Τα αποτελέσματα του πρώτου γύρω των εκλογών στη Γαλλία (μετά και αυτά των ευρωεκλογών) δικαιολογημένα εγείρουν πλήθος συζητήσεων στη χώρα μας αλλά και συνολικά στην Ε.Ε λόγω και του ειδικού βάρους που έχει αυτή στο διακρατικό -ιμπεριαλιστικό αυτό δημιούργημα.
Η άνοδος της ακροδεξιάς δεν ήταν κεραυνός εν αιθρία. Η εκλογική πορεία της Λεπέν ήταν αποκαλυπτική: Στις προεδρικές του 2012 η Λεπέν που τη διεκδίκησε για πρώτη φορά κατέλαβε την τρίτη θέση (με ποσοστό 17.90%) πίσω από τον Φρανσουά Ολάντ και τον Νικολά Σαρκοζί. Το 2017 ήταν ξανά υποψήφια, αυτή την φορά απέναντι στον Εμανουέλ Μακρόν. Ο Μακρόν κέρδισε την μάχη για την προεδρία με 66.10%, ενώ η Λεπέν συγκέντρωσε 33.90% – διπλασιάζοντας τα ποσοστά της μέσα σε μία πενταετία. Στις προεδρικές εκλογές του 2022 ο Μακρόν κατάφερε να κερδίσει και πάλι την προεδρία με 58.55% ενώ η Λεπέν έφτασε στο 41.45%.
Επομένως οι ρίζες (και εκλογικά) του φαινομένου είναι βαθιές (είναι ουσιαστικά κοινωνικές-οικονομικές-
Και φυσικά έχει απόλυτο δίκιο η εκτίμηση του ΚΚΕ για τις εκλογές αυτές ότι: «…Οι πολιτικές δυνάμεις, όπως αυτές της σοσιαλδημοκρατίας και των φιλελεύθερων, που εδώ και χρόνια έχουν διακριθεί στην αντιλαϊκή πολιτική σε βάρος του γαλλικού λαού και στη στήριξη της στρατηγικής της ΕΕ και του ΝΑΤΟ, όχι μόνο δεν μπορούν να αποτελέσουν αντίβαρο σε ακροδεξιές αποκρουστικές υποψηφιότητες τύπου Λεπέν, αλλά ουσιαστικά με την πολιτική τους, που βαφτίζουν ως “δημοκρατική” και “προοδευτική”, σπρώχνουν δυσαρεστημένες εργατικές – λαϊκές δυνάμεις σε τέτοια κόμματα, που εμφανίζονται με “φιλολαϊκό μανδύα”. Ουσιαστικά προτείνουν τον ίδιο δρόμο που έχει οδηγήσει στην ενίσχυση της ακροδεξιάς στη Γαλλία και αλλού. Απάντηση τόσο στην ακροδεξιά, όσο και σε νέα ψευτοδιλήμματα περί “αντίδρασης” και “προόδου” μπορεί να δώσει μόνο ένα ανερχόμενο εργατικό – λαϊκό κίνημα, η ίδια η ταξική πάλη, που θα βάλει στο στόχαστρο τις αιτίες που γεννούν αυτά τα αντιδραστικά πολιτικά ρεύματα, την ΕΕ, τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς και πολέμους».
Η παρέμβαση της Κ. Τσέτκιν
«…Με το φασισμό, το προλεταριάτο βρίσκεται αντιμέτωπο με έναν εξαιρετικά επικίνδυνο εχθρό. Ο φασισμός είναι η συμπυκνωμένη έκφραση της γενικής επίθεσης που έχει εξαπολύσει η παγκόσμια αστική τάξη ενάντια στο προλεταριάτο… Ο φασισμός, αντιθέτως, από αντικειμενική άποψη, δεν είναι η εκδίκηση της αστικής τάξης, σε αντίποινα για την προλεταριακή επίθεση ενάντια στην αστική τάξη, αλλά είναι μια τιμωρία του προλεταριάτου για την αποτυχία να πραγματοποιήσει την επανάσταση που ξεκίνησε στη Ρωσία. Οι φασίστες ηγέτες δεν είναι μια μικρή και κλειστή κάστα. Επεκτείνουν την επιρροή τους βαθιά μέσα σε πλατειά κομμάτια του πληθυσμού….
