Πριν 214 χρόνια, σαν σήμερα το 1810 – ο Ludwig van Beethoven, ανάμεσα σε έργα κολοσσούς συνθέτει και μια “μπαγκατέλα”, την Poco moto \ σε Λα- (Für Elise), WoO 59, που επαναλαμβάνει το 1818 (Ziemlich lebhaft σε Σι♭+, WoO 60). Η λέξη bagatelle “μπαγκατέλα” στην κλασική μουσική είναι μια “σύντομη, εύκολη και ελαφριά σύνθεση, χωρίς προσποίηση και συγκεκριμένη μορφή, σε παιχνιδιάρικο και ανάλαφρο ύφος, που παίζεται συχνότερα σε clavier (πιάνο ή σχετικό όργανο), με πρώτη γνωστή χρήση του όρου τον Μεσαίωνα“: στα ιταλικά bagatella– “αντικείμενο χωρίς αξία” ή \ και χαρακτήρας που εκτελεί κόλπα δεξιοτεχνίας _ “παπατζής”. Επίσης συναφές το παλιό γαλλικό baastel ή bastel… Τελοσπάντων, γιατί δεν είναι αυτό το θέμα μας μουσικά είναι κίνημα (La_bagatelle) που εμφανίζεται στην “πρώτη σουίτα σε τρία μέρη” του Marin Marais (δημοσιεύτηκε στο Παρίσι το 1692). Στη συνέχεια το 1717, το τελευταίο κομμάτι του Βιβλίου ΙΙ, 10η παραγγελία για τσέμπαλο (Livre II,10e ordre pour clavecin) του François Couperin της μπαρόκ περιόδου, είχε τον τίτλο “Les Bagatelles” και μετά καθιερώθηκε σε πολλές συλλογές θεατρικών έργων που εκδόθηκαν στη Γαλλία και τη Γερμανία τον 18ο αιώνα.
Στις αρχές του 19ου αιώνα, ο Μπετόβεν ασχολήθηκε (και) με αυτό το μουσικό είδος με τις 26 Bagatelles του για pianoforte op. 33, 119 και 126, με πιο γνωστή την αναφερόμενη ως “γράμμα στην Ελίζ”. Καθιέρωσε τη μπαγκατέλα ως μουσική σύνθεση καταφέρνοντας να ξεπεράσει την αρχική απλοϊκότητά της, γράφοντας από το 1801 ιδιαίτερα αξιόλογα μουσικά έργα όπως οι 7 μπαγκατέλες op. 33 (2η έκδοση).
- Alegretto/μπαγκατέλα σε Ντο-, WoO 53 (1796-7)
- 7 μπαγκατέλες, έργο 33 (1802)
- Lustig-Traurig/μπαγκατέλα σε Ντο+, WoO 54 (1802)
- Alegretto/μπαγκατέλα σε Ντο+, WoO 56 (1803, αναθ. 1822)
- 11 νέες μπαγκατέλες, έργο 119 (1822)
- 6 μπαγκατέλες, έργο 126 (1823)
- Presto/μπαγκατέλα σε Ντο-, WoO 52 (1795, αναθ. 1798 και 1722)
- + το πλέον διάσημο “Für Elise”.
Είναι ένα από τα πιο γνωστά έργα του –κυρίως γιατί είναι εύηχο στο μη συνηθισμένο στην κλασσική μουσική αυτί, με την ταυτότητα της Ελίζ να έχει αποτελέσει αντικείμενο σύγχυσης για χρόνια. Ποια ήταν στην πραγματικότητα η γυναίκα αυτή; ένα παρατσούκλι που, δεν θα έπρεπε ποτέ να υπάρχει μια και ο Μπετόβεν περιέλαβε μια αφιέρωση στο χειρόγραφο, αλλά ήταν «Für Therese». Η καημένη η Tερέζα πρέπει να στεναχωρήθηκε σφοδρα όταν, χάρη σε έναν μάλλον άσπλαχνο κειμενογράφο που ονομαζόταν Ludwig Nohl, η αφιέρωση στη δημοσιευμένη έκδοση του έργου άλλαξε σε κάποιαν εντελώς διαφορετική (και ανύπαρκτη;)
Είναι ευρέως αποδεκτό ότι η η αληθινή Therese, στην οποία ήταν αφιερωμένη η μπαγκατέλα «Für Elise», ήταν η Therese Malfatti, μια γυναίκα στην οποία ο Μπετόβεν έκανε πρόταση γάμου το 1810 – την ίδια χρονιά που συνέθεσε το έργο (ήταν επίσης η ιδιοκτήτρια του σχετικού χειρογράφου).
Ωστόσο, άλλοι ερευνητές υποστήριξαν ότι η Elise θα μπορούσε να ήταν μια Γερμανίδα σοπράνο Elisabeth Röckel (αδερφή του τραγουδιστή της όπερας Joseph August Röckel που έπαιξε τον Florestan στη δεύτερη εκδοχή της όπερας Fidelio του Μπετόβεν, η οποία έκανε πρεμιέρα στο Theatre an der Wien το 1806) και πολλές πηγές δείχνουν ότι η Elisabeth συναντούσε συχνά ερωτικά τον Beethoven, ο οποίος και ήθελε να την παντρευτεί).
Ο Βερολινέζος μουσικολόγος Klaus Martin Kopitz, δήλωσε: «Εδώ και χρόνια, εργάζομαι σε μια έκδοση που ονομάζεται “Ο Μπετόβεν στα μάτια των συγχρόνων του”, η οποία περιλαμβάνει όλες τις αναφορές ανθρώπων που γνώριζαν προσωπικά τον Μπετόβεν: περιοδικά, επιστολές, ποιήματα, αναμνήσεις. Αναφέρονται ορισμένες γυναίκες, και μία από αυτές ήταν η Elisabeth Roeckel».
