, την οποία με ευθύνη της η κυβέρνηση μετέτρεψε αξιοποιώντας την βολική πρόταση του ΠΑΣΟΚ, δήλωσε ο Νίκος Καραθανασόπουλος, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και κοινοβουλευτικός εκπρόσωπος του Κόμματος.
Πρόσθεσε πως η προανακριτική θα έπρεπε να συνεχίσει τη λειτουργία της για να ελεγχθεί ο Τριαντόπουλος, άλλα πολιτικά πρόσωπα αλλά και ο Πρωθυπουργός και για τα αδικήματα της υπόθαλψης αλλά και παρεμπόδισης της δικαιοσύνης.
Το βασικό είναι, τόνισε, ότι θα πρέπει να προχωρήσει η υπόθεση των κακουργηματικών ευθυνών που έχουν οι υπουργοί Μεταφορών και της σημερινής αλλά και των προηγούμενων κυβερνήσεων.
Συνέχισε αναφέροντας πως δεν πρέπει να ξεχαστεί το γεγονός ότι όλα τα κόμματα συνδιαμόρφωσαν το βολικό για τα κυβερνητικά στελέχη, άρθρο 86 και τον νόμο περί ευθύνης υπουργών και σήμερα δεν θέλουν την κατάργηση του.
Ο λαός έχει βγάλει τα συμπεράσματα του και απαιτεί να τιμωρηθούν οι ένοχοι για το έγκλημα των Τεμπών, υπογράμμισε.
Ν. Καραθανασόπουλος: Στο επίκεντρο της προσπάθειας συγκάλυψης είναι να μη «φωτιστεί» ο μεγάλος ένοχος και το κύριο έγκλημα της μετωπικής σύγκρουσης δύο τρένων
«Η σημερινή εξέλιξη με αυτήν την προανακριτική όμως προετοιμάζει το έδαφος για να αξιοποιηθεί η συγκεκριμένη διαδικασία – παρωδία και σε άλλες περιπτώσεις αλλά και, ταυτόχρονα, για τη διαφαινόμενη σε αυτή την κατεύθυνση αναθεώρηση του άρθρου 86 του Συντάγματος που βεβαίως δεν θα ακυρώσει αυτό το ευνοϊκό πλαίσιο μεταχείρισης για τους Υπουργούς και τα κυβερνητικά στελέχη» ανέφερε μεταξύ άλλων, στην τοποθέτησή του στο «άρον – άρον» κλείσιμο με ευθύνη της κυβερνητικής πλειοψηφίας (και) της Προανακριτικής Επιτροπής για το έγκλημα των Τεμπών και τις ευθύνες του Χρ. Τριαντόπουλου, ο βουλευτής του ΚΚΕ και μέλος της Επιτροπής Νίκος Καραθανασόπουλος.
Με την τοποθέτησή του, ξεκαθάρισε πως το ΚΚΕ δεν πρόκειται να νομιμοποιήσει αυτή τη διαδικασία παρωδία και αποχώρησε από την ψηφοφορία του πορίσματος της κυβερνητικής πλειοψηφίας και υπενθύμισε ότι «επιμένουμε στην οριστική κατάργηση του άρθρου 86 του Συντάγματος με συνέπεια το κάθε κυβερνητικό στέλεχος να αντιμετωπίζει την ίδια μεταχείριση που αντιμετωπίζουν για αντίστοιχες πράξεις ή παραλείψεις τα οποιαδήποτε φυσικά πρόσωπα και να μην έχουν αυτήν την ειδική μεταχείριση».
Αναλυτικά η τοποθέτηση του Ν. Καραθανασόπουλου:
«Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας, όπως είναι γνωστό, δεν κατέθεσε πόρισμα στη συγκεκριμένη προανακριτική, γιατί ακριβώς δεν θέλαμε να νομιμοποιήσουμε την προανακριτική-παρωδία, αλλά και γιατί επί της ουσίας δεν έγινε καμία έρευνα και καμία εξέταση μαρτύρων από τη συγκεκριμένη προανακριτική.
Βεβαίως θεωρούμε ότι όλη διαδικασία, η όλη μεθόδευση από μεριάς της κυβερνητικής πλειοψηφίας για το εσπευσμένο κλείσιμο της προανακριτικής εξυπηρετεί μια σειρά από πολλαπλές επιδιώξεις.
