Η εισηγητική τοποθέτηση του Άστορ Γκαρσία, ΓΓ της ΚΕ του ΚΚ Εργαζομένων Ισπανίας στην στην τετραμερή συνάντηση ΚΚΕ, ΚΚ Εργαζομένων Ισπανίας, ΚΚ Μεξικού και ΚΚ Τουρκίας στην έδρα της ΚΕ του ΚΚΕ.
Σύντροφοι, πραγματοποιούμε αυτή τη σημαντική συνάντηση σε μια στιγμή ιδιαίτερα δύσκολη για την ταξική πάλη. Ο ιμπεριαλιστικός πόλεμος στο έδαφος της Ουκρανίας αποτελεί το βασικό στοιχείο που καθορίζει όλα τα υπόλοιπα ζητήματα, και από τη δική μας σκοπιά, αποτελεί σημείο καμπής στη διεθνή σκηνή, με σημαντικές συνέπειες στο εσωτερικό των χωρών μας.
Η πρόσφατη Σύνοδος Κορυφής του ΝΑΤΟ στη Μαδρίτη είναι ένα ακόμη βήμα στη στρατιωτική κλιμάκωση και οι συνέπειες των συμφωνιών που υιοθετήθηκαν εκεί, μαζί με τη νέα “στρατηγική αντίληψη”, θα σημάνουν περισσότερα δεινά για την εργατική τάξη και τους λαούς του κόσμου.
Θα ήθελα να μοιραστώ μαζί σας ορισμένες σκέψεις σχετικά με τα βασικά σημεία που προτάθηκαν για αυτή τη συζήτηση.
1) Ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι ένας ιμπεριαλιστικός πόλεμος. Πρόκειται για έναν πόλεμο στον οποίο η διαμάχη αφορά τις σφαίρες επιρροής, τον έλεγχο των αγορών, των δρόμων μεταφοράς και των πρώτων υλών. Μετά την επικράτηση της αντεπανάστασης στην ΕΣΣΔ, ενώ η ΕΕ και το ΝΑΤΟ έσπευσαν να επεκτείνουν την επιρροή τους στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες και τις λαϊκές δημοκρατίες, τώρα, αρκετές δεκαετίες μετά και οι Ρώσοι καπιταλιστές είναι σε θέση να διεκδικήσουν την επιρροή σε αρκετά από αυτά τα εδάφη. Ο συσχετισμός των δυνάμεων έχει αλλάξει και επομένως τα μονοπώλια και οι καπιταλιστικές δυνάμεις κινούνται προς μια νέα διαίρεση του κόσμου. Στην Ουκρανία, όπως προηγουμένως στο Καζακστάν ή στη σύγκρουση μεταξύ Αρμενίας και Αζερμπαϊτζάν ή στη Γεωργία, αυτό που διακυβεύεται ουσιαστικά είναι η διατήρηση της κυρίαρχης επιρροής της Ρωσίας ή των άλλων δυνάμεων.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία, από την άλλη πλευρά, αποδεικνύει την εγκυρότητα μιας θέσης που εμείς οι κομμουνιστές υπερασπιζόμαστε εδώ και χρόνια: την ανάγκη να διατηρηθούν τα σύνορα στην Ευρώπη μετά τον θρίαμβο της αντεπανάστασης. Περισσότερο από ένα μήνα μετά την έναρξη του πολέμου στην Ουκρανία, οι εθνικιστικές εντάσεις αρχίζουν να αναζωπυρώνονται σε άλλες χώρες της περιοχής, όπως η Πολωνία, η Ουγγαρία και η Ρουμανία, γεγονός που θα μπορούσε να έχει πολύ σοβαρές συνέπειες ανάλογα με την έκβαση του τρέχοντος πολέμου και τις συμφωνίες που θα επιτευχθούν. Τα εθνοτικά, γλωσσικά και εθνικά προβλήματα της Ανατολικής Ευρώπης, τα οποία κατά την περίοδο της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και των λαϊκών δημοκρατιών αντιμετωπίστηκαν από την προοπτική του προλεταριακού διεθνισμού, τροποποιώντας τα σύνορα ανάλογα με τις ανάγκες υπό εντελώς διαφορετικά συμφέροντα από εκείνα που διέπουν τις σχέσεις μεταξύ των δυνάμεων σήμερα, μπορούν να εκραγούν ανεξέλεγκτα σε μια εποχή συγκρούσεων μεταξύ ιμπεριαλιστικών δυνάμεων όπου ενθαρρύνονται ο εθνικισμός και ο αλυτρωτισμός.
