Η Παγκόσμια Ημέρα Φωτογραφίας καθιερώθηκε από το 2010 στις 19 Αυγούστου, με στόχο να παροτρυνθούν φωτογράφοι διεθνώς να επικοινωνήσουν μέσω της τέχνης της φωτογραφίας. Αφορμή για την επιλογή της συγκεκριμένης ημέρας υπήρξε η εφεύρεση της νταγκεροτυπίας (daguerreotype), μια φωτογραφική διαδικασία η οποία αναπτύχθηκε από τους Γάλλους Louis Daguerre και Joseph Nicephore Niepce το 1837. Στις 9 Ιανουαρίου 1839 η Γαλλική Ακαδημία Επιστημών δημοσίευσε επίσημα τη διαδικασία της νταγκεροτυπίας και στις 19 Αυγούστου του ίδιου έτους η Γαλλική κυβέρνηση αγόρασε το δίπλωμα ευρεσιτεχνίας και παρουσίασε την εφεύρεση ως ένα δώρο στον κόσμο, ελεύθερο δικαιωμάτων. Η νταγκεροτυπία ήταν η εξέλιξη της ηλιογραφίας και πρόδρομος της φωτογραφικής εμφάνισης όπως αυτή εξελίχθηκε και καθιερώθηκε μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, με ορόσημο την αντικατάσταση της φωτογραφικής πλάκας με το φιλμ από τον George Eastman το 1884.
Γράφει ο \\ Αστέρης Αλαμπής _Μίδας
Με τον όρο φωτογραφία αναφερόμαστε στην τέχνη και στην επιστήμη της δημιουργίας οπτικών εικόνων μέσω της αποτύπωσης του φωτός, με χρήση κατάλληλων συσκευών (φωτογραφικές μηχανές). Ετυμολογικά, η λέξη προέρχεται από τις ελληνικές φως + γραφή. Πέρα από την τεχνολογική της διάσταση, αναγνωρίζεται ως ένα από τα ευρύτερα διαδεδομένα μέσα επικοινωνίας του 20ού αιώνα καθώς και ως μία μορφή τέχνης συγγενική με τη ζωγραφική. Σήμερα είναι 100% ψηφιοποιημένη
Η θρυλική – made in USSR-CCCP «Komsomolets» Любитель-Lubitel
Ιστορία
Camera obscura
Οι πρώτες φωτογραφίες αποτελούν ουσιαστικά απλές προβολές εικόνων πάνω σε κάποια επιφάνεια. Ως πρώτη φωτογραφική “μηχανή” μπορεί να θεωρηθεί ένα σκοτεινό δωμάτιο ή κουτί (camera obscura) που στη μία άκρη διαθέτει μια γυαλιστερή επιφάνεια και στην απέναντι άκρη μία πολύ μικρή οπή. Σε μία τέτοια κατασκευή, οι ακτίνες του φωτός διαδίδονται μέσα από την οπή και σχηματίζουν πάνω στην επιφάνεια ένα είδωλο των αντικειμένων έξω από το δωμάτιο ή κουτί. 4ος πΧ. αιώνας: (γύρω στο 350). Ο Αριστοτέλης περιγράφει τον τρόπο που λειτουργεί η απλούστερη φωτογραφική μηχανή, η γνωστή ως camera obscura. Αργότερα, στον 11ο αιώνα, ο άραβας επιστήμονας Αλχαζέν περιγράφει το ίδιο φαινόμενο. Στη συνέχεια και για πολλούς αιώνες, αρκετοί ασχολήθηκαν με την camera obscura και το 1558 ο Giovanni della Porta είναι ίσως ο πρώτος που συνιστά τη χρήση μιας ανάλογης φορητής συσκευής στους ζωγράφους για σχεδίαση πορτρέτων και τοπίων. Λίγο νωρίτερα, στα 1550 είχε ήδη συντελεστεί μια σημαντική τροποποίηση της camera obscura και συγκεκριμένα η προσθήκη ενός κοίλου φακού στην οπή εισόδου του φωτός, από τον Girolamo Gardano. Το 1568 ο Daniello Barbaro επινόησε επιπλέον ένα είδος διαφράγματος που επέτρεπε την εστίαση της εικόνας, ενώ το 1636 ο Daniel Schwenter εφηύρε ένα σύστημα πολλαπλών φακών, διαφορετικών εστιακών αποστάσεων, πρόδρομο του σημερινού ζουμ. Μπορούμε να πούμε πως η φωτογραφική μέθοδος του 16ου αιώνα λειτουργεί πάνω στις ίδιες αρχές με τις σύγχρονες φωτογραφικές μηχανές.
