Στις 9 Νοεμβρίου 2010, σε ηλικία 90 ετών, «έφυγε» από τη ζωή ένας από τους σημαντικότερους ποιητές της νεοελληνικής λογοτεχνίας, ο Εκτωρ Κακναβάτος. Ο Γιώργος Κοντογιώργης, όπως ήταν το κανονικό του όνομα, υπήρξε ένας από τους συνεπέστερους εκπροσώπους του μεταπολεμικού υπερρεαλισμού.
Γεννήθηκε στον Πειραιά το 1920, σπούδασε μαθηματικά. Πήρε μέρος στην ΕΑΜική Εθνική Αντίσταση, κάτι που το «πλήρωσε» με εξορίες και φυλακές (Ικαρία, Μακρόνησος κ.ά.). Μετά την απελευθέρωσή του το 149 και εργάστηκε στην Ιδιωτική Εκπαίδευση εργάστηκε στην ιδιωτική εκπαίδευση, όπως και πολλοί άλλοι άλλοι εκπαιδευτικοί που το μετεμφυλιακό κράτος δεν τους επέτρεπε να διοριστούν στο δημόσιο λόγω κοινωνικών φρονημάτων. Διορίστηκε στο δημόσιο το 1979
Πρωτοεμφανίστηκε στα Γράμματα, με την ποιητική συλλογή «Fuga», το 1943. Το έργο του συγκεντρώθηκε στον τόμο «Ποιήματα: 1943 – 1987» («Αγρα»). Είχε μεταφράσει Τζόις Μανσούρ και Μαρσέλ Σβομπ.
Φωνή μου ράτσα υψικαμίνου
Πρώτον: σε θέλουν ακίνδυνη και να ξεχνάς
και ύστερα καλή μ’ αυτούς φιλεναδίτσα
τρυφερή
υποσχετική
οι αχρείοι.Φωνή μου ράτσα υψικαμίνου από πλευρό
ανοιχτό του αίλουρου, της ανηφόρας
από τα εννιά σκοινιά του βούρδουλα
κι ο ήλιος φίδι μεσ’ στο σύρμα.
Μην ξεχάσεις φτύσ’ τους.Ας περιμένουν να σε σβήσω με νερό
ή κατά τες συνταγές αρχαίων Ελληνοσύρων
ας περιμένουν οι αχρείοι.