Τη συνεργασία και συμπαράταξη όλων στην περιοχή της Αν. Μεσογείου για τη μείωση της γεωπολιτικής επιρροής της Ρωσίας σπεύδουν να ζητήσουν πάλι οι ΗΠΑ, αξιοποιώντας και τις ανακοινώσεις για εντοπισμό νέου κοιτάσματος φυσικού αερίου, αυτήν τη φορά στην κυπριακή ΑΟΖ.
Στην πρώτη τοποθέτηση της κυβέρνησης Μπάιντεν μετά τις ανακοινώσεις της κοινοπραξίας «ENI» – «TOTAL», ο εκπρόσωπος του Στέιτ Ντιπάρτμεντ ξεκαθάρισε ότι κριτήριο για τις όποιες επιλογές και εξελίξεις πρέπει να είναι η αύξηση της πίεσης στα αντίπαλα ιμπεριαλιστικά κέντρα και σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να εξεταστούν και όλες οι εναλλακτικές για την αξιοποίηση των υδρογονανθράκων της περιοχής. Οπως είπε λοιπόν, «οι Ηνωμένες Πολιτείες παραμένουν ενωμένες με τους συμμάχους και τους εταίρους τους στη δέσμευση για την προώθηση της ευρωπαϊκής ενεργειακής ασφάλειας, τη μείωση της συλλογικής μας εξάρτησης από τη ρωσική Ενέργεια και τη διατήρηση της πίεσης στο Κρεμλίνο».
Ετσι, δεν παρέλειψε να ρίξει το σύνθημα και για ένταση προσπαθειών που θα διασφαλίσουν συμβιβασμούς απαραίτητους για τη συμμαχική συνοχή που προϋποθέτει η αντιμετώπιση της Ρωσίας (αλλά και της Κίνας). Γι’ αυτό και τόνισε ότι «οι πόροι πετρελαίου και φυσικού αερίου της Κύπρου, όπως και όλοι οι πόροι της, θα πρέπει να μοιράζονται δίκαια μεταξύ των δύο κοινοτήτων», ζητώντας δηλαδή όξυνση των παζαριών για την οριστική και επίσημη διχοτόμηση του νησιού, με τη μία ή την άλλη «πρόταση λύσης» που εξετάζεται εδώ και δεκαετίες, με τη «σφραγίδα» ευρύτερων αντιλαϊκών σχεδίων ΗΠΑ – ΝΑΤΟ – ΕΕ. «Η ανάπτυξη των πόρων στην Ανατολική Μεσόγειο θα πρέπει να προάγει τη συνεργασία και να παρέχει τα θεμέλια για διαρκή ενεργειακή ασφάλεια και οικονομική ευημερία σε ολόκληρη την περιοχή», κατέληξε.
Κατά τα άλλα, πρόσθεσε ότι «η πολιτική των ΗΠΑ για την Αποκλειστική Οικονομική Ζώνη της Κύπρου είναι μακροχρόνια και δεν έχει αλλάξει» και ότι «οι Ηνωμένες Πολιτείες αναγνωρίζουν το δικαίωμα της Κυπριακής Δημοκρατίας να αναπτύξει τους πόρους που βρίσκονται εντός της Αποκλειστικής Οικονομικής Ζώνης της».
Σημειωτέον ότι αντίστοιχες προσδοκίες για «δίκαιες μοιρασιές» είχε εκφράσει προχτές και η τουρκική κυβέρνηση, με τον ΥΠΕΞ Μεβλούτ Τσαβούσογλου να επισημάνει με αφορμή τις ανακοινώσεις «ENI» – «TOTAL» ότι «η λύση του ζητήματος της Ανατολικής Μεσογείου στην πραγματικότητα εξαρτάται από το μοίρασμα των εσόδων στην Κύπρο. Δηλαδή το 50% του ζητήματος: Η δίκαιη κατανομή των εσόδων».
«Διαγκωνισμοί» για το ποιος διαταράσσει τη ΝΑΤΟική συνοχή
Μέσα σε αυτές τις συνθήκες, ο υπουργός Αμυνας της Τουρκίας, Χουλούσι Ακάρ, εξέφρασε χτες πάλι τη δυσαρέσκεια της Αγκυρας για τη διατάραξη των ελληνοτουρκικών σχέσεων που μπορεί να επιβαρύνει το ΝΑΤΟ. Επέκρινε την Αθήνα για «ρητορική που αυξάνει την ένταση» και πρόσθεσε ότι «ορισμένοι στην Ελλάδα μέρα νύχτα σπέρνουν διχόνοια, με στόχο να διαταράξουν τις σχέσεις μεταξύ δυο γειτόνων, δυο συμμάχων».
