Έχουμε αρκετές επιλογές για καλό κινηματογράφο και μάλιστα αξιώσεων από διαφορετικά είδη, όπως και σπάνιες ιδιαίτερες επανεκδόσεις, όπως τα «Peeping Tom» (1960) του Μάικλ Πάουελ,“Στις Σκιές των Ξεχασμένων Προγόνων” (1965) του Σεργκέι Παρατζάνοφ, άρα κινηματογραφική βδομάδα ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα, αφού Σε κάθε περίπτωση, το λέμε κάθε βδομάδα πια, συμβουλευόμαστε τα προγράμματα των θερινών πριν βγούμε, γιατί μας περιμένουν εκπλήξεις που δεν υπολογίζουμε.
🎥 Γράφει ο \\ Αστέρης Αλαμπής _Μίδας
Στον κινηματογράφο «Ριβιέρα» ξεκινάει η αγαπημένη συνήθεια των τελευταίων καλοκαιριών, που δεν είναι άλλη από τις «Μεγάλες ταινίες, μεγάλες Δευτέρες», δηλαδή την προβολή μεγάλων ταινιών σε διάρκεια και κινηματογραφική αξία, κάθε τελευταία Δευτέρα των καλοκαιρινών μηνών. Ετσι, τη Δευτέρα 24 Ιουνίου στις 21.00 θα προβληθεί «Ο Λώρενς της Αραβίας» (1962) του Ντέιβιντ Λιν. Μια κλασική αριστουργηματική ταινία που δεν χρειάζεται συστάσεις.
Το «Ξαφνικά φέτος το καλοκαίρι» επιστρέφει για 13η συνεχόμενη χρονιά, από 27 Ιούνη έως 3 Ιούλη στον ίδιο κινηματογράφο και το πρόγραμμά του, όπως κάθε χρόνο, περιλαμβάνει κλασικά διαμάντια του Χόλιγουντ που συναντάει κανείς σπάνια στη διανομή των επανεκδόσεων. Φέτος θα συναντηθούμε με το σινεμά των Φορντ, Ριτ και Μάνκιεβιτς και προτείνουμε ανεπιφύλακτα τις «Λένι ο βρωμόστομος» του Μπομπ Φόσι (1974), «Η βιτρίνα» του Μάρτιν Ριτ (1976), «Ολα για την Εύα» του Τζόζεφ Λ. Μάνκιεβιτς (1950), «Η Κοιλάδα της Κατάρας» του Τζον Φορντ (1941), «Ο πόλεμος του εγκλήματος» του Τζόζεφ Χ. Λιούις (1950), «Ο Χαϊδεμένος της δασκάλας» του Τζορτζ Σίτον (1958). Περισσότερες πληροφορίες για το πρόγραμμα θα βρείτε στην ιστοσελίδα https://freecinema.gr και φυσικά στον κινηματογράφο «Ριβιέρα» (Βαλτετσίου 46, Εξάρχεια). Παράλληλα, ξεκινάει και το πρόγραμμα του 14ου Athens Open Air Film Festival, που θα διαρκέσει μέχρι και τις αρχές Σεπτέμβρη, με δωρεάν προβολές σε πολλές γειτονιές του κέντρου της Αθήνας. Περισσότερα για το πρόγραμμα θα βρείτε στην ιστοσελίδα της διοργάνωσης https://www.aoaff.gr/.