Υπάρχει και τρίτη υποψήφια: μια άλλη Γερμανίδα σοπράνο και φίλη του Μπετόβεν η Elise Barensfeld. Το 2012, η μουσικολόγος Rita Steblin ισχυρίστηκε ότι ο Μπετόβεν αφιέρωσε το «Für Elise» στην Μπάρενσφελντ, υποστηρπίζοντας ότι η Therese Malfatti θα μπορούσε να ήταν η δασκάλα πιάνου της Barensfeld όταν ήταν 13 ετών, γι’ αυτό ο Beethoven αφιέρωσε στην Elise την εύκολη Bagatelle, «για να κάνει μια χάρη στην αγαπημένη του Therese».
Ήταν κωφός ο Μπετόβεν όταν συνέθεσε το «Für Elise»; Τον Απρίλη του 1810, η ακοή του εξασθενούσε σταδιακά αλλά δεν ήταν τελείως κουφός και προφανώς μπορούσε να ακούει ακόμα λίγο (μέχρι το 1812) και πλέον στην ηλικία των 44 (τέσσερα χρόνια αφότου συνέθεσε το «Für Elise»), ήταν σχεδόν τελείως κωφός και σ΄ αυτή, την πορεία σταδιακά, τα κομμάτια του γίνονταν όλο και πιο ψηλά. Και στο «Für Elise», φτάνει το E7 – δύο Es πάνω από μια κορυφαία σοπράνο C.
Στις μέρες μας, το «Für Elise» είναι αναμφίβολα ένα από τα πιο διάσημα έργα του και φαίνεται παράξενο τότε ότι, τη στιγμή που συντάχθηκε, το κομμάτι ήταν σχετικά τυχαίο. Σίγουρα δεν προκάλεσε μεγάλη αντίδραση και προφανώς ο ίδιος ο Μπετόβεν δεν ήταν ποτέ πλήρως ικανοποιημένος με το έργο, επιστρέφοντας σε αυτό μερικά χρόνια αργότερα και προσπαθώντας, ανεπιτυχώς, να το αναθεωρήσει και να το τελειοποιήσει. Τελικά, το «Für Elise» δεν εκδόθηκε καν μέχρι το 1865, σχεδόν σαράντα χρόνια μετά τον θάνατο του στις 26 Μαρτίου 1827, ως μέρος του «Νέα γράμματα του Μπετόβεν», που τυπώθηκε στη Στουτγάρδη από τον Johann Friedrich Cotta.
Το τέμπο που σηματοδοτεί το Poco moto πιστεύεται ότι ήταν στο χειρόγραφο που μετέγραψε ο Ludwig Nohl (τώρα έχει χαθεί) και η νεότερη έκδοση περιλαμβάνει τη σήμανση “Molto grazioso” και πιστεύεται ότι ο Μπετόβεν σκόπευε να προσθέσει το κομμάτι σε έναν κύκλο μπαγατέλλων.
Ο πιανίστας και μουσικολόγος Luca Chiantore υποστήριξε στη διατριβή του και στο βιβλίο του Beethoven al piano το 2010 (νέα ιταλική έκδοση: Beethoven al pianoforte, 2014) ότι ο Μπετόβεν μπορεί να μην ήταν το πρόσωπο που έδωσε στο κομμάτι τη μορφή που γνωρίζουμε σήμερα, λέγοντας ότι το αρχικό υπογεγραμμένο χειρόγραφο, πάνω στο οποίο ο Ludwig Nohl ισχυρίστηκε ότι βασίζει τη μεταγραφή του, μπορεί να μην υπήρξε ποτέ. Από την άλλη πλευρά, ο Barry Cooper έγραψε, σε ένα δοκίμιο του 1984 στους The Musical Times, ότι ένα από τα δύο σωζόμενα σκίτσα μοιάζει πολύ με τη δημοσιευμένη έκδοση. Το 2015 ο Kopitz δημοσίευσε περαιτέρω πηγές σχετικά με τη σχέση του Beethoven με την Röckel και το διάσημο κομμάτι για πιάνο. Σε μια επιστολή του, την οποία έγραψε το 1830, την αποκάλεσε πράγματι «Elise».
Το κομμάτι μπορεί να ακουστεί ως πενταμελές rondo, μορφής A-B-A-C-A. Ξεκινά με το ρεφρέν Α, μια ρέουσα μελωδία με την ένδειξη Poco moto (κυριολεκτικά «λίγη κίνηση», μια ένδειξη τέμπο που δεν εμφανίζεται αλλού στα έργα του Μπετόβεν), και ασυνόδευτη ταλάντωση μεταξύ του κυρίαρχου Ε και του χρωματικού κάτω D-sharp που ξεκινά τη μελωδία και έχει γίνει ένα από τα πιο αναγνωρίσιμα ανοίγματα στην κλασική μουσική, αλλά χρησιμεύει επίσης ως κύριο θέμα της μουσικής συζήτησης. Η παρέκκλιση στο μέτρο 9 κοιτάζει τη σχετική μείζονα πριν επιστρέψει στο αρχικό θέμα, ενώ προηγείται η παράταση του κυρίαρχου, E που επεκτείνει την ταλάντωση ανοίγματος. Περισσότερα _όποιοι ενδιαφέρεστε υπάρχουν 10άδες …100άδες αναρτήσεις μουσικολόγων
Μπετόβεν: Η τέχνη μου αφιερώνεται στην ανακούφιση των φτωχών