Γράφει η Άννεκε Ιωαννάτου //
Ο σφετερισμός της επιστήμης
Γνωρίζουμε ότι το αντικείμενο των φυσικών επιστημών βρίσκεται στη φύση και όχι στην κοινωνία. Ωστόσο, η ώθηση να αναπτυχθούν προέρχεται από τις ανάγκες της κοινωνίας. Επομένως, το τι γίνεται με την επιστήμη και τα αποτελέσματά της είναι στα χέρια των κυρίαρχων της κάθε εποχής. Αυτοί αξιοποιούν προς το συμφέρον τους ό, τι εφευρίσκει και ό, τι παράγει η επιστήμη. Στο βιβλίο «Στη γροθιά του Σούπερμαν» του Αστέριου Λάμπρου («Σύγχρονη Εποχή») διαβάζουμε: «…η επιστημονική πρόοδος συνιστά έκφραση της ανεξαρτησίας της «αυθόρμητης αντίθεσης»» (σελ. 428). Και: «Στις μέρες μας κλείνουν τα τελευταία όρια αυτής της ανεξαρτησίας καθώς η επιστήμη αποσπάται από τους δημιουργούς της. Πράγματι, η πλειοψηφία των ερευνητών δε γνωρίζει σε ποιο γενικό πλαίσιο εντάσσεται η έρευνα που διεξάγει ούτε ποια θα είναι η τελική εφαρμογή ή χρήση της δουλειάς της. Ούτε μπορεί να ερευνήσει ό, τι επιθυμεί παρά μόνο ό, τι επιτρέπει η διαθέσιμη χρηματοδότηση. Μάλιστα, ενώ προηγούμενα ο σφετερισμός της επιστήμης ήταν μερικός και συνέβαινε κυρίως εκ των υστέρων, τώρα η άρχουσα τάξη σφετερίζεται την επιστήμη εν τη γενέσει της, σχεδιάζει τον τρόπο ανάπτυξής της και τις κατευθύνσεις που θα ακολουθήσει» (σελ. 428-429). Αυτά γράφτηκαν πριν από 20 χρόνια. Πόσο μάλλον ισχύουν για σήμερα με την ακόμα μεγαλύτερη συγκεντροποίηση των μεγάλων επιχειρηματικών ομίλων.
Η διαχρονική άλωση της λαϊκής ψυχής…
H σούμα βρίσκεται στις τελευταίες σελίδες του βιβλίου και μάλιστα στο κεφάλαιο «Υπεράνθρωπος και μονοπώλιο». Εκεί διαβάζουμε: “Ώστε, λοιπόν, ο σύγχρονος υπεράνθρωπος των ΜΜΕ έχει πράγματι προγόνους. Κοινό τους στοιχείο είναι το δέος προς μια ανώτερη εξουσία. Οι υπεράνθρωποι σε όλες τις ιστορικές μορφές τους καθαγιάζουν τον κοινωνικό ρόλο της άρχουσας τάξης, εμφανίζουν την ίδια και τους κοινωνικούς της στόχους ως θεόσταλτους ή αυτονόητους και μεταγγίζουν ένα ειδικό περιεχόμενο σε έννοιες όπως «δικαιοσύνη», «τιμή», «πίστη», «αμάρτημα», «πατριωτισμός» κλπ. Έννοιες στις οποίες οι εκάστοτε κυρίαρχες δυνάμεις δίνουν το δικό τους περιεχόμενο. Πάντα οι υπεράνθρωποι της εκάστοτε εποχής είναι στην υπηρεσία, βεβαίως, των κυρίαρχων. Η επιβολή τους στη μαζική ψυχολογία από μικρή ηλικία δεν θα μπορούσε να πετύχει «με την ψυχρή έκθεση απόψεων, αλλά με αφηγήσεις, που στη θέση των πραγματικών γεγονότων», σύμφωνα με το συγγραφέα, «θέτουν εξωπραγματικές αλληλουχίες, στη θέση των πραγματικών προσώπων θέτουν συμβολικές οντότητες και στη θέση της πραγματικής κοινωνικής διαδικασίας μυστικές δυνάμεις. Δηλαδή πείθουν, χωρίς να αναφέρονται συγκεκριμένα στην κοινωνική πραγματικότητα. Στη θέση της άρχουσας τάξης στήνεται ένα μυθοποιημένο σύμβολο, ένα αντικαθρέφτισμα, που διατηρεί τη στάση ζωής της, χωρίς να ταυτίζεται μαζί της. Διαμεσολαβούν την κυρίαρχη ιδεολογία, ώστε να μη μένει γυμνή και έκθετη στο εικονοστάσι των λαϊκών δοξασιών. Το σύμβολο είναι πειστικό και συγκαλύπτει με ικανοποιητικό τρόπο την κοινωνική τάξη που εικονίζει, ώστε οι άνθρωποι να προσκυνούν την εικόνα, χωρίς να υποπτεύονται πως, ταυτόχρονα, ασπάζονται την ιδεολογία και τους στόχους που θέτει μια κοινωνική τάξη» (σελ. 431-432).