Οι μετέπειτα μεταβολές της πρωταρχικής camera obscura οδήγησαν κυρίως σε περισσότερο ελαφρές μηχανές. Παράλληλα ξεκίνησαν οι προσπάθειες για τη μόνιμη αποτύπωση της εικόνας σε μια φωτοευαίσθητη επιφάνεια, καθώς παρέμενε σημαντικό μειονέκτημα το γεγονός ότι η απλή camera obscura δεν μπορούσε να διατηρήσει τα είδωλα των αντικειμένων.
Χημική φωτογραφία
Τα πρώτα πειράματα πάνω σε φωτοευαίσθητα υλικά χρονολογούνται περίπου στις αρχές του 18ου αιώνα και ανήκουν στον Γιόχαν Χάινριχ Σούλτσε (Johann Heinrich Schulze), ο οποίος είχε πετύχει την αποτύπωση του φωτός πάνω σε ένα φωτοευαισθητοποιημένο από άλατα αργύρου χαρτί, αλλά στάθηκε αδύνατη η στερέωση (φιξάρισμα) της εικόνας. Αργότερα (1815), ο Γάλλος ερευνητής Νικηφόρος Νιέπς (Nicéphore Niépce) με τη βοήθεια του αδελφού του, Κλαύδιου, επανέλαβε (ανεξάρτητα) την αποτύπωση μιας αρνητικής εικόνας[2], με την ίδια όμως δυσκολία στερέωσής της στο χαρτί. Το 1826 ωστόσο, κατάφερε να αποτυπώσει απευθείας σε “θετικό” την πρώτη φωτογραφία της ιστορίας, χάρη στη χρήση ενός παραγώγου του πετρελαίου. Για την αποτύπωση της φωτογραφίας αυτής απαιτήθηκε έκθεση στο φως για διάστημα οκτώ ωρών και το θέμα της ήταν οι στέγες των παραθύρων του χωριού Chalon-sur-Saone της Γαλλίας. Ο ίδιος ο Νιέπς ονόμασε την τεχνική του ηλιογραφία και προσπάθησε -χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία- να τη διαδώσει. Παράλληλα με τον Νιεπς, ο αυτοαποκαλούμενος ζωγράφος Λουί Ζακ Μαντ Νταγκέρ (Louis Jacques Mande Daguerre) και εφευρέτης του προδρόμου του κινηματογράφου (Diorama), πειραματιζόταν επίσης με την τεχνική της φωτογραφίας και ήταν ο ίδιος που πρότεινε στον Νιέπς να συνεργαστούν εμπορικά. Αν και ο Νταγκέρ δεν είχε ιδιαίτερες επιστημονικές γνώσεις, μετά το θάνατο του Νιέπς, το 1833, επιδόθηκε στην τελειοποίηση της μεθόδου του και τελικά τα κατάφερε, επινοώντας τη μέθοδο της νταγκεροτυπίας, την οποία ανακοίνωσε και επίσημα το 1839 στην Ακαδημία Επιστημών και στην Ακαδημία Καλών Τεχνών. Η μέθοδος αυτή βασίστηκε στη δημιουργία μιας θετικής φωτογραφίας και ως τεχνική ήταν παραπλήσια αυτής που χρησιμοποιούν οι σύγχρονες μηχανές τύπου Πολαρόιντ. Με τη βοήθεια του επιστήμονα και πολιτικού Φρανσουά Αραγκό (Francois Arago), ο Νταγκέρ πέτυχε να πουλήσει μάλιστα τα δικαιώματα της νταγκεροτυπίας στο Γαλλικό δημόσιο.
