Της Μαρίνας Λαβράνου*
Χρειάστηκαν μόλις μια εκλογική διαδικασία, μια ακόμα «διαρροή» των προσωπικών δεδομένων δεκάδων χιλιάδων εκλογέων κατοίκων εξωτερικού με το «καλημέρα» της προεκλογικής περιόδου και 5 μήνες εφαρμογής της επιστολικής ψήφου για να επιβεβαιωθούν οι προειδοποιήσεις του ΚΚΕ για τον επικίνδυνο χαρακτήρα της. Για να αποκαλυφθούν δηλαδή οι πραγματικές επιδιώξεις της κυβέρνησης πίσω από τις διακηρύξεις για «διασφάλιση των συνταγματικών αρχών της αμεσότητας, καθολικότητας και μυστικότητας της ψήφου».
Το γεγονός ότι αστικά ΜΜΕ, φίλα προσκείμενα στην κυβέρνηση, έσπευσαν να επικροτήσουν τη διαδικασία, να μιλήσουν για «ασήμαντα προβλήματα» και να υπερασπιστούν το «αδιάβλητο της διαδικασίας», επιβεβαιώνει ότι η κυβέρνηση το επόμενο διάστημα θα επιδιώξει, κατά πάγια τακτική όλων των κυβερνήσεων, να αξιοποιήσει τα προβλήματα που διαπιστώθηκαν για να φέρει, στο όνομα της «απλοποίησης» των διαδικασιών, νέες επικίνδυνες αντιδραστικές αλλαγές.
Ομως, όσα κατήγγειλε το ΚΚΕ από την πρώτη μέχρι την τελευταία στιγμή της εφαρμογής αυτής της διαδικασίας αποκαλύπτουν ότι δεν πρόκειται απλά για «μερικές αστοχίες», αλλά για την επικίνδυνη φύση της επιστολικής ψήφου που αλλοιώνει το εκλογικό αποτέλεσμα.
Ενισχύθηκε η μεγαλύτερη κρατική παρέμβαση στο εκλογικό αποτέλεσμα
Με την εφαρμογή της επιστολικής ψήφου το αστικό κράτος τόσο με αυτά που κάνει, όσο και με αυτά που δεν κάνει κρατάει στα χέρια του όλη τη διαδικασία από τη στιγμή που θα γραφτεί κάποιος στην ειδική πλατφόρμα για να ψηφίσει με επιστολική ψήφο μέχρι την καταμέτρηση το βράδυ των εκλογών.
Ετσι, από την αρχή, καταγράφηκαν τεράστιες δυσκολίες για να εγγραφεί κάποιος στην ειδική εφαρμογή, ιδιαίτερα μέσω πρεσβειών ή ΚΕΠ. Αλλά και στα επόμενα βήματα της διαδικασίας το υπουργείο Εσωτερικών είχε τον πρώτο και τον τελευταίο λόγο, για το αν θα μπορέσει τελικά κάποιος να ψηφίσει, αφού δεν προβλεπόταν διαδικασία επαναποστολής του φακέλου. Ετσι, αν κάποιος δεν μπόρεσε να συνεννοηθεί με τις εταιρείες ταχυμεταφορών και επιστράφηκε ο φάκελός του, η απάντηση από το υπουργείο ήταν ότι απλά… έχασε.
Για δε εκείνους που έστειλαν την ψήφο τους, ο φάκελος επιστροφής ελεγχόταν από ένα συγκεκριμένο σύστημα που «πιστοποιούσε» αν ο εκλογέας έκανε υπεύθυνη δήλωση ηλεκτρονικά. Ενα λάθος του συστήματος στην «πιστοποίηση», π.χ. να περαστεί λάθος ότι κάποιος δεν έχει κάνει ηλεκτρονικά υπεύθυνη δήλωση, ενώ την έχει κάνει, δεν μπορεί να διασταυρωθεί, με τον δικαστικό αντιπρόσωπο που κάνει την αποσφράγιση των φακέλων επιστροφής να είναι αναγκασμένος να ακολουθήσει τυφλά τις ενδείξεις του συστήματος και να μην καταμετρήσει την ψήφο στη συγκεκριμένη περίπτωση.