Όσο υπάρχουν ταξικές κοινωνίες, οι εκάστοτε κυρίαρχοι είχαν και έχουν τους τρόπους να κάνουν την κυριαρχία τους να αντανακλάται με διάφορες μορφές στην πνευματική και συναισθηματική ζωή, στο μυαλό και στην ψυχή των ανθρώπων σαν κάτι που απορρέει από τη φύση των πραγμάτων και είναι για πάντα δοσμένο και που η αμφισβήτησή του είναι μεγάλη αμαρτία και ύβρις. Η αμφισβήτηση τιμωρείται από κάποιες ανώτερες δυνάμεις ή ακόμα και κατ’ ευθείαν από κάποιο θεό. Η θρησκεία στηρίζεται ουσιαστικά στο φόβο των ανθρώπων που μπορεί να έχει τις ρίζες του στην εποχή της άγνοιας του πρωτόγονου ανθρώπου σε σχέση με τα ακατανόητα φυσικά φαινόμενα γύρω του, αλλά εξακολουθεί να καλλιεργείται και σήμερα σε διάφορες μορφές και διαβαθμίσεις ανάλογα με τη χώρα και τη βαθμίδα ανάπτυξής της . Ασφαλώς σε χώρες με μεγάλα ποσοστά αθεϊας μπαίνουν άλλες πιο αφηρημένες μορφές για να κρατιέται σε πειθήνια κατάσταση η κοινωνική συνείδηση. Με κάθε επόμενο κοινωνικοοικονομικό σύστημα αυξάνεται και η απόσταση του ανθρώπου από τα προϊόντα του, τα προϊόντα της πνευματικής, αλλά και της χειρονακτικής εργασίας του, άρα μεγαλώνει ο βαθμός αλλοτρίωσης και αποξένωσης του ανθρώπου από τον ίδιο του τον εαυτό για να καταλήξει – στην τελευταία φάση με την υψηλή ανάπτυξη των μέσων παραγωγής – ο παραγωγός απλό εξάρτημα της μηχανής επαναλαμβάνοντας τις ίδιες κινήσεις λές και είναι ρομπότ. Ενώ στην πρώτη φάση της τεχνολογικής ανάπτυξης ο άνθρωπος ενσωμάτωσε στη μηχανή φυσικές εργασίες, τμήματα της μυϊκής του δύναμης, στη δεύτερη φάση ενσωματώνει και πνευματικές εργασίες ατροφώντας τις αντίστοιχες λειτουργίες του. Αυτή η πορεία μαζί με την αποξένωση που φέρνει, συνοδεύεται και από μια ρομποτοποίηση στο πνευματικό επίπεδο, ένα ψυχολογικό-συναισθηματικό ξεγύμνωμα, μια απονέκρωση της φαντασίας και της δημιουργικότητας. Με λίγα λόγια: μια προϊούσα πνευματική αλλοτρίωση.
…και τα «φάρμακά» της.
Η βιομηχανία του θεάματος-ακροάματος μοιράζει «χάντρες και καθρεφτάκια» στους σύγχρονους «ιθαγενείς» που δεν παίρνουν χαμπάρι την άμβλυνσή τους. Άλλοι γίνονται δυστυχισμένοι (για διάφορους κοινωνικούς λόγους) και ψευδοζούν με την ψυχή κενή ή αυτοκτονούν. Άλλοι «τα βολεύουν» μα τα παιχνίδια και τα κάθε λογής «ναρκωτικά» πέρα από τα γνήσια ναρκωτικά, καθώς και με υποκατάστατα τέχνης, με ψυχομπαλώματα στα οποία έχουν αναπτύξει ειδικότητα οι δυτικές καπιταλιστικές κοινωνίες: «Η πνευματική ζωή της κοινωνίας τείνει να απολέσει τα κοινωνικά της χαρακτηριστικά και να μετατραπεί σε απειλή για την κοινωνία. Ταυτόχρονα, οι μη εκμεταλλεύτριες τάξεις καθηλώνονται όλο και περισσότερο σε μια κατάσταση αποκλεισμού από τη δημιουργία. Δηλαδή αποκλεισμού από την ανάπτυξη, δηλαδή σε μια κατάσταση ξένη προς τον άνθρωπο και το είδος της ζωής που τον έχει χαρακτηρίσει. Όλα δείχνουν πως αυτή η διαδικασία οδηγείται στο έσχατο όριό της που εγκυμονεί είτε ανατροπή της κοινωνίας ως κοινωνίας ανθρώπων είτε την ανατροπή κάθε ταξικής κυριαρχίας, την επιστροφή της οικονομικής και της πνευματικής ζωής στην πηγή τους, στο λαό και την επαναφορά των ανθρώπινων σχέσεων στον άνθρωπο. Τότε, η ανθρώπινη έκφραση θα ξαναγίνει ενιαία και δημιουργική, επιστημονική και αισθητική, που μέσο και σκοπό της θα έχει την κοινωνική δράση και την αρμονική και αμφίδρομη ανάπτυξη ατόμου και κοινωνίας».