Η άρνηση του ιμπεριαλιστικού χαρακτήρα της Ρωσίας σήμερα σημαίνει άρνηση της πραγματικότητας. Χρησιμοποιώντας τις πληροφορίες που παρέχει η ίδια η Rosstat (Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Κρατικών Στατιστικών της Ρωσίας), μεταξύ 1999 και 2019 μπορεί να διαπιστωθεί πώς συντελείται μια διαδικασία συγκέντρωσης του κεφαλαίου, η συγχώνευση του τραπεζικού και του βιομηχανικού κεφαλαίου και η δημιουργία μιας χρηματοπιστωτικής ολιγαρχίας. Το γεγονός ότι αυτό δεν είναι ακόμη τόσο ανεπτυγμένο όσο σε άλλες δυνάμεις, ή ότι ένα μέρος της ρωσικής οικονομίας βασίζεται στην εξαγωγή πρώτων υλών, δεν αναιρεί το γεγονός ότι υπάρχει μια διαδικασία επέκτασης των ρωσικών μονοπωλίων προς τα έξω.
Παρά τα γεγονότα, πολλά κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα διστάζουν να προσδιορίσουν τη Ρωσία ως ιμπεριαλιστική. Κάποιοι μάλιστα ισχυρίζονται ότι τόσο η Ρωσία όσο και η Κίνα παίζουν έναν «αντιιμπεριαλιστικό» ρόλο «αντιμετωπίζοντας» τις ΗΠΑ, την ΕΕ και το ΝΑΤΟ. Πρόκειται για τους ίδιους ανθρώπους που υπερασπίζονται τη θεωρία του πολυπολικού κόσμου, οι οποίοι ξεχνούν ότι αυτή η συζήτηση είναι μια συζήτηση με όρους ιμπεριαλιστικής αντιπαράθεσης, καπιταλιστικών μοντέλων ανάπτυξης, η οποία βασίζεται στη θέση ότι ο «μονοπολικός» κόσμος ωφελεί τις δυτικές δυνάμεις, ενώ ένας «πολυπολικός» κόσμος θα ωφελούσε άλλες δυνάμεις εις βάρος τους, αλλά χωρίς να μεταβληθούν καθόλου οι υφιστάμενες καπιταλιστικές σχέσεις παραγωγής στις διάφορες χώρες.
2) Οι κύριες συνέπειες του πολέμου στην Ουκρανία είναι δύο: η κλιμάκωση των πολεμικών εξοπλισμών και των συγκρούσεων μεταξύ των δυνάμεων και η αναδιοργάνωση των συμμαχιών γύρω από τις δύο κύριες ιμπεριαλιστικές δυνάμεις, τις ΗΠΑ και την Κίνα.
Κάθε σύγκρουση και αντίθεση που επιλύθηκε με περισσότερο ή λιγότερο βίαια μέσα τα προηγούμενα χρόνια, περιείχε τη συσσώρευση εκρηκτικής ύλης, ικανής να πυροδοτήσει έναν νέο παγκόσμιο πόλεμο με τη συμμετοχή των μεγάλων δυνάμεων και των αντίστοιχων μπλοκ. Το σενάριο αυτό είναι πιο κοντά μετά τα γεγονότα στην Ουκρανία, καθώς μία από τις κύριες αποφάσεις που πήραν οι ευρωπαϊκές χώρες είναι η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών και η ενίσχυση του ΝΑΤΟ. Η νέα στρατηγική αντίληψη του ΝΑΤΟ, η οποία δυστυχώς θα γίνει γνωστή ως «Αντίληψη της Μαδρίτης», χαρακτηρίζεται από τη θεώρηση της Ρωσίας και της Κίνας ως «στρατηγικών ανταγωνιστών και δυνητικών αντιπάλων, των οποίων η στρατηγική συμμαχία αντιτίθεται στις αξίες και τα συμφέροντα του ΝΑΤΟ». Ο δρόμος για μεγαλύτερες και σοβαρότερες ενδοϊμπεριαλιστικές συγκρούσεις είναι ορθάνοιχτος.
