Που θα φυτεύεις, σαν να πούμε, ελιές ακόμα στα εβδομήντα σου
Όχι καθόλου για να μείνουν στα παιδιά σου
Μα έτσι, γιατί το θάνατο δε θα τονε πιστεύεις
Όσο κι αν φοβάσαι
Μα έτσι, γιατί η ζωή θε να βαραίνει πιότερο στη ζυγαριά.
_ Nazim Hikmet: Ποιήματα
Ο Chacho (σσ. “αγόρι” “πιτσιρικάς”), όπως τον αποκαλούν οι πιο κοντινοί του, είναι ένας κοντός, ομιλητικός άντρας με σίγουρη φωνή, με πρόσωπο και χέρια που κατά κάποιο τρόπο αποκαλύπτουν τη μακροζωία του και τις θυσίες που σημάδεψαν τα νιάτα του. Ίσως λόγω της σκληρότητας των δύσκολων χρόνων, η κορμοστασιά του αδυνατίζει μέσα στην ιστορική φαιοπράσινη στολή του.
Αν και προφανώς καμία ανθρώπινη δύναμη δεν μπορεί να τον κάνει να εγκαταλείψει τις παρούσες και τις μελλοντικές του φιλοδοξίες, παραδέχεται ότι τα μάτια του δεν τον βοηθούν πλέον όπως παλιά. «Μα είμαι καλά, δεν παραπονιέμαι» _λέει, επιμένοντας στην αποφασιστικότητά του να μην αμφιταλαντευτεί ποτέ.
Ξυλουργός στο επάγγελμα, ο Αναστάσιος ήταν 27 ετών την εποχή της εισβολής των μισθοφόρων και είχε κάποια εμπειρία να πολεμά ληστές.
«Προέρχομαι από μια πολύ ταπεινή οικογένεια και δεν μπορούσα να σπουδάσω, αλλά ολόκληρη η οικογένειά μου αγκάλιασε την υπόθεση της Επανάστασης και η μητέρα μου ενστάλαξε μέσα μας καλούς τρόπους και espíritu de guapear _πνεύμα του «γουαπέαρ» (σσ. να ρουφήξει κουράγιο).»
Αναπολώντας τις δύσκολες στιγμές στο Girón, ομολογεί ότι δεν ξέρει από πού άντλησε την έμπνευσή του για να ξεπεράσει το αδιάκοπο αεροπορικό μπαράζ. «Ορκίζομαι ότι ένιωσα φόβο», λέει, κουνώντας τα δύο χέρια και χαμογελώντας.
«Το Escambray ήταν κάτι άλλο, κάτι σαν ανταρτοπόλεμος. Τώρα, ποτέ δεν είχα βιώσει τόσο έντονους βομβαρδισμούς όπως εκείνος του ταξιδιού από την Australia στο Playa Larga _δεν υπήρχε πού να καταφύγει κανείς.
(σσ. Η μάχες του Escambray ήταν μια ένοπλη σύγκρουση από το 1959 έως το 1965 στα βουνά Escambray κατά τη διάρκεια της οποίας πρώην στρατιώτες του καθεστώτος Μπατίστα, παρακρατικές ομάδες, παραβατικοί και μισθοφόροι ΗΠΑ πολέμησαν εναντίον, της _υπό τον Φιντέλ Κάστρο, κουβανικής κυβέρνησης. Η στρατιωτική επιχείρηση εναντίον τους, από τον οπλισμένο λαό της Κούβας ονομάστηκε Lucha Contra Bandidos _Πάλη ενάντια στους Ληστές» Το τελικό αποτέλεσμα ήταν η κατατρόπωση και εξαφάνιση και του τελευταίου το 1965.
«Ήταν αυτοκτονία _συνεχίζει ο Anastasio, να περπατάς στο δρόμο δεν υπήρχε καμία προστασία. Ήμασταν ευάλωτοι στην αεροπορική επίθεση. Στην αρχή μάλιστα μας κορόιδεψαν, καθώς έφεραν σημαίες με τα κουβανικά διακριτικά.
«Μετά από αυτόν τον αρχικό φόβο και χωρίς καν να το καταλάβω, ο “δαίμονας”, ένας τιτάνας συνέχιζε να κινείται …». «Όσο για τα υπόλοιπα, νομίζω ότι ο Φιντέλ μας έδωσε κουράγιο και τρομερή δύναμη».
Από εκεί και πέρα, ομολογεί, πως μετά βίας πρόλαβε να σκεφτεί τον κίνδυνο και τον θάνατο, αν και ισχυρίζεται ότι η μυρωδιά της φλεγόμενης σάρκας όσων είχαν πέσει κάτω από τα βόλια και ο ήλιος έσκισε τα μέσα του.
«Μετά τον Girón, πέρασα αρκετές μέρες νηστικός» _συνεχίζει, λέγοντας ότι δεν ξέχασε το θάρρος των συντρόφων του και την απώλεια των κοντινών του ανθρώπων, όπως ο Iluminado Rodríguez και ο Antero Fernández Vargas, «που μας έκαναν πολιτοφύλακες στο Jagüey Grande».
σσ. Iluminado Rodríguez Rodriguez. Επαναστάτης που όταν έγινε η ιμπεριαλιστική επίθεση στην Playa Girón, παρουσιάστηκε οικειοθελώς, αναφωνώντας: “Πρέπει να έρθουμε για να υπερασπιστούμε την πατρίδα. Ήρθε η ώρα να ενωθούν όλοι οι Κουβανοί για να υπερασπιστούν την Επανάσταση“. Σκοτώθηκε από τις προδοτικές σφαίρες ενός μισθοφορικού αεροπλάνου που έφερε τα διακριτικά της Κούβας. Ήταν 17 Απριλίου 1961, στο χλμ. 18 του αυτοκινητόδρομου από Central Australia προς Playa Girón.