Και ποια η θέση των «σούπερμαν» μέσα σ’ όλα αυτά;
«Η εικόνα που προκύπτει απ’ αυτή την ιστορική προσέγγιση», διαβάζουμε στη σελίδα 432 του βιβλίου, «μας οδηγεί να αντιμετωπίσουμε το σύγχρονο υπεράνθρωπο όχι πλέον σαν μια τυχαία και αποσπασματική έκφραση κάποιων πλευρών της κυρίαρχης ιδεολογίας, αλλά ως κάτι πολύ πιο ευρύ και ταυτόχρονα πιο συγκεκριμένο. Ο υπεράνθρωπος συνιστά μυστικοποιημένο σύμβολο υπαρκτών κοινωνικών δυνάμεων. Και πιο συγκεκριμένα, αποτελεί άμεσο αντικαθρέφτισμα της σημερινής άρχουσας τάξης, της τάξης των μονοπωλίων. Πράγματι, στις σημερινές συνθήκες δεν υψώνονται απλώς κάποιοι άνθρωποι πάνω από τους υπόλοιπους. Οι ηγετικές μονοπωλιακές επιχειρήσεις (θα τις λέω απλώς μονοπώλια) διαθέτουν υπεράνθρωπη κοινωνική δύναμη: ελέγχουν την παγκόσμια παραγωγή και το εμπόριο αγαθών, αγοράζουν νόμους και κυβερνήσεις, έχουν δεκάδες μηχανισμούς επηρεασμού των μαζών, επιβάλλουν το συμφέρον τους με σφαγές λαών (όπου δεν περνάνε τα εμπορεύματα, περνάνε τα στρατεύματα! Γνώμονας από τις αρχαίες ακόμα αναπτυγμένες εμπορικές κοινωνίες, Α.Ι.), αγοράζουν ή παράγουν άμεσα την επιστήμη και τη χρησιμοποιούν προς όφελός τους, διακινούν την τέχνη και διαμορφώνουν το μύθο. Επομένως, τα μονοπώλια ασκούν έλεγχο στην οικονομική, την πολιτική και την πνευματική ζωή, άρα τίθενται υπεράνω της κοινωνίας (στο βαθμό που τη διαμορφώνουν). Ακριβώς το ίδιο παρατηρήσαμε και για το αντικαθρέφτισμά τους, τον υπεράνθρωπο των ΜΜΕ: τα ανδραγαθήματά του είναι τόσο διογκωμένα, που δεν έχουν προηγούμενο στην ιστορία του μύθου του υπεράνθρωπου. Ο ίδιος ο υπεράνθρωπος (πρώτη φορά στην ιστορία των κοσμικών υπερανθρώπων) τίθεται υπεράνω της κοινωνίας, θεοποιείται» (σελ. 432-433).
Αυτά ήταν τα συμπερασματικά προς το τέλος του βιβλίου, όπου συγκεντρώνεται ένας πλούτος θεμάτων για περαιτέρω ανάλυση.
Τα πολλά πρόσωπα της βίας.
