Η Άντζελα βιώνει μια οδύσσεια στους μποτιλιαρισμένους δρόμους του Βουκουρεστίου, προκειμένου να πάρει συνεντεύξεις από θύματα εργατικών ατυχημάτων για λογαριασμό μιας πολυεθνικής εταιρείας. Η επιλογή του ασπρόμαυρου είναι ενδεικτική της καθημερινότητας που βιώνει η ηρωίδα.
Γράφει ο \\ Αστέρης Αλαμπής _Μίδας
Μην περιμένετε και πολλά από το τέλος του κόσμου ★★★★½
- Σκηνοθεσία: Radu Jude
- Ερμηνείες: Ιλίνκε Μανολάκε, Οβίντιου Πίρσαν
Ταινίες Πρώτης Προβολής: Τα χαιρετίσματα από τη χώρα του Ανατέλλοντος Ηλίου
Ο δημιουργός του απερίγραπτου «Ατυχές πήδημα ή παλαβό πορνό», ξαναχτυπάει, θολώνοντας ακόμη περισσότερο τα όρια μεταξύ μυθοπλασίας και κινηματογραφικού ρεπορτάζ. Ηρωίδα του εδώ είναι η Άντζελα, μια νεαρή κοπέλα, καταπονημένη και κακοπληρωμένη, η οποία οργώνει με το αυτοκίνητο το Βουκουρέστι προκειμένου να πάρει συνεντεύξεις από θύματα εργατικών ατυχημάτων για λογαριασμό μιας πολυεθνικής. Παράλληλα, παρακολουθούμε το alter ego της, μια οδηγό ταξί που αγωνίζεται να βγάλει τα προς το ζην στους ίδιους δρόμους _πάλαι ποτέ, επί Τσαουσέσκου· μέχρι που οι δύο ηρωίδες θα συναντηθούν.
Το ξυπνητήρι χτυπάει, είναι μόλις έξι παρά δέκα, η Άντζελα σιχτιρίζει και αναστενάζει και ξανασιχτιρίζει, γιατί ο συνδυασμός πολύ πρωινό ξύπνημα και υποχρέωση να πας στη δουλειά σου σε χτυπάει σε δύο βασικές ανάγκες: τίποτα από τα δύο δεν είναι ακριβώς φυσιολογικό, ή, δεν ξέρω, ενδεχομένως και να είναι το μόνο φυσιολογικό, ωστόσο οι άνθρωποι θα έπρεπε θεωρητικά να μπορούν να κοιμούνται όσο θέλουν μέχρι να χορταίνουν ύπνο, οι άνθρωποι θα έπρεπε θεωρητικά να μπορούν να εργάζονται με τους όρους τους και τις προϋποθέσεις τους, αλλά αυτά θα αντιτείνει κάποιος είναι επιθυμίες και όχι δικαιώματα.
Όταν έχεις εξαρτημένη εργασία ας πούμε, δεν γίνεται να βάζεις εσύ τους όρους και τις προϋποθέσεις, σωστά; Ούτε καν αυτό δεν έχει η Άντζελα, ούτε καν αυτό στο σκέλος των δικαιωμάτων δηλαδή, γιατί στο σκέλος των υποχρεώσεων το έχει και το παραέχει, είναι εξωτερική συνεργάτις μιας εταιρίας παραγωγής, οι υπερωρίες που κάνει σιγά μην υπολογιστούν και πληρωθούν ως υπερωρίες, για την συμφωνημένη αμοιβή της πρέπει να παρακαλάει συνέχεια να μην της την καθυστερούν.
Η εταιρία παραγωγής τώρα έχει κλείσει μια δουλειά για ένα εταιρικό βίντεο μιας πολυεθνικής με έδρα την Αυστρία και εργοστάσια στη Ρουμανία. Το βίντεο θα αφορά την ασφάλεια στην εργασία και έχει σκοπό να δώσει ένα καλό μήνυμα προς τους εργαζομένους, να φορούν όλοι τους κράνη και γενικότερα να παίρνουν όλα τα αναγκαία προστατευτικά μέτρα. Γιατί, αν δεν το κάνουν, κινδυνεύουν να χτυπήσουν πολύ σοβαρά. Και ποιος πιο αρμόδιος να τους το επισημάνει από εργαζόμενους που ήδη έχουν χτυπήσει πολύ σοβαρά, που έπρεπε να πάθουν για να μάθουν, που αν είχαν λάβει τα απαραίτητα μέτρα δεν θα πάθαιναν.
