Θα περάσουν τα χρόνια. Επάνω στα ερείπια, που θα διατηρούν ακόμα τη στυφή μυρωδιά του καμένου αίματος, ο σοβιετικός λαός θα οικοδομήσει νέες πολιτείες και χωριά. Θα δημιουργήσει ολάνθιστες πλατείες, ξεριζώνοντας τα σκουριασμένα κουφάρια των γερμανικών τανκς από τη γη του.
Τότε, από πολύτιμα κουτιά θα ανασυρθούν τα ρολά με το φιλμ. Εκατομμύρια μέτρα του ανεκτίμητου χρονικού του μεγαλείου των ημερών μας, που εκείνες τις μέρες του πολέμου το ονομάζαμε με μια απλή λέξη: Επίκαιρα.
Τα αμφιθέατρα θα βυθιστούν στο σκοτάδι και το ακροατήριο στη σιωπή, καθώς θα παρελαύνουν μπροστά μας… Και τότε θα θυμηθούμε όλα τα ονόματα των ηρώων, εικονοληπτών μαχητών της πρώτης γραμμής, οι οποίοι μέρα με τη μέρα, χρόνο με τον χρόνο, κατέγραψαν στο φιλμ τα αξέχαστα γεγονότα»
_Πράβντα», Ιούλης 1942


Pas de Vagues
Ο καλός δάσκαλος “Pas de vagues” (Χωρίς κύματα) είναι μια δραματική ταινία 2024 σε σκηνοθεσία Teddy Lussi-Modeste από ένα σενάριο που έγραψε μαζί με την Audrey Diwan, εμπνευσμένο από μια αληθινή ιστορία που συνέβη στον σκηνοθέτη το 2020, με πρωταγωνιστές τους François Civil ως δάσκαλο γυμνασίου που κατηγορείται αδίκως για σεξουαλική παρενόχληση και Shaïn Boumedine. Είναι μια ιστορία εμπνευσμένη από πραγματικά γεγονότα.
Στο δράμα Pas de vagues, ο Teddy Lussi-Modeste βυθίζει τους θεατές στην καρδιά μιας ευαίσθητης υπόθεσης που αφορά έναν νεαρό δάσκαλο που κατηγορείται άδικα για παρενόχληση από έναν μαθητή του. Η ταινία, στην οποία πρωταγωνιστεί ο François Civil, εμπνεύστηκε από ένα προσωπικό επεισόδιο του σκηνοθέτη. Αναμένεται στις κινηματογραφικές αίθουσες στις 27 Μαρτίου 2024, αυτή η αντιφατική ταινία υπόσχεται να συναρπάσει και να προκαλέσει σκέψεις σχετικά με τη δυναμική της εξουσίας και τις αδικίες στην εκπαίδευση.
Ο Julien, τον οποίο υποδύεται ο François Civil, είναι ένας αφοσιωμένος δάσκαλος που αρέσει πολύ στους μαθητές του. Η ζωή του παίρνει απροσδόκητη τροπή όταν ένας από αυτούς τον κατηγορεί για παρενόχληση, πυροδοτώντας μια σειρά γεγονότων που απομονώνουν τον Julien όχι μόνο από τους μαθητές του αλλά και από τους συναδέλφους του. Παρά την αθωότητά του, η κατάσταση ξεφεύγει γρήγορα από τον έλεγχο, θέτοντας τον Julien μπροστά σε ένα σύνθετο ηθικό και επαγγελματικό δίλημμα.
Ο François Civil, γνωστός για τους ρόλους του στο Deux moi et Le Chant du Loup και πιο πρόσφατα στο Les Trois Mousquetaires, αποδεικνύει για άλλη μια φορά το ταλέντο του να απεικονίζει πολύπλοκους χαρακτήρες που διαπνέονται από ανθρωπιά. Ο Shaïn Boumedine, που έγινε γνωστός στο Mektoub, My Love, προσδίδει βάθος και ένταση στην ταινία, ενώ η Mallory Wanecque και η Agnès Hurstel συμπληρώνουν το καστ με εξίσου αξιόλογες ερμηνείες.