Με πολλές μορφές οι υπεύθυνοι του οικονομικού αυτού συστήματος μπάζουν τη βία στην κοινωνία πάντα αρνούμενοι ότι το κάνουν. Αντιθέτως διαμέσου των πολιτικών τους αντιπροσώπων πρεσβεύουν την απέχθειά τους από τη βία «απ’ όπου κι αν προέρχεται και όπου κι αν απευθύνεται», όπως ακούμε συχνά. Η υποκρισία βγάζει μάτι, γιατί επιτρέπουν και προωθούν τη βιομηχανία που από την τρυφερή ηλικία σπέρνει τη λογική της βίας μέσα στην ψυχή. Άλλωστε η ίδια η ιστορία του σαν τάξη είναι μια ιστορία βίας και τρόμου. Στο πρώτο μέρος του βιβλίου ο συγγραφέας εξετάζει τα όρια του υπεράνθρωπου στα έργα καράτε, τρόμου, στα φανταστικά έργα, τα πολεμικά, τα αστυνομικά, γκαγκστερικά και κατασκοπευτικά έργα, στις λεγόμενες περιπέτειες, στα κωμικά και τα παιδικά έργα, στα έργα με τέρατα, επιστημονικής φαντασίας, τα γουέστερν, καθώς και στα έργα με φυσικές καταστροφές. Παρεμπιπτόντως, οι καταστροφές που γίνονται από σεισμούς, κατακλυσμούς κλπ σήμερα συνήθως δεν αποδίδονται στην κακοτεχνία των σπιτιών, στην έλλειψη θωράκισης, ούτε στο ότι η ανωμαλία στη φύση είναι το έργο μιας συγκεκριμένης ληστρικής πολιτικής συγκεκριμένων ανθρώπων με συγκεκριμένο σκοπό και δεν οφείλεται γενικά και αόριστα «στον άνθρωπο», όπως διατυπώνεται συνήθως. Υπάρχει λοιπόν ένα ευρύτατο φάσμα υπεράνθρωπων. Με πολλά παραδείγματα ο Αστέριος Λάμπρου προσπαθεί να «πιάσει» ένα πολυσύνθετο φαινόμενο με, ωστόσο, μερικούς κοινούς παρονομαστές. Από έργα της τηλεόρασης, της παραλογοτεχνίας, του κινηματογράφου, καθώς και από κόμικς και μην ξεχνάμε και τα βιντεοπαιχνίδια παραθέτει διαλόγους και αποσπάσματα χαρακτηριστικά για τη στόχευση των έργων με σούπερμαν. Τα ονόματα των υπεράνθρωπων, οι τίτλοι των έργων μιλούν από μόνα τους υποδηλώνοντας το τερατώδες παιχνίδι που παίζεται με τη συνείδησή μας, με το νευρικό μας σύστημα, με την ευάλωτη ψυχή των παιδιών. Σ’ αυτά τα παραδείγματα η βία αυτονομείται, απολυτοποιείται, ακόμα και προσωποποιείται ως βία. Τα παραδείγματα αυτά, βεβαίως, αντιπαρατίθενται με παραδείγματα «υπεράνθρωπων» που ασκούν βία με τρόπο δικαιολογημένο καταφεύγοντας στη βία σαν έσχατη λύση εξαναγκασμένοι από τις περιστάσεις. Στην ουσία ασκούν αντι-βία, διότι βία ασκείται εις βάρος τους. Δεν είναι όμως, η οργανωμένη δημοκρατική αντι-βία ενός λαού που επαναστατεί συνειδητά και στοχευμένα, αλλά όπως και στα παραμύθια και τους μύθους, σημαδεύει τη διαμάχη του καλού με τον κακό γενικά.
Η βία ως υπέρτατη εξουσία.
Στο τέλος του πρώτου κεφαλαίου ο συγγραφέας προτείνει έναν ορισμό για τον όρο «έργα υπεράνθρωπων»: «Με τον όρο «έργα υπεράνθρωπων» εννοούμε τα έργα που εξυμνούν κάποιους ήρωες που, αφενός έχουν τη δύναμη και τη θέληση να καταστρέψουν με τεράστια ευκολία και, αφετέρου, εμφανίζονται ανώτεροι από κάθε συλλογική-κοινωνική δράση».
Στο ερώτημα «πώς γεννιέται ένας υπεράνθρωπος;» αναφέρονται έξι δυνατότητες: από εκπαίδευση, από ατύχημα, κατασκευή ή εκ γενετής, από την κατοχή κάποιου υπερ-αεροπλάνου, υπερ-ελικοπτέρου ή άλλου μέσου καταστροφής, από την απόφαση να σκοτώσει, από τον υπερβολικό πλούτο που διαθέτει και από το γεγονός ότι είναι αρχηγός κάποιας οργάνωσης, είτε εγκληματικής, είτε νόμιμης, αλλά μυστικής. Σαν παράδειγμα μιας σημασιολογικής ανάλυσης δίνονται αρκετά παραστατικά σκηνές από την ταινία του Πολ Βερχόφεν «Στρατιώτες του Σύμπαντος» και μάλιστα σε αίθουσα διδασκαλίας. «Μ’ αυτές τις σκηνές», διαβάζουμε, «μας εισάγει ο Πολ Βερχόφεν στην ταινία του που διαδραματίζεται σ’ ένα μελλοντικό κόσμο. Για τον κόσμο αυτό, μας δίνει όλες τις δυνατές πληροφορίες: η δημοκρατία απέτυχε, οι Κοινωνιολόγοι κατέστρεψαν τον κόσμο και μια χούντα τον έσωσε. Η βία είναι η υπέρτατη εξουσία…» (σελ. 55).
Συνεχίζεται.
(Το πρώτο μέρος ΕΔΩ)