Εδώ και 10 περίπου χρόνια, εξελίσσεται στην Ουκρανία ένας «αόρατος» πόλεμος για τον έλεγχο και την εκμετάλλευση της εύφορης γης. Στον σιτοβολώνα της Ευρώπης, με τις μεγαλύτερες καλλιεργήσιμες εκτάσεις, τεράστια πολυεθνικά μονοπώλια και ντόπιοι μεγαλοεπιχειρηματίες, που ξεπήδησαν από την καπιταλιστική παλινόρθωση, κατακτούν ολοένα και μεγαλύτερο μέρος αυτών των εδαφών, στήνοντας πάνω σ’ αυτά μπίζνες δισεκατομμυρίων, που ούτε ο πόλεμος των τελευταίων δύο ετών δεν έχει διαταράξει, πέρα από ορισμένες «απώλειες» στα ανατολικά, όπου εύφορες εκτάσεις αλλάζουν χέρια, από δυτικά σε ρωσικά μονοπώλια.
Σύμφωνα με μελέτη του αμερικανικού Ινστιτούτου Όκλαντ (Oakland Institute), η Ουκρανία διαθέτει 33 εκατομμύρια εκτάρια (1 εκτάριο = 10 στρέμματα) καλλιεργήσιμης γης, το 1/3 της συνολικής καλλιεργήσιμης γης στην ΕΕ και από τις πιο εύφορες στον κόσμο. Από αυτά, περίπου 4,3 εκατομμύρια εκτάρια χρησιμοποιούνται για γεωργία «μεγάλης κλίμακας», με τον κύριο όγκο (3 εκατομμύρια εκτάρια) να βρίσκεται στα χέρια μόλις 12 μεγάλων ομίλων του αγροτοδιατροφικού τομέα. Άλλα 5 εκατομμύρια εκτάρια – το διπλάσιο της Κριμαίας! – έχουν περάσει «λάθρα» και με αδιαφανείς διαδικασίες από την ιδιοκτησία του κράτους στην εκμετάλλευση από ιδιωτικά συμφέροντα.
Η συνολική έκταση της γης που ελέγχεται σήμερα από τα μονοπώλια, εγχώρια και ξένα, είναι πάνω από 9 εκατομμύρια εκτάρια, δηλαδή πάνω από το 28% της καλλιεργήσιμης γης της χώρας! Το υπόλοιπο καλλιεργείται από περίπου 8 εκατομμύρια Ουκρανούς αγρότες που στην πλειοψηφία τους παραπαίουν, εξαιτίας της ανύπαρκτης στήριξης από το κράτος, προς όφελος των μεγάλων γεωργικών εκμεταλλεύσεων, που κρατούν στα χέρια τους το κλειδί του επισιτιστικού ανεφοδιασμού ολόκληρων κρατών!
Οι μεγαλύτεροι γαιοκτήμονες στην Ουκρανία – σύμφωνα με την αμερικανική έκθεση – είναι ένα «μείγμα» ντόπιων μεγαλοεπιχειρηματιών και ξένων συμφερόντων, κυρίως της ΕΕ και των ΗΠΑ, συμπεριλαμβανομένων ενός αμερικανικού ιδιωτικού επενδυτικού ταμείου και του κρατικού ταμείου της Σαουδικής Αραβίας. Οι 9 στις 10 μεγαλύτερες εταιρείες που εκμεταλλεύονται τη γη, δηλώνουν έδρα στο εξωτερικό και κυρίως φορολογικούς παραδείσους, όπως η Κύπρος ή το Λουξεμβούργο.
Ανάμεσα στους μεγαλύτερους επενδυτές είναι η «Vanguard Group», η «Kopernik Global Investors», η «BNP Asset Management Holding», η «NN Investment Partners Holdings» της Goldman Sachs και η Norges Bank Investment Management, η οποία διαχειρίζεται το κρατικό επενδυτικό ταμείο της Νορβηγίας. Μεγάλα συνταξιοδοτικά ταμεία, ιδρύματα και πανεπιστημιακά κεφάλαια των ΗΠΑ επενδύουν επίσης στην ουκρανική γη, μέσω του NCH Capital, ενός ιδιωτικού ταμείου, που αποτελεί τον πέμπτο μεγαλύτερο κάτοχο γης στη χώρα.