Antero Fernández Vargas _Αντερό Φερνάντεζ Βάργκας. Νεαρός επαναστάτης που έχασε τη ζωή του σε μάχη με τα μισθοφορικά στρατεύματα που αποβιβάστηκαν στην Playa Girón στις 15 Απριλίου 1961. Νωρίτερα κατά την απόβαση του Granma και τις μάχες στη Sierra Maestra, βοήθησε τους μαχητές προμηθεύοντας δυναμίτη. Αφού ανακαλύφθηκαν οι επαναστατικές του δραστηριότητες, εντάχθηκε στους ένδοξους αντάρτες που διοικούσε ο Φιντέλ Κάστρο με βαθμό του Ανθυπολοχαγού στον Αντάρτικο Στρατό. Μετά τον θρίαμβο της Επανάστασης, κατείχε τη θέση επικεφαλής του Ταχυδρομείου στους Στρατώνες Jagüey Grande, _ 1961.
Ήταν ένα από τα πρώτα μέλη του Επαναστατικού Στρατού που πολέμησε με τους μισθοφόρους, στην Playa Girón κοντά στη Laguna del Tesoro, Los Alpes. Την ίδια μέρα, 17 Απρίλη, έχασε τη ζωή του.
Από τις πιο όμορφες αναμνήσεις του Anastasio από τον Κόλπο των Χοίρων είναι η ανδρεία των επαναστατικών δυνάμεων, «ένας γενναίος λαός, με θάρρος και αποφασιστικότητα, κάτι που τελικά αποδείχθηκε καθοριστικό στη νίκη, παρά την ένοπλη ισχύ των μισθοφόρων». Αυτοί, από την άλλη, «αυτοί στερούνταν ιδανικών, ενώ εμείς υπερασπιστήκαμε μια δίκαιη υπόθεση και ήμασταν πρόθυμοι να πεθάνουμε γι’ αυτήν· γι’ αυτό αγωνιζόμαστε σθεναρά». Ο Chacho λέει ότι είναι σίγουρος ότι ο Girón έδειξε ότι το ηθικό ενός λαού είναι πιο σημαντικό από τις σφαίρες και τις οβίδες.
Μια άλλη αξέχαστη στιγμή για τον πλέον 90χρονο+ αγωνιστή ήταν να δει τους μισθοφόρους να παραδίδονται. «Περπατούσαν με τα χέρια πίσω από το κεφάλι και την ήττα γραμμένη σε όλο τους το πρόσωπο. Καταλάβαμε ότι ήταν ένα τίποτα, άκαρδοι άνθρωποι που τελικά τα παράτησαν σαν περιστέρια».
Από τα πρώτα χρόνια της Επανάστασης και μετά τη νίκη στην Playa Girón, την πρώτη μεγάλη ήττα του ιμπεριαλισμού των Γιάνκηδων στη Λατινική Αμερική, η κυβέρνηση και το κράτος της Κούβας δεν έχουν ξεχάσει αυτούς που ζουν σε αυτήν την περιοχή. Δεν ξεχνούν τον τόπο όπου ζουν πολλοί ταπεινοί άνθρωποι, που είναι επίσης ένα μνημείο ιστορίας που συμβολίζει την ελευθερία και την ανεξαρτησία, όχι μόνο για την Κούβα, αλλά και για την Λατινική Αμερική και τον κόσμο ολόκληρο.
Όπως κάθε χρόνο αυτή την εποχή, και προς τιμήν της μάχης, πραγματοποιούνται εργασίες αποκατάστασης και κατασκευές προς όφελος των κατοίκων της περιοχής. Αυτές περιλαμβάνουν:
- Τα εγκαίνια μικροβιολογικής υπηρεσίας,
- Συντήρηση της πτέρυγας αποκατάστασης και των αιθουσών παροχής συμβουλών που σχετίζονται με την κύρια κλινική έκτακτης ανάγκης, Celia Sánchez Manduley.
- Ένα νέο παιδικό σπίτι με δυνατότητα φροντίδας δέκα παιδιών εργαζόμενων μητέρων στην πόλη Playa Girón.
- Αναβίωση του Μουσείου Girón.
- Νέες υπηρεσίες Etecsa (επικοινωνιών) προστέθηκαν στις κοντινές κοινότητες των Soplillar, Pálpite και Los Hondones.
- Συντήρηση του El Peaje ενός διακριτικού συμβόλου της Ciénaga de Zapata (πόλη σήμερα _που όταν κατασκευάστηκε ο αυτοκινητόδρομος Yaguaramas – Covadonga – Playa Girón σιγά σιγά, αρκετοί έχτισαν σπίτια, μέχρι που σχηματίστηκε ο οικισμός)
- Και πολλά ακόμη
¡hasta la victoria siempre!
Η εισβολή
στον Κόλπο των Χοίρων
Ηταν 17 Απρίλη 1961, 2 μ.μ. τοπική ώρα, όταν οι κουβανέζικοι ραδιοσταθμοί μετέδωσαν μήνυμα του Φιντέλ Κάστρο, με το οποίο ο λαός της Κούβας πληροφορούνταν ότι τα χαράματα της ίδιας μέρας μερικές χιλιάδες αντεπαναστατών, με την υποστήριξη πλοίων και αεροπλάνων των ΗΠΑ, πατήσανε πόδι σε διάφορα σημεία του νησιού, ενώ ο πιο συγκροτημένος πυρήνας τους είχε αποβιβαστεί στον Κόλπο των Χοίρων, στο μεσημβρινό τομέα της επαρχίας της Ματάντζας. Αργότερα ο Ραδιοσταθμός της Αβάνας μετέδωσε στην Κούβα και σε ολόκληρο τον κόσμο την παρακάτω σύντομη, αλλά και συγκλονιστική ταυτόχρονα ανακοίνωση1:
«Ο βορειοαμερικανικός ιμπεριαλισμός εξαπόλυσε την εισβολή που είχε προαναγγείλει κατά του λαού της Κούβας. Οι αντεπαναστατικές δυνάμεις αποβιβάστηκαν σ’ ένα σημείο του εδάφους μας και ο λαός αγωνίζεται μ’ ενθουσιασμό κατά των εισβολέων. Η κουβανέζικη κυβέρνηση απευθύνει έκκληση σ’ όλους τους λαούς της Λατινικής Αμερικής και του κόσμου, για να την υποστηρίξουν στον αγώνα της κατά των ξενικών δυνάμεων.
