«Κάθε άνθρωπος που αγαπά την ελευθερία, χρωστάει στον Κόκκινο Στρατό περισσότερα από ό,τι μπορεί ποτέ να πληρώσει». Με αυτά τα λόγια του Ερνεστ Χέμινγουεϊ «υποδεχόμαστε» την Ημέρα της Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών, που όσο κι αν προσπαθεί η ΕΕ να εξαφανίσει απαγορεύοντας για τρίτη συνεχή χρονιά τις εκδηλώσεις μνήμης στη γερμανική πρωτεύουσα, ξεχνάει ότι είναι σπόρος…
Ένας σπόρος ποτισμένος με το αίμα εκατομμυρίων νεκρών, που όσο πιο βαθιά τον θάβεις τόσο περισσότερο συνεχίζει να ανθίζει. Η 9η Μάη δεν παραγράφεται από τη συλλογική μνήμη, γιατί φροντίζουν οι απανταχού κομμουνιστές για αυτό και δεν επισκιάζεται από τις απαγορεύσεις των συμβόλων, τις μετονομασίες και την προπαγάνδα για δήθεν εξίσωση κομμουνισμού και ναζισμού που επιχειρείται όλα τα τελευταία χρόνια. Η Αντιφασιστική Νίκη αποτυπώθηκε και στην 7η τέχνη, δίνοντάς μας σπουδαίες αντιπολεμικές ταινίες που συγκαταλέγονται στα αριστουργήματα του παγκόσμιου κινηματογράφου. Με όπλο τους την κινηματογραφική μηχανή πλάι στις ταινίες μυθοπλασίας οι Σοβιετικοί ρίχτηκαν με αυταπάρνηση στη μάχη των ντοκιμαντέρ, που παίζουν εξίσου σπουδαίο ρόλο στη διατήρηση της ιστορικής μνήμης.
Σπουδαία ντοκουμέντα αποτελούν ταινίες όπως «Η Πτώση του Βερολίνου» των Γελισαβέτα Σβίλοβα και Γιούλι Ράιζμαν, «Η Μόσχα αντεπιτίθεται» των Ιλία Κοπάλιν και Λεονίντ Βαρλάμοφ, ο σπουδαίος, μεταπολεμικά γυρισμένος, «Αληθινός φασισμός» του Μιχαήλ Ρομ. Ακόμα θα μπορούσαμε να θυμηθούμε και τη σειρά 20 ωριαίων ντοκιμαντέρ «Επιχείρηση Μπαρμπαρόσα» (ο Μεγάλος Πατριωτικός Πόλεμος), που δεν ανήκει μεν στο κινηματογραφικό είδος αλλά στηρίχτηκε στα σοβιετικά επίκαιρα και υπάρχει σε κάθε σπίτι αναγνωστών του «Ριζοσπάστη». Η πενταλογία «Η Απελευθέρωση» του Γιούρι Οζεροφ, που ακολουθεί τα γεγονότα, τις ιστορικές προσωπικότητες και τις μεγάλες μάχες του Κόκκινου Στρατού. «Η Μοίρα Ενός Ανθρώπου» και «Αγωνίστηκαν για τη μητέρα πατρίδα» του Σεργκέι Μπονταρτσούκ, «Το ημίχρονο του θανάτου» του Εβγκένι Καρέλοφ, «Ο πατέρας του στρατιώτη» του Ρέζο Κέιτζε, Zόγια του Λεβ Αρνσταμ και κλείνοντας αυτή τη μικρή αναφορά στον κινηματογράφο αφήσαμε για το τέλος «Τα παιδικά χρόνια του Ιβάν» του Αντρέι Ταρκόφσκι, «Όταν περνούν οι γερανοί» του Μιχαήλ Καλατόζοφ, «Γυμνό ανάμεσα στους λύκους» του Φρανκ Μπάιερ, και το «Έλα να δεις» του Ελέμ Κλίμοφ.
Δεν ξεχάσαμε σε καμία περίπτωση την ταινία «Ήρεμες ήταν οι Αυγές» του Στάνισλαβ Ροστότσκι, αλλά αυτή μπορείτε να την παρακολουθήσετε σε μια ειδική προβολή με δωρεάν είσοδο το Σάββατο 11/5 στις 15.00 στον κινηματογράφο «STUDIO new star art cinema», αφού την προβάλλει η «New Star» τιμώντας την 9η Μαΐου, Ημέρα της Αντιφασιστικής Νίκης των Λαών.