Οι περισσότερες από αυτές τις εταιρείες είναι άμεσα συνδεδεμένες με αμερικανικά και ευρωπαϊκά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα, όπως η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Ανασυγκρότησης και Ανάπτυξης (ΕΤΑΑ), η Ευρωπαϊκή Τράπεζα Επενδύσεων (ΕΤΕπ) και η Διεθνής Χρηματοοικονομική Εταιρεία (IFC) – αποτελεί χρηματοδοτικό και επενδυτικό παρακλάδι της Παγκόσμιας Τράπεζας. Πρόκειται για τους σημαντικότερους δανειστές των αγροτικών επιχειρήσεων που επενδύουν στην Ουκρανία, έχοντας διαθέσει πάνω από 1,7 δισ. δολάρια σε 6 από τις μεγαλύτερες εταιρείες γαιοκτησίας της Ουκρανίας τα τελευταία χρόνια!
Στον αντίποδα, οι Ουκρανοί αγρότες φυτοζωούν με μικρές καλλιέργειες και ανύπαρκτη κρατική στήριξη, με αποτέλεσμα πολλοί από αυτούς να βρίσκονται στα όρια της φτώχειας. Σύμφωνα με τη μελέτη, το Ταμείο Μερικής Εγγύησης Πιστώσεων, που ιδρύθηκε από την Παγκόσμια Τράπεζα για να «στηρίξει» τους μικρούς αγρότες, έχει προϋπολογισμό μόλις 5,4 εκατ. δολαρίων ΗΠΑ (!) που είναι ψίχουλα μπροστά στις πραγματικές ανάγκες, αλλά και σε σύγκριση με τα δισεκατομμύρια που διοχετεύονται σε μεγάλες αγροτικές επιχειρήσεις.
Αποκαλυπτικό είναι και το πώς έφτασε η εύφορη ουκρανική γη, από κρατική – κοινωνική ιδιοκτησία, να αποτελεί σήμερα πηγή ασύλληπτου πλούτου για μια χούφτα μονοπώλια και μάλιστα του ευρωατλαντικού μπλοκ. Αλλά και το πώς αξιοποιείται η αμερικανική και ευρωπαϊκή στήριξη στην Ουκρανία για την παραπέρα διείσδυση των μονοπωλίων τους στην οικονομία, όπου δεσπόζουσα θέση κατέχει ο αγροτοδιατροφικός τομέας.
Όπως δείχνει η έκθεση, η δημιουργία μιας μεγάλης αγοράς γης ήταν βασική απαίτηση των δυτικών – ευρωατλαντικών χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων αμέσως μετά τις ανατροπές και εντάθηκε από το 2014, όταν με την επικράτηση του πραξικοπήματος η Παγκόσμια Τράπεζα, το ΔΝΤ και η ΕΤΑΑ έβαλαν τις βάσεις για ιδιωτικοποιήσεις μεγάλης κλίμακας στην Ουκρανία, μέσω ενός τεράστιου προγράμματος «διαρθρωτικής προσαρμογής», με αντάλλαγμα δάνεια, πολιτική στήριξη στην αστική τάξη και μελλοντική ένταξη στις ευρωατλαντικές δομές.
Πρόκειται για μεταρρυθμίσεις και αναδιαρθρώσεις στο σύνολο της ουκρανικής οικονομίας, που επιτάχυναν την πτώση του βιοτικού επιπέδου του λαού. Μεταξύ 2013 και 2019, ο μέσος μηνιαίος μισθός μειώθηκε κατά 80 δολάρια ΗΠΑ και ο πληθωρισμός άγγιξε το 43% το 2015. Η τιμή του φυσικού αερίου – κύρια πηγή Ενέργειας για τα ουκρανικά νοικοκυριά – 12πλασιάστηκε. Συνταξιοδοτικές μεταρρυθμίσεις που εντατικοποιήθηκαν από το 2017 συντέλεσαν επίσης στη ραγδαία φτωχοποίηση του πληθυσμού, με αποτέλεσμα σήμερα το 80% των συνταξιούχων να ζουν κάτω από το επίσημο όριο της φτώχειας, ενώ το 65% παίρνει σύνταξη κάτω από 82 δολάρια ΗΠΑ τον μήνα.