…Το μόνο όπλο που συνέστησε ο Μπάουερ για τον αγώνα κατά του φασισμού ήταν η δημιουργία ενός Διεθνούς Γραφείου Πληροφοριών σχετικά με την παγκόσμια αντίδραση. Το ιδιαίτερο χαρακτηριστικό αυτής της νέας-παλιάς Διεθνούς είναι η πίστη της στη δύναμη και την μονιμότητα της αστικής κυριαρχίας, και η δυσπιστία και η δειλία της απέναντι στο προλεταριάτο ως τον σημαντικότερο παράγοντα της παγκόσμιας επανάστασης. Είναι της γνώμης ότι απέναντι στην άτρωτη δύναμη της αστικής τάξης, το προλεταριάτο δεν μπορεί να κάνει τίποτα άλλο από το να ενεργεί με μετριοπάθεια και να μην ενοχλεί την τίγρη της αστικής τάξης.
Ο φασισμός, με όλη σθεναρότητά του στη τέλεση των βίαιων πράξεών του, δεν είναι πράγματι τίποτα άλλο, παρά η έκφραση της διάλυσης και της αποσύνθεσης της καπιταλιστικής οικονομίας και το σύμπτωμα της διάλυσης του αστικού κράτους. Αυτή είναι μία από τις ρίζες του…
…Η δεύτερη ρίζα του φασισμού βρίσκεται στην καθυστέρηση της παγκόσμιας επανάστασης εξαιτίας της προδοτικής στάσης των ρεφορμιστών ηγετών. Μεγάλος αριθμός των μικροαστών, συμπεριλαμβανομένων ακόμη και των μεσαίων τάξεων, είχε απαλλαγεί από την ψυχολογία που είχε εν καιρώ πολέμου, διαμορφώνοντας μια κάποια συμπάθεια για τον ρεφορμιστικό σοσιαλισμό, με την ελπίδα ότι ο τελευταίος θα επιφέρει μια αναμόρφωση της κοινωνίας σε δημοκρατικές κατευθύνσεις. Είναι απογοητευμένοι από τη διάψευση των ελπίδων τους. Μπορούν τώρα να δούν ότι οι ρεφορμιστές ηγέτες βρίσκονται σε καλοπροαίρετη συμφωνία με την αστική τάξη, και το χειρότερο είναι ότι αυτές οι μάζες έχουν χάσει πλέον την πίστη τους, όχι μόνο στους ρεφορμιστές ηγέτες, αλλά στο σοσιαλισμό συνολικά. Οι μάζες των απογοητευμένων συμπαθούντων του σοσιαλισμού ενώνονται με μεγάλους κύκλους του προλεταριάτου, των εργατών οι οποίοι έχουν παραιτηθεί από την πίστη τους, όχι μόνο στο σοσιαλισμό, αλλά και στην τάξη τους. Ο φασισμός έχει γίνει ένα είδος καταφυγίου για πολιτικά άστεγους…
…Η αστική τάξη θέλει να ανασυγκροτήσει την καπιταλιστική οικονομία. Κάτω από τις παρούσες συνθήκες, η ανασυγκρότηση της κυριαρχίας της αστικής τάξης μπορεί να επέλθει μόνο με κόστος την αύξηση της εκμετάλλευσης του προλεταριάτου από την αστική τάξη. Η αστική τάξη γνωρίζει πολύ καλά ότι οι γλυκομίλητοι ρεφορμιστές σοσιαλιστές χάνουν γρήγορα τα ερείσματά τους στο προλεταριάτο, και ότι δεν θα υπάρχει τίποτα άλλο για την αστική τάξη, από το να καταφύγει στη βία ενάντια στο προλεταριάτο. Αλλά τα μέσα της βίας του αστικού Κράτους έχουν αρχίσει να αποτυγχάνουν. Χρειάζεται συνεπώς μια νέα οργάνωση βίας, και αυτό είναι που της προσφέρεται από το χαωτικό συνονθύλευμα του φασισμού. Για το λόγο αυτό, η αστική τάξη διαθέτει όλη την ισχύ τής διοίκησής της στην υπηρεσία του φασισμού.