Ο κόσμος πρέπει να γνωρίζει ότι όλοι οι εργάτες, οι φοιτητές, οι διανοούμενοι της Αμερικής είναι με το μέρος της κουβανέζικης επανάστασης και εναντίον του ιμπεριαλισμού των γιάγκηδων. Αυτός είναι ο αγώνας του λαού. Η Κούβα, με την επανάστασή της, τη λυτρωτική των ταπεινών, και με την επαναστατική της κυβέρνηση, θα δυναμώσει τον αγώνα της κατά του κύριου εχθρού της ανθρωπότητας, του ιμπεριαλισμού των γιάγκηδων. Ο αγώνας μας είναι ο αγώνας όλων σας. Η Κούβα ανακράζει: Πατρίδα ή Θάνατος! Η Κούβα θα νικήσει».
Χωρίς αμφιβολία, ο κίνδυνος που διαγραφόταν ήταν μεγάλος ή τουλάχιστον έτσι μπορούσε να εκτιμηθεί, αφού κανείς δεν ήταν σε θέση εκείνες τις ώρες να προβλέψει τις εξελίξεις και ειδικότερα μέχρι ποίου σημείου οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν διατεθειμένες να φτάσουν τα πράγματα. Πριν, όμως, δούμε αυτήν την πλευρά του θέματος, οφείλουμε να πάμε πίσω στο χρόνο και να παρακολουθήσουμε με περισσότερες λεπτομέρειες το σχεδιασμό της επιχείρησης στον Κόλπο των Χοίρων.
«Επιχείρηση 40»
Στα τέλη της δεκαετίας του ’50, όταν η κουβανέζικη επανάσταση έφτανε στην κορύφωση και στη νίκη, οι επενδύσεις των Ηνωμένων Πολιτειών στην Κούβα άγγιζαν το ένα δισεκατομμύριο δολάρια, αποτελώντας το 1/8 του συνόλου των επενδύσεων των ΗΠΑ στη Λατινική Αμερική και την Ευρώπη2. Και μόνον αυτό το γεγονός αν ληφθεί υπόψη, γίνεται αμέσως κατανοητό γιατί οι αμερικανικές πολυεθνικές, η κυβέρνησή τους και οι κρατικές υπηρεσίες θέλησαν να ανατρέψουν τη νεαρή επαναστατική εξουσία στο νησί, μόλις αυτή έδωσε τα πρώτα δείγματα του ριζοσπαστισμού της. Γράφει σχετικά ο Χιλιανός καθηγητής και δημοσιογράφος Πάκο Πένια3: «Με το θρίαμβό της, το 1959, η Επανάσταση της Κούβας προκάλεσε ένα σεισμό σε όλη την ήπειρο. Σε μερικά χιλιόμετρα από τις ακτές των ΗΠΑ, εγκαθιδρύθηκε μια επαναστατική εξουσία, που θα γινόταν ο εφιάλτης εννέα Προέδρων των Ηνωμένων Πολιτειών. Μετά το διάταγμα της κυβέρνησης της Κούβας για την αγροτική μεταρρύθμιση, οι Βορειοαμερικανοί αρνήθηκαν ως αντίποινα να διυλίζουν το σοβιετικό πετρέλαιο που εισαγόταν στην Κούβα και σταμάτησαν ν’ αγοράζουν την κουβανέζικη ζάχαρη. Δεν άργησαν ν’ ακολουθήσουν προκλήσεις και επιθετικές ενέργειες». Όντως, τα πρώτα επαναστατικά μέτρα που πάρθηκαν, όπως απαλλοτρίωση της γης και των φυσικών πόρων και ανασυγκρότηση του δημόσιου τομέα σε φιλολαϊκή κατεύθυνση, δεν άφηναν περιθώρια στο βορειοαμερικανικό ιμπεριαλισμό να μην αντιληφθεί πως εδώ δεν είχε να κάνει με μια εναλλαγή προσώπων στην εξουσία, αλλά με κάτι πολύ ουσιαστικότερο και πολύ βαθύτερο. Ετσι, από τις αρχές του 1960, ξεκίνησε η «Επιχείρηση 40», που πήρε την ονομασία της από την ομάδα που σχηματίστηκε υπό την αιγίδα του Συμβουλίου Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ – την «Ομάδα των 40» – έργο της οποίας ήταν να βρει βραχυπρόθεσμες λύσεις στο κουβανικό ζήτημα4.
Το αρχικό σχέδιο που επεξεργάστηκαν οι αμερικανικές υπηρεσίες στο πλαίσιο της «Επιχείρησης 40» για την ανατροπή της επαναστατικής εξουσίας στην Κούβα προέβλεπε την πρόκληση «γενικής εξέγερσης» στο νησί με τη βοήθεια και εξόριστων αντεπαναστατών, ούτως ώστε προοπτικά να νομιμοποιηθεί μια άμεση επέμβαση των ίδιων των Ηνωμένων Πολιτειών. «Η εξορία – έγραφε το Δεκέμβρη του 1960 ο ορκισμένος αντίπαλος της κουβανέζικης επανάστασης Ιβ Γκιλμπέρ, που φαίνεται να γνώριζε κάτι από τους προαναφερόμενους σχεδιασμούς – δεν μπορεί εντούτοις να είναι παρά μια αφετηρία για την οργάνωση και την προπαγάνδα, ένας μοχλός για τις επιχειρήσεις της αποβάσεως που ονειρεύονται οι πιο μαχητικοί να παίξει ένα ρόλο πολύ σημαντικό. Αλλά αν η δικτατορία του Κάστρο πρέπει να πέσει κάτω από το χτύπημα των αντιπάλων του, ο αποφασιστικός ρόλος ανήκει στους μαχητές του εσωτερικού, στην ένοπλη επανάσταση επάνω στο ίδιο το έδαφος της Κούβας»5.