Αντίστοιχα, και λάθος του δικαστικού αντιπροσώπου στο στάδιο της αποσφράγισης των φακέλων επιστροφής δεν μπορεί να διορθωθεί. Είναι χαρακτηριστικό ότι την Κυριακή 9 Ιούνη, το πρωί, κατά τη διαδικασία αυτή, δικαστικός αντιπρόσωπος θεώρησε αυθαίρετα ότι όποιος φάκελος δεν έχει μέσα υπεύθυνη δήλωση δεν θα καταμετρηθεί, απορρίπτοντας έτσι δεκάδες φακέλους. Οταν καταγγέλθηκε αυτό από εκλογικό αντιπρόσωπο του ΚΚΕ, και διαπιστώθηκε το λάθος, δεν μπορούσε να διορθωθεί γιατί είχαν ανοιχτεί οι φάκελοι επιστροφής, είχαν βγει από μέσα οι φάκελοι ψηφοφορίας και δεν γινόταν να αντιστοιχηθούν οι φάκελοι μεταξύ τους.
Την ίδια στιγμή, με ευθύνη του υπουργείου, την Κυριακή των εκλογών διαπιστώθηκε ότι αφενός παραλήφθηκε πλήθος εκλογικών φακέλων που δεν πληρούν τις προϋποθέσεις του νόμου για την έγκυρη διαδικασία ψηφοφορίας με επιστολική ψήφο (ανοιγμένοι ή με φθορές φάκελοι επιστροφής επιστολικής ψήφου), και αφετέρου ότι χιλιάδες εκλογείς είχαν κάνει κάποιο λάθος στη διαδικασία συμπλήρωσης της επιστολικής ψήφου (μη βάζοντας π.χ. όλα τα απαραίτητα νομιμοποιητικά έγγραφα). Ως αποτέλεσμα, δεκάδες χιλιάδες φάκελοι δεν καταμετρήθηκαν, ενώ οι εκλογείς δεν ενημερώθηκαν ποτέ γι’ αυτό για να προσπαθήσουν να ψηφίσουν έστω με φυσική παρουσία. Φυσικά, το υπουργείο επέλεξε, για να μη φανεί το μέγεθος του φιάσκου, να μην καταχωρηθούν αυτές οι ψήφοι στα άκυρα αλλά στην …αποχή!
Ακόμα και στην καταμέτρηση των ψήφων, οι συγκεχυμένες οδηγίες του ΥΠΕΣ για τη συμπλήρωση του ψηφοδελτίου άφηναν στη διακριτική ευχέρεια του δικαστικού αντιπροσώπου ποια ψηφοδέλτια θα θεωρηθούν άκυρα και ποια όχι, με το υπουργείο να κάνει «συστάσεις». Σε αυτήν τη βάση, όπως καταγγέλθηκε από το ΚΚΕ, έγινε προσπάθεια να ακυρωθούν ψηφοδέλτια του Κόμματος ενώ ψηφοδέλτια άλλων κομμάτων – κύρια της ΝΔ – να θεωρούνται έγκυρα.
Επιλογή του αστικού κράτους και η πλήρης εκχώρηση της διαδικασίας στις ιδιωτικές εταιρείες ταχυμεταφορών
Από την αρχή της διαδικασίας φάνηκε και η πρόθεση της κυβέρνησης για πλήρη εκχώρηση της διαδικασίας παράδοσης και παραλαβής της επιστολικής ψήφου στις ιδιωτικές εταιρείες κούριερ. Προκειμένου να υπογραφούν οι συμβάσεις με τις ιδιωτικές εταιρείες, η κυβέρνηση, με σχετική τροπολογία, όχι μόνο μείωσε την ποινική ρήτρα που προβλεπόταν αρχικά αν ο πάροχος δεν ανταποκριθεί στην ευθύνη να παραδώσει τους φακέλους, από τα 10.000 ευρώ στα 100 ευρώ, αλλά θεσμοθέτησε ότι η ταυτοποίηση του εκλογέα μπορούσε να γίνει και μέσω ενός αριθμού pin που θα λαμβάνει ο εκλογέας που εγγράφεται στην πλατφόρμα της επιστολικής ψήφου, χωρίς την επίδειξη καμίας ταυτότητας, για να τους διευκολύνει!
