Τελευταία “παίζει” πολύ στο διαδίκτυο ο “νισεστές” κρέμα νισεστέ με …
Τι διάολο είναι; θα αναρωτηθείτε: τίποτε περισσότερο, από το κορνφλάουρ _στα χρόνια μας του Γιώτη μεγάλωνε “δυνατά παιδιά” και από τη Βόρεια Ελλάδα ακουγόταν στο ραδιόφωνο από το “εργοστάσιο των πουλιών” … “έλα καλώς το πάρε Βιαμύλ και δώστο”!!
Χωρίς να ανατρέξουμε σε Μπαμπινιώτιδες κλπ. ο νισεστές (ουδέτερο νισεστέ ή νισαστέ =αμυλάλευρο), μάλλον είναι δάνειο από την ανατολή (τουρκικό nişasta _περσική نشاسته nişāsta =άμυλο) _ο Τσελεμεντές το αγνοεί, άρα καμιά σχέση με Γαλλία. Το πολύ ψιλό αλεύρι μπορεί να προέρχεται από οποιοδήποτε πρωτογενές αμυλώδες υλικό (πατάτες, στάρι, ρύζι κ.λπ.) και, επειδή έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε άμυλο, χρησιμοποιείται στη μαγειρική σαν πηκτικό (και στη βιομηχανία _παλιά, για την παρασκευή κόλλας). Άλλα σχετικά, από προσωπική εμπειρία η νισαστόν (ποντιακή κρέμα) η ιταλική και ισπανική Maizena (μαϊζένα). Χρησιμοποιείται όχι μόνον σε σάλτσες ή κρέμες αλλά και συμπληρωματικά σε ζύμες με αλεύρι (σιταριού), για να τις κάνει πιο φίνες
🍊 Κρέμα με πορτοκάλι
- 1 λίτρο φρέσκος χυμός πορτοκαλιού
- 0-4 κουτ. σούπας ζάχαρη _προσοχή να μην το κάνετε “πετιμέζι”
- 80 γρ. κορν φλάουρ
- ξύσμα από 1 _προσοχή, ακέρωτο πορτοκάλι –εναλλακτικά λεμόνι
- λίγη κανέλα ή καλύτερα άφθονο ξύσμα καρύδας
(να τρώει η μάνα και του παιδιού να μην δίνει)
Βάζουμε το χυμό σε κατσαρολάκι _σε μέτρια προς χαμηλή φωτιά, ανακατεύουμε διαρκώς για να μην κολλήσει μέχρι να κάψει (δεν πρέπει να βράσει γιατί τότε θα χάσει το 100% από τις βιταμίνες του) _Έχουμε στο μεταξύ διαλύσει το κορν φλάουρ σε μια-δυο κουταλιές χυμό και το έχουμε δίπλα μας… το ρίχνουμε μέσα “με μία” και το μείγμα αρχίσει να πήζει και γίνεται λεία κρέμα. Το βγάζουμε από την φωτιά και ρίχνουμε το ξύσμα του πορτοκαλιού (ή του λεμονιού). Ανακατεύουμε και ρίχνουμε σε φόρμα ή μοιράζουμε σε κουπάκια. Όταν κρυώσει το βάζουμε στο ψυγείο αλλά (προσωπική γνώμη) είναι καλό ζεστό.
Καλή όρεξη α…ααα… 🤔 ΝΑΙ!! είναι και νηστίσιμο
ℹ️ Εικόνες_video κλπ με παραλλαγές εδώ 🎥 και εδώ
💀 Βιαμύλ _Παρασκευή και 13
το “εργοστάσιο των πουλιών” …
Η ελληνική βιομηχανία διατροφής διαφέρει σημαντικά (σε μεγέθη και όχι μόνο) από την αντίστοιχη ευρωπαϊκή, ωστόσο, απέκτησε μεγάλο ειδικό βάρος από την 10ετία του 1920 και για πάνω από 50 χρόνια. Μεγάλες _αρχικά “οικογενειακές” εταιρείες και εργοστάσια ξεκίνησαν τη λειτουργία τους και σχεδόν όλα πέρασαν αργότερα σε χέρια πολυεθνικών και κατέρρευσαν, αφήνοντας πίσω τους άνεργους, παρατημένα κτίρια και νοσταλγούς €υρωλάγνους. Ανάμεσα σε αυτές είναι και η Βιαμύλ, που μεσουράνησε, ξεπουλήθηκε και τελικά έκλεισε το εργοστάσιο στην Ελλάδα με το νέο εργοστάσιο της «Tate & Lyle» να βάζει ταυτόχρονα μπροστά, στο Ράζγκραντ της Βουλγαρίας, από όπου στέλνει τα προϊόντα του και στους Έλληνες πελάτες. Το παρατσούκλι «εργοστάσιο των πουλιών», ανήκει στους οι παλιούς Θεσσαλονικείς, εξαιτίας των αγριοπερίστερων που μαζεύονταν εκεί περιμένοντας το καλαμπόκι.