Νωρίτερα ωστόσο από τον Νταγκέρ, ο Άγγλος λόγιος και επιστήμονας Ουίλιαμ Φοξ Τάλμποτ (William Fox Talbot) είχε ανακαλύψει μια άλλη αντίστοιχη μέθοδο, την οποία είχε κρατήσει μυστική. Μετά τη γνωστοποίηση της νταγκεροτυπίας, έσπευσε να την ανακοινώσει, ερχόμενος και σε ρήξη με τον Νταγκέρ σχετικά με την πατρότητα της φωτογραφίας. Ο Τάλμποτ ονόμασε αρχικά την τεχνική του καλοτυπία, αλλά αργότερα μετονομάστηκε σε ταλμποτυπία. Επρόκειτο ουσιαστικά για την δημιουργία μιας ενδιάμεσης αρνητικής εικόνας, που αργότερα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί για την αναπαραγωγή της θετικής, πραγματικής εικόνας. Η καλοτυπία υστερούσε σε ποιότητα έναντι της νταγκεροτυπίας· ωστόσο αυτό ήταν λογικό, καθώς χρησιμοποιούσε χαρτί σαν βάση για το αρνητικό, με αποτέλεσμα η υφή του να διακρίνεται πάνω στη φωτογραφία.
Από πολλούς ο Talbot θεωρείται πατέρας της σύγχρονης φωτογραφίας, κυρίως διότι συνέλαβε τη σχέση ανάμεσα στην αρνητική και θετική φωτογραφία. Οι όροι αρνητικό και θετικό χρησιμοποιήθηκαν για πρώτη φορά από τον Τζον Χέρσελ (John Herschel), φίλο του Τάλμποτ. Επιπλέον ο Τάλμποτ ήταν ο πρώτος που δημοσίευσε βιβλίο με συλλογή φωτογραφιών, ενώ λειτούργησε την πρώτη επιχείρηση μαζικής αναπαραγωγής και πώλησης φωτογραφιών στο Ρίντινγκ, κοντά στην πόλη του Λονδίνου.
Διάδοση
Οι όποιες ατέλειες του αρνητικού της καλοτυπίας, σταδιακά περιορίστηκαν με την παράλληλη εξέλιξη της τεχνικής και ειδικότερα με τη χρήση ειδικών γυάλινων πλακών, αρχικά υγρών και αργότερα ξηρών, οι οποίες έπαιζαν τον ρόλο των σύγχρονων φίλμ και υποκαθιστούσαν όλα τα χημικά που απαιτούνταν παλαιότερα. Οι πλάκες αυτές ωστόσο ζύγιζαν αρκετά, με αποτέλεσμα να μην είναι εύκολο να διαδοθεί η χρήση της φωτογραφικής μηχανής. Τον Ιούλιο του 1888 πραγματοποιήθηκε η επαναστατική για την εποχή ανακάλυψη του φιλμ σε ρολό. Η ιδέα ανήκε στον Τζορτζ Ίστμαν (George Eastman), τραπεζικό υπάλληλο, ο οποίος κατασκεύασε έτσι την πρώτη φωτογραφική μηχανή-κουτί (box camera), την οποία και ονόμασε Kodak. Η μηχανή αυτή χαρακτηριζόταν από μικρό βάρος (περίπου ένα κιλό), είχε μικρές διαστάσεις και διέθετε ένα σταθερό διάφραγμα. Ήταν επιφορτωμένη με ένα ρολό φωτοευαίσθητου χαρτιού πάνω στο οποίο μπορούσαν να αποτυπωθούν πολλές φωτογραφίες, τις οποίες αναλάμβανε το εργοστάσιο της Kodak να εμφανίσει και να τυπώσει. Το σύνθημα με το οποίο προωθήθηκε η νέα φωτογραφική μηχανή ήταν “εσείς πιέζετε το κουμπί, εμείς αναλαμβάνουμε τα υπόλοιπα”. Η ανακάλυψη αυτή αποτέλεσε ορόσημο για την μαζική χρήση της φωτογραφικής μηχανής, ενώ είχε συμβολή και στην εμπορική ανάπτυξη της φωτογραφίας. Από την περίοδο αυτή μέχρι σήμερα ελάχιστες σημαντικές τροποποιήσεις συντελέστηκαν στη χημική φωτογραφία, με κυριότερη ίσως την τεχνική της έγχρωμης φωτογραφίας.