Ο φασισμός έχει διαφορετικά χαρακτηριστικά σε διαφορετικές χώρες. Παρ’ όλ’ αυτά έχει δύο σημαντικά χαρακτηριστικά σε όλες τις χώρες, και συγκεκριμένα, την επίφαση ενός επαναστατικού προγράμματος, το οποίο είναι έξυπνα προσαρμοσμένο στα ενδιαφέροντα και τις απαιτήσεις των πλατειών μαζών, και από την άλλη πλευρά την εφαρμογή της πιο ωμής βίας…
…Δεν πρέπει να περιοριστούμε απλώς στο να αγωνιζόμαστε για το πολιτικό και οικονομικό μας πρόγραμμα. Πρέπει ταυτόχρονα εξοικειώσουμε τις μαζες με τα ιδανικά του κομμουνισμού ως φιλοσοφίας. Αν το κάνουμε αυτό, θα δείξουμε το δρόμο προς μια νέα φιλοσοφία σε όλα εκείνα τα στοιχεία που έχουν χάσει τον προσανατολισμό τους κατά τη διάρκεια της ιστορικής εξέλιξης των τελευταίων χρόνων. Η απαραίτητη προϋπόθεση γι’ αυτό είναι, ότι καθώς πλησιάζουμε τις μάζες αυτές, γινόμαστε επίσης οργανωτικά, ως Κόμμα, μια γερά συγκολλημένη οντότητα. Αν δεν το κάνουμε αυτό, διατρέχουμε τον κίνδυνο να οδηγηθούμε σε οπορτουνισμό και χρεωκοπία. Πρέπει να προσαρμόσουμε τις μεθόδους δουλειάς μας στα νέα μας καθήκοντα. Θα πρέπει να μιλήσουμε με τις μάζες σε μια γλώσσα που μπορούν να κατανοήσουν, χωρίς να υπάρχει προκατάληψη για τις ιδέες μας. Έτσι, ο αγώνας κατά του φασισμού φέρνει στο προσκήνιο μια σειρά από νέα καθήκοντα…
Για να καταλήξει: «…Μόνο ενσταλάζοντας ταξική συνείδηση στην ψυχή του κάθε εργάτη θα καταφέρουμε να τον προετοιμάσουμε και για τη στρατιωτική συντριβή του φασισμού, η οποία, στην παρούσα συγκυρία, είναι απολύτως απαραίτητη. Αν το πετύχουμε αυτό, μπορούμε να είμαστε σίγουροι ότι σύντομα όλα θα τελειώσουν για τον καπιταλισμό και την εξουσία της αστικής τάξης, ανεξάρτητα από οποιαδήποτε επιτυχία της γενικής επίθεσης της αστικής τάξης ενάντια στο προλεταριάτο. Τα σημάδια της αποσύνθεσης, που είναι τόσο ολοφάνερα μπροστά στα μάτια μας, μας δίνουν την πεποίθηση, ότι το γιγάντιο προλεταριάτο θα ξαναμπεί στην επαναστατική πάλη και ότι το σύνθημά του προς τον κόσμο της αστικής τάξης θα είναι: Είμαι η δύναμη, είμαι η θέληση, σε μένα βλέπεις το μέλλον!»