Διαπίστωσε ότι «δυστυχώς η Ελλάδα δεν έρχεται για συνομιλίες, δεν κάθεται στο τραπέζι, δεν ακούει, λέει συνέχεια ψέματα. Κάθε λεπτό, κάθε δευτερόλεπτο και ένα ψέμα. Εχουμε βαρεθεί να το αποδεικνύουμε ότι είναι ψέμα». Πρόσθεσε δε ότι «τα λάθη της ελληνικής κυβέρνησης πλέον τα βλέπουν κάποιοι Ελληνες πολιτικοί, απόστρατοι στρατηγοί και ναύαρχοι, ακαδημαϊκοί, ορισμένα στελέχη των Μέσων Ενημέρωσης και Ελληνες που έχουν κοινή λογική». Για να καταλήξει διαμηνύοντας πάλι την ετοιμότητα της Αγκυρας για αλισβερίσι: «Εμείς έχουμε δίκιο και είμαστε δυνατοί επειδή έχουμε δίκιο. Είμαστε έτοιμοι να καθίσουμε στο τραπέζι για να συνομιλήσουμε. Ομως, είμαστε αποφασισμένοι και ικανοί για να μην επιτρέψουμε να καταπατηθούν τα δικαιώματα και τα συμφέροντά μας της Τουρκίας και των 85 εκατομμυρίων πολιτών μας, ούτε τα δικαιώματα των Κυπρίων αδελφών μας και να μην επιτρέψουμε κανένα τετελεσμένο γεγονός».
Ερωτηθείς σχετικά για τις δηλώσεις Ακάρ, ο κυβερνητικός εκπρόσωπος, Γ. Οικονόμου, στην ενημέρωση χτες των δημοσιογράφων αντέτεινε ότι «οι ελληνικές θέσεις εδράζονται στο Διεθνές Δίκαιο και τυγχάνουν καθολικής αποδοχής στους συμμάχους μας». Οι οποίοι σύμμαχοι, βέβαια, σπρώχνουν στο τραπέζι του «διαλόγου», όπου ελληνικά κυριαρχικά δικαιώματα μπαίνουν για «συζήτηση» προς διασφάλιση της ευρωατλαντικής συνοχής στη ΝΑ πτέρυγα της λυκοσυμμαχίας.
Σε ερώτηση, δε, για το κατά πόσον ευσταθούν οι τουρκικοί ισχυρισμοί ότι ελληνικά μαχητικά αεροσκάφη παρενόχλησαν τουρκικά μαχητικά, ενώ συνόδευαν ιπτάμενο ραντάρ του ΝΑΤΟ (παρόμοιο ισχυρισμό εξέφρασαν και τις προηγούμενες μέρες, σε πτήση αμερικανικού βομβαρδιστικού, επιβεβαιώνοντας σε κάθε περίπτωση ότι η Τουρκία αξιοποιεί την «ομπρέλα» του ΝΑΤΟ και των σχεδιασμών του στην περιοχή για να προβάλει τις απαράδεκτες διεκδικήσεις της), ο κυβερνητικός εκπρόσωπος επεσήμανε ότι «τα ελληνικά μαχητικά δεν παρενοχλούν αεροσκάφη άλλων κρατών, αναχαιτίζουν την τουρκική προκλητικότητα επί του πεδίου και το κάνουν με αποτελεσματικότητα».
Επίσης, κατηγόρησε την τουρκική πλευρά ότι «παραβιάζοντας τις διεθνείς Συνθήκες και τις δεσμεύσεις που απορρέουν από την Κοινή Δήλωσή της με την ΕΕ» (την κατάπτυστη Συμφωνία με την υπογραφή των ελληνικών κυβερνήσεων που παγιδεύει πρόσφυγες και μετανάστες κάνοντάς τους πιόνια γεωπολιτικών ανταγωνισμών) «επιχειρεί την εργαλειοποίηση των δυστυχισμένων αυτών ανθρώπων προκειμένου να εκβιάσει και να πλήξει τη χώρα μας».
Εξάλλου, ο υπουργός Εξωτερικών Ν. Δένδιας συναντήθηκε στο ΥΠΕΞ με απόφοιτους και φοιτητές του Harvard, συζητώντας μαζί τους τις προτεραιότητες της ελληνικής εξωτερικής πολιτικής και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζει. Σε αυτό το φόντο, έσπευσε να τους δείξει τουρκικό χάρτη (τον λεγόμενο «χάρτη Μπαχτσελί»), που παρουσιάζει ως τουρκικά το μισό Αιγαίο και τα νησιά του Ανατολικού Αιγαίου, ακόμα και την Κρήτη. Αναρωτήθηκε, μάλιστα, αν αυτό είναι το σημείο εκκίνησης της συζήτησης της τουρκικής πλευράς, πώς είναι δυνατόν να υπάρξει μια ουσιαστική συζήτηση.
Οι Αμερικανοί φοιτητές μετέβησαν επίσης στο υπουργείο Αμυνας, όπου είχαν ενημέρωση και συζήτηση με τον υπουργό και τον αρχηγό ΓΕΕΘΑ.
Αναδημοσίευση από τον «Ριζοσπάστη».