Γράφει ο Παναγιώτης Μανιάτης / /
Πέρασε πολύς καιρός από την περίοδο που ο Μπρους ξεκίνησε τη σόλο καριέρα του. Οι συνθήκες είναι πλέον ώριμες για να αξιολογηθούν οι επιλογές του.
Ο Ντίκινσον, όντας μέλος των Μέιντεν, κυκλοφόρησε το πρώτο του άλμπουμ τον Μάιο του 1990 με τίτλο Tattooed millionare. Θα το χαρακτήριζα συμπαθητικό αλλά όχι κάτι το ιδιαίτερο. Μουσικά δεν είναι πρωτότυπο, αφού πατάει κυρίως στο glam rock/metal της εποχής, ενώ το ομώνυμο κομμάτι θα μπορούσε να συμπεριληφθεί άνετα στο No prayer for the dying. Σαν δίσκος έχει καλές διασκευές – κάποιες προστέθηκαν στην επανέκδοση – και περιλαμβάνει ορισμένα ευχάριστα κομμάτια που όταν τ’ ακούς κουνάς ελαφρά το κεφάλι σου. Αλλά ως εκεί. Πιστεύω ότι με αυτό το υλικό θα μπορούσε να κάνει περιοδεία με ένα σχήμα λογικής Bruce Dickinson and his band. To κομμάτι (I wanna be) elected, με τον Mr. Bean, που απ’ ότι είδα το κυκλοφόρησε το ’92, το θεωρώ συμπαθητική σαχλαμαρίτσα.
Μετά την αποχωρησή του από τη μπάντα, το 1993, κυκλοφορεί έπειτα από τρεις διαφορετικές ηχογραφήσεις ένα αξιοπρεπέστατο άλμπουμ, το Balls to Picasso (1994). Δυστυχώς, δεν εκτιμήθηκε στην εποχή του γιατί οι μεταλλάδες εκείνου του καιρού περίμεναν Μέιντεν ή κάτι τέτοιο. Σήμερα όμως έχει αποκατασταθεί. Πολύ ωραία εισαγωγή το Cyclops, εμβληματικό το Tears of the Dragon που από τότε είχε γίνει ύμνος, ραπάρισμα στο Sacred Cowboys, επιρροές από grunge σ’ όλο το δίσκο με τα Shoot All the Clowns, Laughing in the Hiding Bush, 1000 Points of Light να μου έρχονται στο νου όταν άκουσα αντίστοιχα συγκροτήματα. Ωραία μπαλάντα το Change of heart, μεταιχμιακό το Gods of war. Και τα Fire, Hell no στέκονται, με το πρώτο να θεωρείται υποτιμημένο. Άρα μιλάμε για ένα ολοκληρωμένο άλμπουπ.
To 1996 κυκλοφορεί το Skunkworks. Μου είναι αδιάφορο όπως και στη συντριπτική πλειοψηφία του (μεταλλικού) κόσμου. Μπορώ να το ακούσω μόνο όταν τσεκάρω πράγματα στον υπολογιστή.
Αφού έβλεπε την καριέρα του να παίρνει την κατιούσα, ο Μπρους επέστρεψε στο είδος που τον ανέδειξε. Έτσι, το 1997, κυκλοφορεί ένα μεγάλο άλμπουμ, το Accident of Birth. Από τα λίγα που μπορώ να ακούσω ολόκληρα. Ωραία εισαγωγή το Freak, τραγουδιστικό το Starchildren, θλιμμένο το Darkside of Aquarius, εμπορικό το Road to Hell, μπαλαντάρα το Man of Sorrows, επικό το Accident, γαμάτο το The Magician, αλήτικο το Welcome to the Pit, ενώ το Omega που μπορώ να το ακούσω σβήνει τον ήχο για το Arc of Space που το θεωρώ παράταιρο. Σα να ‘θελε να περάσει μήνυμα ότι μπορεί να τραγουδήσει και φλαμένγκο. Επιρρόη Roy Z μου φαίνεται. Δε χρειαζόταν. Στο εξώφυλλο συνεργάστηκε με τον Derek Riggs που είχε επιμεληθεί αρκετά εξώφυλλα των Μέιντεν δημιουργώντας τον Έντισον! Έξυπνο. Συνεργάστηκε επίσης με τον πρώην κιθαρίστα των Μέιντεν, Adrian Smith, ενώ ξανάρχισε να παίζει με νόημα στις συναυλίες, τραγούδια που είχε γράψει για τους Μέιντεν. Η πόρτα της επιστροφής του ασώτου άνοιξε.
Μετά την επάνοδο του στην επιτυχία, το 1998, κυκλοφορεί το The Chemical Wedding με στίχους του William Blake ενώ και το εξώφυλλο, το οποίο δε μ’ αρέσει, είναι από έργο του. Το συγκεκριμένο άλμπουμ ποτέ δεν έβαλα να το ακούσω ολόκληρο. Αντ’ αυτού ορισμένα κομμάτια του τα συμπάθησα από το live album, Scream for me Brazil που κυκλοφόρησε το 1999 και είναι καλό.
Το 1999, ο Ντίκινσον επιστρέφει στους Μέιντεν και η σόλο καριέρα του φαίνεται ότι κλείνει. To 2001 κυκλοφορεί ένα best of με το εισαγωγικό Broken να πρέπει να προσεχτεί. Το 2005 ξανασυνεργάζεται με τον Roy Z, κυκλοφορώντας Tyranny of Souls συνεχίζοντας την παράδοση των κακών εξωφύλλων. Το ξανάκουσα λόγω του άρθρου. Έχει κάποιες καλές στιγμές αλλά ήθελε περισσότερη δουλειά. Κάπου πήρε το μάτι μου ότι ο Μπρους δήλωσε ότι θα κυκλοφορήσει δικό του άλμπουμ τους επόμενους μήνες. Ίδωμεν.
Καταληκτικά: ο Ντίκινσον δεν είχε επεξεργασμένη στρατηγική γι’ αυτό οπορτούνισε μουσικά εκφράζοντας προσωπικές επιρροές, ακούσματα καθώς και τη μόδα της κάθε εποχής. Μόνο όταν πιέστηκε και έπρεπε έβγαλε καλά άλμπουμ. Όπως και να ‘χει άφησε το στίγμα του.