Έγχρωμη φωτογραφία
Η τεχνική της φωτογραφίας χρώματος εξερευνήθηκε σε ολόκληρη τη διάρκεια του 19ου αιώνα. Τα αρχικά πειράματα αποτύγχαναν να αποτρέψουν το χρώμα από την εξασθένιση. Η πρώτη φωτογραφία χρώματος αποτέλεσε γεγονός το 1861, χάρη στο φυσικό James Clerk Maxwell.
Μια από τις πρώτες μεθόδους για έγχρωμες φωτογραφίες περιλάμβανε τη χρήση συνολικά τριών φωτογραφικών μηχανών κάθε μια απο τις οποίες είχε ένα διαφορετικό φίλτρο χρώματος μπροστά από τον φακό. Το πρώτο έγχρωμο φιλμ (Autochrome) κυκλοφόρησε ως εμπορικό προϊόν το 1907 αλλά η σύσταση του ήταν διαφορετική από του μεταγενέστερου φιλμ Kodachrome, που κυκλοφόρησε το 1935 βασισμένο σε τρία επιχρωματισμένα στρώματα, το κάθε ένα ευαίσθητο σε ένα από τα τρία πρωτεύοντα χρώματα (μπλε, πράσινο και κόκκινο). Τα έγχρωμα φιλμ διακρίνονται σε έγχρωμα αρνητικά ή έγχρωμα θετικά (ή διαφάνειες, slides).
Ψηφιακή φωτογραφία
Η ψηφιακή φωτογραφία αποτελεί ίσως την τελευταία σημαντική εξέλιξη σε ό,τι αφορά την τεχνική της φωτογραφίας. Στην ψηφιακή φωτογραφία, αντί για το κοινό “χημικό” φιλμ, χρησιμοποιούνται φωτοευαίσθητοι αισθητήρες. Το μέρος της φωτογραφικής μηχανής που βοηθά την εστίαση της εικόνας είναι το ίδιο. Βέβαια, συνοδεύεται πια από πολλά βοηθητικά ηλεκτρονικά μέσα. Οι αισθητήρες αποτελούνται από έναν αριθμό μικροσκοπικών εικονοστοιχείων, στα οποία αναλύεται η εικόνα. Χρησιμοποιούνται εξειδικευμένα εικονοστοιχεία για κάθε ένα από τρία βασικά χρώματα. Κάθε ένα καταγράφει τις πληροφορίες σχετικά με την ένταση του εισερχόμενου φωτός από το συγκεκριμένο χρώμα. Στην συνέχεια μετατρέπεται η ένταση σε ένα δυαδικό αριθμό που αποτελεί τη μέτρησή της. Οι πληροφορίες αυτές μεταφέρονται στα ηλεκτρονικά κυκλώματα της μηχανής, τα οποία επεξεργάζονται και αποθηκεύουν την εικόνα σε μορφή αναγνώσιμη από άλλα μέσα. Η μορφή αυτή είναι μία σειρά δυαδικών αριθμών κατάλληλα οργανωμένων, οι οποίοι αποθηκεύονται σε ειδική προσθαφαιρούμενη ηλεκτρονική κάρτα μνήμης που φέρουν οι μηχανές αυτές. Στην συνέχεια, απ΄ αυτή την κάρτα, η φωτογραφία είναι έτοιμη να αναπαραχθεί, με τη βοήθεια αποκωδικοποιητών της μορφής αποθήκευσης, όπου χρειάζεται: είτε στην οθόνη της ίδιας μηχανής, είτε, με μεταφορά, σε άλλα μέσα, π.χ., ηλεκτρονικούς υπολογιστές. Ορισμένες συνηθισμένες μορφές-τύποι αποθήκευσης σε ψηφιακά μέσα είναι οι: jpeg, tiff, bmp, gif, png.
