Στις 16 Οκτώβρη του 1960, κατά τη διάρκεια μιας θυελλώδους συνεδρίασης στη Βουλή για τη διαβόητη «υπόθεση Μέρτεν», βουλευτές του κυβερνώντος κόμματος της ΕΡΕ επιτίθενται κατά βουλευτών της αξιωματικής αντιπολίτευσης, της ΕΔΑ. Σημειώνονται συμπλοκές και η συνεδρίαση διακόπτεται. Το επεισόδιο υπογράμμιζε τη σημασία της υπόθεσης αυτής, η οποία είχε ως κεντρικό πρόσωπο τον πρώην ναζί αξιωματικό Μαξ Μέρτεν (1911-1976), ο οποίος που υπηρέτησε στη Θεσσαλονίκη τη διετία 1942-1944, ως σύμβουλος της στρατιωτικής διοίκησης της πόλης και ευθυνόταν για σειρά εγκλημάτων πολέμου που διαπράχθηκαν κατά τη διάρκεια της Κατοχής στη Θεσσαλονίκη.
Β. Εφραιμίδης: Πώς άραγε ο Μέρτεν θα αποφυλακιστεί; Τι θα γράφει το αποφυλακιστήριο του;
Α. Φράγκος (Βουλευτής ΕΡΕ): Ο,τι γράφει και των ΕΛΑΣιτών, των σφαγέων του ελληνικού λαού.
Β. Εφραιμίδης: Προτείνω ακριβώς οι συλλογισμοί αυτοί να γραφτούν στο αποφυλακιστήριο του Γερμανού εγκληματία. Μόνο με αυτό το απαράδεκτο δικαιολογητικό ο Μέρτεν θα εξέλθει από τις φυλακές Αβέρωφ. Μετά, διασχίζοντας τη Λεωφόρο Αλεξάνδρας, θα κατέβει στο κέντρο της Αθήνας και θα μεταβεί στη γερμανική πρεσβεία. Στο βάθος θα αντικρίσει την Ακρόπολη, έχοντας την εντύπωση ότι θα πρέπει να κυματίζει ακόμη η γερμανική σημαία, γιατί ο τρόπος της αποφυλάκισής του θα σημαίνει γι’ αυτόν ακριβώς πως βρισκόμαστε ακόμα στην περίοδο της Κατοχής. Όμως στην άλλη πλευρά, στ’ ανήλιαγα κελιά, των φυλακών βρίσκονται ακριβώς εκείνοι που υποστείλανε τη σημαία του καταχτητή. Εάν κατά την έξοδό του από τη φυλακή ο Μέρτεν είχε στοιχειώδη ανθρωπισμό, θα έκανε ό,τι και ο Ιούδας που μετά την προδοσία απαγχονίστηκε. Μα ο Μέρτεν είναι ένα πωρωμένο πρόσωπο μια πωρωμένης καταστάσεως και δεν έχει το θάρρος αυτό. Θα καγχάζει για την αποφυλάκισή του.
(Από τα πρακτικά της Βουλής)
Ήταν ο άνθρωπος που υπέγραψε τη μεταφορά των 50.000 Εβραίων της Θεσσαλονίκης στο κολαστήριο του Άουσβιτς, ενώ είχε ευθύνη για αναρίθμητες αρπαγές και λεηλασίες των περιουσιών τους, που η συνολική τους αξία ξεπερνούσε τα 125.000.000 χρυσά φράγκα, ποσό τεράστιο για την εποχή αυτή. Ένα τμήμα του θησαυρού αυτού στάλθηκε στη Γερμανία και το υπόλοιπο θάφτηκε κάπου στη Βόρειο Ελλάδα, σύμφωνα με εκτιμήσεις.
Ο Μέρτεν συνελήφθη, κατά σύμπτωση, στην Αθήνα το Μάη του 1957. Το Μάρτη του 1958, εκδόθηκε το παραπεμπτικό βούλευμα και ορίστηκε η δίκη του. Το Νοέμβρη του 1958, ο πρωθυπουργός Κ. Καραμανλής και ο υπουργός Εξωτερικών Ε. Αβέρωφ πραγματοποίησαν επίσκεψη στη Δυτ. Γερμανία. Οι Δυτικογερμανοί ηγέτες ενδιαφέρονταν για τη διείσδυση του γερμανικού κεφαλαίου στην Ελλάδα. Ηθελαν, όμως, να σταματήσει και η δίωξη των εγκληματιών πολέμου στην Ελλάδα, ώστε παράγοντες της οικονομικής και πολιτικής ζωής της Δυτ. Γερμανίας, που βαρύνονταν με εγκλήματα ή είχαν εντάλματα για την κατοχική τους δράση, να μπορούν να μπαινοβγαίνουν ανενόχλητα στη χώρα μας.
Οπως αποδείχτηκε, η ελληνική κυβέρνηση προχώρησε σ’ αυτήν την κατάπτυστη συμφωνία, με αντάλλαγμα μερικά εκατομμύρια μάρκα. Στα τέλη του Γενάρη του 1959, ήρθε για συζήτηση στη Βουλή νομοσχέδιο «περί αναστολής διώξεως εγκληματιών πολέμου»… Μπροστά στις αντιδράσεις των βουλευτών της ΕΔΑ, η κυβέρνηση εξαίρεσε την περίπτωση Μέρτεν. Ολοι, όμως, γνώριζαν ότι επρόκειτο για παραπλανητικό ελιγμό.
Η δίκη του Μέρτεν άρχισε στις 11 Φλεβάρη του 1959 και κράτησε 20 μέρες. Ο Μέρτεν καταδικάστηκε σε ποινές από 6 έως 20 χρόνια για διάφορα αδικήματα, όπως παράνομες φυλακίσεις και εγκλεισμούς σε στρατόπεδα συγκέντρωσης Ελλήνων και Ισραηλιτών, φόνους και θάνατο από ασιτία Ισραηλιτών, «γκέτο» σε βάρος 56.000 Ισραηλιτών, καταστροφή του εβραϊκού νεκροταφείου Θεσσαλονίκης, εκτόπιση στα γερμανικά στρατόπεδα 40.000 Εβραίων κλπ. Τελικά, το Νοέμβρη του 1959, με τροποποίηση του προηγούμενου νόμου, ο Μέρτεν αποφυλακίστηκε και απελάθηκε. Στη Γερμανία συνελήφθη, αλλά γρήγορα αφέθηκε ελεύθερος… γύρισε στη Γερμανία και εισέπραξε αποζημίωση 100.000 δολαρίων για την «ταλαιπωρία που υπέστη στις ελληνικές φυλακές».
Λίγο αργότερα, το Σεπτέμβρη του 1960, η γερμανική εφημερίδα «Ηχώ του Αμβούργου» και το περιοδικό «Ντερ Σπίγκελ» δημοσίευσαν αφηγήσεις του Μέρτεν, σύμφωνα με τις οποίες ο Κ. Καραμανλής και ο υπουργός Εσωτερικών Δημ. Μακρής ήταν συνεργάτες των κατοχικών δυνάμεων. Το γεγονός προκαλεί σάλο στην Ελλάδα, όπου η κυβέρνηση απορρίπτει μετά βδελυγμίας τις «αποκαλύψεις», αρνείται, όμως, να απαντήσει στα ερωτήματα και τις καταγγελίες της ΕΔΑ για τους πραγματικούς λόγους απελευθέρωσης του Μέρτεν. Προκαλώντας έτσι και ένταση στη Βουλή.