1926 όταν ο νεαρός χημικός μηχανικός σπουδαγμένος στη Λοζάνη Σπύρος Κουβερτάρης, βρίσκει κεφάλαια μέσω ενός τραπεζίτη στήνει στην περιοχή του Ρέντη τη βιομηχανία παραγωγής αμύλου Βιαμύλ που έμελλε να φτάσει ψηλά και τελικά να μεταναστεύσει. 26 χρονών τότε, ανέλαβε και τη γενική διεύθυνση του εργοστασίου, αν και η επιχείρηση ήταν στα χέρια του τραπεζίτη που έβαλε τα απαιτούμενα κεφάλαια. Τότε η παραγωγή γλυκαντικών υλών από καλαμπόκι είχε ένα συγκριτικό πλεονέκτημα έναντι της ζάχαρης.
Το άμυλο που παρήγαγε χρησιμοποιούνταν τόσο στη βιομηχανία τροφίμων όσο και στη χαρτοποιία, στην υφαντουργία, καθώς και σε άλλους παραγωγικούς κλάδους. Χαρακτηριστικό ότι ο μεγαλύτερος πελάτης της στη 10ετία του 1930 ήταν η βιομηχανία Γιώτης, αλλά και οι χαλβαδοποιίες και τα γλυκά κουταλιού. Είναι δεδομένο ότι όσο η βιομηχανία τροφίμων μεγάλωνε στην Ελλάδα, τόσο άνοιγαν οι δουλειές για τη Βιαμύλ, αλλά και για τις υπόλοιπες βιομηχανίες του χώρου.
1935 Μέσα σε λίγα χρόνια από την ίδρυσή της, η βιομηχανία πέρασε πλέον στην πλήρη ιδιοκτησία του Σπύρου Κουβερτάρη που αγόραζε τις μετοχές σιγά σιγά και κατόρθωσε να γίνει η πρώτη εταιρεία στον κλάδο της. Την ίδια περίοδο λειτουργούσαν η ΒΕΣΟ στην Πάτρα και η ΖΑΑΕ.
Τα χρόνια της κατοχής το καλαμπόκι έγινε ένα από τα πιο δυσεύρετα είδη διατροφής, ωστόσο το εργοστάσιο κατόρθωσε να συνεχίσει μέχρι τον βομβαρδισμό του.Στα επόμενα χρόνια η επιχείρηση ανασυγκροτήθηκε και το 1953 γίνονται τα εγκαίνια του δεύτερου εργοστασίου στην περιοχή της Θεσσαλονίκης. Τότε απασχολούσε 200 εργαζομένους και με τις δύο παραγωγικές μονάδες έκανε μεγάλα ανοίγματα. Μάλιστα η επιχείρηση Χαΐτογλου (χαλβάδες κλπ) ήταν ένας από τους μεγαλύτερους πελάτες της. Να σημειωθεί ότι την τετραετία 1950-1954 ο βιομήχανος Σπύρος Κουβερτάρης, εξελέγη δήμαρχος στην περιοχή του Ρέντη, ενώ η βίλα της οικογένειας ήταν μέσα στους χώρους του εργοστασίου ώστε να υπάρχουν “οικογενειακές” σχέσεις των εργαζομένων με τα αφεντικά.
1964: ο δημιουργός της επιχείρησης απεβίωσε και τον διαδέχθηκε _στο ίδιο κλίμα ο γαμπρός του Μιχ. Κασιμάτης.
1987: ρεπορτάζ του αστικού τύπου αναφέρει “χιονοθύελλα απέκλεισε δέκα εργαζόμενους στο εργοστάσιο για σχεδόν τρεις ημέρες. Η Μαργαρίτα Κασιμάτη δεν τους άφησε έτσι και τους μαγείρεψε μακαρόνια, σούπα και λουκάνικα” Oι σχέσεις στα εργοστάσια είναι διαφορετικές _ “Τα τραπεζώματα δίνουν και παίρνουν και μάλιστα σε κάθε ευκαιρία με δώρα και παιχνίδια για τα παιδιά”.