Τα μέσα αναπαραγωγής της εικόνας είναι οι ίδιες οι φωτογραφικές μηχανές, οι οθόνες των ηλεκτρονικών υπολογιστών αλλά και μυριάδες μέσα ψηφιακής απεικόνισης. Για κάθε ένα από αυτά, χρειάζεται η προσαρμογή της μορφής καταγραφής στις απαιτήσεις του συστήματος. Η πρώτη εμπορική ψηφιακή φωτογραφική μηχανή παρουσιάστηκε το 1990. Σήμερα, οι ψηφιακές μηχανές αποτελούν ευρύτατα διαδεδομένα καταναλωτικά προϊόντα, ενώ συνεχίζουν να εξελίσσονται ενσωματώνοντας επιπλέον δυνατότητες, καθώς και βιντεοσκόπηση, με ή χωρίς καταγραφή ήχου.
Είδη
Μπορούμε να διακρίνουμε μερικούς από τους σπουδαιότερους τομείς της φωτογραφίας:
- Φωτοειδησεογραφία: Αφορά την εικονογράφηση της επικαιρότητας και οι φωτογραφίες αυτού του είδους διοχετεύονται συνήθως στον ημερήσιο και εβδομαδιαίο τύπο μέσω πρακτορείων, τα οποία και εκπροσωπούν τον φωτογράφο.
- Διαφημιστική φωτογραφία – φωτογραφία στούντιο: Αποτελεί ένα σημαντικό είδος που περιλαμβάνει τη φωτογραφία αντικειμένων, τη φωτογραφία μόδας αλλά και τη φωτογραφία πορτραίτων. Συνδέεται με την παραγωγή, περισσότερο, εμπορικής φωτογραφίας.
- Αρχιτεκτονική φωτογραφία – Εσωτερικών Χώρων: Περιλαμβάνει τη φωτογράφηση κτιρίων και εσωτερικών χώρων. Η οπτική γωνία της φωτογραφικής λήψης και ο φωτισμός και οι ιδιαιτερότητες ενός εσωτερικού χώρου αποτελούν τα κύρια αντικείμενα μελέτης για αυτό το είδος φωτογραφίας.
- Φωτογραφία τέχνης: Αν και η πρώτη φωτογραφία αποτυπώθηκε το 1826, χρειάστηκε τουλάχιστον μισός αιώνας προκειμένου να γίνει η φωτογραφία αποδεκτή ως αυτόνομη και ανεξάρτητη τέχνη. Είναι ωστόσο γεγονός ότι, ακόμα και σήμερα, αμφισβητείται από πολλούς η φωτογραφία ως μορφή τέχνης, θεωρούμενη περισσότερο ως μια τεχνική ρεαλιστικής αναπαραγωγής εικόνων. Φωτογράφοι όπως ο Ανρί Καρτιέ-Μπρεσόν, ο Αντρέ Κερτέζ και ο Άλφρεντ Στίγκλιτς (Alfred Stieglitz) θεωρείται πως έδωσαν σπουδαία δείγματα φωτογραφίας τέχνης.