Από τις νέες ταινίες της βδομάδας δεν αντέξαμε να δούμε για δεύτερη φορά μέσα σε έναν χρόνο τον Ράσελ Κρόου να εξορκίζει τον Σατανά, στον «Εξορκισμό» του Τζόσουα Τζον Μίλερ …έχει και η υπομονή τα όριά της. Ενώ παράλληλα δεν αντέχουμε τις αγιογραφίες των πρώτων κυριών. Αν είναι δυνατόν να αγιογραφούμε την Μπερναντέτ Σιράκ, σύζυγο του Ζακ Σιράκ, ενός από τους σκληρότερους Γάλλους Προέδρους. Το συναρπαστικό όμως στην προκειμένη περίπτωση είναι το τάιμινγκ διανομής της ταινίας «Η Κυρία του Προέδρου» της Λεά Ντομενάκ, διότι αναφέρεται και στην εκλογική μάχη με τον Ζαν Μαρί Λεπέν το 2002, όπου σύσσωμο το «δημοκρατικό μέτωπο» στήριξε Σιράκ ώστε να αντιμετωπίσει τον ακροδεξιό κίνδυνο και έχρισε τον Σαρκοζί ως διάδοχο… με τα γνωστά αποτελέσματα. Ας γυρίσουμε λίγο πίσω στην Ιστορία καλύτερα, κι ας αφήσουμε τις φεμινιστικές κορόνες των κυριών της αστικής τάξης. Η «Μνήμη» του Μισέλ Φράνκο μας μιλάει για μια ιδιαίτερη ιστορία αγάπης μέσω ενός ψυχολογικού θρίλερ, μα δυστυχώς μπερδεύει πολύ τα πράγματα και δεν καταλάβαμε τι ακριβώς ήθελε να πετύχει…
🎥 Αδάμ / Adam / Μαριάμ Τουζανί / 2019 / 98λ
Η Αμπλα έχει ένα μικρό τοπικό αρτοποιείο στο σπίτι της στην Καζαμπλάνκα, όπου ζει μόνη της με την 8χρονη κόρη της, Γουάρντα. Οταν η Σαμία, μια νεαρή έγκυος γυναίκα, χτυπά την πόρτα τους, η Αμπλα δεν μπορεί να φανταστεί ότι η ζωή της θα αλλάξει για πάντα.
Η πρώτη ταινία της υπέροχης Μαριάμ Τουζανί πριν το «Μπλε Καφτάνι» είναι μια εξίσου εκπληκτική, αυτή τη φορά για τη γυναίκεια αλληλεγγύη και τη θέση της γυναίκας στο σύγχρονο Μαρόκο. Η Τουζανί είναι για άλλη μια φορά μια υπόκωφη έκρηξη μεγατόνων. Λιτή, ρεαλιστική, μιλά για τους ανθρώπους της τάξης μας. Με τον φακό της φωτίζει τα προβλήματα και δείχνει μικρούς δρόμους, υπαρκτές κατευθύνσεις. Μένοντας αυστηρά στο προσωπικό, περιγράφει το συλλογικό, την επίδραση της κοινωνίας, της παράδοσης, της θρησκείας στην γυναίκα σε σημείο να την φέρνει σε αδιέξοδο, ηθικό, συναισθηματικό, κοινωνικό, εν τέλει βαθύτατα ανθρώπινο. Οι πρωταγωνίστριές της υπέροχες, γήινες, ανεπιτήδευτες, μαθαίνουν την αλφαβήτα της αγάπης. Μιας αγάπης μητρικής σχεδόν ακόμα και στη σχέση ανάμεσά τους. Σεναριακά, κινηματογραφικά, εικαστικά, είναι ένα μικρό διαμάντι. Φυσικά είναι η ταινία της βδομάδας.
🎥 Οι Μηχανόβιοι / The Bikeriders / Τζεφ Νίκολς / 2024 / 116λ
«Οι Μηχανόβιοι» απεικονίζουν μία περίοδο στην Αμερική, όταν ολόκληρη η κουλτούρα και οι άνθρωποι βίωναν αλλαγές. Μετά από μία τυχαία συνάντηση σε ένα μπαρ, η πεισματάρα Κάθι έλκεται αναπόφευκτα από τον Μπένι, το νεότερο μέλος μίας λέσχης μοτοσικλετιστών στις κεντροδυτικές πολιτείες της Αμερικής, που ακούει στο όνομα Βάνδαλοι και έχει ως αρχηγό τον Τζόνι. Οπως συμβαίνει και στην υπόλοιπη χώρα, η λέσχη μεταμορφώνεται από έναν τόπο συγκέντρωσης περιθωριακών τύπων σε μία επικίνδυνη και βίαιη συμμορία του υποκόσμου, αναγκάζοντας τον Μπένι να επιλέξει ανάμεσα στην Κάθι και την αφοσίωσή του στη λέσχη.
