- Εισαγωγή
Η φετινή παγκόσμια ημέρα για το περιβάλλον (5 Ιουνίου) είναι τέσσερις μέρες πριν τις ευρωεκλογές (9 Ιουνίου). Το ζήτημα του περιβάλλοντος και ειδικά της κλιματικής κρίσης αποτελούν κεντρικά ζητήματα πλέον στην πολιτική σκηνή. Σε μια παγκόσμια κοινότητα που το θέμα της περιβαλλοντικής κρίσης την αφορά άμεσα, παγκόσμιοι οργανισμοί και περιβαλλοντικές οργανώσεις το έχουν σηκώσει ψηλά. Ακόμα και κυβερνητικοί παράγοντες και κυβερνήσεις εμφανίζονται να έχουν βάλει ψηλά στην ατζέντα τους το περιβάλλον. Η Ευρωπαϊκή Ένωση στοιχιζόμενη με τις επιταγές της εποχής και προσπαθώντας να επιδείξει ένα ευαίσθητο πρόσωπο σχετικά με το ζήτημα, προβάλει την κλιματική κρίση ως διακύβευμα και ως πεδίο δοκιμασίας των πολιτικών διαχείρισης του περιβάλλοντος. Όμως με την ευκαιρία αυτής της ημερολογιακής σύμπτωσης είναι ευκαιρία να προβληματιστούμε σχετικά με αυτές τις πολιτικές διαχείρισης, τους στόχους και την αποτελεσματικότητά τους, από που εκπορεύονται και ποιους τελικά ωφελούν. Και να σκεφτούμε τελικά ενόψει των εκλογών για το Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο με γνώμονα το συμφέρον των πολλών, των λαών της Ευρώπης αλλά και το μέλλον των παιδιών μας.
Οι πολιτικές διαχείρισης του περιβάλλοντος σχεδιάζονται και υλοποιούνται από την Ευρωπαϊκή Ένωση μέσα στο υπάρχον πολιτικοοικονομικό πλαίσιο της ελεύθερης αγοράς του καπιταλισμού, στο οποίο το περιβάλλον αντιμετωπίζεται ως πεδίο εκμετάλλευσης και ως εμπόρευμα. Στη σελίδα 5 του «Σχεδίου δράσης της ΕΕ για μηδενική ρύπανση των υδάτων, του αέρα, και του εδάφους» που δημοσιεύτηκε την 12/5/2021 διαβάζουμε: «η ΕΕ δεν επιδιώκει να πετύχει μηδενική ρύπανση, σε ενωσιακό και σε παγκόσμιο επίπεδο, μέσω της επιβράδυνσης όλων των οικονομικών δραστηριοτήτων. Αντ’ αυτού, η ΕΕ μπορεί να διατηρήσει την ευημερία της ενώ παράλληλα μετασχηματίζει τους τρόπους παραγωγής και κατανάλωσης και ανακατευθύνει τις επενδύσεις προς τον στόχο της μηδενικής ρύπανσης». Ευθύς εξ’ αρχής, πριν ακόμα αρχίσει να πραγματεύεται στο σχέδιο την ποιότητα του περιβάλλοντος και τι θα κάνει, η ΕΕ σπεύδει να ξεκαθαρίσει το πλαίσιο: ότι είναι να γίνει, θα γίνει στο πλαίσιο της ελεύθερης αγοράς, του παγκόσμιου καπιταλισμού. Εκεί που το κέρδος είναι φετίχ. Είναι τοτέμ. Πριν απ’ οτιδήποτε άλλο, η ΕΕ σπεύδει να «προστατεύσει» το τοτέμ της. Το κέρδος. Σε αυτό το πλαίσιο το κέρδος αποτελεί βασικό στοιχείο λειτουργίας και κριτήριο επιτυχίας των πολιτικών που σχεδιάζονται και υλοποιούνται. Σε αυτό ακριβώς το πλαίσιο οι περιβαλλοντικές πολιτικές υλοποιούνται και κρίνονται.
Τη δεκαετία του ’80 εντοπίστηκε από την επιστημονική κοινότητα η τρύπα του όζοντος. Σαράντα χρόνια μετά και παρά τις πολιτικές που εφαρμόστηκαν η τρύπα παραμένει (Daily mail, 30/4/24) δείχνοντας ότι η αντιμετώπισή της είναι δύσκολη και το περιβαλλοντικό πρόβλημα είναι σύνθετο, πολυπαραγοντικό και πολυεπίπεδο, αναδεικνύοντας την οικο-κοινωνική αλληλεπίδραση και την αδυναμία μιας συνολικής αντιμετώπισης μέσα στο υπάρχον πλαίσιο.