- Αστροφωτογραφία: Ανήκει σε μια μορφή τέχνης και έχει ως στόχο τη φωτογραφική απεικόνιση αντικειμένων του νυχτερινού ουρανού. Περιλαμβάνει εικόνες αστρονομικών φαινομένων και εικόνες ουράνιων αντικειμένων βαθέως ουρανού, όπως τα αστρικά σμήνη, τα νεφελώματα και τους γαλαξίες που είναι ορατά και καταγράψιμα μόνο με τηλεσκόπια.
Επεξεργασία
Μετά την αποτύπωση της φωτογραφίας στο φιλμ πρέπει να ακολουθήσει η εμφάνιση του φιλμ, δηλαδή η επεξεργασία του για τη σταθεροποίηση της εικόνας, ώστε να μπορεί να εκτεθεί στο φως χωρίς να καταστραφεί. Στη συνέχεια, γίνεται η εκτύπωση κάθε καρέ σε φωτογραφικό χαρτί, δηλαδή χαρτί με κατάλληλες φωτοευαίσθητες επιστρώσεις. Αυτή γίνεται με την προβολή της εικόνας του αρνητικού πάνω στο εν λόγω χαρτί. Κατά τη διάρκεια αυτών των εργασιών είναι δυνατόν να γίνουν μια σειρά από παρεμβάσεις που μεταβάλλουν το τελικό αποτέλεσμα, δίνοντας ξεχωριστό χαρακτήρα.
Για τις ψηφιακές φωτογραφίες, είναι δυνατή η επεξεργασία με ψηφιακά μέσα. Αυτό μπορεί να γίνει είτε μέσα στην φωτογραφική μηχανή, είτε σε ηλεκτρονικό υπολογιστή. Για τον σκοπό αυτό, έχει αναπτυχθεί μία μεγάλη σειρά από προγράμματα.
Nelly’s: Η φωτογράφος της κινητικότητας Νέλλη Σουγιουλτζόγλου
©®™ Πνευματικά Δικαιώματα
Το προϊόν της Φωτογραφίας, ως Τέχνη και Τεχνική, υπόκειται σε πνευματικά δικαιώματα. Αυτά διέπονται από Κρατικές Νομοθεσίες, διαφορετικές σε κάθε κράτος αλλά και σε διεθνείς συνθήκες. Ειδικά στην Ελλάδα, τα πνευματικά δικαιώματα φωτογραφίας προστατεύονται από τα άρθρα του Νόμου 2121/1993 (μετά τον 2387/1920) και από ορισμένες τροποποιήσεις που περιλαμβάνονται στους Νόμους 3057/2002 και 3207/2003
Διάσημοι φωτογράφοι
- Άνσελ Άνταμς (1902-1984)
- Μπιλ Μπραντ (1904-1983)
- Μπρασάι (Gyula Halász) (1899-1984)
- Ρόμπερτ Κάπα (1913-1954)
- Ανρί Καρτιέ-Μπρεσόν (1908-2004)
- Γουόκερ Έβανς (1903-1975)
- Αντρέ Κερτέζ (1894-1985)
- Γιουτζήν Σμιθ (1918-1978)
- Αλεξάντερ Ροντσένκο (1891-1956)
- Άλφρεντ Στίγκλιτς (1864-1946)
- Πωλ Στραντ (1890-1976)
- Έντουαρντ Γουέστον (1886-1958)
- Γκάρι Γουίνογκραντ (1928 – 1984)
- Έντουαρντ Έμερσον Μπάρναρντ (1857-1923) και
- Εκατοντάδες ακόμη +
- Marc Riboud _ο αγαπημένος μου
Ο Marc Riboud γεννήθηκε το 1923 στο Saint-Genis-Laval κοντά στη Λυών. Το 1937 στο Exposition Universelle στο Παρίσι τράβηξε τις πρώτες του φωτογραφίες χρησιμοποιώντας μια Kodak τσέπης που του έδωσε ο πατέρας του για τα 14α γενέθλιά του. Το 1944 εντάχθηκε στην εθνική αντίσταση στο Vercors. Από το 1945 – 1948 σπούδασε μηχανικός στην Ecole Centrale της Λυών και άρχισε να εργάζεται. Τρία χρόνια αφότου πήρε την απόφαση να γίνει φωτογράφος. Το 1953 η φωτογραφία του ενός ζωγράφου στον Πύργο του Άιφελ εμφανίστηκε στο περιοδικό Life. Αυτή ήταν η πρώτη του δημοσίευση. Προσκεκλημένος από τον Henri Cartier-Bresson και τον Robert Capa εντάχθηκε στο Magnum Photos.