Για την υλοποίηση του σχεδίου δόθηκαν αρκετά χρήματα από Αμερικανούς επιχειρηματίες, ανάμεσα στους οποίους ήταν και ο πατέρας του σημερινού Αμερικανού Προέδρου, ο πρώην Πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζ. Μπους. Επίσης έγιναν οι κατάλληλες στρατολογίες στελεχών ανάμεσα στους Κουβανούς εξορίστους, ούτως ώστε να δημιουργηθεί η «κουβανέζικη ηγεσία» της συνωμοσίας, ενώ άνοιξαν και στρατολογικά γραφεία για τη στρατολογία στην επιχείρηση όσων Κουβανών ήθελαν, από αυτούς που ζούσαν στις ΗΠΑ. «Ολα είχαν αρχίσει – γράφει ο Τζέιμς Χέπμπορν6 – με διαταγή του Προέδρου Αϊζενχάουερ, που, ενδίδοντας στις πιέσεις του περιβάλλοντός του, είχε επιτρέψει στις 17 Μαρτίου 1960 την παράνομη εκπαίδευση και τον εξοπλισμό των Κουβανών ατάκτων. Η επιχείρηση διευθυνόταν άμεσα από τον Ρίτσαρντ Μέρβιν Μπίσελ Τζούνιορ, λαμπρό πτυχιούχο της Οικονομικής Σχολής του Λονδίνου, παλαιό καθηγητή του Γέιλ και του Τεχνολογικού Ινστιτούτου της Μασαχουσέτης, που μπήκε στη CIA στα 1954».
Για την εκπαίδευση των Κουβανών αντεπαναστατών, χρησιμοποιούνταν οι αμερικανικές βάσεις μέσα στο αμερικανικό έδαφος και οι καλύτεροι «σπουδαστές» στέλνονταν για μετεκπαίδευση στη βάση Τραξ στη Γουατεμάλα, ενώ ορισμένοι από αυτούς συνέχιζαν σε έναν άλλο πυρήνα επιχειρήσεων, στο Φορτ Γκάλικ στον Παναμά7. Το στάδιο της εκπαίδευσης στη Γουατεμάλα μάλλον ήταν και το βασικό στη στρατιωτική προετοιμασία των αντεπαναστατών. Ο Τζέιμς Χέπμπορν γράφει αναφορικά με το πώς οργανώθηκε εκεί η βάση εκπαίδευσης8: «Από τις αρχές Απριλίου 1960, ο πρώτος γραμματέας της πρεσβείας των Ηνωμένων Πολιτειών στη Γουατεμάλα (στην πραγματικότητα, αρχηγός του τοπικού γραφείου της CIA), ο Ρόμπερτ Κένταλ Ντέιβις, ήρθε σ’ επαφή με τον Πρόεδρο Ιντιγκόρας, που τον δέχτηκε στην κατοικία του, η οποία, για λόγους προφύλαξης, βρισκόταν στον περίβολο της στρατιωτικής σχολής της Γουατεμάλας (Ο προκάτοχος του Ιντιγκόρας, ο Πρόεδρος Κάρλος Καστίλο Αρμας, που είχε καταλάβει την εξουσία στα 1954, ύστερα από ένα πραξικόπημα, οργανωμένο από τη CIA, είχε δολοφονηθεί στο προεδρικό μέγαρο). Ο Ιντιγκόρας, που δεν αισθανόταν συμπάθεια για τον Κάστρο και που έπρεπε επίσης ν’ αντιμετωπίσει τις προσωπικές δαπάνες του, δέχτηκε να επιτρέψει την εκπαίδευση των “ειδικών δυνάμεων” στη Γουατεμάλα. Η CIA διάλεξε μια φυτεία καφέ, επιφανείας 200 εκταρίων, που ονομαζόταν Ελβετία και που μπορούσε να φυλαχτεί εύκολα. Αυτή η φυτεία διέθετε ένα κέντρο εκπαίδευσης για το σαμποτάζ, την έφοδο και τη μάχη, όπως και μια πισίνα για τους εκπαιδευόμενους.
Στα τέλη Μαΐου 1960, με τη φροντίδα της CIA, συγκεντρώθηκαν οι αντιπρόσωποι πέντε ομάδων Κουβανών εξόριστων, που σχημάτισαν ένα κοινό αντεπαναστατικό μέτωπο, με την ονομασία “Κουβανικό Επαναστατικό Συμβούλιο”, στο οποίο η CIA άνοιξε πολλούς τραπεζικούς λογαριασμούς στη Νέα Υόρκη, στη Νέα Ορλεάνη και στο Μαϊάμι. Οι περισσότεροι από τους Κουβανούς εξόριστους βρίσκονταν τότε στη Φλόριντα και στη Λουιζιάνα. Ανάμεσά τους, κυκλοφόρησε γρήγορα η φήμη ότι ετοιμαζόταν ένα “μεγάλο εγχείρημα” κι ότι τα μέσα δεν έλειπαν. Οι εθελοντές άρχισαν να συρρέουν και μια πρώτη δύναμη από 32 άνδρες, που χαρακτηρίστηκαν “τοπογράφοι μηχανικοί”, έφυγε για τη Γουατεμάλα, στα τέλη Μαΐου 1960.