Στις αρχές Δεκεμβρίου του 2023 έλαβε χώρα η Παγκόσμια Διάσκεψη για το κλίμα στα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα. Για πρώτη φορά στις εργασίες του έγινε σαφής αναφορά στα ορυκτά καύσιμα και τη σχέση τους με την κλιματική κρίση. Στις αποφάσεις του ήταν οι ουδέτερες και ασαφείς οδηγίες για μετάβαση σε ανανεώσιμες πηγές ενέργειας, ο διπλασιασμός της ενεργειακής απόδοσης και η επίσης ασαφής και ουδέτερη προτροπή για επιτάχυνση των πράσινων πολιτικών. Η Ευρωπαϊκή Ένωση που συμμετείχε στη διάσκεψη συμφώνησε με όλα και υιοθέτησε τις αποφάσεις. Και όλα αυτά με την αποδέσμευση Ευρωπαϊκών κεφαλαίων προς όφελος του ιδιωτικού κεφαλαίου το οποίο δρα με μοναδικό κριτήριο το κέρδος. Κάθε διάσκεψη για το κλίμα μοιάζει με το σκύλο που κυνηγά την ουρά του: σε κάθε διάσκεψη τίθενται στόχοι που στην επόμενη διάσκεψη κρίνονται ανέφικτοι ή ξεπερασμένοι και τίθενται νέοι ή εκφράζονται ευχολόγια για επιτάχυνση των πράσινων πολιτικών, οι οποίες ουσιαστικά αποτελούν προσπάθειες πράσινης επιδιόρθωσης (green fix όπως γράφει ο Andreas Malm) και επανεκκίνησης του καπιταλισμού. Και πουθενά μέσα σε όλο αυτό δε γίνεται λόγος για τα πραγματικά αίτια. Πουθενά σε αυτές τις αποφάσεις δεν διατυπώνεται, έστω και σε επίπεδο ψήγματος, οποιαδήποτε κριτική στο υπάρχον οικονομικό και παραγωγικό μοντέλο.
Σχεδόν καθημερινά γινόμαστε μάρτυρες μιας συνεχώς αυξανόμενης έντασης και συχνότητας ακραίων καιρικών φαινομένων. Ειδικά στην περιοχή της Μεσογείου τα κλιματικά μοντέλα δείχνουν ότι η κλιματική κρίση θα εκδηλωθεί με ιδιαίτερη ένταση. Η Ευρωπαϊκή Ένωση κάνει λόγο για πολιτικές προσαρμογής σε αυτές τις νέες συνθήκες κινητοποιώντας το τραπεζικό και ιδιωτικό κεφάλαιο του κατεστημένου κοινωνικοοικονομικού μοντέλου που λειτουργεί με κριτήριο το κέρδος. Το πεδίο της κλιματικής κρίσης γίνεται νέο πεδίο κερδοφορίας του κεφαλαίου. Οι περιβαλλοντικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβάλλουν την ανάγκη διαχείρισης της κλιματικής κρίσης και εντάσσονται στη γενικότερη Ευρωπαϊκή πολιτική αλλά αποκρύπτουν τις πραγματικές αιτίες.