Κλασικό αμερικάνικο σινεμά, που περιγράφει τη γέννηση μιας ιδιαίτερης συνθήκης και νοσταλγεί το τέλος μιας εποχής. Έχοντας σαν μόνη ένσταση ότι η αθωότητα ποτέ δεν είναι τόσο αθώα όσο περιγράφεται, αλλά φαίνεται έτσι επειδή αλλάζουν και σκληραίνουν οι κοινωνικές συνθήκες. Καμιά φορά ευλογάμε τα γένια του παρελθόντος για να δημιουργήσουμε νοσταλγία. Υπόκοσμος ήταν και σκληρότερος υπόκοσμος έγιναν αυτές οι λέσχες. Το No Politica υπήρχε από τότε. Μας νοιάζει μόνο να καβαλάμε τις μηχανές μας και τίποτα άλλο… Το να μη δείχνεις ότι σε μια εποχή καίγεται πραγματικά ο κόσμος, ότι όλα είναι αθώα και ειρηνικά, είναι κι αυτή μια θέση. Και το Χόλιγουντ συχνά πυκνά αποκρύπτει τον έξω κόσμο εστιάζοντας σε μια συμμορία, σε μια λέσχη, σε έναν έρωτα. Με την ένστασή μας λοιπόν, βλέπουμε μια πολύ ωραία γυρισμένη ταινία, με πολύ αξιόλογο καστ, και μια ιστορία με αρχή, μέση και τέλος, που όχι μόνο δεν σε κουράζει, αλλά σε διασκεδάζει χωρίς να σε προβληματίζει. Easy Riders πριν πέσουν τα ναρκωτικά σε μεγάλη έκταση και πριν αλωθούν οι λέσχες από τη συνδιαλλαγή με τον υπόκοσμο. Αξίζει τον κόπο, αρκεί να μην ξεχνάμε να κοιτάμε πάντα την κάθε εποχή και τις ιδιαιτερότητές της.
🎥 Ανθρωπίστρια Βρικόλακας Αναζητά Αυτοκτονικό Άτομο / Humanist Vampire Seeking Consenting Suicidal Person / Αριάν Λουί-Σεζ / 2023 / 90λ
Η Σάσα είναι μια νεαρή βαμπίρ με ένα σοβαρό πρόβλημα: Είναι υπερβολικά ευαίσθητη για να σκοτώσει! Οταν οι εξοργισμένοι γονείς της διέκοψαν την παροχή αίματος δίνοντάς της τελεσίγραφο, η ζωή της Σάσα βρίσκεται σε κίνδυνο. Ευτυχώς, γνωρίζει τον Πολ, έναν μοναχικό έφηβο με τάσεις αυτοκτονίας, που είναι πρόθυμος να δώσει τη ζωή του για να σώσει τη δική της. Αλλά η φιλική τους συμφωνία σύντομα γίνεται μια νυχτερινή αναζήτηση για να εκπληρώσει τις τελευταίες επιθυμίες του Πολ.
Μια ξεχωριστή ταινία που χρησιμοποιώντας υπερφυσικά στοιχεία καταφέρνει να μιλήσει για την αγάπη, την αποδοχή, τη δυσκολία να εντάξει κανείς τον εαυτό του κάπου που δεν «χωράει». Οι νεαροί βαίνουν προς μια διαφορετική φάση της ζωής τους, μα θέλουν να διατηρήσουν την προσωπικότητά τους, που αντιβαίνει τους κανόνες. Για πόσο άραγε μπορούν να αντιστέκονται χωρίς συνέπειες; Μια ιδιαίτερη ταινία για την αλληλεγγύη, την ουσιαστική φιλία και την ανάγκη μας να μοιραζόμαστε.
🎥 Νυχτερινός Εκφωνητής 💥
Ρένος Χαραλαμπίδης / 2024 / 74λ
Ένας βετεράνος νυχτερινός ραδιοφωνικός εκφωνητής, την βραδιά που γίνεται 50 και συνειδητοποιεί με αμηχανία ότι πια δεν συγκαταλέγεται στους νέους, ξετυλίγει στον αέρα τη ζωή του. Αξονας της εκπομπής είναι η αναζήτηση ενός ξεχασμένου έρωτα σε εκκρεμότητα από την εποχή που υπηρετούσε ως εύζωνας, μέσα από τα ερωτικά και όχι μόνο μηνύματα που διέσωσε ένας παλιός τηλεφωνητής. Βγάζοντας στον αέρα τα παθιασμένα ηχογραφημένα μηνύματα από τις αρχές του ’90, θα προσπαθήσει να εντοπίσει αυτήν την γυναίκα και να την πείσει από το μικρόφωνο να του τηλεφωνήσει.