Η CIA, τους πλαισίωσε με ειδικούς επί των πληροφοριών και ξένους εκπαιδευτές, ιδιαίτερα Γερμανούς και Ιάπωνες, που τους είχε προσλάβει με συμβόλαιο. Αυτοί οι εκπαιδευτές πήραν στα χέρια τους τους Κουβανούς, που ακολούθησαν μαθήματα ειδικότητας, όπως χειριστές ασυρμάτου, αλεξιπτωτιστές, βατραχάνθρωποι σαμποτέρ, ΒΟΑ (τεχνική περισυλλογής και υποδοχής προσωπικού και υλικού, που ριχνόταν κατά κανόνα με αλεξίπτωτο).
Τον Αύγουστο, ο διάδρομος προσγείωσης αποπερατώθηκε. Καμουφλαρισμένα σε πολιτικά, τα πρώτα αεροπλάνα της CIA έφτασαν στο Ρεταλουλέου. (Οι επίσημες υπηρεσίες της Γουατεμάλας εξήγησαν στους ξένους διπλωματικούς κύκλους ότι επρόκειτο για αεροπλάνα ιδιωτικών εταιριών, που μετέφεραν φρούτα και γαρίδες). Μια αεροπορική γέφυρα λειτούργησε γρήγορα μεταξύ Ρεταλουλέου και των βάσεων της CIA στις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι εθελοντές, που παρουσιάζονταν κάτω από διάφορους κοινωνικούς λόγους στα στρατολογικά γραφεία του Μαϊάμι και της Νέας Ορλεάνης, ανακρίνονταν, φιλτράρονταν, εξετάζονταν στα πεδία εκπαίδευσης της CIA στους βάλτους, κοντά στο Μαϊάμι ή στη λίμνη Πονσαρτρέν, στη Λουιζιάνα. Αν κρίνονταν κατάλληλοι, τους προωθούσαν προς ένα κρυφό αεροδρόμιο στην Οπα Λόκα ή στο Ρ. Δύο, απ’ όπου πετούσαν για τη βάση».
Από τον …Πλούτωνα στο …Ζαπάτα
Το σχέδιο για την πρόκληση γενικής εξέγερσης μέσα στην Κούβα, την οποία θα συνεπικουρούσαν οι εξόριστοι αντεπαναστάτες, φάνηκε πολύ γρήγορα ότι δεν ήταν εφαρμόσιμο. Η επανάσταση διέθετε ισχυρό λαϊκό έρεισμα, γεγονός που καθιστούσε αδύνατη μια γενική εξέγερση εκ των έσω ή, εν πάση περιπτώσει, μια ισχυρή δράση των αντεπαναστατικών δυνάμεων στο εσωτερικό του νησιού. Έτσι, από τον Αύγουστο του 1960, αποφασίστηκε τροποποίηση του σχεδίου. Η έμφαση τώρα πια δινόταν στις δυνάμεις των εξορίστων αντεπαναστατών, οι οποίοι έπρεπε να προετοιμαστούν κατάλληλα και να επιχειρήσουν να επιτύχουν τους σκοπούς τους, κάνοντας απόβαση στις κουβανικές ακτές.
Προς τα τέλη του 1960, το Συμβούλιο Εθνικής Ασφαλείας των ΗΠΑ ενέκρινε την «Επιχείρηση Πλούτωνας». Στρατιωτικά τμήματα ξηράς, θάλασσας και αέρα, συνολικής δύναμης 2.000 ανδρών, θα ήταν έτοιμα να δραστηριοποιηθούν και να καταλάβουν την περιοχή, όταν εκστρατευτική δύναμη θα αποβιβαζόταν στο Τρινιδάδ, στη νότια ακτή της Κούβας. Η επιχείρηση αποφασίστηκε να διεξαχθεί κάποια Κυριακή του Απρίλη 1961. Αργότερα αποφασίστηκε να μη γίνει απόβαση στο Τρινιδάδ, αλλά στον Κόλπο των Χοίρων, στη χερσόνησο Ζαπάτα, να διατηρηθεί μια παραστρατιωτική ταξιαρχία σαν κύρια δύναμη εισβολής με ένα στρατιωτικό τμήμα των ΗΠΑ σαν τελικό στήριγμα. Το σχέδιο αυτό, που ενεκρίθη και από τον Πρόεδρο Κένεντι ο οποίος εκείνο το διάστημα είχε αναλάβει τα προεδρικά του καθήκοντα, πήρε την κωδική ονομασία «Επιχείρηση Ζαπάτα»9. Αναλύοντας αργότερα το σκοπό αυτής της επιχείρησης, ο Φιντέλ Κάστρο έλεγε10: «Ο συγκεκριμένος σκοπός ήταν να καταληφθεί μέρος του εδάφους της Κούβας, να σχηματιστεί εκεί προσωρινή κυβέρνηση και να ζητηθεί …από τις ΕΠΑ να επέμβουν».
Στο μεταξύ, στο εσωτερικό της Κούβας η CIA εργαζόταν πυρετωδώς για την οργάνωση και δραστηριοποίηση όσων αντεπαναστατικών δυνάμεων μπορούσαν να συγκεντρωθούν. Οι Αμερικανοί πράκτορες είχαν νόμιμη παρουσία στο νησί, αφού εμφανίζονταν ως μέλη της διπλωματικής αποστολής των Ηνωμένων Πολιτειών. Το γεγονός αυτό, όπως ήταν φυσικό, δεν μπορούσε παρά να προκαλέσει την αντίδραση της κουβανικής κυβέρνησης, η οποία, στις 2 Γενάρη του 1961, ζήτησε από τις ΗΠΑ να μειώσουν το πολυάριθμο διπλωματικό τους προσωπικό σε αριθμό που να είναι ίσος με τον αριθμό του προσωπικού της κουβανέζικης πρεσβείας στην Ουάσιγκτον. Στη δικαιολογημένη αυτή απαίτηση, ο Λευκός Οίκος βρήκε το πρόσχημα και την επομένη ανακοίνωσε τη διακοπή των διπλωματικών σχέσεων με την Κούβα11. Ταυτόχρονα, οι ΗΠΑ έθεσαν σε εφαρμογή το σχέδιο απομόνωσης της Κούβας από τα κράτη της υπόλοιπης Λατινικής Αμερικής και για το λόγο αυτό μπήκε μπροστά η «μηχανή» της εκτεταμένης εξαγοράς.