Η ποιότητα του αέρα που αναπνέουμε στις μεγαλουπόλεις του σύγχρονου κόσμου, που συνεχώς επεκτείνονται, υποβαθμίζεται. Σε έναν κόσμο που υπερπαράγει και υπερκαταναλώνει ο αέρας είναι πεδίο απόθεσης των υπεραυξημένων αέριων αποβλήτων της βιομηχανικής παραγωγικής δραστηριότητας του ανθρώπου καθώς και της αυτοκίνησής του. Η σύσταση του αέρα που αναπνέουμε δεν είναι ίδια με τη σύσταση του αέρα που ανέπνεαν οι άνθρωποι πενήντα ή χίλια χρόνια πριν. Κάθε χημική ανάλυση του αέρα αποκαλύπτει την παρουσία του ανθρώπου και των παραγωγικών δραστηριοτήτων του. Των παραγωγικών δραστηριοτήτων που έχουν κλιμακωθεί από τον κυρίαρχο καπιταλισμό. Τα μέτρα που παίρνει η Ευρωπαϊκή Ένωση για την εξασφάλιση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα κινούνται προς την κατεύθυνση του περιορισμού της ελευθερίας κινήσεων των πολιτών και δεν αγγίζουν, επί της ουσίας, την ένταση, το βάθος και τους τρόπους της παραγωγικής διαδικασίας της ελεύθερης αγοράς, που συνεχίζει τη λειτουργία της στη βάση του κέρδους. Όσα μέτρα και αν παίρνονται και όσες διαχειριστικές πολιτικές και αν σχεδιάζονται και υλοποιούνται στο πλαίσιο του κυρίαρχου καπιταλιστικού μοντέλου παραγωγής, το πρόβλημα της ατμοσφαιρικής ρύπανσης παραμένει. Γινόμαστε καθημερινά μάρτυρες επιστημονικών ερευνών που αναδεικνύουν τη συνεχή υποβάθμιση της ποιότητας του ατμοσφαιρικού αέρα.
Ο τρόπος κοινωνικής οργάνωσης αποτυπώνεται στον τρόπο με τον οποίο το περιβάλλον εντάσσεται στις παραγωγικές δραστηριότητες. Το καπιταλιστικό μοντέλο παραγωγής αντιμετωπίζει το περιβάλλον ως εμπόρευμα καθώς εκμεταλλεύεται εμπορικά, οικονομικά και τουριστικά κάθε έκφανσή του. Το διαμελίζει, το πουλά και το εκμεταλλεύεται στο βωμό του ιδιωτικού κέρδους και το ιδιοποιείται ως πηγή πρώτων υλών και ενέργειας για τη λειτουργία του. Παράλληλα, αντιμετωπίζει το περιβάλλον ως πεδίο απόθεσης των αποβλήτων που παράγονται από τις παραγωγικές δραστηριότητές του. Το αποτέλεσμα είναι πόλεις ρυπασμένες με υποβαθμισμένες συνθήκες διαβίωσης και με ατμοσφαιρικό αέρα επιβαρυμένο. Θάλασσες επιβαρυμένες από την παγκόσμια παραγωγική δραστηριότητα και από τη θαλάσσια διακρατική μεταφορική υπερεκμετάλλευση. Απόβλητα τα οποία δεν εξαφανίζονται προφανώς από τον πλανήτη (μόνο τα αστικά στερεά απόβλητα που παράγονται παγκοσμίως ανά έτος είναι δύο δισεκατομμύρια τόνοι ικανά να καλύψουν το χώρο που καταλαμβάνουν 800.000 πισίνες ολυμπιακών διαστάσεων (πηγή: Μελέτη της Verisk Maplecroft, BBC)), αλλά μεταφέρονται και αποτίθενται σε οικονομικά ασθενέστερες χώρες έναντι μικρού οικονομικού ή πολιτικού οφέλους (η Ευρωπαϊκή Ένωση παρήγαγε 225,7 εκατομμύρια τόνους αστικών αποβλήτων το 2020, αυξημένους κατά 1% σε σύγκριση με το 2019, αν και χρονιά πανδημίας με μείωση δραστηριοτήτων και αυξημένοι κατά 14% σε σύγκριση με το 1995). Εκτάσεις γης επιβαρυμένες και εκτεθειμένες στις διαδικασίες υπερπαραγωγής και τα απόβλητά της. Αλλαγή χρήσης γης χωρίς μελέτη και χωρίς σχέδιο με μόνο σκοπό την κερδοφορία του κεφαλαίου.
Οι περιβαλλοντικές πολιτικές της Ευρωπαϊκής Ένωσης, οι οποίες ενσωματώνονται και στην Εθνική πολιτική, έχουν σκοπό τη διαχείριση του περιβαλλοντικού προβλήματος μέσα στο πλαίσιο του καπιταλισμού. Οι ουδέτερες περιβαλλοντικές πολιτικές που εφαρμόζονται μέσα σε αυτό το πλαίσιο δεν αμφισβητούν και δε θέτουν κανέναν προβληματισμό για το ρόλο και την ευθύνη του παγκόσμιου καπιταλισμού στην επιδείνωση του οικολογικού προβλήματος. Η ελεύθερη αγορά συνεχίζει να λειτουργεί στην κατεύθυνση της αρχής του «business as usual» γι’ αυτό και οι περιβαλλοντικές πολιτικές έρχονται σαν μια εξωτερική ανάγκη με σκοπό την επιδιόρθωση, τη διαχείριση ή/και την επανεκκίνηση/ώθηση της καπιταλιστικής ελεύθερης αγοράς. Πρόκειται όμως για κατασκευασμένες πολιτικές που αναδύονται ως εξωτερική ανάγκη και έρχονται να «μετριάσουν» ή να «διαχειριστούν» και όχι να «λύσουν». Πρόκειται για πολιτικές συμβατές και φιλικές με την κινητήρια δύναμη του καπιταλισμού, το κέρδος.