Ο Ρένος Χαραλαμπίδης με μια ποιητική διάθεση αναφέρεται όπως πάντα στον έρωτα και μας γυρίζει σε ένα ιδιαίτερα νοσταλγικό παρελθόν, εκείνο της πρώτης νιότης και των δυνατών ερώτων. Οι άνθρωποι που έχουν διανύσει ήδη μια πορεία στη ζωή τους, θα συγκινηθούν ιδιαίτερα με την ιστορία του, ίσως και να αναρωτηθούν για τους χαμένους έρωτές τους, όπως ο νυχτερινός εκφωνητής. Ίσως να μη βρουν πολλές αντιστοιχίες με τις λεπτομέρειες των χαρακτήρων, η ουσία της όμως σίγουρα θα χτυπήσει μια χορδή, το ίδιο και ένας άλλος τρόπος ζωής, που έχει αλλάξει άρδην… Η εκπληκτική μουσική που γράφτηκε για την ταινία αξίζει πολλά συγχαρητήρια και προσθέτει ιδιαίτερο βάθος στα συναισθήματα που μας γεννά η ιστορία. Χωρίς να είναι αριστούργημα, χρειαζόταν ενδεχομένως περισσότερη δουλειά στους διαλόγους, είναι μια προσωπική καταγραφή που καταφέρνει να αγγίξει τον θεατή.
Ο Ρένος Χαραλαμπίδης αφιερώνει στην «Τέλεια Ομορφιά» του Πάολο Σορεντίνο με ένα αναλογικό οδοιπορικό στη νυχτερινή Αθήνα της νιότης και της κρίσης των 50 που παρά την περιστασιακή γοητεία του δεν γίνεται ποτέ η ταινία που θα ήθελε κάπου στο πίσω μέρος του μυαλού του να είναι.
Ένας ραδιοφωνικός παραγωγός με το κρυπτικά προφανές όνομα «Νυχτερινός Εκφωνητής» γιορτάζει τον ερχομό των 50 χρόνων του on air. Αποφασισμένος να ξορκίσει την κρίση ηλικίας που παραμονεύει εδώ και καιρό, αποφασίζει να καλέσει από τον αέρα του ραδιοφώνου ένα νεανικό του έρωτα, από την εποχή που ήταν εύζωνας στην Προεδρική Φρουρά. Για να το καταφέρει επιστρατεύει μια σειρά από κασέτες του τότε τηλεφωνητή του – τα μηνύματα θα παίξουν αυτούσια στον αέρα ανάμεσα στις μουσικές επιλογές της εκπομπής στέλνοντας στην πόλη το σήμα μιας νιότης που διακόπηκε απότομα και που σήμερα, λίγη ώρα μετά από τα μεσάνυχτα ζωντανεύει ξανά. Σαν μια εφηβική τρέλα; Σαν μια δεύτερη ευκαιρία; Σαν μια επιστροφή στο παρελθόν, απαραίτητη για να μπορέσει κανείς να προχωρήσει στο μέλλον; Υπάρχει κάτι γοητευτικό στον τρόπο με τον οποίο ο Ρένος Χαραλαμπίδης χρησιμοποιεί τη διαχρονική δύναμη του ραδιοφώνου ως μοχλό μιας αφήγησης που μοιάζει περισσότερο με ένα ημερολόγιο ενηλικίωσης ή ένα γράμμα από αυτά που κάποτε οι άνθρωποι έγραφαν για να στείλουν στον μεγαλύτερό τους εαυτό με την ελπίδα κάποτε να τον «συναντήσουν». Το μεγαλύτερο μέρος της ταινίας διαδραματίζεται μέσα στο ραδιοφωνικό στούντιο, εκεί όπου βρίσκονται το πικ-απ για τα βινύλια, οι κασέτες του τηλεφωνητή, ένα κασετόφωνο εκτός κυκλοφορίας και μια μαγνητοταινία με τη φωνή ενός άντρα που λέει την ώρα, σαν «μνημεία» ενός κάποιου ένδοξου παρελθόντος που έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Εκτός στούντιο, το ίδιο. Δεν υπάρχει πάρα μόνο το παρελθόν. Το παρελθόν του ήρωα, ή μάλλον η αναπαράστασή του, αποσπασματική και παραμορφωμένη, όπως συχνά το ανασύρει με τα δικά της απρόβλεπτα φίλτρα η μνήμη. Και το Παρελθόν της Αθήνας, τα (αντίγραφα) αρχαία ακέφαλα αγάλματα στη στάση του μετρό της Ακρόπολης, το Παναθηναϊκό Στάδιο, το (πολυσήμαντο λόγω Βουλής) μνημείο του Άγνωστου Στρατιώτη και η Πύλη του Αδριανού.
