Με αφορμή τα 81 χρόνια από την απελευθέρωση της Αθήνας κυκλοφορεί ελεύθερα στο ίντερνετ το ντοκιμαντέρ «Κατοχή – Αντίσταση – Απελευθέρωση» σε σκηνοθεσία Ίωνα Ευθυμίου.
Ένα ντοκιμαντέρ για τη λαϊκή καντάτα «Καταχνιά» του Χρήστου Λεοντή. Ο συνθέτης, 60 χρόνια μετά την πρώτη κυκλοφορία του μουσικού έργου, μοιράζεται τις προσωπικές του μνήμες, τις συνθήκες που τον οδήγησαν στην έμπνευση, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο το έργο διαμόρφωσε τη μετέπειτα καλλιτεχνική και προσωπική του πορεία. Μέσα από αυτή την αφήγηση ξεδιπλώνεται το τρίπτυχο «Κατοχή – Αντίσταση – Απελευθέρωση», που αποτελεί την αφηγηματική γραμμή του μουσικού έργου.

Το ντοκιμαντέρ έχει ολοκληρώσει τη διαγωνιστική του πορεία, έχοντας λάβει τιμητικές διακρίσεις σε φεστιβάλ κινηματογράφου.

Συντελεστές
- Σκηνοθεσία: Ίων Ευθυμίου
- Διεύθυνση φωτογραφίας: Παναγιώτης Κυριακάκης, Αντώνης Κορδάτος
- Ηχοληψία: Παύλος Χαρμπαλής
- Μοντάζ – Χρώμα: Παναγιώτης Κυριακάκης
- Αφίσα: Κώστας Κυριακάκης
- Διάρκεια: 21 λεπτά
- Παραγωγή: 2024 Ελλάδα

Στην τοποθέτησή της η ομάδα παραγωγής του ντοκιμαντέρ σημειώνει:
«Οι λαοί του κόσμου έχουν πάνω τους ένα μεγάλο όπλο: Το τραγούδι. Κάτι το οποίο, όπως λέει ένα παλιό αντάρτικο, απέδειξαν ηρωικά “Τα οργανωμένα παιδιά της Ελλάδας σε πόλεις και χωριά”. Η εργατική τάξη, ο οργανωμένος λαός, “τραγουδούσε και πολεμούσε”, ενώ παράλληλα οι νίκες της τσάκιζαν τον εχθρό της, τον ναζισμό και τον φασισμό – ντόπιο και ξένο.