Ολο αυτό το διάστημα, συνεχείς ήταν οι καταγγελίες για τις απαράδεκτες διαδικασίες παράδοσης και παραλαβής των φακέλων της επιστολικής ψήφου από τις εταιρείες ταχυμεταφορών. Ιδιαίτερα στο εξωτερικό, στη συντριπτική πλειοψηφία των περιπτώσεων, η διαπίστωση της ταυτοπροσωπίας παραπέμφθηκε στις ελληνικές καλένδες, οι φάκελοι αφήνονταν ακόμα και έξω από πόρτες στις δηλωμένες διευθύνσεις.
Τόσο εντός όσο και εκτός Ελλάδας οι παραδόσεις γίνονταν εργάσιμες ώρες και αν δεν υπήρχε δυνατότητα ο παραλήπτης να βρίσκεται στη διεύθυνση που είχε δηλώσει άρχιζε μια ολόκληρη περιπέτεια για να βρει και να παραλάβει τον φάκελό του. Και μια αντίστοιχη ταλαιπωρία για να τον παραδώσει.
Ακόμα όμως και το δικαίωμα ψήφου των εκλογέων ήταν έρμαιο των πρωτοκόλλων και των πολιτικών των ιδιωτικών εταιρειών. Στο εξωτερικό, μάλιστα, καταγράφηκαν περιστατικά που οι εταιρείες είτε απαιτούσαν να ανοίγονται οι φάκελοι επιστροφής για να διαπιστώνεται ότι περιείχαν εκλογικό υλικό και όχι κάτι άλλο (με αποτέλεσμα να υπάρχει κίνδυνος ακύρωσης του φακέλου, όπως και έγινε, και πιθανόν να οφείλεται και σε αυτές τις τακτικές), είτε δεν παρέδιδαν όλα όσα χρειάζονταν για να ψηφίσει κάποιος (π.χ. έλειπε κάποιος φάκελος, ή ο κωδικός για δωρεάν επιστροφή του κ.ο.κ.). Υπήρχαν ακόμα περιπτώσεις που η εταιρεία απαιτούσε να χρεωθεί ο εκλογέας τα έξοδα για την αποστολή του φακέλου στην Ελλάδα. Ακόμα και όταν με ευθύνη των εταιρειών παραδόθηκαν φάκελοι στο υπουργείο σε άσχημη κατάσταση, σε πολλές περιπτώσεις η ψήφος του εκλογέα δεν καταμετρήθηκε, αφού αυτό ήταν στη διακριτική ευχέρεια του δικαστικού αντιπροσώπου.
Γελοία επιχειρήματα και επικίνδυνες στοχεύσεις
Ολη αυτή η κατάσταση επιβεβαίωσε με «συνοπτικές διαδικασίες» ότι η επιστολική ψήφος είναι μια διάτρητη διαδικασία από την αρχική εγγραφή στην ειδική εφαρμογή μέχρι την καταμέτρηση των ψήφων.
Απέναντι σε αυτήν την απαράδεκτη κατάσταση, επιστρατεύτηκαν φαιδρά επιχειρήματα προκειμένου να παρουσιαστεί ως απόλυτα πετυχημένη η διαδικασία της επιστολικής ψήφου, ότι πρέπει να γενικευτεί αλλά και να προωθηθούν και άλλες αντιδραστικές επιδιώξεις.