🤔 Το Pas de Vagues, άμεσα εμπνευσμένο από την προσωπική ιστορία του σκηνοθέτη του Teddy Lussi-Modeste, βυθίζει τους θεατές στον ταραχώδη κόσμο του Julien, που έρχεται αντιμέτωπος με την κατηγορία της παρενόχλησης από έναν μαθητή του. Πηγαίνοντας κόντρα στα σημερινά γεγονότα, τα οποία τείνουν να παρουσιάζουν τους εκπαιδευτικούς περισσότερο ως εκτελεστές παρά ως θύματα, η ταινία ρίχνει μια τολμηρή και σύνθετη ματιά στα ηθικά διλήμματα και τα ηθικά ζητήματα που μπορεί να αντιμετωπίσουν οι εκπαιδευτικοί στο σημερινό εκπαιδευτικό σύστημα. Η ταινία διακρίνεται για τη διερεύνηση της δυναμικής της παρενόχλησης όχι μόνο μεταξύ μαθητών, αλλά και απευθυνόμενη σε άπειρους εκπαιδευτικούς. Θέτει το οδυνηρό ερώτημα πώς να διατηρήσει κανείς την εξουσία και τον σεβασμό σε μια τάξη εφήβων, σε ένα περιβάλλον όπου κάθε αλληλεπίδραση μπορεί να παρερμηνευτεί. Παρουσιάζει με γλαφυρό τρόπο τη μοναξιά και την εγκατάλειψη που μπορεί να νιώθουν ορισμένοι εκπαιδευτικοί καθώς αγωνίζονται να διατηρήσουν την τάξη και τον σεβασμό στις τάξεις τους.
Η κάθοδος του Julien στην κόλαση, που σταδιακά εγκαταλείπεται από τους συναδέλφους και τους ανωτέρους του, αναδεικνύει την αδυναμία του απέναντι σε ένα σύστημα που μοιάζει να συνθλίβει αυτούς που θα έπρεπε να προστατεύει. Απειλούμενος με θάνατο, έρμαιο του φόβου για την ασφάλειά του και όχι για τη φήμη του, και συντριμμένος από το οικονομικό βάρος της υπεράσπισής του, ο Julien ενσαρκώνει την ευαλωτότητα των εκπαιδευτικών σε ακραίες καταστάσεις.
Το soundtrack, ένα μείγμα κλασικής μουσικής και ψυχρών μεταλλικών ήχων, προσθέτει ένα επιπλέον στρώμα βαριάς ατμόσφαιρας στην ταινία, συμπυκνώνοντας τέλεια την αίσθηση αδυναμίας μέσα από το κολασμένο ταξίδι του Julien, καθώς απομονώνεται όλο και περισσότερο, θυμώνει και έρχεται αντιμέτωπος με μια κατηγορία που τον ξεπερνά.
Τα λόγια του διευθυντή του σχολείου προς τον Julien,”Κύριε Keller, δεν υπάρχουν κύματα“, αντηχούν απειλητικά μέσα στην ταινία, υπογραμμίζοντας την τάση του συστήματος να καταπνίγει τα προβλήματα αντί να τα αντιμετωπίζει. Η ταινία απεικονίζει την πολυπλοκότητα της πλοήγησης σε αυτά τα θολά νερά, όπου η αλήθεια αποκαλύπτεται μόνο αφού αντιμετωπιστούν όλες οι πλευρές. Μια ιδιαίτερα εντυπωσιακή σκηνή είναι όταν ένας ταραγμένος Julien εκμυστηρεύεται στον σύντροφό του ότι δεν θέλει να φτάσει στο σημείο να αποκαλύψει την ομοφυλοφιλία του προκειμένου να αποδείξει την αθωότητά του, υπονοώντας απεγνωσμένα ότι αυτό θα τον απαλλάξει από τις κατηγορίες εναντίον του. Η ατάκα του,”Δεν πρόκειται να πω στο σχολείο ότι είμαι βουλευτής για να αποδείξω ότι δεν εκφόβισα ένα κοριτσάκι”, είναι μια εντυπωσιακή αντανάκλαση της πολυπλοκότητας και της επισφάλειας της κατάστασής του. Αργότερα, ο επιθεωρητής από το Υπουργείο Παιδείας ή το πρυτανείο θα απαντήσει με τρόπο που υπογραμμίζει τον παραλογισμό και την απελπισία του διλήμματος του: “Σε αυτή την περίπτωση, θα σε βοηθούσε!”