Ξεκινούν οι καπιταλιστικές αναδιαρθρώσεις
Οι αλλαγές ραγδαίες. Δημιουργείται η “Βιομηχανία Ζακχάρεως” με τις ανάλογες επιδοτήσεις από το κράτος -Ταυτόχρονα η τιμή του καλαμποκιού γίνεται ελεγχόμενη έτσι νέοι καπιταλιστικοί όμιλοι βγαίνουν στο προσκήνιο (ο Γιώτης προσαρμοστικό τη σκαπουλάρει και γιγαντώνεται η Βιαμύλ και οι άλλες επιχειρήσεις δεν αντέχουν). Ο Κασιμάτης αναζητά στην Ευρώπη συνεργάτη και τον βρίσκει στην Amylum αλλά η εταιρεία φαίνεται ότι δεν μπορεί να προσαρμοστεί στα νέα δεδομένα.
1988: η οικογένεια αποφασίζει να ενεργοποιήσει την παλιά συμφωνία της με την Amylum, σύμφωνα με την οποία αν κάποτε αποφάσιζε να πωλήσει, τότε την πρώτη προσφορά θα τη δεχόταν από την πολυεθνική και δίνει το 49% των μετοχών και τον επόμενο χρόνο το σύνολο σχεδόν, με αποτέλεσμα η Amylum να κατέχει το 95% και εταιρεία για δύο γενιές “ οικογενειακή”, ακολούθησε την προδιαγεγραμμένη μοίρα περνώντας στην ιδιοκτησία πολυεθνικών ομίλων. Η Βιαμύλ εξαγοράσθηκε από τον βελγικό όμιλο και μετονομάσθηκε σε Αmylum Ηellas. Απασχολούσε τότε 151 εργαζομένους, ενώ το 1989 η βρετανική Τate & Lyle, μέτοχος του ομίλου, απέκτησε συνέχεια τον έλεγχο.
2006 Η αντίστροφη μέτρηση για το κλείσιμο της επιχείρησης ξεκίνησε Παρασκευή και 13, τον Φεβρουάριο, με τη σχετική ανακοίνωση από τη μητρική εταιρεία, με αφορμή την αναθεώρηση στο καθεστώς της ποσόστωσης ζάχαρης για την Ελλάδα, που έκανε “μη ανταγωνιστική την τιμή της παραγόμενης ισογλυκόζης” Όπως ανέφερε η Tate & Lyle, η προβλεπόμενη μείωση της τιμής αναφοράς της ζάχαρης θα είχε ως συνέπεια την ελάττωση των περιθωρίων κέρδους της ισογλυκόζης και των άλλων ειδών γλυκόζης που παράγονται στη Θεσσαλονίκη, οδηγώντας τη μονάδα σε ζημίες.
2008: Το τελικό χτύπημα _οι μηχανές σταματούν. Τα μηχανήματα ξαφνικά ξηλώνονται καθώς είναι Σεπτέμβριος και εργαζόμενοι δεν επιστρέφουν στα πόστα τους μετά τις καλοκαιρινές διακοπές. Η ταμπέλα της πολυεθνικής ιδιοκτήτριας παραμένει στην είσοδο, όμως, η εταιρία εγκαταλείπει την Ελλάδα, επικαλούμενη την αναθεώρηση της ΚΟΑ Ζάχαρης, που αλλάζει τα δεδομένα στις τιμές της ισογλυκόζης. Το νέο εργοστάσιο της «Tate & Lyle» βάζει ταυτόχρονα μπροστά. Είναι στο Ράζγκραντ της Βουλγαρίας,
Δείτε Ριζοσπάστης
- Να μην κλείσει η ΒΙΑΜΥΛ
- Στη Βουλή το θέμα της ΑΖΕΛ
- Να μπουν στο στόχαστρο οι πραγματικοί φταίχτες
- «Όταν κάποιος σου λέει ότι πλούτισε με σκληρή δουλειά, ρώτησέ τον: “Τίνος;”»
- Εργαζόμενοι στη βιομηχανία τροφίμων – ποτών
- Από τους πιο ανταγωνιστικούς κλάδους της καπιταλιστικής οικονομίας
- Κλάδος γάλακτος – τροφίμων – ποτών
- Οι μεγάλοι “καταπίνουν” τους μικρούς _ Ελάχιστες πλέον “οικογένειες” ελέγχουν τον κλάδο. Υπέρογκη αύξηση κερδών, εξαγορές, συγχωνεύσεις, “παντρέματα” με ξένες πολυεθνικές, εφόρμηση στις αγορές γειτονικών χωρών, ανεξέλεγκτη δράση…
ΚΟΜΕΠ
Ο ΚΛΑΔΟΣ ΤΟΥ ΕΠΙΣΙΤΙΣΜΟΥ ΣΗΜΕΡΑ