Γράφει ο Αλέκος Χατζηκώστας //
Αξιοποιώντας το περιοδικό “ΕΘΝΙΚΗ ΑΝΤΙΣΤΑΣΗ ΕΠΙΣΗΜΑ ΚΕΙΜΕΝΑ ΑΝΑΜΝΗΣΕΙΣ ΧΡΟΝΙΚΑ ΣΤΟΙΧΕΙΑ Συλλογή πρώτη, ΑΠΡΙΛΗΣ 1962″, παρουσιάζουμε άρθρο στου Κ. Λιναρδάτου που αναφέρεται με λεπτομέρειες στον πρώτο γιορτασμό της 25η Μαρτίου κατά τη διάρκεια της κατοχής στη Αθήνα.
Να σημειώσουμε ότι η απόπειρα επίσημου εορτασμού της 25ης Μαρτίου 1942 (πανηγυρικός σημαιοστολισμός της Αθήνας και δοξολογία στην Μητρόπολη στην οποία βέβαια παρέστησαν εκπρόσωποι των Γερμανικών και Ιταλικών δυνάμεων κατοχής) από τη δωσιλογική κυβέρνηση του στρατηγού Τσολάκογλου κατέληξε σε φιάσκο. Περιελάμβανε με τη συμμετοχή εκπροσώπων των δυνάμεων κατοχής, Γερμανών και Ιταλών, κατάθεση στεφάνων στο Μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη, αλλά και στα Μνημεία των πεσόντων Γερμανών και Ιταλών στρατιωτών!
Να τονίσουμε ότι ο Τσολάκογλου κατέθεσε στεφάνι στον Άγνωστο στρατιώτη ενώ ο αντιπρόεδρος του Λογοθετόπουλος μετέβη στο Μνημείο των Γερμανών πεσόντων και κατέθεσε δάφνινο στεφάνι με τα ελληνικά χρώματα, ο δε Υπουργός Οικονομικών, και ιταλόφιλος, Γκοτζαμάνης
Ολόκληρο το κείμενο του Κ. Λιναρδάτου (να σημειώσουμε ότι ήταν αυτός που στην πλατεία Εξαρχείων απευθύνεται στους συγκεντρωμένους ανεβασμένος πάνω σ’ ένα κασόνι και τους προτρέπει, εκ μέρους του ΕΑΜ Νέων, να ακολουθήσουν το παράδειγμα των αγωνιστών του ’21):
«Πεινασμένη, μαυροντυμένη, σκλαβωμένη μα αδούλωτη η Αθήνα προϋπαντούσε την πρώτη κάτω από την φασιστική κατοχή επέτειο της εθνικής μας γιορτής, την 25 του Μάρτη 1942.
Μια βδομάδα σχεδόν, πριν απ’ τις 25 Μάρτη 1942, η νεολαία της Αθήνας ήταν στο πόδι. Στις γειτονιές και στα σκολειά – ανώτερα και μεσαία – η Νέα Γενιά μας ετοιμάζονταν, αψηφώντας τους καταχτητές, να γιορτάσει μαχητικά, μαζί μ’ όλους τους άλλους πατριώτες της πρωτεύουσας, την εθνική μας γιορτή.
Το Εθνικό Απελευθερωτικό Μέτωπο των Νέων, το ΕΑΜΝ, που λίγο καιρό πριν είχε συγκροτηθεί 5 του Φλεβάρη, έκανε κιόλας την πρώτη επιβλητική του εμφάνιση στους δρόμους και τους τοίχους της Αθήνας.
Μαχητικά συνεργεία του ΕΑΜΝ από νέους εργάτες και σπουδαστές, μ’ ενθουσιασμό κι αυτοθυσία γέμιζαν τις νύχτες με πατριωτικά συνθήματα τους τοίχους της Αθήνας από τη Ν. Ιωνία ως την Καλλιθέα κι απ’ την Καισαριανή μέχρι το Περιστέρι.
Ιδιαίτερα πυκνά ήταν τα συνθήματα του ΕΑΜ και του ΕΑΜΝ στο κέντρο της πόλης (Εξάρχεια, Νεάπολη κλπ.), «Λαέ της Αθήνας : Τίμησε τους ήρωες του 1821 κι ακολούθησε το παράδειγμά τους» έγραφαν ορισμένα.
«Νέοι και Νέες της Αθήνας : Κανείς να μη λείψει απ’ το γιορτασμό της 25 του Μάρτη. Πυκνώστε τις γραμμές του ΕΑΜΝ» έγραφαν άλλα.