Ο Teddy Lussi-Modeste δεν αφηγείται απλώς την ιστορία του- μας καλεί να αναλογιστούμε τις καταστροφικές συνέπειες των φημών και των αβάσιμων κατηγοριών. Μέσα από το πρίσμα αυτής της σχολικής υπόθεσης, η ταινία διερευνά καθολικά θέματα όπως η αλήθεια, η δικαιοσύνη και η αλληλεγγύη, απηχώντας τρέχοντα κοινωνικά ζητήματα. Τελικά, το Pas de Vagues είναι μια προειδοποίηση για τις προκλήσεις που μπορεί να αντιμετωπίσουν οι στοργικοί νέοι εκπαιδευτικοί, οι οποίοι, παρά τα εμπόδια, προσπαθούν να σφυρηλατήσουν ουσιαστικές σχέσεις με τους μαθητές τους. Η ταινία είναι μια ισχυρή απόδειξη της ανθεκτικότητας απέναντι στις αντιξοότητες και μια έκκληση για συστημική αλλαγή στην προσέγγιση της εκπαίδευσης και της διαχείρισης κρίσεων.
Για το φαινόμενο του bullying και το ρόλο των γονιών
Χρειάζεται με νηφάλιο τρόπο να ανοίξει η συζήτηση μέσα και στις δομές του κινήματος για τα πραγματικά κοινωνικά αίτια του φαινομένου, χωρίς υπερβολές και ωραιοποιήσεις. Πρώτα απ’ όλα, όμως, απαιτείται η ίδια η λειτουργία, η πρακτική των λαϊκών οργανώσεων και κυρίως της νεανικής συλλογικότητας, να δημιουργεί όρους αλληλεγγύης, απομόνωσης των όποιων ανάλογων συμπεριφορών, να μετουσιώνεται η δικαιολογημένη απέχθεια στο σύστημα σε οργανωμένη συλλογική πάλη. Μόνο μέσα από τους κόλπους του κινήματος μπορεί να γεννηθεί η υγιής αντίθεση στο όποιο bulling εντοπίζεται, και πάντως όχι με στάση πληροφοριοδότη που εθίζεται στο να “δίνει” τον συμμαθητή του».
Μέσα στο σχολείο, συχνά και μέσα στην ίδια την οικογένεια, μπορεί να ακούγονται ή να δουλεύονται πράγματα που, κατά τη γνώμη μας, μπορεί να μη βοηθούν. Π.χ. λέμε στα παιδιά μας για να αντέξεις στη σημερινή σκληρή κοινωνία πρέπει να είσαι “σκληρός”. Σωστό και λάθος ταυτόχρονα. Το ερώτημα είναι σκληρός απέναντι σε ποιον; Γιατί αν σημαίνει “μη δίνεις και τόση σημασία σε όση δυστυχία υπάρχει γύρω σου, κοίτα εσύ να τα καταφέρεις να μη βρεθείς σε αυτήν τη θέση”, κινδυνεύουμε να διαμορφώσουμε προσωπικότητες με υπερβολικό εγωισμό, που μπορεί να οδηγήσει σε τραγικά αποτελέσματα.
Να διδάξουμε στα παιδιά μας να βλέπουν τον κόσμο λίγο πιο πλατιά. Καμιά φορά, έχει αξία να τους μιλάμε και για το τι γίνεται παραέξω, σε σπίτια με κομμένο ρεύμα, πώς περνούν οι συνομήλικοί τους στη μακρινή Παλαιστίνη, όχι για να νιώθουν μόνο ευχαριστημένα και για να εκτιμούν αυτά που έχουν (έτσι πάλι δεν πετυχαίνουμε το στόχο μας – αυτή η προσέγγιση είναι και πάλι ατομιστική), αλλά και προκειμένου να πάρουν τη θέση τους στη διεκδίκηση να έχουν όλοι όσα δικαιούνται.
Ιδιαίτερα για το γονέα και το δάσκαλο, την ύψιστη σημασία έχει το προσωπικό παράδειγμα. Να βλέπουν έμπρακτα την αλληλεγγύη, το νοιάξιμο, το ενδιαφέρον, τη συμμετοχή στο λαϊκό κίνημα. Ν’ ακούσει το παιδί στη συζήτηση στο τραπέζι, πώς ο γονιός υπερασπίστηκε το συνάδελφο που θίχτηκε ή αδικήθηκε στη δουλειά και το πιθανότερο είναι ότι θα το αξιοποιήσει όταν θα θιχτεί ή θα θυματοποιηθεί ο συμμαθητής του.