Το 2021, η Ουκρανία ήταν η φτωχότερη χώρα της Ευρώπης, με κατά κεφαλήν ΑΕΠ 4.835 δολάρια ΗΠΑ. Το 2014, το ποσοστό φτώχειας της χώρας ήταν 28,6% και μέχρι το 2016 είχε διπλασιαστεί, φτάνοντας το 58,6%, για να «σταθεροποιηθεί» στο 41,3% το 2019. Η Ουκρανία είναι πλέον ο τρίτος μεγαλύτερος οφειλέτης στον κόσμο στο ΔΝΤ, μετά την Αργεντινή και την Αίγυπτο.
Σε ό,τι αφορά ειδικότερα τη γεωργική γη, το 2020 η κυβέρνηση της Ουκρανίας ψήφισε νόμο που νομιμοποιεί την πώλησή της, αίροντας τους περιορισμούς που υπήρχαν για 19 χρόνια, με αντάλλαγμα την αποδέσμευση δανείων από το ΔΝΤ. Από τον Ιούλη του 2021, ο νόμος δίνει πλέον τη δυνατότητα σε μεμονωμένους Ουκρανούς πολίτες να αγοράσουν έως και 100 εκτάρια, ενώ από τον περασμένο Γενάρη το όριο αυτό αυξήθηκε στα 10.000 εκτάρια και επιτρέπονται πλέον οι πωλήσεις σε νομικά πρόσωπα.
Αμέσως μετά την ψήφιση του νόμου, είχαν υπογραφεί 111.307 συμφωνίες για την αγοραπωλησία γης, που αντιστοιχούν σε 262.679 εκτάρια, ενώ οι όποιοι περιορισμοί συνεχίζουν να υφίστανται για την αγορά γης από ξένους ιδιοκτήτες, παρακάμπτονται εύκολα με συμβόλαια μίσθωσης ή με συμπράξεις πολυεθνικών ομίλων με Ουκρανούς επιχειρηματίες.
Κάνοντας χρήση του νόμου, τον Οκτώβρη του 2021, η «Kernel», ο μεγαλύτερος κάτοχος γης και επίσης ο μεγαλύτερος παραγωγός και εξαγωγέας ηλιελαίου, ανακοίνωσε τα σχέδιά της να αυξήσει την ιδιοκτησία γης στα 700.000 εκτάρια, από 506.000 εκτάρια εκείνη την εποχή. Ομοίως, η ΜΗΡ, ο μεγαλύτερος παραγωγός και εξαγωγέας κοτόπουλου στην Ουκρανία, ελέγχει 360.000 εκτάρια γης και σκοπεύει να τα αυξήσει στα 550.000 εκτάρια. Παρακάμπτει μάλιστα τους περιορισμούς στην αγορά γης, ζητώντας από τους υπαλλήλους της να αγοράσουν γη και να τη μισθώσουν στην εταιρεία!
Να ποιοι κερδίζουν, λοιπόν, από την εκμετάλλευση της ουκρανικής γης και του λαού της, σε πόλεμο και σε ιμπεριαλιστική ειρήνη. Αυτά τα «καλά» έφερε η καπιταλιστική παλινόρθωση στην πρώην ΕΣΣΔ, όπου οι λαοί ζούσαν αρμονικά για 70 χρόνια και απολάμβαναν τους καρπούς της δουλειάς τους στη γη, στα εργοστάσια, στην εργατική – λαϊκή περιουσία. Αυτά που σήμερα αποτελούν ατομική – καπιταλιστική ιδιοκτησία και οι πλουτοκράτες, μαζί με τους διεθνείς συμμάχους τους, δεν διστάζουν να πνίξουν τους λαούς στο αίμα του πολέμου, για να θωρακίσουν τα συμφέροντά τους και να διασφαλίσουν ακόμα μεγαλύτερα κέρδη.
Πηγή: Ριζοσπάστης