«Ο Κένεντι, σε αντίθεση με τον Αϊζενχάουερ και τους αδελφούς Ντάλες – γράφει ο Σοβιετικός μελετητής Ι. Λαβρέτσκι12– πίστευε ότι οι Ηνωμένες Πολιτείες μπορούν να συγκρατήσουν την εξέλιξη της επαναστατικής διαδικασίας στη Λατινική Αμερική, όχι μόνο με τη χρησιμοποίηση της βίας, αλλά και με την εξασθένηση της αυξανόμενης εκεί κοινωνικής έντασης: Με τη διεύρυνση των επενδύσεων και την εφαρμογή των μεταρρυθμίσεων, που επιταχύνουν την ανάπτυξη του καπιταλισμού στις χώρες αυτές. Έτσι, γεννήθηκε η ιδέα να φορέσουν στην αντεπανάσταση τον κόκκινο μπερέ, σύμφωνα με την εύστοχη έκφραση του Γενικού Γραμματέα του Κομμουνιστικού Κόμματος της Ουρουγουάης, Ρουντενέι Αρισμέντι. Η ιδέα αυτή ενσαρκώθηκε στη δημιουργία της «Ενωσης χάριν της προόδου», που, όπως ισχυρίζονταν οι Αμερικανοί προπαγανδιστές, έπρεπε ν’ ανοίξει νέα εποχή στις αμοιβαίες σχέσεις της Ουάσιγκτον και της Λατινικής Αμερικής. Ασφαλώς! Γιατί οι Ηνωμένες Πολιτείες, που λίγο πριν απ’ αυτό λήστευαν τους νότιους γείτονές τους, τώρα υπόσχονταν να τους παραχωρήσουν, μέσω της «Ένωσης χάριν της προόδου», για τις ανάγκες της ανάπτυξης 20 δισεκατομμύρια δολάρια, 2 δισεκατομμύρια το χρόνο, ποσό επιβλητικό ακόμα και για τον απίστευτα πλούσιο «θείο Σαμ».
Ο Πρόεδρος Τζον Κένεντι δεν έχασε καθόλου καιρό στην εφαρμογή αυτών του των σχεδίων. Ετσι, στο πρώτο ραδιοφωνικό του μήνυμα ως Προέδρου των ΗΠΑ, στις 20 Γενάρη 1961, κάλεσε τις χώρες της Λατινικής Αμερικής να συγκροτήσουν αυτήν την περιβόητη «συμμαχία για την Πρόοδο» και στις 13 Μάρτη του 1961 κάλεσε τους Λατινοαμερικανούς πρεσβευτές και τους ενημέρωσε σχετικά13.
Δολιοφθορές και απόπειρες δολοφονίας
Το ίδιο διάστημα, κι ενώ συνέβαιναν όλα αυτά, οι δολιοφθορές στο εσωτερικό της Κούβας από τη CIA και τους αντεπαναστάτες όλο και εντείνονταν. Στόχος ήταν να δημιουργηθεί η εντύπωση πως η επανάσταση είναι ασταθής, ότι υπάρχει ενεργός αντίσταση σε αυτήν, ενώ δεν εγκαταλειπόταν ο στόχος να δολοφονηθούν οι κορυφαίοι ηγέτες της, και κυρίως ο Φιντέλ Κάστρο και ο Τσε Γκεβάρα. «Η ζωή ενός επαναστάτη – φέρεται να είχε εξομολογηθεί εκείνη την περίοδο ο Τσε στον παιδικό του φίλο R. Rojo – είναι γεμάτη κινδύνους. Συχνά κρέμεται από μια τρίχα. Η CIA εκπαιδεύει δολιοφθορείς, πώς να ξετρυπώνουν τους αρχηγούς της επανάστασης και να τους σκοτώσουν»14. Τον Φιντέλ, για παράδειγμα, εκείνη την περίοδο σχεδίαζαν να τον δολοφονήσουν με δηλητηριώδεις κάψουλες, τις οποίες θα του τις χορηγούσαν μυημένοι στο σχέδιο υπάλληλοι των καζίνο που ανήκαν στον Σάντος Τραφικάντε ή οι υπάλληλοι ενός εστιατορίου που ονομαζόταν «Πεκίνο», χώρους τους οποίους επισκεπτόταν συχνά ο Κάστρο, στο πλαίσιο της φιλοξενίας ξένων αντιπροσωπειών15.
Αναφορικά με τον Τσε, που κυκλοφορούσε, απ’ ό,τι φαίνεται, σε περισσότερα μέρη κι ερχόταν σε επαφή με πολύ κόσμο επιχειρήθηκαν ένοπλες απόπειρες δολοφονίας. Στα αποχαρακτηρισμένα, για παράδειγμα αρχεία του FBI, τα οποία έχουν δει το φως της δημοσιότητας και στην Ελλάδα, υπάρχει μια αναφορά με ημερομηνία 28/2/1961, η οποία γράφει16: «Ο λοχαγός Εκτορ ΣΑΛΙΝΑΣ υπέκυψε στα τραύματα που υπέστη χτες το πρωί, όταν αποπειράθηκε να δολοφονήσει τον Ερνέστο Γκεβάρα. Η κρατική εφημερίδα Compata αναφέρει το θάνατο του Σαλίνας, αλλά δε γράφει τίποτα για την απόπειρα δολοφονίας του Γκεβάρα. Σύμφωνα με ανεπίσημες πηγές, σημειώθηκε ανταλλαγή πυροβολισμών, καθώς και πυρών από αυτόματα όπλα, σε απόσταση ενός οικοδομικού τετραγώνου από την κατοικία του Γκεβάρα στο Μιραμάρ. Λέγεται ότι ένας πολίτης, ηλικίας 21 ετών, ονόματι Πέδρο Λεγκάδο Ντουάρτε, από την επαρχία Λας Βίγιας πυροβολήθηκε στη λεκάνη».