Λίγα λόγια για την υπόθεση… Μια ομάδα πέντε γυναικών – πυροβολιστριών που μόλις έχουν αρχίσει να γνωρίζουν τη φρίκη του πολέμου, ξεκινούν με τον διοικητή τους για επικίνδυνη αναγνωριστική αποστολή. Στην πορεία τους αυτή έρχονται αντιμέτωπες με 16 Γερμανούς κι ύστερα από σκληρές μάχες σκοτώνονται όλες. Ο Ροστότσκι δεν ενδιαφέρεται τόσο για την απεικόνιση του ηρωισμού αυτών των γυναικών, αλλά για την ανάπτυξη των διαπροσωπικών σχέσεων μεταξύ τους και την εξέλιξη των χαρακτήρων τους: Τη μεταμόρφωση των κοριτσιών από χαρούμενα παιδιά γεμάτα κέφι, διάθεση για έρωτα και χαρά σε ριψοκίνδυνες και αποφασιστικές γυναίκες, που αναμετριούνται ακόμη και με τον θάνατο. Ο σύγχρονος κινηματογράφος δεν θα μπορούσε να μην αναμετρηθεί με τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, αλλά υποσχόμαστε ένα αφιέρωμα πιο αναλυτικό για τις σημαντικότερες σύγχρονες ταινίες, αφού μπαίνει έντονα στο κάδρο και η αναθεώρηση της Ιστορίας σε αρκετές από αυτές…
σσ.
θα κάνουμε τις επόμενες μέρες _πριν την προβολή του STUDIO, αναλυτικό αφιέρωμα με εκτενή αναφορά, σ΄αυτή την πολύ καλή ταινία του μεταπολεμικού σοβιετικού κινηματογράφου, που εμπνεύστηκε από τον πόλεμο. «Ήρεμες ήταν οι αυγές» (“Την αυγή είναι όλα ακόμη σιωπηλά εδώ” _1972) του Στανισλάβ Ροστότσκι _ αυτήν που ο Αντρέι Ταρκόφσκι, στο διεθνές κινηματογραφικό φεστιβάλ της Γιουγκοσλαβίας 1971/72 χλεύασε ως “ασήμαντη”.
Η ταινία ανοίγει έγχρωμη, με μια κοπέλα να βγάζει το κράνος της μοτοσικλέτας — κατασκηνώνοντας με τις φίλες της. Στη συνέχεια μετατοπίζεται στο καλοκαίρι του 1942, στην ίδια περιοχή, εν μέσω του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, λίγο πίσω από τη σοβιετική πρώτη γραμμή στο Ανατολικό Μέτωπο.
Έχοντας ζητήσει στρατιώτες που δεν πίνουν και συναδελφώνονται με γυναίκες, ο Λοχίας Βάσκοφ αναλαμβάνει απροσδόκητα μια ομάδα νεαρών γυναικών αντιαεροπορικών πυροβολητών σε έναν σιδηροδρομικό σταθμό μακριά από την πρώτη γραμμή. Ο Βάσκοφ, που δεν συνηθίζει να διοικεί γυναίκες και να συγκρούεται μαζί τους για καθημερινά θέματα. Κατά τη διάρκεια μιας αεροπορικής επιδρομής, ένα από τα κορίτσια, η κατώτερη λοχίας Rita Osyanina, καταρρίπτει ένα εχθρικό αεροσκάφος και παρασημοφορείται ενώ ο διάλογος και οι έγχρωμες αναδρομές αρχίζουν να αποκαλύπτουν τις ιστορίες των γυναικών. Αποδεικνύεται επίσης ότι η Ρίτα επιστρέφει τακτικά κρυφά φαγητό στη μητέρα και το μωρό της, που δεν βρίσκονται πολύ μακριά από το μέρος.
Μια μέρα, έχοντας κουβαλήσει κρυφά σιτηρέσια στην οικογένειά της κατά τη διάρκεια της νύχτας, συναντά δύο Γερμανούς αλεξιπτωτιστές στο δρόμο της επιστροφής στη φρουρά. Ο Βάσκοφ επιλέγει πέντε εθελοντές: Rita, Zhenya, Lisa, Galya και Sonia, για να ξεκινήσουν μαζί του μια αποστολή για να τους εξαλείψουν. Αποφασίζουν να διασχίσουν το έλος για να αναχαιτίσουν τους Γερμανούς, αλλά η πορεία είναι αργή και ύπουλη, με αποτέλεσμα η Galya να χάσει τη μπότα της και να συνεχίσει απτόητη χωρίς στο βάλτο και στα κατσάβραχα. Όταν τελικά φτάνουν στον προορισμό τους οι Γερμανοί αλεξιπτωτιστές τους, περιμένουν — μάλιστα υπάρχουν δεκαέξι αντί για δύο. Οι γυναίκες μπλοφάρουν κόβοντας δέντρα και ανάβοντας φωτιές, κάτι που θα κάνει τους Γερμανούς να αλλάξουν κατεύθυνση, νομίζοντας ότι υπάρχουν πολλοί πολίτες στο πέρασμά τους. Αν και το σχέδιο σχεδόν αποτυγχάνει, το θράσος της Zhenya την τελευταία στιγμή να πηδήξει μισόγυμνη στο παγωμένο ποτάμι πείθει τους αλεξιπτωτιστές να κάνουν μια παράκαμψη μέσα στο δάσος. Ο Βάσκοφ στέλνει τη Lisa πίσω στη βάση για ενίσχυση, ενώ η Zhenya κουρνιάζει κάπου πλευριτωμένη _προφανώς με πνευμονία.