Ο σκηνοθέτης ανατρεπτικά γκριζάρει το σήμερα, κρατώντας το έγχρωμο κομμάτι της ταινίας για τη “χρυσή εποχή” της 10ετίας του 1980. Στο πρώτο μέρος, ο θεατή να ακολουθεί την Άντζελα σε μια εργασιακή οδύσσεια, καθώς παλεύει να μην αποκοιμηθεί στο τιμόνι, ενώ διασχίζει τους μποτιλιαρισμένους δρόμους του Βουκουρεστίου. Παρ’ όλα αυτά, βρίσκει χρόνο και διάθεση να δημιουργεί και να ανεβάζει σόκιν βιντεάκια με την ίδια πίσω από το προσωπείο ενός ακραία σεξιστή νεαρού. Σόσιαλ μίντια, σεξισμός, διαφθορά, μεταναστευτικό, πόλεμος στην Ουκρανία, αγένεια και (κυρίως) εργασιακές συνθήκες στο στόχαστρο του Ράντου.
Ειδικά το τελευταίο πεδίο, γνώριμο και από τη δική μας πραγματικότητα, αναδύεται πιο ζωντανά μέσα από την τραγική ιστορία ενός άνδρα –του παίρνει συνέντευξη η Αντζελα– ο οποίος έμεινε παράλυτος έπειτα από εργατικό ατύχημα. Σε μια αριστουργηματική, πικρά ειρωνική τελική σκηνή, εκείνος βιντεοσκοπείται έναντι ευτελούς αμοιβής να αφηγείται την ιστορία του, προκειμένου να “ξεπλυθούν” οι ευθύνες της εταιρείας.
Στο μεταξύ θα προσπαθήσει να χωρέσει οικογενειακές υποχρεώσεις με τη μάνα της, γιατί κάνουν εκταφή τον πατέρα της που πέθανε πριν μερικούς μήνες, αφού μέρος του νεκροταφείου ήταν παρανόμως χτισμένο σε οικόπεδο που έχει αγοράσει άλλη μεγάλη εταιρία, ούτε να πεθάνεις δεν μπορείς σε αυτή τη χώρα, ούτε σχεδόν να γαμήσεις, αλλά ΟΚ, η Άντζελα σε μια επίδειξη επαγγελματικής αναισθησίας και εις βάρος του χρόνου κατά τον οποίο θα έπρεπε να εργάζεται, θα προσπαθήσει να δει στα κλεφτά και για τόσο όσο και μέσα στο αυτοκίνητο τον φίλο της και να κάνουν πραγματάκια εκεί. Κι ίσως να της δανείσει προσωρινά και λίγα λεφτά, γιατί έχουν αργήσει να την πληρώσουν.
Όπως συνέβαινε και με το «Ατυχές πήδημα…», το πραγματικά ωραίο εδώ είναι η αναρχική φύση ενός φιλμ, το οποίο δεν ενδιαφέρεται τόσο να αναδείξει «ήρωες» και «εχθρούς», όσο να φωτίσει την παράνοια της καθημερινότητας, αλλά και του τρόπου με τον οποίο λειτουργεί ο σύγχρονος κόσμος. Και όλα αυτά με στυλ εκ προθέσεως επιφανειακό, ανεπιτήδευτο, σαν τα γεμάτα πληροφορία βίντεο του Διαδικτύου, που επίσης εδώ σατιρίζονται απολαυστικά.
Πόσο ελκυστική μπορεί να είναι μια ρουμάνικη ταινία που διαρκεί 143 λεπτά και η οποία έχει τις συγκεκριμένες θεματικές; Σαν απάντηση ένα ανέκδοτο που θα πει η Άντζελα, γιατί κάπως συνοψίζει το πνεύμα και το ύφος του Ζούντε και της ταινίας του: «Πάει ένας έφηβος στις ΗΠΑ να αγοράσει από το πολυκατάστημα το ημιαυτόματο με το οποίο θα εκτελέσει ένα σωρό συμμαθητές του. Ο πωλητής του λέει μήπως θα ήταν προτιμότερο να αγοράσετε ένα μπαζούκας; Γιατί, ξέρετε, με κάθε μπαζούκας που πουλάμε στέλνουμε δώρο ένα πολυβόλο στην Ουκρανία».
Πηγές:
φεστιβάλ Θεσσαλονίκης,
elculture.gr