Βεβαίως στο επίκεντρο της διαχρονικής προσπάθειας της κυβέρνησης της Νέας Δημοκρατίας είναι να συγκαλυφθεί και να μη φωτιστεί ο μεγάλος ένοχος για το κύριο έγκλημα και το κύριο έγκλημα στα Τέμπη ήταν η μετωπική σύγκρουση. Είναι η μετωπική σύγκρουση των δύο τρένων που κινούνταν στην ίδια ράγα σε αντίθετη κατεύθυνση.
Βεβαίως οι όποιες διαδικασίες λειτουργίας της προανακριτικής επιτροπής θα μπορούσαν να φωτίσουν ακόμη περισσότερο τις αιτίες, τους υπεύθυνους που οδήγησαν σε αυτήν τη μετωπική σύγκρουση και ιδίως τον βασικό ένοχο, που είναι το κέρδος, το οποίο θυσιάζει την ανθρώπινη ζωή στον βωμό της κερδοφορίας, αλλά και οι συνένοχοι του κέρδους, δηλαδή η πολιτική και οι κατευθύνσεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η πολιτική που υπηρέτησαν πιστά όλες οι κυβερνήσεις τις τελευταίες δεκαετίες, αλλά και το ίδιο το κράτος, το αστικό κράτος που είναι εχθρικό για τις ανάγκες του λαού.
Σε αυτήν ακριβώς την επιδίωξη βεβαίως η κυβέρνηση δεν είναι μόνη της. Με τον έναν ή τον άλλον τρόπο την βοηθάνε και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα, τα οποία βεβαίως προσπαθούν να εξωραΐσουν την Ευρωπαϊκή Ένωση και τις κατευθύνσεις τους, μιλάνε και αυτά για τα όρια και τις αντοχές της οικονομίας, αλλά και για τις θυσίες που απαιτούν από τον λαό για να μπορούν να μεγεθύνονται τα κέρδη των μονοπωλιακών ομίλων.
Και γι’ αυτό άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι στην όλη διαδικασία ήρθε και η βολική πρόταση του ΠΑΣΟΚ για τη σύσταση της συγκεκριμένης προανακριτικής που περιόριζε την άσκηση της δίωξης μόνο για τον κ. Τριαντόπουλο και μόνο για παράβαση καθήκοντος, παρά το γεγονός ότι είχαν μεσολαβήσει μια σειρά σημαντικά στοιχεία από τον Αύγουστο του 2024 μέχρι την ημέρα κατάθεσης της πρότασης από τη διαδικασία της προανάκρισης των εισαγγελικών και ανακριτικών αρχών και τα οποία θα μπορούσαν να εμπλουτίσουν ακόμη περισσότερο τη συγκεκριμένη πρόταση.
Από αυτήν την άποψη, είναι φανερό με τι έχουμε να κάνουμε, έχουμε να κάνουμε με μια συνολικότερη προσπάθεια μέσα από αυτήν τη διαδικασία συγκάλυψης των συνολικών κυβερνητικών ευθυνών για την αλλοίωση του χώρου. Και από αυτήν την άποψη η κυβερνητική πλειοψηφία διευκολύνεται στο να υιοθετήσει τη θέληση Τριαντόπουλου, παρά το γεγονός ότι δηλώνει αθώος, για να παραπεμφθεί, χωρίς καμία διερεύνηση, απευθείας στο Δικαστικό Συμβούλιο και μάλιστα με αυτό το βολικό, όπως είπαμε, κατηγορητήριο, το οποίο το αξιοποιεί, λέγοντας ότι υπάρχουν, εφόσον υπάρχουν και για τα υπόλοιπα φυσικά πρόσωπα ενδείξεις, ενδεχομένως να υπάρχουν και ενδείξεις για τον κ. Τριαντόπουλο.
Όμως η ίδια κυβερνητική πλειοψηφία δεν λέει κουβέντα για τα νέα στοιχεία που υπάρχουν και τα οποία διευρύνουν, ενδεχομένως, τις ευθύνες του Τριαντόπουλου αλλά και άλλων κυβερνητικών στελεχών και ενδεχομένως τις ευθύνες του ίδιου του κ. Μητσοτάκη και για το γεγονός της αλλοίωσης του τόπου του εγκλήματος και για την έκρηξη, αλλά και για το κύριο έγκλημα της μετωπικής σύγκρουσης.
