Γράφει η Αναστασία Ζήση //
Καθηγήτρια Ψυχικής Υγείας, Τμήμα Κοινωνιολογίας, Παν/μιο Αιγαίου
Η νέα κοινοβουλευτική σύνθεση και ο σχηματισμός της νέας συντηρητικής κυβέρνησης προκάλεσαν εντός της δημόσιας συζήτησης, των δημοσιογραφικών πάνελ και άρθρων, γενικευμένες διαπιστώσεις περί της χαμηλής ποσοτικής εκπροσώπησης των γυναικών στην πολιτική δραστηριότητα και τις θέσεις πολιτικής εξουσίας. Οι έμφυλες διακρίσεις στην πολιτικότητα σχολιάστηκαν από πολιτικούς και διαμορφωτές κοινής γνώμης με όρους μεγέθους στην ισχύ. Πόσο αλήθεια μια τέτοια συζήτηση και ένα ποσοτικό διακύβευμα βοηθάει στην αποκάλυψη όλων εκείνων των κρυμμένων δυνάμεων που διαιωνίζουν τις διακρίσεις στη βάση του φύλου; Η θέση των γυναικών στην πολιτική σήμερα είναι ζήτημα μιας ποσοστιαίας κατάκτησης; Για ποιο λόγο άραγε οι θεσμικές κατοχυρώσεις για την ισότητα των φύλων αλλά και οι σοβαρές εξελίξεις στη φεμινιστική κοινωνική θεωρία δεν βρήκαν μια αντίστοιχη ανταπόκριση στην πραγματική ζωή; Πρόκειται για ερωτήματα που στοχεύουν να καταδείξουν ότι τα κυρίαρχα πρότυπα δράσης και σκέψης συνεχίζουν να εδράζονται σε μια οντολογική αντίληψη, σύμφωνα με την οποία τα δύο φύλα είναι σταθερές κατηγορίες, θεμελιακές της κοινωνικής οργάνωσης, και δεν έχουν τον χαρακτήρα διαδικασίας. Αυτή είναι η γενικευμένη ιδεολογική παραδοχή που έχει αποφασιστικά καθορίσει την κυρίαρχη και διαχρονική σύλληψη του φύλου ως μιας οντότητας με μια ορισμένη ουσία και φύση. Η επίμονη εννοιολόγηση του φύλου ως μιας φυσικής διχοτομίας, βασισμένης στη βιολογική σκευή, έχει δώσει την άγκυρα για την διατήρηση όλων εκείνων των πρακτικών διάκρισης λόγω φύλου. Είναι τα ιδεολογικά στοιχεία που συσκοτίζουν την πραγματική αιτία του ιστορικά ριζωμένου διαχωρισμού της κοινωνίας σε άνδρες και γυναίκες, σε κατηγορίες φύλου στις οποίες αυθαίρετα έχουν αποδοθεί αμετάβλητες ποιότητες ως φυσικές και αυτονόητες.
Ενάντια σ’ αυτή την κατασταλτική ουσιοποίηση φύλου, ιστορικές μελέτες, κοινωνικές και ανθρωπολογικές αναλύσεις πέτυχαν να αποδείξουν τον ιστορικό χαρακτήρα του φύλου, τα πολιτισμικά του περιεχόμενο και τις κοινωνικές του νοηματοδοτήσεις. Έτσι, το φύλο ως ιδεολογικό φαινόμενο και ως σύστημα σχέσεων έλκει την προσοχή μας στις διαδικασίες που το παράγουν και το αναπαράγουν, όπως και στα αποτελέσματα αυτών τα οποία εγγράφοντα σ’ ένα σύστημα έμφυλων σχέσεων. Η ιεραρχία του έμφυλου συστήματος διαπλέκεται του ταξικού και του φυλετικού όπως αυτά δημιουργήθηκαν από τον καπιταλιστικό καταμερισμό της εργασίας. Εάν συγκρατήσουμε τις παρατηρήσεις μας σε γενικευμένες συγκρίσεις μεταξύ της ανδρικής πολιτικότητας και της γυναικείας πολιτικότητας απομακρυνόμαστε πολύ από τις πραγματικές διαφορές που βιώνουν τα κοινωνικά υποκείμενα εντός του φύλου τους, σχετιζόμενες με την ταξική τους θέση και τον φυλετικό τους αυτοπροσδιορισμό. Οι πρωταρχικές πηγές καταπίεσης και ανισότητας στις γυναίκες βρίσκονται στις σχέσεις εκμετάλλευσης τόσο στη σφαίρα της παραγωγής όσο και στη σφαίρα της αναπαραγωγής. Αυτή η πολλαπλασιαστική αλληλεπίδραση μεταξύ φύλου και ταξικής θέσης επάγει την εξέταση του φύλου ως ξεχωριστού παράγοντα ανισότητας.
