Μέσα σε κλίμα βαθιάς συγκίνησης και θλίψης συγγενείς της, μέλη και φίλοι του ΚΚΕ και της ΚΝΕ, αλλά και ευρύτερος κόσμος, είπε χθες το απόγευμα στο κοιμητήριο Καλαμάτας, το τελευταίο «αντίο» στη σ. Πότα Κακκαβα, που έφυγε από τη ζωή το Σάββατο, πλήρης ημερών, σε ηλικία 93 χρονών.
Το «παρών» στην τελετή αποχαιρετισμού της, έδωσαν επίσης ο Δημήτρης Τζαβάρας, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και της Γραμματείας της και ο Νίκος Κουτουμάνος, μέλος της ΚΕ και Γραμματέας της ΕΠ Πελοποννήσου.
Το παράδειγμά της «φώτισε» γενιές κομμουνιστών, με τον Δημήτρη Τζαβάρα να σημειώνει στον επικήδειο λόγο του:
«Η Κεντρική Επιτροπή του Κομμουνιστικού Κόμματος Ελλάδας, οι οργανώσεις του Κόμματος της Πελοποννήσου και της Μεσσηνίας, οι κομμουνιστές της Καλαμάτας, οι Κνίτες, όλοι μας, αποχαιρετούμε τη σ. Πότα Κακκαβά, μία πεισματάρα και μαχητική Ταϋγέτια, που υπήρξε, από νωρίς, αγωνίστρια του ΚΚΕ, στέλεχός του και μέλος του μέχρι την ώρα που έκλεισε τα μάτια, επιλέγοντας να ναι με τη μεριά των “αβράκωτων”, όπως και η ίδια είχε πει.
Έφυγε πλήρης ημερών, αλλά, ημερών, και χρόνων και δεκαετιών πολυτάραχων, εξαιρετικά πυκνών σε εξελίξεις, μεγάλων γεγονότων, πολύ διδακτικών και χρήσιμων για το παρόν και για το μέλλον. Αυτά τα μεγάλα γεγονότα έκαναν τότε να συναντηθεί η Πότα, όπως, άλλωστε, και μεγάλα τμήματα της νεολαίας μας και του λαού μας, με την πρωτοπόρα δράση και οργάνωση του ΚΚΕ και να συγκροτηθεί μεγάλο πλειοψηφικό ρεύμα, πού παραλίγο να νικήσει.
Ήταν ο Δεύτερος Παγκόσμιος Ιμπεριαλιστικός Πόλεμος, η κατάκτηση της χώρας και της Καλαμάτας από τους χιτλερικούς, η διάσπαση της ελληνικής αστικής τάξης, και η κατάπτυστη διαγωγή και συμπεριφορά της απέναντι στο λαό (άλλοι συνεργάτες του κατακτητή, άλλοι στ’ αυγά τους και άλλοι στο εξωτερικό) τα δεινά του λαού, αλλά ήταν και η μεγάλη πρωτοβουλία του ΚΚΕ να γίνει ο κύριος αιμοδότης, ο νους, η ψυχή και ο καθοδηγητής της ΕΑΜικής αντίστασης, με “το λαό ν’ ακολουθεί πιστά” – όλα αυτά, δεν άφησαν και αυτή την οικογένεια ασυγκίνητη, και ας ήταν βασιλόφρονες και συντηρητικοί, επιβεβαιώνοντας πως είναι μεγάλη η δύναμη και η επίδραση του Κόμματος και του λαϊκού κινήματος. Έτσι, ιδιαίτερα οι φοβερές μαζικές εκτελέσεις, έργο των φασιστών και των ταγματασφαλιτών συνεργατών τους, συγκλόνισαν ιδιαίτερα τη μικρή Πότα, πιο πολύ αυτές που έγιναν στην πόλη της Καλαμάτας, αλλά και αυτή της Παλιόχουνης Αρκαδίας, στην οποία εκτελέστηκε και ένα από τα αδέρφια της.