Η ριζική εξάλειψη φαινομένων σαν το μπούλινγκ θα προχωρά όσο οικοδομείται κι ένα σχολείο σε ριζική αντίθεση με αυτό που ζούμε ή ζήσαμε παλιότερα. Ένα σχολείο ενιαίο που δεν κατηγοριοποιεί τους μαθητές όπως σήμερα. Το σχολείο αυτό δεν έχει καμία σχέση με το σημερινό σχολείο, το ταξικό σχολείο, το ταξικό Λύκειο. Δε στερεί, όπως σήμερα, από τα παιδιά της λαϊκής οικογένειας την αναγκαία για τη σημερινή εποχή γενική μόρφωση ως υπόβαθρο για κάθε μελλοντική επαγγελματική επιλογή και μάλιστα παίρνει μέτρα ειδικά για τα παιδιά της λαϊκής οικογένειας για να βοηθηθούν όσο το δυνατόν περισσότερο στις σπουδές τους και στα μαθήματά τους, που δε θεωρεί κανένα παιδί για πέταμα, ανήμπορο μπροστά στη γνώση. Ένα σχολείο που μαζί με τη γνώση οργανώνει το συναισθηματικό κόσμο των μαθητών και την κοινωνική τους ζωή, αναπτύσσοντας την αισθητική και φυσική αγωγή, την κοινωνική δράση. Ένα σχολείο που γράφει στη σημαία του “όλοι για έναν και ένας για όλους”.
Η «πολιτική ορθότητα» ως «μάστιγα» διατρέχει απ’ άκρη σ’ άκρη την ταινία και μας δείχνει πόσο εύκολο είναι μια παρεξήγηση να οδηγήσει στην καταστροφή ενός ανθρώπου, χωρίς αυτός να ευθύνεται. Εδώ αντιλαμβανόμαστε ότι παίζει ρόλο και το περιβάλλον του θύματος, που είναι το ίδιο κακοποιητικό, όμως το θύμα δεν μπορεί να προβάλει αντίσταση μέσα στο σπίτι του και βρίσκει διέξοδο στις αγωνίες του ξεσπώντας αλλού… Η αλήθεια είναι ότι η ταινία μάς προβλημάτισε για τον τρόπο που είναι δομημένο το σενάριό της. Είναι αρκετά δύσκολο να αναδείξει κανείς δύο τόσο σοβαρά ζητήματα ταυτόχρονα, γιατί δεν καταφέραμε να αντιληφθούμε το κίνητρο της έφηβης για μια τέτοια καταγγελία. Το γεγονός ότι η κοινωνία μας είναι ανθρωποφαγική δεν θα έπρεπε να μας αποσπά από το μεγαλύτερο πρόβλημα, που είναι το περιβάλλον της έφηβης, εκεί που αληθινά κακοποιείται… Αντί γι’ αυτό, ο θεατής στρέφεται από την αρχή στην υπεράσπιση του δασκάλου και αγνοεί την έφηβη. Αρα, ουσιαστικά αναδεικνύεται μόνο το ένα μέρος της υπόθεσης.
Αυτή η κινηματογραφική βδομάδα είναι αρκετά μέτρια σε ταινίες. Δεν ξεχωρίζουμε κάποια ταινία ιδιαίτερα. Η επόμενη βδομάδα, όμως, είναι πολύ ενδιαφέρουσα. Ο λόγος; Το ντοκιμαντέρ του Κώστα Σταματόπουλου για τους Γερμανούς αντιφασίστες στην Ελλάδα 1941 – 1945, με τίτλο «Πειθαρχική Μεραρχία “999”», αφού για πρώτη φορά στον κινηματογράφο προβάλλεται μια άγνωστη σελίδα της Αντίστασης: Γερμανοί και γερμανόφωνοι στρατιώτες της Βέρμαχτ λιποτακτούν, ενώνουν τις δυνάμεις τους με την ελληνική Αντίσταση, με τον ΕΛΑΣ, πολεμούν τον ναζισμό από το εσωτερικό της κατεχόμενης Ελλάδας. Παράλληλα συνεχίζεται το αφιέρωμα της «New Star» στα 80 χρόνια από την Αντιφασιστική Νίκη, στον κινηματογράφο «Studio New Star Art Cinema», το οποίο θα διαρκέσει μέχρι τις 31 Μάη, ενώ από 12 μέχρι 21 Μάη σε Αθήνα και Θεσσαλονίκη διοργανώνεται για πρώτη φορά Φεστιβάλ Κινηματογράφου του Βιετνάμ, στο «Studio New Star Art Cinema» και στη Θεσσαλονίκη στον κινηματογράφο «Βακούρα».
Ογδόντα χρόνια μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου, αποκαλύπτεται για πρώτη φορά στον κινηματογράφο μια άγνωστη σελίδα αντίστασης: Γερμανοί και γερμανόφωνοι στρατιώτες της Βέρμαχτ λιποτακτούν, ενώνουν τις δυνάμεις τους με την Ελληνική Αντίσταση, πολεμούν τον ναζισμό από το εσωτερικό της κατεχόμενης Ελλάδας.