Το 1955, ταξίδεψε οδικώς μέσω της Μέσης Ανατολής και του Αφγανιστάν στην Ινδία και έμεινε για ένα χρόνο. Το 1957 ταξίδεψε από την Καλκούτα στην Κίνα κάνοντας την πρώτη από τις πολλές μακροχρόνιες παραμονές. Το οδικό του ταξίδι στην Ανατολή τελείωσε στην Ιαπωνία όπου βρήκε το θέμα για το πρώτο του βιβλίο, Women of Japan. Το 1960, μετά από τρίμηνη παραμονή στην ΕΣΣΔ, κάλυψε τον αγώνα για ανεξαρτησία στην Αλγερία και την Υποσαχάρια Αφρική. Μεταξύ 1968 και 1969 φωτογράφιζε τόσο στο Νότιο όσο και στο Βόρειο Βιετνάμ, ένας από τους λίγους φωτογράφους που επέτρεψαν την είσοδο και στα δύο. Τις δεκαετίες του ’80 και του ’90, επέστρεφε τακτικά στην Ανατολή και την Άπω Ανατολή, ειδικά το Angkor και το Huang Shan, αλλά ακολούθησε επίσης τη ραγδαία και σημαντική αλλαγή της Κίνας, μιας χώρας που κοιτούσε για τριάντα χρόνια.Το 2011 ο Marc Riboud πραγματοποίησε 192 πρωτότυπες εκτυπώσεις που έγιναν μεταξύ 1953 και 1977 στο Εθνικό Μουσείο Μοντέρνας Τέχνης στο Παρίσι. Το έργο του έχει κερδίσει πολλά βραβεία κύρους και εκτίθεται σε μουσεία και γκαλερί στο Παρίσι, τη Νέα Υόρκη, τη Σαγκάη, το Τόκιο και άλλα.
Πέθανε στο Παρίσι, σε ηλικία 93 ετών, στις 30 Αυγούστου 2016. Ο πυρήνας των αρχείων του δωρήθηκε στο Εθνικό Μουσείο Ασιατικών Τεχνών – Guime.
Το Αρχείο της ΕΡΤ στο πλαίσιο του εορτασμού της παρουσιάζει την εκπομπή ΟΠΤΙΚΗ ΓΩΝΙΑ-VIEW POINT _ ΤΟ ΔΙΛΗΜΜΑ
Σειρά ντοκιμαντέρ για τη φωτογραφία η οποία ασχολείται με τις σύγχρονες τάσεις στη φωτογραφία μέσα από την οπτική των ίδιων των φωτογράφων. Στη συγκεκριμένη εκπομπή δύο από τους καλύτερους φωτορεπόρτερ της χώρας μας ο Γιάννης Μπεχράκης (1960-2019) επικεφαλής του φωτογραφικού τμήματος του πρακτορείου Reuters και ο Λευτέρης Πιταράκης (Associated Press) μιλούν για το ρόλο του φωτορεπόρτερ στην καταγραφή του σύγχρονου κόσμου και ειδικά τη λειτουργία τους σε εμπόλεμες ζώνες και περιοχές με εντάσεις και βία.