Η υπουργός Εσωτερικών, Ν. Κεραμέως, δήλωσε ότι «τα υψηλά ποσοστά συμμετοχής στην επιστολική ψήφο σε σχέση με τους εγγεγραμμένους σε αυτήν συνιστούν ένα ηχηρό μήνυμα και αποτελούν μια σημαντική παρακαταθήκη για την επιδίωξη επέκτασής της στις εθνικές εκλογές». Μικρή σημασία έχει μάλλον για την ίδια και την κυβέρνηση της ΝΔ ότι στην επιστολική ψήφο γράφτηκαν 202.000 άνθρωποι δηλώνοντας εξαρχής την πρόθεσή τους να ψηφίσουν, άρα ότι δεν σκόπευαν να απόσχουν. Από αυτούς πάνω από 50.000 άνθρωποι τελικά δεν τα κατάφεραν είτε γιατί εμποδίστηκαν, απογοητεύτηκαν λόγω όλων των προβλημάτων που προέκυψαν και σταχυολογήσαμε παραπάνω, είτε γιατί ψήφισαν και δεν καταμετρήθηκε ποτέ η ψήφος τους.
Στο ίδιο μήκος κύματος, σε μια προσπάθεια να υποβαθμιστεί το γεγονός ότι 27.000 ψήφοι δεν καταμετρήθηκαν ποτέ και όσοι τις έστειλαν θα νομίζουν ότι ψήφισαν κανονικά, αναφέρθηκε σε αστικά ΜΜΕ ότι «στέλεχος του υπουργείου» απάντησε για το θέμα ότι είναι σαν «να πήγε κάποιος στο εκλογικό κέντρο να ψηφίσει χωρίς την ταυτότητά του. Δεν θα του επέτρεπαν να ψηφίσει σε αυτήν την περίπτωση». Μάλλον δεν έχει ασχοληθεί ποτέ με εκλογές το συγκεκριμένο στέλεχος για να ξέρει ότι σε αυτές τις περιπτώσεις ο εκλογέας μπορεί να γυρίσει πίσω, να φέρει την ταυτότητά του και να ψηφίσει κανονικά…
Ταυτόχρονα, δηλώσεις για την ανάγκη «να εκπαιδευτεί καλύτερα» το εκλογικό σώμα, «να απλοποιηθούν οι διαδικασίες για να μη γίνονται λάθη» προμηνύουν την προσπάθεια άρσης ακόμα και αυτών των ελάχιστων προϋποθέσεων για την ταυτοποίηση των εκλογέων.
Οι αντιδραστικές επιδιώξεις της κυβέρνησης περιλαμβάνουν όμως και την προώθηση της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας. Δεν θα ήταν υπερβολή να πούμε ότι η επιστολική ψήφος ήταν και μια πρώτη πρόβα για την εφαρμογή στις εκλογές της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας, αφού δόθηκε η δυνατότητα και για ηλεκτρονική συμπλήρωση του ψηφοδελτίου της επιστολικής ψήφου για όποιον εκλογέα το επιθυμούσε. Η δε ΝΔ έχει ήδη στρωμένο τον δρόμο από τον σχετικό νόμο του ΣΥΡΙΖΑ (4573/2018), ο οποίος ενσωματώνει κατεύθυνση της ΕΕ, που προωθεί όχι μόνο την επιστολική ψήφο αλλά και την ηλεκτρονική ψηφοφορία.
Λίγη σημασία έχει βέβαια γι’ αυτούς τους σχεδιασμούς ότι την ηλεκτρονική ψηφοφορία την αποφεύγουν οι ίδιες οι ενώσεις των καπιταλιστών, όπως ο ΣΕΒ, όπου ενόψει των επικείμενων εκλογών η συντριπτική πλειοψηφία του ΔΣ αποφάσισε ότι η Ετήσια Γενική Συνέλευση του ΣΕΒ στις 18 Ιούνη θα διεξαχθεί με φυσική παρουσία των μελών, απορρίπτοντας προτάσεις που ζητούσαν την καθιέρωση ηλεκτρονικής ψηφοφορίας.