Το ντοκιμαντέρ «Πειθαρχική Μεραρχία “999”» αναφέρεται σε μια ελάχιστα γνωστή αλλά βαθιά συγκινητική πτυχή της Ιστορίας στη θυελλώδη δεκαετία του 1940 που συντάραξε την Ευρώπη και το μεγαλύτερο τμήμα του πλανήτη. Με άξονα την Πειθαρχική Μεραρχία 999 – μια μονάδα του Γερμανικού Στρατού με πολιτικούς κρατούμενους και αντιφασίστες στρατιώτες που είχαν χαρακτηριστεί «ανάξιοι να υπηρετήσουν» – το έργο φωτίζει τη δράση των Γερμανών αντιναζιστών που, κατά την Κατοχή, λιποτάκτησαν, ενώθηκαν με τον ΕΛΑΣ και συμμετείχαν ενεργά στην Αντίσταση.
Η ταινία καταγράφει για πρώτη φορά σε κινηματογραφική μορφή αυτή τη σημαντική ιστορία, μέσα από σπάνιο αρχειακό υλικό, μαρτυρίες επιζώντων και απογόνων, καθώς και επιστημονική τεκμηρίωση. Αναδεικνύει το αντιφασιστικό δίκτυο AKFD (Antifaschistisches Komitee Freies Deutschland) και τον ρόλο των «Πειθαρχικών Ταγμάτων 999» στην Ελλάδα κατά την περίοδο 1941–1945. Μια ιστορική καταγραφή βασισμένη σε τεκμηριωμένη έρευνα, αρχειακό υλικό και προσωπικές μαρτυρίες.
- Σκηνοθεσία: Κώστας Σταματόπουλος
- Παραγωγοί: Παναγιώτης Κακαβιάς, Κατερίνα Μπεληγιάννη
- Από τις 15 Μαΐου στον κινηματογράφο «Τριανόν»
Ντοκιμαντέρ – 2K – Έγχρωμο & Ασπρόμαυρο – Διάρκεια: 91′ – Έτος παραγωγής: 2025
Όταν το Φως Πέφτει / Light Falls / Φαίδων Παπαμιχαήλ / 2023 / 95λ
_ Θοδωρής Κουτσογιαννόπουλος



Πέρα από τη Θάλασσα / La Mer au Loin (Across the Sea)
Ο σπουδαίος διευθυντής φωτογραφίας δυστυχώς μας εξέπληξε δυσάρεστα… Είχαμε μεγάλες προσδοκίες από την ταινία του, αλλά δεν κατάφερε με το σενάριό του να μας κερδίσει την καρδιά. Ναι μεν προσπάθησε να βάλει κοινωνικές βάσεις, μιλώντας για τους μετανάστες χωρίς χαρτιά, που δουλεύουν σκληρά και αντιμετωπίζονται απάνθρωπα από το σύνολο της κοινωνίας, όμως όταν όλο αυτό στοχεύει στον τρόμο, θέλει ένα πολύ στιβαρό σενάριο, για να αναδείξει και τον κύκλο της βίας και την εκμετάλλευση, και να σοκάρει τον θεατή. Η ταινία ξεκίνησε κοινωνική και κατέληξε σε σπλάτερ για την προσωπική επιβίωση. Κρίμα…
Πέρα από τη θάλασσα μπορείς να επιβιώσεις μόνο αν κάνεις μια μικρή οπισθοχώρηση στα σεξουαλικά σου γούστα και αποτελέσεις το μέρος ενός ερωτικού τρίγωνου ίσως, ή αν πέσεις σε κάποιον «διαφορετικό» αστυνομικό, που κάνει τα στραβά μάτια επειδή είσαι όμορφος… Το γεγονός ότι μια γυναίκα αποδέχεται τον άντρα της με τις «ιδιαιτερότητές» του, ενώ εκείνη μαραζώνει για να διατηρήσει την οικογένεια, δεν θα έπρεπε να είναι μέρος μιας κοινωνικής κομεντί, ενδεχομένως γιατί είναι πολύ πιο σύνθετο ζήτημα. Αυτές ήταν λίγες σκόρπιες σκέψεις, αφού δεν μπορούμε να αποκαλύψουμε την υπόθεση αλλά ψήγματά της, για μια ταινία αρκετά φλύαρη, που μας λέει ότι όλα είναι θέμα τύχης και έρωτα, ακόμα και η επιβίωση ενός μετανάστη στην αγγελικά πλασμένη Γαλλία της ΕΕ…