Σε αυτό το μήκος κύματος και οι πράσινες πολιτικές, το «new green deal» ή όπως αλλιώς τις βαφτίζουν. Δεν είναι τυχαίο ότι βάφτισαν «πράσινο» το αμερικανικό υγροποιημένο φυσικό αέριο (LNG) το οποίο έχει υψηλό περιβαλλοντικό αποτύπωμα κατά τη διαδικασία εξόρυξής του και καύσης του, αλλά κυρίως λόγω της μεταφοράς του από τις ΗΠΑ στην ΕΕ, που εξαιτίας πολιτικών σκοπιμοτήτων, εν ριπή οφθαλμού και ξεδιάντροπα υποβαθμίζουν το περιβαλλοντικό κόστος το οποίο υποτίθεται ότι είναι στα άμεσα ενδιαφέροντά τους. Δεν είναι επίσης τυχαίο ότι έχουν βαφτίσει «πράσινη» την πυρηνική ενέργεια με το άλυτο πρόβλημα των ιδιαίτερα επικίνδυνων αποβλήτων της αλλά και του κινδύνους που εγκυμονεί η χρήση της σε περίπτωση ατυχήματος. Μια απόφαση που λήφθηκε με γνώμονα την «ανταγωνιστικότητα» και την εξασφάλιση της «ενεργειακής ασφάλειας» της ΕΕ έναντι της Ρωσίας και της Κίνας. Το περιβαλλοντικό κριτήριο θυσιάζεται στα πόδια της «ανταγωνιστικότητας» και της «ενεργειακής ασφάλειας». Το περιβάλλον θυσιάζεται στο βωμό της γεωπολιτικής (το ότι ενδεχομένως μας βολεύει ως μια προσωρινή μεταβατική λύση στην κατεύθυνση της μείωσης ή τουλάχιστον μη αύξησης χρήσης ορυκτών καυσίμων, δεν την κάνει αυτομάτως ούτε «πράσινη» ούτε «ανανεώσιμη» καθώς τα παγκόσμια αποθέματα ουρανίου είναι συγκεκριμένα και περατά). Στα παραπάνω θα πρέπει να συνυπολογίσουμε ότι η κατασκευή και λειτουργία ενός πυρηνικού εργοστασίου είναι κοστοβόρα και η εξόρυξη ουρανίου κοστοβόρα και ενεργοβόρα.
Σε αυτό το ίδιο μήκος κύματος, οι δήθεν περιβαλλοντικά ευαίσθητες «πράσινες» πολιτικές της ΕΕ αφαίρεσαν τα μεγάλα υδροηλεκτρικά έργα από τα έργα Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας (ΑΠΕ), τα οποία μπορούν να παράγουν φθηνή ανανεώσιμη ενέργεια (εξαρτώνται από τη ροή των υδάτων). Επιπρόσθετα, αναγόρευσαν το φυσικό αέριο ως στρατηγικό καύσιμο, από την καύση του οποίου παράγεται διοξείδιο του άνθρακα και τυχόν διαρροή του κατά τη διάρκεια της παραγωγής και χρήσης του έχει πολλαπλασιαστικά αρνητικό αποτέλεσμα στο περιβάλλον.
Ο καπιταλισμός, ο οποίος στηρίχτηκε ιστορικά στην καύση ορυκτών καυσίμων, δεν είναι πράσινος. Είναι κατάμαυρος όπως ακριβώς τα αέρια απόβλητα που απελευθερώνονται στην ατμόσφαιρα από την καύση των ορυκτών καυσίμων. «Το κεφάλαιο» γράφει ο Μαρξ «γεννιέται στάζοντας αίμα και λάσπη από το κεφάλι μέχρι τα πόδια» (Μαρξ, «Η γένεση του κεφαλαίου» (2000): 103). Ο καπιταλισμός, που καίει αδιάλειπτα φυσικές πηγές ενέργειας και υποβαθμίζει το περιβάλλον, είναι μαύρος όπως τα καυσαέριά του από την καύση.