Ο Ρένος Χαραλαμπίδης δεν κρύβει – ακόμη και από την αφίσα της νέας του ταινίας – ότι αντλεί από την «Τέλεια Ομορφιά» του Πάολο Σορεντίνο παίζοντας ένα πανομοιότυπο παιχνίδι με τα μνημεία της πόλης και το παρελθόν τού σε κρίση ηλικίας ήρωά του. Ενα παιχνίδι που σταματάει φυσικά εκεί, καθώς η όνομα και πράγμα «Τέλεια Ομορφιά» στηριζόταν σε ένα production value που εδίνε ουσιαστικά και τραγικό νόημα στο αβάσταχτο βάρος της Ρώμης πάνω στον (αιώνιο) άνθρωπο, συν μια παροξυσμική φελινική αύρα που κυριαρχούσε στις διαδρομές του ήρωά της. Στον «Νυχτερινό Εκφωνητή», η κινηματογράφηση είναι πρόδηλα (μέχρι και καταναγκαστικά) λιτή, νυχτερινή, μια Αθήνα άδεια – σαν να ‘ναι για πάντα Δεκαπενταύγουστος – που η δική της γοητεία προσπαθεί να ισορροπήσει διαρκώς ανάμεσα στο σχήμα και την ουσία, ανάμεσα στην ταινία που θα ήταν και που δεν είναι.
Ολος ο «Νυχτερινός Εκφωνητής» προδίδεται από την ίδια την κατασκευή του που μοιάζει με την προετοιμασία για μια ταινία που δεν βλέπουμε ποτέ. Εκτός ίσως από τις σκηνές μέσα στο στούντιο που μοιάζουν αυθεντικές αλλά όχι αρκετές για να στηρίξουν έστω και την αυτοαναφορική μυθοπλασία του κεντρικού ήρωα (και δημιουργού της), η άτεχνη αναπαράσταση του παρελθόντος όχι μόνο δεν πείθει για τη διαδρομή από την Ελλάδα του σήμερα στα χρόνια της μεταπολίτευσης αλλά προδίδει και την ρομαντική αναπόληση μιας σχέσης που δεν είσαι σίγουρος αν ήταν τόσο σημαντική για να γίνει κάτι σαν «ιερό δισκοπότηρο» τόσα χρόνια μετά. Την ίδια στιγμή, η περιδίνηση στην αρχαία Αθήνα του σήμερα που προσπαθεί να δημιουργήσει μια σύνδεση, πρωτίστως χρονική, με τις εποχές του ήρωα, υποκύπτει σε επαναλήψεις και κοινοτοπίες, αφήνοντας μάλλον σε αμηχανία τις περισσότερες από τις ιδέες που την περιτριγυρίζουν – είτε αυτό είναι μια γενικότερη ιδέα γύρω από τη χορογραφία που ξεκινά από την ιδιότητα του νεανικού έρωτα του ήρωα είτε το plot twist που (χμ…) ανατρέπει τη συγκινησιακή φόρτιση της βραδιάς. Περισσότερο σαν μια εικονογράφηση ενός μονολόγου που μόνο σε στιγμές είναι και νοσταλγικός και ρομαντικός και αστείος, ο «Νυχτερινός Εκφωνητής» είναι ακριβώς το κενό ανάμεσα στη διάσημη άρια «Je Crois Entendre Encore» από τους «Αλιείς Μαργαριταριών» του Μπιζέ και του «Μωρό μου φάλτσο» του Μιχάλη Ρακιντζή που ορίζουν το soundtrack του. Μια ταινία που τα σημεία της δεν αρκούν για να γεμίσουν ακόμη και τα σύντομα 75 της λεπτά, με την περισπούδαστη ελαφρότητα που φέρει ο ίδιος ο Ρένος Χαραλαμπίδης να είναι η μόνη που ενώνει – για καλό ή για κακό – τις τελείες.