Ο Γιάννης Μπεχράκης και ο Λευτέρης Πιταράκης έχουν καταγράψει με τη φωτογραφική τους μηχανή πολεμικά γεγονότα μέγιστης πολιτικής σημασίας και στιγμές που σημάδεψαν την ανθρωπότητα. Οπτικά εμπλουτισμένο με το έργο των δύο φωτορεπόρτερ, το επεισόδιο με τίτλο «Το δίλημμα», αναφέρεται στο ρόλο του φωτορεπόρτερ και τα ηθικά ζητήματα που προκύπτουν σε καταστάσεις πολέμου και ακραίας βίας. Μάρτυρες μεγάλων ιστορικών γεγονότων με αντίκτυπο την καταστροφή και τη φρίκη, της τραγωδίας του πολέμου και ανθρωπίνων φρικαλεοτήτων, ανατρέχουν στις μνήμες τους από την πολυετή πορεία τους και αποτυπώνουν τις δυσκολίες του «επαγγέλματος» του πολεμικού ανταποκριτή.
Ο Γιάννης Μπεχράκης (Reuters) στην πολυετή καριέρα του, μεταξύ άλλων, είχε καλύψει τους πολέμους στα Βαλκάνια, στην Τσετσενία, τη Σομαλία, το Αφγανιστάν, τον Περσικό Κόλπο, τη Λιβύη, την «αραβική άνοιξη» κ.α. Στην εκπομπή αφηγείται συγκεκριμένα περιστατικά από τον Πόλεμο της Βοσνίας το 1993 τα οποία βίωσε ο ίδιος παρουσιάζοντας ταυτόχρονα φωτογραφίες ανυπέρβλητης σκληρότητας. Μιλά επίσης για το προσωπικό ύφος που επιδιώκει να δημιουργήσει σε σχέση με το αποτέλεσμα.
Η μαρτυρία του Λευτέρη Πιταράκη, ανταποκριτή του Associated Press και μαθητή του Γιάννη Μπεχράκη, φωτίζει τη δουλειά των φωτορεπόρτερ, τις προσωπικές τους δεσμεύσεις και την υπερπροσπάθεια που απαιτείται στα πεδία των μαχών και των συγκρούσεων όπου καραδοκεί πάντα το μοιραίο.
Περιγράφουν και οι δυο φωτορεπόρτερ την περίοδο που κλήθηκαν να καλύψουν την προσφυγική κρίση στην Τυνησία εξαιτίας του Εμφύλιου Πολέμου στη Λιβύη το 2011, μην παραλείποντας να αναφερθούν και στην μεταξύ τους φιλική σχέση που αναπτύχθηκε στις δύσκολες συνθήκες, αν και προερχόμενοι από ανταγωνιστικά πρακτορεία.
Σκιαγραφούνται επίσης οι ανθρώπινες ευαισθησίες, καθώς και το ψυχολογικό κόστος του επαγγέλματος του φωτοδημοσιογράφου κατά τη διάρκεια της κάλυψης γεγονότων συνυφασμένων με την ανθρώπινη τραγωδία. Χαρακτηριστική αναφορά η περίπτωση του Νοτιοαφρικανού και βραβευμένου με Πούλιτζερ φωτογράφου Κέβιν Κάρτερ (Kevin Karter), ο οποίος αυτοκτόνησε επηρεασμένος από τη λήψη με τον φωτογραφικό του φακό μιας εικόνας που συγκλόνισε τον κόσμο το 1993, με το μικρό σκελετωμένο κορίτσι και το όρνεο που αδημονούσε για τον θάνατο του μικρού πλάσματος, στο νότιο Σουδάν. Η φωτογραφία είχε δημοσιευτεί στην εφημερίδα New York Times και έμεινε στην ιστορία με τον τίτλο “Το κορίτσι και ο Γύπας”. Έτος παραγωγής: 2013_ Σενάριο – Σκηνοθεσία: Σταύρος Ψυλλάκης