Η ομάδα που έμεινε στο δάσος ετοιμάζεται να αλλάξει δρομολόγιο για να αποφύγει την άμεση επαφή με τα γερμανικά στρατεύματα, ακολουθεί ανταρτοπόλεμος με τους Γερμανούς. Η Sonia σκοτώνεται από ξιφολόγχη και η Galya πυροβολείται και πεθαίνει αμέσως από τα τραύματά της, ενώ ο Βάσκοφ, για να δημιουργήσει αντιπερισπασμό, οδηγεί τους Γερμανούς μακριά από τις δύο ζωντανές, πυροβολώντας τους με το περίστροφό του ένα Nagant (αυτό που είχαν όλοι οι σοβιετικοί αξιωματικοί του κόκκινου στρατού) καθώς τον κυνηγούν μέσα στο δάσος, πυροβολείται στο χέρι, αλλά καταφέρνει να ξεφύγει – συνειδητοποιώντας ότι δεν έχουν έρθει οι ενισχύσεις και έχοντας ψευδαισθήσεις για τη Λίζα, η οποία σε μια καταπληκτική σκηνή _αφού πέρασε κακοτράχαλα χιλιόμετρα, λίγα μέτρα από τους δικούς της _φωνάζοντας βοήθεια στο πουθενά, πνίγεται _την “καταπίνει” ο υγρός βάλτος.
Από θαύμα συναντά Rita και Zhenya, αγκαλιάζονται φυσικά και συνειδητοποιεί ότι δεν υπάκουσαν τις εντολές του να υποχωρήσουν. Ψάχνει στον γυλιό του για μια χειροβομβίδα για να κάνει μια επίθεση αυτοκτονίας, αλλά διαπιστώνει ότι τα κορίτσια έχουν βγάλει τον πυροκροτητή…
Ο σκηνοθέτης Stanislav Rostotskiy υποσχέθηκε στον εαυτό του να κάνει μια ταινία για τις κόκκινες γυναίκες στον μεγάλο πατριωτικό πόλεμο, όταν βρέθηκε ο ίδιος μπρος σε ένα εχθρικό τανκ στο πεδίο της μάχης και ένας άγνωστος στρατιώτης μαζί με μια νοσοκόμα την Anna Chugunova έσωσαν τη ζωή του. Το ομώνυμο μυθιστόρημα, που δημοσιεύτηκε το 1969 στο περιοδικό «Yunost», προκάλεσε μεγάλη απήχηση στους αναγνώστες, καθιστώντας ένα από τα πιο δημοφιλή βιβλία για τον Πόλεμο, ενώ το 1971, η ιστορία ανέβηκε στο θέατρο Taganka της Μόσχας.
Από τις πρωταγωνίστριες μόνο η Olga Ostroumova ήταν κάπως γνωστή από την ταινία Dozhivyom do ponedelnika _Θα ζήσουμε μέχρι τη Δευτέρα (1968). Για τους υπόλοιπους ηθοποιούς, η ταινία έγινε πραγματικό ντεμπούτο στη μεγάλη οθόνη. Σύμφωνα με τους ίδιους, «τέτοιοι ρόλοι σου πέφτουν μια φορά στη ζωή». Ο 26χρονος Andrey Martynov έπαιξε πειστικά τον ρόλο του Fedot Vaskov (ο οποίος, σύμφωνα με το κείμενο του βιβλίου, ήταν 32 ετών) και φαινόταν πολύ πιο ώριμος στην οθόνη από την ηλικία του.