Τα γεγονότα που ακολούθησαν το επαναστατικό απελευθερωτικό ‘44, η έκβαση της αναμέτρησης του Δεκέμβρη στην Αθήνα και η Βάρκιζα, το τρομοκρατικό όργιο που εξαπέλυσε η ελληνική αστική τάξη, μαζί με τους διεθνείς συμμάχους της, για ν’ ανατρέψουν με τη βία (αλλά και με προσπάθειες ενσωμάτωσης) τον διαμορφωθέντα, κατά την Κατοχή, συσχετισμό, δεν πτόησαν την Πότα και τους άλλους αγωνιστές μας, που είχαν ψηλά το σύνθημά μας “όταν ο λαός βρίσκεται μπροστά στον κίνδυνο της τυραννίας, διαλέγει ή τις αλυσίδες ή τα όπλα”. Και αυτό, σε μία πόλη και σε μία περιοχή, όπου το αστικό τρομοκρατικό όργιο ήταν ιδιαίτερα ισχυρό και δολοφονικό, και όπου η αντίπαλοί μας επέπεσαν με πρωτάκουστη εκδικητική μανία στο λαό και τους πρωτοπόρους του, γιατί τόλμησαν να σηκώσουν κεφάλι και να ονειρευτούν μία νέα ζωή, και, μάλιστα, σ’ έναν τόπο που η αστική τάξη τον θεωρούσε κάστρο και τσιφλίκι της.
Έτσι, με το νέο κάλεσμα του Κόμματος, με τη συγκρότηση του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, η Πότα, μαθήτρια ακόμα, συμμετέχει αποτελεσματικά, μαζί με άλλες γυναίκες και άλλα στελέχη, σε μία πολύ κρίσιμη και εξαιρετική δουλειά στα μετόπισθεν, αλλά με τεράστιους κινδύνους, στην λειτουργία και δράση της παράνομης οργάνωσης του ΚΚΕ στην Καλαμάτα, για την παντοειδή υλική και ηθική στήριξη των ανταρτών μας. Αυτό το μεγάλο παράνομο δίκτυο, μαζί με πολλά άλλα, ήταν που έκανε τους αντιπάλους μας να αποδώσουν στην πόλη αυτήν, τον χαρακτηρισμό “σοβαροτέρα κομμουνιστική εστία της Πελοποννήσου”. Έχει, λοιπόν, και η Πότα συμβολή για αυτό το παράσημο. Η Πότα και άλλα στελέχη συλλαμβάνονται και παραπέμπονται στο Έκτακτο Στρατοδικείο της Τρίπολης, όπου καταδικάζεται εις θάνατον (τέτοια ήταν η αδίστακτη ταξική προσήλωση των αντιπάλων μας, μπροστά στον πιο μεγάλο κίνδυνο που γνώρισε το αστικό καθεστώς).
Και αφού, με οικογενειακή παρέμβαση, κατορθώνεται να αποφευχθεί η εκτέλεση της, αρχίζει, γι’ αυτήν, ο δρόμος της εξορίας και της φυλακής. Χίος, Τρίκερι, Μακρόνησος, ξανά Τρίκερι, και φυλακές Αβέρωφ. Τόποι μαρτυρίου για πλήθος γυναικών του κινήματος, όλων των ηλικιών, με πιέσεις, ξύλο και βασανιστήρια, αλλά και τόποι που φάνηκε το μεγαλείο τους, συμπυκνωμένο στην κουβέντα της γρια – Μπλαζάκαινας (“δε δουλώνω, δεν απογράφω”). Η Πότα ήταν περήφανη που έμενε στην ίδια σκηνή με την σπουδαία ηθοποιό μας Αλέκα Παΐζη.
Και μετά την αποφυλάκιση, νέο ξεκίνημα για όλα, επαγγελματικό (αφού, χωρίς πιστοποιητικό υγιών κοινωνικών φρονημάτων δουλειά δεν έβρισκες), αλλά και πολιτικό-κομματικό, σε νέες, δύσκολες συνθήκες, παρανομίας και διώξεων, κυριαρχίας του ζόφου και της απογοήτευσης της ήττας, όπου, όμως, η ηρωική στάση και η προσπάθεια συγκρότησης οργανώσεων επιτρέπουν στο ΚΚΕ να διατηρήσει ζωντανούς τους δεσμούς του με τα εργατικά λαϊκά στρώματα. Ταυτόχρονα, η δεξιά οπορτουνιστική στροφή στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, επιδρά καταλυτικά και στο ΚΚΕ, με την Πότα να διηγείται γλαφυρά το ειδικό προσωπικό ραντεβού που της δόθηκε, τότε, με όλους τους συνωμοτικούς κανόνες, όπου της ανακοινώθηκε η απαράδεκτη απόφαση για τη διάλυση των παράνομων ΚΟ. Κατόπιν τούτου, συνέχισε τη δράση μέσα από τις γραμμές της ΕΔΑ, για τα λαϊκά συμφέροντα.
