Στις 27 Νοέμβρη του 1095, στη Σύνοδο του Κλερμόν – Φεράν της Γαλλίας, ο πάπας Ουρβανός Β` κήρυξε τον «ιερό πόλεμο» εναντίον των «αλλόπιστων», μουσουλμάνων κατακτητών της «Αγίας Γης» και κάλεσε τους χριστιανούς της Δύσης να πολεμήσουν για την απελευθέρωση του Παναγίου Τάφου. Η κραυγή των συναθροισμένων πιστών «Ο Θεός το θέλει» (Dieus le lolt), που επανέλαβε ο πάπας, έγινε το σύνθημα της πρώτης Σταυροφορίας.
Οσοι θα έπαιρναν μέρος στην εκστρατεία θα ονομάζοταν «πολεμιστές του Χριστού», θα έφεραν στην ενδυμασία τους το σύμβολο του σταυρού και θα εξασφάλιζαν από την Εκκλησία την άφεση για τις βιαιότητες που θα «αναγκάζονταν» να διαπράξουν κατά τη διάρκεια της «ιερής εκστρατείας». Τέλος, θα είχαν πολλά κοσμικά – οικονομικά ωφελήματα.
Την πνευματική αρχηγία της πρώτης Σταυροφορίας, όπως ήταν φυσικό, ανέλαβε ο ίδιος ο πάπας και αντιπρόσωπος του ορίστηκε ο επίσκοπος του Ποδίου Αντεμάρ ντε Μοντέιγ. Χαρακτηριστικό της επιχείρησης ήταν ότι δεν υπήρχε ενιαία στρατιωτική διοίκηση, αλλά συμμετείχαν σ’ αυτή διάφορες στρατιές και ομάδες πολεμιστών με επικεφαλής σημαντικούς φεουδαρχικούς παράγοντες της Δύσης.
Οι πρώτοι που ανταποκρίθηκαν στην παπική έκκληση ήταν άτομα από λαϊκά στρώματα που αποτέλεσαν πέντε ομάδες άναρχου και ασυντόνιστου πλήθους από άντρες, γυναίκες και παιδιά που άρχισαν να κατευθύνονται προς την «Αγία Γη». Οι περισσότεροι από τους σταυροφόρους ήταν άτομα τυχάρπαστα, απελπισμένοι που εύρισκαν διέξοδο στην αθλιότητα που ζούσαν. Στην πορεία τους οι ομάδες αυτές επιδίδονταν σε λεηλασίες και σφαγές και ορισμένες από αυτές δεν άργησαν να διαλυθούν.
Τον Ιούνη του 1096 η μια από τις δύο μεγάλες και σχετικά καλύτερα οργανωμένες ομάδες σταυροφόρων έφτασε στην Κωνσταντινούπολη με επικεφαλής τον Γουαλτέριο τον Ακτήμονα. Η περιπετειώδης πορεία των σταυροφόρων στις χώρες της Κεντρικής και Νοτιοανατολικής Ευρώπης είχε ποικίλα επεισόδια. Συγκρούσεις με τους ντόπιους πληθυσμούς, λεηλασίες και καταστροφές των πόλεων και της υπαίθρου, πολλές απώλειες σε ανθρώπινες ζωές.
Στη συνέχεια, οι σταυροφόροι πέρασαν στη Μικρά Ασία και προχώρησαν προς την Ιερουσαλήμ, την οποία κατέλαβαν στις 15 Ιουλίου του 1099. Ο σκοπός της εκστρατείας επιτεύχθηκε, αλλά αυτό που σφράγισε την επιχείρηση ήταν η λεηλασίες και οι σφαγές που διέπραξαν οι «πολεμιστές του Χριστού». Το «ιδανικό» της απελευθέρωσης του Πανάγιου Τάφου αποκαλύφθηκε ότι χρησιμοποιήθηκε ως προκάλυμμα του κατακτητικού μένους και της άπληστης διαρπαγής των εμπνευστών της.