Αυτά θα μπορούσαν ακριβώς τα νέα στοιχεία να οδηγήσουν στην αναβάθμιση του κατηγορητηρίου και για το συγκεκριμένο πρόσωπο την προανακριτική επιτροπή, αλλά και να επεκτείνουν και τις κατηγορίες και σε άλλα πολιτικά πρόσωπα.
Και βεβαίως η κυβερνητική πλειοψηφία βολεύεται, διευκολύνεται από την ίδια την εισαγγελική διάταξη η οποία περιλαμβάνει αντιφατικά και θολά σημεία, τα οποία η ίδια η προανακριτική επιτροπή θα έπρεπε να διερευνήσει, όπως για παράδειγμα δεν αποφάνθηκε καθόλου για το αδίκημα της υπόθαλψης εγκληματία, παρότι η μήνυση που εξετάζει αφορούσε και αυτό το γεγονός. Ιδιαίτερα με δεδομένο ότι η παράβαση καθήκοντος και υπόθαλψη εγκληματία συνδέονται μεταξύ τους και εν προκειμένω, αφού, με βάση τα πραγματικά περιστατικά, όσα συνέβησαν στον τόπο του εγκλήματος μπορεί να οδηγήσουν στη ματαίωση δίωξης κάποιου άλλου προσώπου για κακουργηματικού χαρακτήρα πράξεις, όπως αυτές που αφορούν το κύριο έγκλημα, δηλαδή στη σύγκρουση των δύο αμαξοστοιχιών με το θάνατο 57 ανθρώπων και των τραυματισμό δεκάδων.
Επίσης, θα μπορούσε να φωτίσει η διαδικασία της προανακριτικής επιτροπής και το γεγονός ότι η εισαγγελική διάταξη επί της ουσίας προσπερνάει τις ευθύνες και υπόλοιπων υπουργών ή Υφυπουργών, όπως προκύπτουν και από τα νέα στοιχεία της ανακριτικής διαδικασίας, από το e-mail του κ. Τριαντόπουλου, που απευθυνόταν στον κ. Γεραπετρίτη και στον κ. Σκέρτσο, και οι οποίοι φαίνεται να ενημερώνονται για την πορεία εξέλιξης των πραγμάτων και ενδεχομένως να είχαν και συμμετοχή.
Από αυτήν την άποψη, λοιπόν, εμείς -το είχαμε πει άλλωστε και κατά τη διάρκεια της συγκρότησης της προανακριτικής επιτροπής- λέμε ότι ο κ. Τριαντόπουλος θα όφειλε να ελεγχθεί από την προανακριτική όχι μόνο για την παράβαση καθήκοντος, αλλά και για υπόθαλψη και παρεμπόδιση της Δικαιοσύνης και αντίστοιχα θα έπρεπε να ελεγχθούν και άλλα μέλη της Κυβέρνησης είτε βρίσκονταν στο σημείο και αποδεδειγμένα γνώριζαν τι συνέβαινε είτε ενημερώνονταν από τη σχετική ηλεκτρονική αλληλογραφία, δηλαδή από τα διάφορα e-mail.
Και όλο αυτό βεβαίως, η επιδίωξη της κυβερνητικής πλειοψηφίας, είναι να συγκαλυφθούν οι ευθύνες του ίδιου του Πρωθυπουργού, που από τη θέση του ως πολιτικός προϊστάμενος του κ. Τριαντόπουλου και με βάση το συγκεκριμένο νομοθετικό πλαίσιο θα έπρεπε να γνωρίζει για την όλη υπόθεση.
Σε όλα αυτά τα ζητήματα βεβαίως πρέπει να συμπεριλάβουμε το γεγονός ότι ήδη από τη διαδικασία, αλλά και από το πόρισμα το οποίο κατέθεσε το ΚΚΕ στην Εξεταστική Επιτροπή που έγινε για το συγκεκριμένο έγκλημα, έχουν αναδειχθεί ζητήματα που στοιχειοθετούν τις διώξεις για κακουργηματικές ευθύνες Υπουργών Μεταφορών και της σημερινής, αλλά και προηγούμενων κυβερνήσεων για το κύριο έγκλημα, δηλαδή για τη μετωπική σύγκρουση. Γιατί ακριβώς γνώριζαν την τραγική κατάσταση που υπήρχε στον σιδηρόδρομο, αλλά συνέχιζαν την ίδια εγκληματική πολιτική, καλλιεργώντας αυταπάτες στον κόσμο για όλη αυτήν την κατάσταση.