Το γεγονός της απόπειρας κατά του Τσε επιβεβαιώνει κατά κάποιον τρόπο και ο R. Rojo, ο οποίος γράφει ότι τη μέρα που επρόκειτο να ορκιστεί ο Τσε υπουργός Βιομηχανίας (ορκίστηκε στα τέλη Φλεβάρη του 1961) «αλλεπάλληλοι πυροβολισμοί ακούστηκαν κάτω από περίεργες συνθήκες – στις οποίες ο Γκουεβάρα δεν έδωσε καμία προσοχή – στη διασταύρωση της εβδόμης Λεωφόρου και της 18ης οδού, στην περιοχή του Μιραμάρ. Το σπίτι του Γκουεβάρα βρισκόταν λιγότερο από εκατό μέτρα απόσταση». Ο R. Rojo, έχοντας ιδία αντίληψη των πραγμάτων, γιατί εκείνο τον καιρό βρισκόταν στην Κούβα, αναφέρει επίσης: «Ολος ο Μάρτης του 1961 πέρασε με εκδηλώσεις βίας και επιθετικές απόπειρες. Ριπές πολυβόλων αντηχούσαν μέρα και νύχτα και οι δυναμίτες προκαλούσαν εκρήξεις στα μεγάλα ξενοδοχεία. Ηταν κοινό μυστικό πως τα σχέδια για την εισβολή ήταν πάντα στην επικαιρότητα και πως οι μυστικές υπηρεσίες των Ηνωμένων Πολιτειών δυνάμωναν τις προσπάθειες για να εκπαιδεύσουν δολιοφθορείς και να τους ξεμπαρκάρουν στα παράλια του νησιού»17. Παρ’ όλα αυτά, όσο πλησίαζε η μέρα της επέμβασης, το εσωτερικό μέτωπο της αντεπανάστασης καθίστατο σχεδόν ανύπαρκτο. Ανάμεσα στο Μάρτη και τον Απρίλη του 1961, πιάστηκαν όλοι οι κύριοι αντεπαναστάτες ηγέτες στην Κούβα και οι ομάδες που δρούσαν στα βουνά Εσκαμπράι διαλύθηκαν.
Η εισβολή στον Κόλπο των Χοίρων
Στις 14 Απρίλη του 1961, οι Κουβανοί είχαν τη σημαντικότερη προειδοποίηση ότι η ανοιχτή εισβολή των αντεπαναστατών και των Αμερικανών στο νησί τους ήταν ζήτημα ελάχιστου χρόνου. Επρόκειτο για μια ενέργεια, που έκλεινε με τον πιο εντυπωσιακό τρόπο το κεφάλαιο των δολιοφθορών και της προβοκάτσιας. Πολυάριθμα βομβαρδιστικά, μεταμφιεσμένα με τα σήματα της κουβανέζικης επαναστατικής αεροπορίας, πετούσαν πάνω από το νησί και βομβάρδιζαν για να δοθεί η εντύπωση ότι επρόκειτο για εσωτερική εξέγερση με τη συμμετοχή ενόπλων δυνάμεων. Οκτώ νεκροί και δεκάδες τραυματίες ήταν ο τραγικός απολογισμός εκείνης της επιδρομής. Στις 17 Απρίλη, με το χάραμα της μέρας, μερικές χιλιάδες αντεπαναστατών, οι gusanos (σκουλήκια), όπως ονόμασαν οι Κουβανοί τους εισβολείς, με την υποστήριξη αεροπλάνων και πλοίων των ΗΠΑ, αποβιβάστηκαν σε διάφορα σημεία του νησιού, ενώ ο πιο συγκροτημένος πυρήνας τους αποβιβάστηκε στον Κόλπο των Χοίρων. Γράφει σχετικά ο Πάκο Πένια18: «Η CIA, που για την απόβαση χρησιμοποίησε Κουβανούς αντι-Καστρικούς και μισθοφόρους από την Κεντρική Αμερική, πίστευε ότι η είδηση της απόβασης θα προκαλούσε μια εξέγερση στο νησί. Αυτή όμως τη φορά, ο μικρότερος αδελφός Ντάλες είχε κάνει λάθος. Μέσα σε μερικές μέρες, οι Κουβανοί πολιτοφύλακες συνέτριψαν την απόπειρα εισβολής και περισσότεροι από 1.000 gusanos αιχμαλωτίστηκαν». Οι συλληφθέντες ήταν μάλλον 1.190, αριθμός που αντιστοιχεί σε όσους οδηγήθηκαν σε δίκη αργότερα και καταδικάστηκαν σε τριάντα χρόνια κάθειρξη ο καθένας19. Ο Κένεντι, που προσγειώθηκε απότομα στην πραγματικότητα της πανωλεθρίας στην οποία οδηγήθηκε όλη η επιχείρηση, αρχικά αρνήθηκε την ανάμειξη των ΗΠΑ στην υπόθεση. Οταν, όμως, παρουσιάστηκαν αδιάψευστες αποδείξεις – όπως οι Βορειοαμερικανοί πιλότοι που αιχμαλωτίστηκαν μετά την κατάρριψη των αεροπλάνων τους από την αντιαεροπορική άμυνα της Κούβας – ο Κένεντι ανέλαβε με τα ακόλουθα λόγια την ευθύνη για την αποτυχία20: «Αν ποτέ το δια-αμερικανικό δόγμα της μη επέμβασης χρησιμεύσει ως προπέτασμα ή επιτρέψει μια πολιτική παθητικότητας, αν τα έθνη αυτού του ημισφαιρίου αποτύχουν στον αγώνα τους εναντίον της κομμουνιστικής διείσδυσης, θέλω να καταστήσω σαφές ότι τότε η κυβέρνησή μου δε θα διστάσει ν’ αναλάβει τις ευθύνες της… Αν έρθει ποτέ αυτή η στιγμή, δεν έχουμε την πρόθεση να επιτρέψουμε να μας κάνουν υποδείξεις υπέρ της μη επέμβασης…».