Χιλιάδες προκηρύξεις και τρικ μ’ ανάλογο περιεχόμενο, με φλογερά συνθήματα σκορπούσαν τις νύχτες τα συνεργεία των αγωνιστών στις γειτονιές της Αθήνας. «Έλληνες που θέλετε ελεύθερη Ελλάδα η φετινή 25η Μαρτίου, επέτειος της επαναστάσεως των πατέρων σας, σας καλεί στον αγώνα. Ενωθείτε όλοι, άσχετα από τις άλλες αντιλήψεις σας, στις γραμμές του ΕΑΜ. Αγωνιστείτε για το ψωμί που σας κλέβουν, για τη λευτεριά που σας στερούν» ΕΑΜ. «Λαέ της Αθήνας : Να γιορτάσουμε μαχητικά την εθνική μας επέτειο. Θάνατος στους φασίστες καταχτητές και τους συνεργάτες τους» ΕΑΜΝ.
Δεν ήταν σπάνια τα άσχημα συναπαντήματα με τους φασίστες καταχτητές. Μια νύχτα, ήταν τη νύχτα της 23 προς την 24 του Μάρτη 1942, ένα συνεργείο από φοιτητές έγραφε συνθήματα στη γωνιά Ζωοδόχου Πηγής και Μεθώνης. Το γράψιμο πλησίαζε στο τέλος όταν φάνηκε εντελώς ξαφνικά ένας καραμπινιέρος. Επικεφαλής του συνεργείου ήταν ο ηρωικός κομμουνιστής νεολαίος Άριστος Υφαντίδης, φοιτητής της Νομικής Σχολής, που το 1944 δολοφονήθηκε από την Ειδική Ασφάλεια στην Αθήνα.
Ο καραμπινιέρος, προτείνοντας το όπλο του, φώναξε στους νεολαίους να μείνουν ακίνητοι και πλησίασε για να δει τι κάνουν. Άναψε το φακό του και έριξε το φως στο πρόσωπο του φοιτητή που ήταν πιο κοντά του. Αυτή τη στιγμή εκμεταλλεύτηκε κι ο Υφαντίδης για ν’ αδειάσει όλη την κόκκινη μπογιά του μπουγέλου, που κρατούσε, στα μούτρα του καραμπινιέρου. Οι φοιτητές στρίψαν τη γωνιά και χάθηκαν. Το συνεργείο του Υφαντίδη γλίτωσε για μια ακόμα φορά.
Στις 24 του Μάρτη παρέες – παρέες οι νέοι και νέες σπουδαστές, μαθητές κι εργαζόμενοι από τις γύρω γειτονιές απ’ το πρωί άρχισαν να συγκεντρώνονται στην πλατεία Εξαρχείων. Η ώρα περνούσε κι η πλατεία γέμιζε. Τι θα γίνει; Θα ξεκινήσουμε πριν κινηθούν οι φασίστες; Ένας ψίθυρος, ένα βουητό απ’ την πλατεία ανέβαινε ως ψηλά στα μπαλκόνια των γύρω πολυκατοικιών που άρχιζαν να γεμίζουν από κόσμο που ‘βγαινε για να δει και να χαιρετίσει τους συγκεντρωμένους νεολαίους. Απότομα απλώνεται σιγή. Η μάζα κινείται προς μια κατεύθυνση και πυκνώνουν οι γραμμές της.
Πάνω σ’ ένα κασόνι, δίπλα σ’ ένα περίπτερο πετάχτηκε ένας νέος, χλωμός κι αδύνατος, κι άρχισε να μιλάει ζωηρά, φλογερά: «Νέοι και Νέες της Αθήνας. Το ΕΑΜΝ μάς καλεί να τιμήσουμε όλοι μαζί τους προγόνους μας, τους ήρωες του 1821, που έδωσαν τη ζωή τους για τη Λευτεριά μας. Το ΕΑΜΝ μάς καλεί να συνεχίσουμε το παράδειγμά τους. Να παλέψουμε για τη Λευτεριά μας». Μέσα από τα χειροκροτήματα και τις ζητωκραυγές που υψώνονταν απ’ την πλατεία και τα γύρω σπίτια ακούγονταν τα τελευταία λόγια του ομιλητή: «Ζήτω ο Ελληνικός λαός. Ζήτω τα νιάτα της Ελλάδας. Λευτεριά ή Θάνατος».