Βεβαίως, υπάρχει και το θέμα της έκρηξης το οποίο παραμένει κενό, για ποιον λόγο έγινε η έκρηξη, με τις αντιφατικές εξελίξεις που υπάρχουν με τα διάφορα πορίσματα των εμπειρογνωμόνων και τα οποία διαμορφώνουν μία κατάσταση αβεβαιότητας συνολικότερα και διευκολύνουν τη διαδικασία συσκότισης του τι πραγματικά οδήγησε στην έκρηξη, τι ενδεχόμενα μετέφερε η εμπορική αμαξοστοιχία, το οποίο προσπαθούν με κάθε τρόπο να το συγκαλύψουν.
Τέλος, θεωρούμε ότι οι τοποθετήσεις ιδιαίτερα του ΠΑΣΟΚ, του ΣΥΡΙΖΑ, της Νέας Αριστεράς, αλλά και άλλων, αποτελούν κροκοδείλια δάκρυα για την πορεία εξέλιξης της προανακριτικής, γιατί τα κόμματα αυτά και ως κόμματα που κυβέρνησαν έχουν ευθύνες, γιατί συνέβαλαν στο να διαμορφωθεί συνολικά ένα ευνοϊκό πλαίσιο, ένα πλαίσιο ευνοϊκής μεταχείρισης των κυβερνητικών στελεχών σε περίπτωση που υποπέσουν σε κάποιο αδίκημα. Έχουν βάλει το χαράκι τους ώστε να υπάρχει η δυνατότητα στην εκάστοτε κυβερνητική πλειοψηφία να αποφασίζει κάθε φορά αν θα διωχθεί ένας Υπουργός, ένας Υφυπουργός, νυν ή πρώην, ή ακόμη και ένας Πρωθυπουργός νυν ή πρώην. Ταυτόχρονα, έχουν βάλει το χεράκι τους στη διαμόρφωση και ενός νομοθετικού πλαισίου που οδηγεί σε διώξεις πλημμεληματικού χαρακτήρα για πράξεις, όπως η αλλοίωση του τόπου του εγκλήματος με δεκάδες θύματα και τραυματίες, διαμορφώνοντας συνολικά ευνοϊκή μεταχείριση για τους Υπουργούς.
Η σημερινή εξέλιξη με αυτήν την προανακριτική όμως προετοιμάζει το έδαφος για να αξιοποιηθεί η συγκεκριμένη διαδικασία – παρωδία και σε άλλες περιπτώσεις αλλά και, ταυτόχρονα, για τη διαφαινόμενη σε αυτή την κατεύθυνση αναθεώρηση του άρθρου 86 του Συντάγματος που βεβαίως δεν θα ακυρώσει αυτό το ευνοϊκό πλαίσιο μεταχείρισης για τους Υπουργούς και τα κυβερνητικά στελέχη.
Απλά και μόνο ενδεχόμενα να καταργήσει το συγκεκριμένο στάδιο, δηλαδή την προανακριτική επιτροπή, και η Πλειοψηφία της Βουλής να αποφασίζει στην Ολομέλεια αν θα παραπέμπεται ή όχι κάποιο κυβερνητικό στέλεχος στο δικαστικό συμβούλιο για την περαιτέρω δίωξη.
Εμείς επιμένουμε στην οριστική κατάργηση του άρθρου 86 του Συντάγματος με συνέπεια το κάθε κυβερνητικό στέλεχος να αντιμετωπίζει την ίδια μεταχείριση που αντιμετωπίζουν για αντίστοιχες πράξεις ή παραλείψεις τα οποιαδήποτε φυσικά πρόσωπα και να μην έχουν αυτήν την ειδική μεταχείριση.
Και επειδή ακριβώς και το γεγονός ότι όλη αυτή η διαδικασία μπορεί να έχει στοιχεία ακυρότητας εμείς, αφενός μεν γι’ αυτόν ακριβώς τον λόγο δεν καταθέσαμε και πόρισμα, για να μην νομιμοποιήσουμε τη διαδικασία και δεν θα τη νομιμοποιήσουμε ούτε και με την ψήφο μας, δηλαδή δεν θα συμμετάσχουμε σήμερα στη διαδικασία ψηφοφορίας για την έγκριση ή όχι του πορίσματος».