Η ταινία ήταν υποψήφια για Όσκαρ Καλύτερης Ξενόγλωσσης Ταινίας το 1972, πήρε “αναμνηστικό” στο Φεστιβάλ Βενετίας (1972), καλύτερη ταινία της χρονιάς σύμφωνα με τη δημοσκόπηση του περιοδικού «Σοβιετική Μεγάλη Οθόνη», Πρώτο Βραβείο (1973) στο VI All-Union Film Festival in Alma-Ata – Βραβείο Λένιν Κομσομόλ (1974), Κρατικό Βραβείο ΕΣΣΔ το (1975) top βαθμολογία 8.1\10 στο imdb
Τούτη τη βδομάδα τη σώζουν κυριολεκτικά οι παράλληλες προβολές. Ξεκινώντας από αύριο 10/5, στις 21.00 στον κινηματογράφο «Δαναό» θα προβληθεί η ταινία «Η Αιώνια Λιακάδα ενός Καθαρού Μυαλού» του Μισέλ Γκοντρί, που κλείνει τα 20 χρόνια από την πρώτη προβολή της, η οποία εξερευνά τον ρόλο της μνήμης στον έρωτα, με μοναδικό τρόπο… Ενώ Δευτέρα και Τρίτη 13/5 και 14/5 πάλι στο STUDIO έρχεται η πιο επίκαιρη ταινία των τελευταίων ημερών, η ταινία «Φράουλες και Αίμα» του Στιούαρτ Χάγκμαν, η οποία βασίζεται στην αληθινή ιστορία της εξέγερσης των φοιτητών στο πανεπιστήμιο της Columbia. Στα μέσα της δεκαετίας του ’60, οι φοιτητές πρωταγωνιστούν στο κίνημα ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ. Τον Απρίλιο του ’68 καταλαμβάνουν το πανεπιστήμιο της Kολούμπια στη Nέα Yόρκη, παλεύοντας ενάντια στα κέντρα κατάταξης στον στρατό που λειτουργούν στο εσωτερικό του πανεπιστημίου και στις φυλετικές διακρίσεις.
Sobibor / Κονσταντίν Χαμπένσκι / 2018 / 118 λεπτά: Η ταινία βασίζεται σε γεγονότα που συνέβησαν κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο στο ναζιστικό στρατόπεδο συγκέντρωσης Σομπιμπόρ στην Πολωνία. Τον Οκτώβριο του 1943 ο ανθυπολοχαγός του σοβιετικού στρατού Αλεξάντρ Πετσέρσκι συνελήφθη και κατέληξε στο στρατόπεδο συγκέντρωσης. Μέσα σε μόλις τρεις βδομάδες κατάφερε να σχεδιάσει μια διεθνή εξέγερση κρατουμένων από χώρες της Δυτικής Ευρώπης και την Πολωνία, τη μοναδική επιτυχημένη εξέγερση στα στρατόπεδα συγκέντρωσης των ναζί.
Αναμφισβήτητα η ταινία της βδομάδας, τόσο για τη θεματολογία της όσο και για τη συγκίνηση που σου προκαλεί. Δεν είναι η πρώτη ταινία που αφορά αυτό το ιστορικό ζήτημα, έχουν ήδη γυριστεί ένα ντοκιμαντέρ και μια τηλεοπτική μυθοπλασία πριν από αρκετά χρόνια. Η ταινία αναδεικνύει τον ηγετικό και σημαίνοντα ρόλο του Αλεξάντρ Πετσέρσκι στον σχεδιασμό της απόδρασης από το κολαστήριο και παράλληλα αποτυπώνει γλαφυρά την ασύλληπτη βαρβαρότητα των ναζί εγκληματιών. Αν και στην ταινία υπάρχουν κάποιες μικρές ανακρίβειες, δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι είναι μυθοπλασία και όχι ντοκιμαντέρ… Σκηνοθετικά, φωτογραφικά, σκηνογραφικά είναι μια πολύ καλή δουλειά, όσο για το καστ τόσο ο ίδιος ο Κονσταντίν Χαμπένσκι είναι συγκλονιστικός, όσο και ο Κριστόφ Λαμπέρ που η παρουσία του και μόνο κλέβει τις εντυπώσεις. Αυτή η βδομάδα ανήκει δικαιωματικά στο «STUDIO new star art cinema» με τις επιλογές του.
Club Zero / Τζέσικα Χάουσνερ / 2024 / 110λ: Σε ένα ακριβό ιδιωτικό σχολείο, μια νεαρή δασκάλα αναλαμβάνει να αλλάξει προς το καλύτερο τις διατροφικές συνήθειες των μαθητών με ένα πρωτοποριακό σεμινάριο «ενσυνείδητης διατροφής». Καθώς οι τακτικές της γίνονται ολοένα και πιο ακραίες, με αποτέλεσμα οι απόψεις της να θυμίζουν πλέον περισσότερο αρχηγό αίρεσης παρά έγκριτη διατροφολόγο, η υγεία των παιδιών αρχίζει να κλονίζεται επικίνδυνα με απρόβλεπτες συνέπειες.