Η «πράσινη» πολιτική δεν στοχεύει στην επίλυση του οικολογικού προβλήματος. Στοχεύει στην επίλυση της υπερσυσσώρευσης κεφαλαίου. Στοχεύει να ανοίξει νέες ευκαιρίες κερδοφορίας για το κεφάλαιο. Χρησιμοποιώντας το οικολογικό πρόβλημα και την κλιματική κρίση ως μέσο τρομοκράτησης των λαών, εμφανίζει ως επιτακτικές ανάγκες «λύσεις» όπως η αλλαγή του στόλου των αυτοκινήτων σε ηλεκτρικά και η αναβάθμιση των κατοικιών σε ενεργειακά θωρακισμένες. Όμως τέτοιες «λύσεις» σε ένα καπιταλιστικό περιβάλλον αποτελούν πρώτης τάξεως ευκαιρία κερδοφορίας για το κεφάλαιο. Μια κερδοφορία την οποία καλούνται να πληρώσουν οι λαοί. Στοχεύει να διατηρήσει τον καπιταλισμό και να τον αναζωογονήσει. Όχι να τον ανατρέψει.
Ενόψει των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου είναι κρίσιμο να αντιμετωπίσουμε και να προσπαθήσουμε να προσεγγίσουμε τα κρίσιμα περιβαλλοντικά ερωτήματα. Είναι κρίσιμο η περιβαλλοντική πολιτική να μην προκύπτει ως εξωτερική ανάγκη διαχείρισης αλλά να αναδύεται εγγενώς μέσα από την κεντρική πολιτική της κοινωνίας. Μια πολιτική που να μην αντιμετωπίζει το περιβάλλον ως εμπόρευμα, ως μέσο κερδοφορίας, αλλά ως το πλαίσιο μέσα στο οποίο ο άνθρωπος διαβιεί με αξιοπρέπεια. Μια πολιτική σχεδιασμένη να ικανοποιεί τις πραγματικές ανάγκες των λαών. Μια τέτοια σχεδιασμένη πολιτική χρησιμοποιεί τόσο περιβάλλον και τόση ενέργεια όση του είναι αρκετή για να εξασφαλίσει την αξιοπρεπή διαβίωση όλων και, ταυτόχρονα, λαμβάνει υπόψη την ικανότητα και το ρυθμό του οικοσυστήματος να αναγεννάται. Μια τέτοια πολιτική δε θέτει σε κίνδυνο τη διαβίωση των μελλοντικών γενεών γιατί πολύ απλά δεν υπάρχει ανάγκη για ολοένα και μεγαλύτερη παραγωγή αγαθών. Γιατί σε μια τέτοια πολιτική, η παραγωγική διαδικασία δεν κρίνεται από την κερδοφορία της, ούτε τρέχει πίσω από το κέρδος, αλλά αντίθετα υπηρετεί τις λαϊκές ανάγκες.
Σε μια τέτοια πολιτική, ο σεβασμός στο περιβάλλον δεν είναι εξωτερική ηθική αξία αλλά αντιθέτως είναι εγγενές στοιχείο της. Σε μια τέτοια πολιτική δεν αναδύονται ως αναγκαίες οι εξωτερικές πολιτικές παρεμβάσεις τύπου «πράσινων» πολιτικών.