Στη βάση αυτής της συλλογιστικής θεωρούμε ότι η αριθμητική προσέγγιση της έμφυλης πολιτικότητας συσκοτίζει το πραγματικό «γυναικείο ζήτημα» ως βιωμένη εμπειρία που εξελίσσεται σταδιακά μέσα σ’ ένα ιδεολογικό περιβάλλον σεξιστικών προτύπων και πρακτικών. Η ανατροπή των θεσμοποιημένων δομών της πατριαρχίας δεν συνοδεύτηκε από την εξάλειψη των κυρίαρχων έμφυλων στερεοτύπων αλλά αντίθετα νέες μορφές πατρισμού πήραν τη θέση του, μιας νέας σεξιστικής κουλτούρας. Οι τεχνολογίες του εαυτού, και εν προκειμένω της γυναικότητας εξαναγκάζουν τις γυναίκες σε μια διαρκή, εξουθενωτική αυτοεπιτήρηση που ασυνείδητα λειτουργεί συναινετικά της ανδρικής κυριαρχίας. Μια πολιτισμική επιταγή από τις πολλές που οι γυναίκες καλούνται να πληρώσουν εντός του καθημερινού τους βίου. Οι ανισότητες που βιώνουν είναι πολλές και επεκτείνονται σε διαφορετικά πεδία, αλλά αν υπάρχει μια κατηγορία που όλες αυτές τις συμπυκνώνει είναι οι νοικοκυρές της εργατικής τάξης. Είναι οι γυναίκες που όπως οι Dalla Costa & James υποστηρίζουν παίζουν ένα θεμελιώδη ρόλο για την καπιταλιστική παραγωγή, και είναι ο παράγοντας με την πιο καθοριστική σημασία για τη θέση όλων των υπόλοιπων γυναικών. Ο τρόπος με τον οποίο αντιλαμβανόμαστε το φύλο είναι ένας δείκτης για την ποιότητα της δημοκρατίας που επιδιώκουμε. Υπό το βάρος των πρόσφατων τραγικών δολοφονιών των γυναικών στην χώρα μας και στην Κύπρο, το γυναικείο ζήτημα τίθεται εκ νέου στο προσκήνιο καλώντας μας σε αγώνες ενάντια στις νέες και παλιές μορφές πατρισμού.
Καθηγήτρια στο Τμήμα Κοινωνιολογίας, Πανεπιστήμιο Αιγαίου με γνωστικό αντικείμενο Κοινότητα & Ψυχική Υγεία και Διευθύντρια του Εργαστηρίου Κοινωνικής, Πολιτισμικής & Ψηφιακής Τεκμηρίωσης. Εκπόνησε τη διδακτορική της διατριβή ως υπότροφος του Κοινωφελούς Ιδρύματος Αλέξανδρος Ωνάσης στη Σχολή Ψυχολογίας του Πανεπιστήμιου Birmingham, Ηνωμένο Βασίλειο. Έχει την επιστημονική ευθύνη μιας σειράς ερευνητικών προγραμμάτων σε αντικείμενα που αφορούν στην κοινότητα και την ψυχική υγεία, τον σχεδιασμό και την οργάνωση ψυχοκοινωνικών παρεμβάσεων, το κοινωνικό στίγμα και εναλλακτικές προσεγγίσεις στην αντιμετώπιση του ψυχικού πόνου. Έχει δημοσιεύσει σε διεθνή επιστημονικά περιοδικά, συλλογικούς τόμους και είναι συγγραφέας επιστημονικών μονογραφιών. Διδάσκει στο Δι-ιδρυματικό Πρόγραμμα Μεταπτυχιακών Σπουδών: Εφαρμοσμένη-Κλινική Κοινωνιολογία και Τέχνη, έχει οργανώσει θερινά σχολεία στη μεθοδολογία της ποιοτικής έρευνας και έχει ενεργό κοινωνική δράση συνηγορίας και ενδυνάμωσης κοινοτήτων και κοινωνικών ομάδων που διαχρονικά καταπιέζονται σε συνθήκες κοινωνικού αποκλεισμού.