Στις 21 Απριλίου’ 67 συλλαμβάνεται από τη Χούντα, και πάει εξορία στη Γυάρο, όπου γνωρίζει από κοντά και το μεγάλο μας ποιητή Γιάννη Ρίτσο. Και κατά τη διάσπαση του Κόμματος, το ‘68, έχει και αυτή τα αντανακλαστικά που διέθετε το ΚΚΕ, έτσι ώστε να μην ενσωματωθεί στον τότε ανερχόμενο “ευρωκομμουνισμό” και να ανοίξει πολύχρονο μέτωπο εναντίον του, στη βάση υπεράσπισης των γενικών αρχών του μαρξισμού – λενισμού. Και αυτή, όπως και άλλοι κομμουνιστές- αγωνιστές της ΕΔΑ, σατίριζε, μετέπειτα, τις καθησυχαστικές απαντήσεις που έδιναν ορισμένοι οπορτουνιστές καθοδηγητές, πριν τη Χούντα, στις ανησυχίες των συντρόφων ότι επίκειται χουντικό πραξικόπημα.
Αμέσως μετά την αστική μεταπολίτευση του ‘74, μαζί με άλλους συντρόφους, πρωτοστατεί στην de facto νομιμοποίηση του Κόμματος, στο άνοιγμα κομματικών γραφείων σε ένα από τα πιο κεντρικά σημεία της πόλης, με σημαία κόκκινη στο μπαλκόνι και με δημιουργία της απαραίτητης τεχνικής υποδομής, και ακόμα στην ανασυγκρότηση των οργανώσεων του κόμματος από παλιότερους και πολύ νεότερους αγωνιστές.
Κατά την περίοδο της ανατροπής του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ, και της κρίσης και διάσπασης του ΚΚΕ το ‘89- ‘91, τάχθηκε κατά της διάλυσης του κόμματος και υπέρ της συνέχειας του, με τα σύμβολά του, την ιδεολογία του και τις αρχές του. Πάντοτε, τόνιζε τη σημασία της σταθερότητας γύρω από το Κόμμα και τους σκοπούς του, και ότι αυτή η επιλογή δεν είναι να την αλλάζεις σαν τα πουκάμισα.
Η Πότα συνέβαλε σοβαρά στη διάσωση και μετάδοση της ιστορικής μνήμης, όχι μόνο μέσω των αφηγήσεων και διηγήσεών της, αλλά και μέσω σοβαρών υλικών προσπαθειών, για την αποκάλυψη όλης της αλήθειας για τις εκτελέσεις και για την ανέγερση μνημείων που να θυμίζουν τα φασιστικά εγκλήματα και τις εκατόμβες των θυσιών του λαού μας, για να διδάσκονται οι νεότερες γενιές και να αποκρούεται η δηλητηριώδης προπαγάνδα που εξισώνει θύματα και θύτες, και που επιχειρεί να γράψει την ιστορία απ’ την ανάποδη για λογαριασμό των εκμεταλλευτών. Και, βεβαίως, εκτός από μέλος της ΝΕ του Κόμματος, υπήρξε και δραστήριο μέλος της ΠΕΑΕΑ και της ΠΕΚΑΜ.
Είχε έγνοια και βοηθούσε για την οικονομική ενίσχυση του Κόμματος, για την περίθαλψη αντιστασιακών και ηλικιωμένων αγωνιστών, αλλά και απλών ανθρώπων που βρίσκονταν σε ανάγκη.
Τη σ. Πότα, όπως και όλους τους άλλους μας συντρόφους και αγωνιστές αυτής της γενιάς, τους θυμόμαστε και συνεχίζουν να ζουν ανάμεσά μας, ιδιαίτερα τώρα, στις μέρες μας και στη συνέχεια, όπου είναι όσο ποτέ αναγκαία η αλληλεγγύη στους λαούς που βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα των ιμπεριαλιστικών επεμβάσεων και πολέμων, όπου αυξάνεται η αισιοδοξία μας ότι οι λαοί θα βγουν πιο αποφασιστικά μπροστά και θα σφραγίσουν τις εξελίξεις ανοίγοντας έναν άλλον δρόμο, όπου το δίκιο μας αρχίζει να κορφιάζει σαν το λάδι και δυναμώνει η συμπόρευση ευρύτερου κόσμου με το ΚΚΕ. Όλα λένε ότι έρχονται τα μεγάλα γεγονότα για τα οποία μιλούσαμε. Θα ανταποκριθούμε σε αυτά με όπλο το Πρόγραμμά μας, σ’ αυτό βρίσκεται η ελπίδα, έτσι ώστε να θερίσει η νέα γενιά αυτά που έσπειραν οι παλιότερες και, αυτή τη φορά, ο λαός μας όχι μόνο να φτάσει στη βρύση, αλλά να πιεί και νερό.
Εκφράζουμε τα θερμά μας συλλυπητήρια και στους συγγενείς της συντρόφισσας και ευχαριστούμε τον ευρύτερο κόσμο, που με σεβασμό, παρά τις διαφορετικές προσεγγίσεις, εκδήλωσε, αυτές τις μέρες, τη θλίψη του για το φευγιό της.