Ως συνέχεια αυτής της παραδοχής, οι Ηνωμένες Πολιτείες διαπραγματεύτηκαν την απελευθέρωση των κρατουμένων αντεπαναστατών. Τελικά, επιτεύχθηκε συμφωνία να γίνει η απελευθέρωση, υπό την προϋπόθεση ότι θα παραδιδόταν στην Κούβα, μέσω του «Ερυθρού Σταυρού», μεγάλη ποσότητα φαρμακευτικού υλικού. Στις 23 Δεκέμβρη 1961, οι κρατούμενοι εγκατέλειψαν τα κελιά τους κατά μικρές ομάδες και διά θαλάσσης οδηγήθηκαν στις ΗΠΑ. Από τους 1.197 αιχμαλώτους εισβολείς, σε ότι αφορά τους Κουβανούς, οι 100 ήταν ιδιοκτήτες φυτειών, οι 67 εκμισθωτές διαμερισμάτων, οι 24 ιδιοκτήτες μεγάλων περιουσιών, οι 112 μεγάλοι επιχειρηματίες, οι 194 πρώην στρατιώτες του Μπατίστα, οι 179 «αργόσχολοι πλούσιοι», οι 35 μεγιστάνες της βιομηχανίας κ.ο.κ Από την αντίθετη κατεύθυνση, το τελευταίο φορτίο με φάρμακα έφτασε στην Αβάνα στις 3 Ιούλη 1963. Η κουβανέζικη επανάσταση είχε δώσει ένα γερό μάθημα στο βορειοαμερικανικό ιμπεριαλισμό, το οποίο βεβαίως θα ήταν αδύνατο να πραγματοποιηθεί, αν δεν υπήρχε ένα ισχυρό παγκόσμιο κίνημα αλληλεγγύης των λαών και, φυσικά, το σοσιαλιστικό στρατόπεδο, με επικεφαλής την ΕΣΣΔ.
- 1 Φιντέλ Κάστρο: «Η επανάσταση της Κούβας», εκδόσεις «ΓΝΩΣΕΙΣ», Αθήνα 1963, σελ. 366
- 2 Κλαούντια Φουριάτι: «Επιχείρηση Καραμπίνα ZR – Η συνωμοσία για τη δολοφονία του Κένεντι και του Κάστρο», εκδόσεις «Σύγχρονη Εποχή», σελ. 25
- 3 «Η Μαύρη Βίβλος του Καπιταλισμού» (συλλογικό), εκδόσεις «Α. Α. Λιβάνη», σελ. 491
- 4 Κλαούντια Φουριάτι, στο ίδιο, σελ. 28.
- 5 Ιβ Γκιλμπέρ: «Η Κούβα του Κάστρο», εκδόσεις «Σύγχρονοι Ανεμοι», Αθήνα 1961, σελ. 220
- 6 Τζέιμς Χέπμπορν: «Η Αμερική Φλέγεται», εκδόσεις «ΡΗΣΟΣ», σελ. 397
- 7 Κλαούντια Φουριάτι, στο ίδιο, σελ. 33
- 8 Τζέιμς Χέπμπορν, σελ. 397-399
- 9 Κλαούντια Φουριάτι, στο ίδιο, σελ. 35-38
- 10 Φιντέλ Κάστρο: «Εισήγηση στο πρώτο συνέδριο του ΚΚ Κούβας», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 40
- 11 Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ: «Η Εξωτερική Πολιτική των ΗΠΑ», εκδόσεις ΣΕ, σελ. 541.
- 12 Ι. Λαβρέτσκι: «Ερνέστο Τσε Γκουεβάρα», εκδόσεις «Ακάδημος», σελ. 235
- 13 Ακαδημία Επιστημών της ΕΣΣΔ, στο ίδιο, σελ. 541-542 και Ι. Λαβρέτσκι, στο ίδιο, σελ. 236.
- 14 Rojo: «Τσε Γκουεβάρα – Η ζωή και ο θάνατος ενός φίλου», εκδόσεις «Δημιουργία», σελ. 92
- 15 Κλαούντια Φουριάτι, στο ίδιο, σελ. 44-45
- 16 Μάικλ Ράτνερ, Μάικλ Στίβεν Σμιθ: «Ο Τσε Γκεβάρα και το FBI – Ο απόρρητος φάκελος των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών», εκδόσεις «Μαύρη Λίστα», σελ. 93
- 17 Rojo, στο ίδιο, σελ. 102-103
- 18 «Η Μαύρη Βίβλος του Καπιταλισμού» (συλλογικό), εκδόσεις «Α. Α. Λιβάνη», σελ. 491-492
- 19 Ζαν Κορμιε, Ιλδα Γκεβάρα Γκαδέα, Αλμπέρτο Γρανάδο Χιμένες: «Τσε Γκεβάρα», εκδόσεις «Καστανιώτη», σελ. 223.
- 20 «Η Μαύρη Βίβλος του Καπιταλισμού» (συλλογικό), εκδόσεις «Α. Α. Λιβάνη», σελ. 492