Να καταργηθεί τώρα η επιστολική ψήφος
Η επιμονή στη γενίκευση της επιστολικής ψήφου δεν οφείλεται μόνο στο γεγονός ότι με αυτήν η κυβέρνηση ήθελε να αποτυπώσει το 41% που επιδίωκε, και να συγκρατήσει μέσα από την επιστολική ψήφο μια ακόμα μεγαλύτερη πτώση.
Η χρησιμότητά της αφορά κατά κύριο λόγο την επόμενη μέρα των εκλογών. Σε συνθήκες που ενισχύεται η αντιλαϊκή επίθεση, η απαίτηση για ακόμα μεγαλύτερες θυσίες από τους εργαζόμενους και τα λαϊκά στρώματα, αποκαλύπτεται ακόμα περισσότερο το πραγματικό πρόσωπο της δικτατορίας του κεφαλαίου, που, εκτός από την ένταση της καταστολής, απαιτεί να χρησιμοποιηθούν όλα τα μέσα προκειμένου να ενισχυθεί η υφαρπαγή της λαϊκής συναίνεσης, να ενταθεί η χειραγώγηση των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων για να νομιμοποιήσουν και με την ψήφο τους τους επικίνδυνους για τη ζωή και το μέλλον τους σχεδιασμούς.
Στις παραπάνω αντιδραστικές επιδιώξεις της η κυβέρνηση έχει μαζί της όλα τα αστικά κόμματα, που είτε εξαρχής τοποθετήθηκαν ανοιχτά υπέρ της επιστολικής ψήφου, όπως ο ΣΥΡΙΖΑ και το ΠΑΣΟΚ, άσχετα με το ότι δεν ψήφισαν στη συνέχεια το συγκεκριμένο νομοσχέδιο, είτε επικεντρώθηκαν σε επιμέρους παρατηρήσεις και όψιμα, μετά τις εκλογές, αφού είχαν «κάνει ταμείο», έσπευσαν να εκφράσουν προβληματισμούς και επιδερμική κριτική στην εφαρμογή της.
Μόνο το ΚΚΕ εξαρχής τόνισε ότι πρόκειται για «ένα επικίνδυνο, αντιδραστικό νομοσχέδιο, το οποίο φυσικά δεν βελτιώνεται, μόνο απορρίπτεται». Ολο αυτό το διάστημα αποκάλυπτε τα συνεχή προβλήματα, την προσπάθεια αλλοίωσης του εκλογικού αποτελέσματος σε βάρος και των ψηφοδελτίων του ΚΚΕ.
Μόνο το ΚΚΕ απαιτεί μέτρα ουσιαστικής διευκόλυνσης των εργαζομένων και των λαϊκών στρωμάτων για να μπορέσουν να μεταβούν στον τόπο που ψηφίζουν, να υποχρεωθεί η εργοδοσία να δοθούν οι προβλεπόμενες εκλογικές άδειες, να στηθούν εκλογικά τμήματα για τους κατοίκους του εξωτερικού σε κάθε πρεσβεία και προξενείο, για να μπορέσουν να ψηφίσουν με φυσική παρουσία οι εργαζόμενοι και τα λαϊκά στρώματα που έχουν ουσιαστικούς κοινωνικούς και οικονομικούς δεσμούς με την Ελλάδα.
Και γι’ αυτό το σοβαρό ζήτημα, την κατάργηση της επιστολικής ψήφου, το ΚΚΕ θα καταθέσει την αυξημένη δύναμή του και από τις ευρωεκλογές στους δρόμους του αγώνα, εκεί που ανατρέπονται, εκεί που στην πράξη καταργούνται οι αντιλαϊκοί νόμοι.
* Η Μαρίνα Λαβράνου είναι υπεύθυνη του Τμήματος Δικαιοσύνης και Λαϊκών Ελευθεριών της ΚΕ του ΚΚΕ
(Το άρθρο αναδημοσιεύεται από τον «Ριζοσπάστη του Σαββατοκύριακου», 15 – 16 Ιούνη 2024)