Η αλήθεια είναι ότι η Χάουσνερ τοποθετεί πολλά ζητήματα στο κάδρο της, όμως η ίδια δεν έχει ξεκαθαρίσει ακριβώς τι θέλει να μας πει. Μοιάζει σαν να λείπει από την ίδια την σκηνοθέτη μια συνολική τοποθέτηση στα πράγματα. Θέλει να μας μιλήσει για την εγκατάλειψη των παιδιών από τους πλούσιους γονείς τους στα ακριβά οικοτροφεία; Θέλει να μας μιλήσει για τον έλεγχο μέσω της τροφής στους ανθρώπους και την οικολογική καταστροφή; Θέλει να μας μιλήσει για τις ιδεολογίες και την επίδρασή τους στους εφήβους; Ειλικρινά δεν κατανοήσαμε το απώτερο κίνητρό της και επιτέλους εάν ήθελε να μας μιλήσει για τον έλεγχο της τροφής, την οικολογική καταστροφή και τις «παράλογες» ιδεολογίες, γιατί τοποθέτησε όλα τούτα σε ένα μεγαλοαστικό περιβάλλον και όχι στην πραγματικότητα εκατομμυρίων ανθρώπων που υποσιτίζονται και είναι κάτω από το όριο της φτώχειας στον σύγχρονο καπιταλισμό; Μα πόσο ξεκομμένος είναι καμιά φορά ο κινηματογράφος από την πραγματική ζωή… Ποιον από μας αφορά αυτή η ταινία; Εμάς που μετράμε τον μισθό για να πάμε σούπερ μάρκετ σίγουρα όχι.
The Big Father / Κωνσταντίνος Στραγαλινός / 2023 / 112λ: Ο Άγγελος είναι σκηνοθέτης και θέλει να γυρίσει την ταινία που ονειρεύεται με κάθε τρόπο. Αποφασίζει να γυρίσει την ταινία στο σπίτι του τοποθετώντας τον ίδιο και την οικογένειά του στους πρωταγωνιστικούς ρόλους, συνεργαζόμενος με έναν ανερχόμενο όμιλο επιχειρήσεων με σκοπό την προώθηση εταιρικών προϊόντων και την τοποθέτησή τους μέσα στο έργο. Τα παιδιά μετατρέπονται σε πειραματόζωα και ο Άγγελος αρχίζει να κινηματογραφεί αλλόκοτες σκηνές, που εκθέτουν τον ίδιο και την οικογένειά του, παίρνοντας σταδιακά έναν δρόμο χωρίς επιστροφή…
Η πρώτη μεγάλου μήκους του σκηνοθέτη θέτει αρκετούς προβληματισμούς. Πόσο δύσκολο είναι να πάρει κανείς χρηματοδότηση για μια ταινία, πώς λύνεται η δύσκολη εξίσωση τέχνη και οικογενειακές υποχρεώσεις στη σύγχρονη πραγματικότητα, ποιες υποχωρήσεις πρέπει να κάνει κάποιος και πόσο χαμηλά μπορεί να φτάσει για το εγώ του, θυσιάζοντας ακόμα και την οικογένειά του… Αυτά θεωρούμε ότι ήθελε να αναδείξει η ταινία, αν και δυστυχώς στο σενάριο μπερδεύονται αρκετά τα πράγματα… Μπαίνουν στη μέση διεφθαρμένοι παραγωγοί, μεγάλες εταιρείες που ελέγχουν τα πάντα, τρόμος και ψυχικές διαταραχές, και το φινάλε που «ανατρέπει» με κάποιον τρόπο τα παραπάνω, αφήνοντας ανοιχτά όλα τα ενδεχόμενα, δεν βοηθάει και ιδιαίτερα την κατάσταση… Αυτό που προσλαμβάνει κανείς στο τέλος, είναι ότι όταν προσπαθούμε να χωρέσουμε όλα τα είδη του σινεμά σε ένα σενάριο, δυστυχώς δεν τα καταφέρνουμε… Ελπίζουμε σε μια δεύτερη πιο στοιχειοθετημένη δουλειά προς την πλευρά του σινεμά τρόμου, που φαίνεται να είναι το κυρίαρχο στοιχείο του σκηνοθέτη.
Πηγή Ριζοσπάστης _Π. Α.