Καλό ταξίδι σ. Πότα».
Εκ μέρους της ΠΕΑΕΑ – ΔΣΕ, επικήδειο απηύθυνε η πρόεδρος Τούλα Μητσέα, και εκ μέρους ΠΕΚΑΜ, η Γεωργία Μαχαίρα.
Αποχαιρετά με θλίψη και περηφάνια την συντρόφισσα Πότα Κακκαβά
Η ΚΕ του ΚΚΕ για τη σ. Πότα
Εξάλλου, σε ανακοίνωσή του για το θάνατο της σ. Πότας Κακκαβά, το Γραφείο Τύπου της ΚΕ του ΚΚΕ, σημειώνει:
«Το ΚΚΕ με μεγάλη θλίψη ανακοινώνει τον θάνατο της παλαίμαχης αγωνίστριας συντρόφισσας Πότας Κακκαβά, που έφυγε σήμερα (σ.σ. Σάββατο) από την ζωή, πλήρης ημερών σε ηλικία 93 ετών.
Η συντρόφισσα Πότα, ανέπτυξε πρωτοπόρα αγωνιστική δράση από τα παιδικά της ακόμη χρόνια και μάλιστα μέσα από τις γραμμές του ΚΚΕ, βιώνοντας τη σκληρότητα και τις διώξεις του αστικού κράτους, με πολυετείς φυλακίσεις και εξορίες, από τις οποίες βγήκε αλύγιστη.
Το 1948, μαθήτρια ακόμα, καταδικάστηκε σε θάνατο από το Εκτακτο Στρατοδικείο Τρίπολης, μαζί με άλλες γυναίκες, ως υπεύθυνες για την λειτουργία των κομματικών οργανώσεων του ΚΚΕ στην πόλη της Καλαμάτας. Στη συνέχεια εξορίστηκε στη Χίο, στο Τρίκερι, στην Μακρόνησο, στις φυλακές Αβέρωφ. Στα επόμενα χρόνια, με την αποφυλάκισή της, ανέπτυξε εκ νέου πλούσια και πρωτοπόρα αγωνιστική δράση, ιδιαίτερα στις περιοχές της Μεσσηνίας, για την οποία “επιβραβεύτηκε” με δεύτερο γύρο κρατήσεων και εκτοπισμών από τη δικτατορία των συνταγματαρχών, καθώς από τις πρώτες ώρες της επιβολής της συνελήθφη και εξορίστηκε στην Γυάρο.
Με την πτώση της χούντας η συντρόφισσα Πότα συνέβαλε αποφασιστικά, ως στέλεχος της Νομαρχιακής Επιτροπής Μεσσηνίας, στην ανασυγκρότηση των οργανώσεων του ΚΚΕ και στην de facto νομιμοποίησή του.
Στις κρίσιμες στιγμές των αντεπαναστατικών ανατροπών και της κρίσης στο ΚΚΕ, τα χρόνια 1989 – 1991, τάχθηκε ενάντια στην προσπάθεια διάλυσης του Κόμματος και είχε αποφασιστική συμβολή στην μετέπειτα πορεία του.
Με τη στάση και τη δράση της η συντρόφισσα Πότα τίμησε τον τίτλο του μέλους και του στελέχους του ΚΚΕ, δρώντας μέσα από τις γραμμές του, μέχρι την τελευταία της πνοή, στις Οργανώσεις της Μεσσηνίας, πιστή στην πάλη για μια κοινωνία χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο. Διακρινόταν για τους δεσμούς που είχε με μεγάλο τμήμα λαϊκών ανθρώπων της πόλης και για την μαχητικότητά της.
Σημαντική υπήρξε ακόμα η προσφοράτης στην υπεράσπιση της ιστορικής μνήμης των μεγάλων ταξικών αγώνων της δεκαετίας 1940-1949, μέσα από το παράρτημα Μεσσηνίας της Πανελλήνιας Ένωσης Αγωνιστών Εθνικής Αντίστασης και Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας, με ιδιαίτερη συμβολή και δράση για να μείνει ζωντανή η μνήμη του μεγάλου μπλόκου των Γερμανών στην Καλαμάτα με τους 100αδες εκτελεσμένους της 8 Φλεβάρη του 1944, καθώς και στην ανέγερση μια σειρά ιστορικών μνημείων του ΚΚΕ.
Το ΚΚΕ απευθύνει τα συλλυπητήριά του σε όλους τους συγγενείς και τους οικείους της».

Με σεβασμό και εκτίμηση αποχαιρετά την Πότα Κακκαβά