Εν όψει των ευρωεκλογών της 9ης Ιουνίου, ας μη σκεφτούμε το περιβάλλον απλώς ως πολιτικό διακύβευμα στην καπιταλιστική λαίλαπα. Ας το σκεφτούμε ως το φυσικό μας κόσμο, ως το κοινό μας πλαίσιο μέσα στο οποίο διαβιούμε και ως τέτοια σχέση πρέπει και τα δύο μέρη της να συν-υπάρχουν αξιοπρεπώς. Ας το σκεφτούμε ως ισότιμο κόμβο σε μια πολιτική που προσεγγίζει το περιβάλλον ως κοινό, ως πραγματικά κοινωνικοποιημένο, που για τη χρήση του θα έχουν λόγο όλοι. Ας το σκεφτούμε έξω από το κυρίαρχο και επεκτατικό καπιταλιστικό μοντέλο διαχείρισης. Ας σκεφτούμε, πόσο καλύτερη θα ήταν η ζωή μας αν οι αποφάσεις για το τι θα παραχθεί, πόσο, που και με ποιο τρόπο, δε θα λαμβάνονταν με βάση το καπιταλιστικό κέρδος και τα συμφέροντα των κυρίαρχων τάξεων αλλά με βάση τις πραγματικές μας ανάγκες. Ας σκεφτούμε, ότι σύμφωνα με τα στοιχεία της ίδιας της ΕΕ (Eurostat 2018), το πλουσιότερο 20% του πληθυσμού ενός κράτους – μέλους λαμβάνει εισόδημα 5,2 φορές μεσοσταθμικά υψηλότερο από το φτωχότερο 20% του πληθυσμού του κράτους – μέλους (επίσης σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΗΕ, το πλουσιότερο 5% του παγκόσμιου πληθυσμού καρπώνεται το ένα τρίτο (1/3) του παγκόσμιου εισοδήματος, όσο δηλαδή και το φτωχότερο 80% του παγκόσμιου πληθυσμού). Μια κεντρικά σχεδιασμένη ανακατεύθυνση του παγκόσμιου πλούτου και των παραγωγικών διαδικασιών σε ατραπούς που ικανοποιούν την αξιοπρεπή και βελτιούμενη διαβίωση του συνόλου του πληθυσμού, θα έχει ως αποτέλεσμα όχι μόνο τη μείωση του περιβαλλοντικού αποτυπώματός μας αλλά ίσως και την κατ’ απόλυτη τιμή μείωση της παραγωγικής μας διαδικασίας.
Γιατί μόνο μέσα από μια διαφορετική προσέγγιση θα ανοίξουν ελπιδοφόρες προοπτικές για το περιβαλλοντικό πρόβλημα. Μια ενιαία, συγκροτημένη πολιτική σχεδιασμένη πάνω στις πραγματικές ανάγκες της κοινωνίας σε σχέση συνειδητής αλληλεπίδρασης με το φυσικό περιβάλλον. Μια συνολική, ολοκληρωμένη πολιτική, σχεδιασμένη να εξασφαλίζει την αξιοπρεπή, ποιοτική διαβίωση όλων χωρίς ανισότητες, με κινητήρια δύναμη τα συμφέροντα των πολλών. Σε μια τέτοια πολιτική δεν υπάρχει θέση για το κέρδος, είτε ως κινητήρια δύναμη είτε ως κριτήριο. Σε μια τέτοια πολιτική, στην οποία η ενέργεια, το νερό, η υγεία, η παιδεία και εργατική δύναμη δεν είναι εμπορεύματα, είναι φυσικό επακόλουθο το περιβάλλον να μην είναι πεδίο εκμετάλλευσης αλλά αντιθέτως αναπόσπαστο πεδίο της υλικής και ψυχικής ευημερίας του ανθρώπου. Το ανόργανο σώμα του, όπως έγραφε και ο Μαρξ.
Ένα αμιγώς πολιτικό ζήτημα όπως είναι το περιβαλλοντικό πρέπει να προσεγγιστεί μέσα από μια συνολική αναθεώρηση και επανασχεδιασμό της ζωής μας.
Για όλους τους παραπάνω λόγους, σε αυτές τις ευρωεκλογές ας ρίξουμε μια ματιά στο πρόγραμμα και στα ψηφοδέλτια του ΚΚΕ. Ας κάνουμε το βήμα που οφείλουμε απέναντι στα παιδιά μας, στην κοινωνία, στις μελλοντικές γενιές και στο περιβάλλον. Η ελπίδα για αξιοπρεπή ζωή περνά μέσα από την ανατροπή. Και μέσα από αυτή την ίδια ανατροπή περνά η προσπάθεια λύσης του οικολογικού προβλήματος. Κοινωνία και περιβάλλον πάνε χέρι-χέρι. Ας αντισταθούμε στις λεηλατικές ευρωενωσιακές πολιτικές ψηφίζοντας ΚΚΕ. Ας δώσουμε χώρο στην ελπίδα για μια καλύτερη κοινωνία και ένα αντίστοιχο φυσικό περιβάλλον, που δικαιούμαστε ως κοινό μας χώρο, ψηφίζοντας ΚΚΕ.
*Φανούριος Πέρρος: Φυσικός, Περιβαλλοντολόγος – Msc Ιστορία της Επιστήμης και της Τεχνολογίας