Η “Καταχνιά” σαν μουσικό έργο ολοκληρώθηκε και παρουσιάστηκε τη δεκαετία του 1960, εν μέσω μιας περιόδου βίας και τρομοκρατίας που η πάλη του λαϊκού κινήματος δυνάμωνε. Αυτή η πάλη κι αυτή η ορμή εκφράστηκαν και μέσα από την Τέχνη. Δεν είναι τυχαίο που το κίνημα ανέδειξε πολλούς σπουδαίους Έλληνες μουσικοσυνθέτες και τραγουδιστές, όπως ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Γιάννης Μαρκόπουλος, ο Θάνος Μικρούτσικος, η Μαρία Δημητριάδη και πολλοί άλλοι.
Οι περίτεχνα εκλαϊκευμένοι στίχοι της “Καταχνιάς”, που έγραψε κρατούμενος στα γερμανικά κολαστήρια της οδού Ελπίδος 5 ο λαϊκός μας στιχουργός Κώστας Βίρβος, αφηγούνται τους σταθμούς του αγώνα για τη Λευτεριά. Περιγράφουν την πείνα του ελληνικού λαού που εξαθλιώθηκε για τις μοιρασιές γης μιας μερίδας λίγων. Μεταφέρουν τον τρόμο και την αγωνία των μανάδων για τα παιδιά τους που δεν ξέρουν αν θα επιστρέψουν.
Αντανακλούν την ελπίδα και τη θέληση των φυλακισμένων να παλέψουν. Με τη χαρακτηριστική ηρωική φράση “Δεν θέλω να μου δέσετε τα μάτια”, αποτελούν φόρο τιμής για τους 200 εκτελεσμένους πατριώτες κομμουνιστές της Πρωτομαγιάς του 1944 στην Καισαριανή και για όσους έπεσαν μαχόμενοι για την ιδέα της λευτεριάς.
Στο κομμάτι “Αδελφέ Ισραηλίτη”, ο στιχουργός και ο συνθέτης παίρνουν θέση και στέκονται στη σωστή πλευρά της ιστορίας. Το τραγούδι περιγράφει τη γενοκτονία των Εβραίων από τις ναζιστικές δυνάμεις, ενός λαού που πάλευε για να έχει τη δικιά του πατρίδα. Σήμερα η Ιστορία έχει ακόμα τη σωστή της πλευρά και αυτή είναι με τα αδέλφια μας, τον Παλαιστινιακό λαό, που το κράτος-δολοφόνος του Ισραήλ τους εξοντώνει και τους αφανίζει από τον τόπο τους και την πατρίδα τους και σαν να μην φτάνει αυτό σέρνει στον όλεθρο τους λαούς του κόσμου, μαζί και τον ελληνικό λαό.
Αξιοσημείωτο είναι επίσης πως ο Χρήστος Λεοντής κατάφερε να συνθέσει το συνολικό έργο και να το αποδώσει σε μορφή λαϊκής καντάτας σε ηλικία μόλις 22 ετών, χωρίς να έχει ζήσει αυτές τις συνθήκες. Το γεγονός αυτό αποτελεί άλλη μια απόδειξη πως η πλευρά της Ιστορίας που δεν μένει στη λήθη αλλά στις καρδιές του λαού, αποτελεί κινητήριο δύναμη για την ανάδειξη αυτών των γεγονότων. Άλλωστε οι συνθέτες εκείνης της γενιάς κατάφεραν να κάνουν κάτι που όμοιο του δεν είχε ξαναγίνει: Να βάλουν στο στόμα των λαϊκών στρωμάτων στίχους μεγάλων ποιητών με νόημα και πολιτικά μηνύματα. Μην ξεχνάτε πως πολλοί από αυτούς τους ανθρώπους είχαν καταδικαστεί να μείνουν αγράμματοι, αφού οι εξαθλιωτικές συνθήκες τους ανάγκαζαν να παρατήσουν την εκπαίδευση και να εργαστούν για να ζήσουν.
Αυτός ήταν και ο βασικός λόγος που δημιουργήσαμε την ταινία. Σήμερα επιχειρούν να αποπροσανατολίσουν τη νεολαία από την ιστορία της, όχι μόνο μέσα από το μάθημα-παρωδία της Ιστορίας στα σχολεία, αλλά και μέσω της κατευθυνόμενης Τέχνης.
Στόχος του ντοκιμαντέρ είναι να λειτουργήσει ως κίνητρο ώστε οι θεατές να ακούσουν τον δίσκο της “Καταχνιάς”, να γνωρίσουν το έργο του Λεοντή και άλλων δημιουργών της εποχής εκείνης και να αναζητήσουν τα ιστορικά γεγονότα πίσω από κάθε στίχο. Η Τέχνη, όπως τονίζει ο συνθέτης, πρέπει να έχει ξεκάθαρη κατεύθυνση, δηλαδή “με ποιον είσαι” και πως “θα φτάσει το έργο να παρακινήσει τη λαϊκή συνείδηση”.
Κι αλήθεια είναι πως είναι αρκετά ζόρικο για μας τους νέους να δημιουργήσουμε, μιας που η Τέχνη έχει εμπορευματοποιηθεί σε τέτοιο βαθμό που είναι ιδιαίτερα δύσκολο να βρεθεί στήριξη και πόροι για την οποιαδήποτε καλλιτεχνική δημιουργία.
Παρ’ όλα αυτά, η νεολαία, όσο κι αν παρουσιάζεται αρνητικά, έχει ιδανικά, δημιουργεί και εμπνέεται από τις συνθήκες που ζει και εργάζεται».