Η συγκεντρωμένη μάζα για μια στιγμή ταλαντεύεται. Δεν ξέρει προς τα πού θα τραβήξει. Μα πάνω στις πλάτες δυο φοιτητών ανεβασμένος, ένας δεύτερος ομιλητής φωνάζει: «Αδέλφια εμπρός να στεφανώσουμε τους ήρωες της Φιλικής Εταιρίας. Εμπρός! Πλάτη με πλάτη, μπράτσο με μπράτσο, αδέρφια πατριώτες με τις γραμμές μας αδιάσπαστες πάμε για να στεφανώσουμε το άγαλμα του Ξάνθου στο Κολωνάκι».
Σφιχτοδεμένη η φάλαγγα, τραγουδώντας το «Μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά», ξεχύνεται στην οδό Αραχόβης κι από κει κατεβαίνει τη Ζωοδόχου Πηγής για να στρίψει για την πλατεία Ξάνθου στο Κολωνάκι. Κάπου εκεί στην οδό Ζ. Πηγής και πριν στρίψει η φάλαγγα απ’ την οδό Σόλωνος για το Κολωνάκι, από ένα μπαλκόνι ένας πατριώτης κατεβάζει προσεχτικά και δίνει στους διαδηλωτές μια Ελληνική σημαία τυλιγμένη σ’ ένα ψηλό κοντάρι. Νέοι με γενναία καρδιά παίρνουν τη σημαία στα χέρια τους και την ανεμίζουν.
Η φάλαγγα σταματά για λίγο.
Οι διαδηλωτές και οι κάτοικοι των γύρω σπιτιών, που παρακολουθούν από τα παράθυρα και τα μπαλκόνια, γέροι και νέοι, τραγουδούν την πρώτη στροφή του Εθνικού μας ύμνου: «Σε γνωρίζω από την κόψη του σπαθιού την τρομερή….».
Το λαό της Αθήνας δεν τον γονάτισε η πείνα και το θανατικό του φοβερού χειμώνα 1941-42. Ο θάνατος και η τρομοκρατία δεν λύγισε τους πατριώτες. Μέσα στ’ αδυνατισμένα στήθια τους χτυπούσε δυνατά η γενναία τους καρδιά. Οι διαδηλωτές, ανεμίζοντας τη σημαία και τραγουδώντας, φτάνουν στην πλατεία των Φιλικών στο Κολωνάκι. Στεφανώνουν το άγαλμα του Ξάνθου και γονατιστοί ψάλλουν τον εθνικό μας ύμνο.
Αυτή τη στιγμή δεκάδες καμιόνια ξεφορτώνουν πάνοπλους καραμπινιέρους που γρήγορα κυκλώνουν την πλατεία. Οι καραμπινιέροι ρίχνονται με τα πιστόλια και τους υποκόπανους. Χτυπούν και πυροβολούν. Μα η μάζα εύκολα δεν διαλύεται. Η σύγκρουση γενικεύεται, ενώ οι διαδηλωτές δεν σταματούν τον εθνικό ύμνο.
Οι καραμπινιέροι γεμίζουν τα καμιόνια με διαδηλωτές που συλλαμβάνουν: Φοιτητές, μαθητές, νοικοκυρές, εργαζόμενοι, γέροι και νέοι στοιβάζονται και οδηγούνται στην καραμπινερία. Να ο κύριος όγκος των διαδηλωτών ανοίγει δρόμο ανάμεσα από τους καραμπινιέρους και συγκεντρώνεται στην πλατεία δεξαμενής του Κολωνακίου, όπου οι πατριωτικές εκδηλώσεις κι οι συγκρούσεις με τους καραμπινιέρους συνεχίζονται. Η καραμπινερία τώρα ενισχύεται από τους ιταλούς στρατιώτες της φρουράς του Λυκαβηττού, που πυροβολούν και ρίχνουν χειροβομβίδες επιθετικές. Οι διαδηλωτές, νέοι και νέες στην πλειοψηφία τους, από τη δεξαμενή τραγουδώντας πατριωτικά τραγούδια ξεχύνονται στους δρόμους του Κολωνακίου.
Στις 25 του Μάρτη ο λαός της Αθήνας βρίσκεται απ’ το πρωί στους δρόμους για να γιορτάσει την επέτειο της Εθνικής μας επανάστασης. Οι διαδηλωτές, εργάτες, ανάπηροι, φοιτητές, μαθητές, υπάλληλοι και νοικοκυρές κρατώντας ελληνικές σημαίες και λουλούδια και τραγουδώντας πατριωτικά τραγούδια συγκεντρώνονται στο μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη. Χιλιάδες λαού της Αθήνας, μ’ επικεφαλής τους ανάπηρους, που τους κυλούσαν νοσοκόμες στα καροτσάκια τους, στεφανώνουν το μνημείο του άγνωστου στρατιώτη, το ραίνουν με λουλούδια και ψάλλουν τον Εθνικό ύμνο.
Οι Ιταλοί καραμπινιέροι επιτίθενται ενάντια στους διαδηλωτές και τους χτυπούν με υποκόπανους, ρίχνουν χειροβομβίδες. Πολλοί τραυματίζονται μα δεν διαλύονται. Οι συγκρούσεις των διαδηλωτών με τους Ιταλούς κράτησαν ως τ’ απόγευμα.
Έτσι τίμησε ο αθηναϊκός λαός την πρώτη στον καιρό της κατοχής επέτειο της εθνικής μας επανάστασης του 1821.»
Επίσης από τις αναμνήσεις του Πέτρου Ανταίου διαβάζουμε: «Στις 25 Μαρτίου την προκαθορισμένη ώρα, ομάδες φοιτητών συρρέουν στο Πεδίο του Αρεως. Εκεί, τα μέλη της οργανωτικής επιτροπής που φθάνουν πρώτα αντιλαμβάνονται ότι μπροστά στο άγαλμα του Κωνσταντίνου έχουν παραταχθεί σειρές αστυφυλάκων, ενώ ένα τεθωρακισμένο εποπτεύει το χώρο. Η επιτροπή ειδοποιεί μέσω των συνδέσμων της ότι το σχέδιο αλλάζει και καλεί τους χίλιους περίπου φοιτητές που βρίσκονταν στους γύρω δρόμους να κατευθυνθούν προς την πλατεία Εξαρχείων. Εκεί, ο Κ. Λιναρδάτος απευθύνεται στους συγκεντρωμένους ανεβασμένος πάνω σ’ ένα κασόνι και τους προτρέπει, εκ μέρους του ΕΑΜ Νέων, να ακολουθήσουν το παράδειγμα των αγωνιστών του ’21. Σύνδεσμος μοτοσικλετιστής επικοινωνεί με την κεντρική οργανωτική επιτροπή και μεταφέρει το σύνθημα να πορευτεί η διαδήλωση προς την πλατεία Κολωνακίου. Η διαδήλωση ξεκινά τραγουδώντας το «Μαύρη είναι η νύχτα στα βουνά…», αφού τα τραγούδια της Αντίστασης δεν είχαν ακόμη εμφανιστεί. Στο δρόμο, ο κόσμος υποδέχεται με ενθουσιασμό τους νέους και μια γυναίκα δίνει στον φοιτητή Διονύση Παπαδόπουλο μια σημαία. Καθώς η διαδήλωση ανεβαίνει τη Σόλωνος, οι γραμμές της πυκνώνουν. Σε λίγο, οι διαδηλωτές βρίσκονται αντιμέτωποι με πυκνές σειρές αστυφυλάκων. Ακολουθεί συμπλοκή. Η διαδήλωση, με τη σημαία μπροστά, φτάνει στην πλατεία Κολωνακίου. Στους συγκεντρωμένους απευθύνεται εδώ εκ μέρους του ΕΑΜ Νέων ο φοιτητής της Νομικής Νίκος Καμβύσης. Οι διαδηλωτές ψάλλουν τον Εθνικό Υμνο και μια φοιτήτρια στεφανώνει τον Ξάνθο. Αίφνης, στους φοιτητές επιτίθενται καραμπινιέροι πυροβολώντας και χτυπώντας τους με υποκόπανους και σπαθιά. Εκείνοι αντιστέκονται και καταφέρνουν να σώσουν τη σημαία που περνά από χέρι σε χέρι. Ξανασυγκεντρώνονται στη Δεξαμενή κι εκεί δέχονται ιταλικά πυρά από τον Λυκαβηττό. Οι νέοι κατευθύνονται τώρα προς το Πανεπιστήμιο και στεφανώνουν τον Ρήγα και τον Γρηγόριο Ε’. Εδώ αντιμετωπίζουν Ιταλούς και Γερμανούς (Π. Ανταίος, «Συμβολή στην Ιστορία της ΕΠΟΝ», τ. Α/1, σ. 189-199).
Δημιουργός και διαχειριστής του Ατέχνως. Δημοσιογράφος – Συγγραφέας. Σπούδασε φιλολογία στο Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων. Από το 1991 έως το 2013 εργάστηκε στον Ριζοσπάστη. Από το 2013 αρθρογραφεί σε διαδικτυακά Μέσα. Από το 2010 συνεργάτης του περιοδικού «Θέματα Παιδείας».
Facebook