Ο πόλεμος στην Ουκρανία εγείρει επίσης ένα άλλο ζήτημα, αυτό της αυξημένης εξάρτησης της Ρωσίας και της ΕΕ στην Κίνα και τις ΗΠΑ, αντίστοιχα. Θα πρέπει να ληφθεί υπόψη ότι, σύμφωνα με τα στοιχεία του 2020, ο κύριος εμπορικός εταίρος της Ρωσίας είναι η Κίνα, η οποία αντιπροσωπεύει το 14% των ρωσικών εξαγωγών και από την οποία η Ρωσία προμηθεύεται το 23% των εισαγωγών της. Ωστόσο, οι ευρωπαϊκές χώρες και οι ΗΠΑ μαζί αντιπροσωπεύουν το 26% των εξαγωγών της και το 24,7% των εισαγωγών της. Λαμβάνοντας υπόψη ότι το 42,1% των ρωσικών εξαγωγών είναι καύσιμα, ορυκτά και ορυκτέλαια, όλα δείχνουν ότι οι εμπορικές σχέσεις με την Κίνα θα αυξηθούν στο μέλλον ως αποτέλεσμα των κυρώσεων και της χαμηλότερης κατανάλωσης ρωσικών πρώτων υλών στην Ευρώπη, γεγονός που θα έχει αντίκτυπο στον τραπεζικό τομέα. Εν ολίγοις, η Ρωσία θα εξαρτηθεί περισσότερο από τις οικονομικές και εμπορικές σχέσεις με την Κίνα και, κατά συνέπεια, από τις στρατιωτικές και στρατηγικές σχέσεις.
Από την πλευρά της, η ΕΕ μόλις ανέλαβε δέσμευση έναντι των ΗΠΑ για την αγορά 50 δισεκατομμυρίων κυβικών μέτρων υγροποιημένου φυσικού αερίου ετησίως έως το 2030, έναντι ποσού 140 δισεκατομμυρίων ευρώ, με διακηρυγμένο στόχο να αντικαταστήσει έως και το ένα τρίτο του φυσικού αερίου που εισάγει από τη Ρωσία, πράγμα που στην πράξη σημαίνει την αντικατάσταση της εξάρτησης από μια δύναμη, με μια άλλη. Επιπρόσθετα, η αναβίωση της ιδέας της διαμόρφωσης ενός στρατού της ΕΕ (ευρωστρατού) θα σήμαινε ουσιαστικά ενίσχυση της ευρωπαϊκής βιομηχανίας όπλων και μεγαλύτερες δυνατότητες επέμβασης, αλλά όχι μεγαλύτερη στρατηγική αυτονομία για την ΕΕ, δεδομένου ότι η Συμμαχική Διοίκηση Επιχειρήσεων του ΝΑΤΟ έχει τη δυνατότητα να κατευθύνει τις αποστολές των δυνάμεων της ΕΕ.
Η στρατιωτικοποίηση της οικονομίας και της κοινωνίας στο σύνολό της επιταχύνεται, γεγονός που έχει προφανείς συνέπειες στον περιορισμό των θεμελιωδών δικαιωμάτων στις χώρες της Δυτικής Ευρώπης, με την εντατικοποίηση της αντικομμουνιστικής εκστρατείας και τον αυξανόμενο περιορισμό της ελευθερίας του Τύπου και της ελευθερίας της έκφρασης. Οι πόλεμοι και οι ιμπεριαλιστικές επιθέσεις έχουν επίσης οδηγήσει σε αύξηση των αναγκαστικών μετακινήσεων και των μεταναστευτικών ροών. Τις συνέπειες αυτού του δράματος και του παιχνιδιού που παίζουν οι ιμπεριαλιστές με τις ανθρώπινες ζωές τις είδαμε πρόσφατα στα σύνορα στη Μελίγια.
3) Η αύξηση των στρατιωτικών δαπανών, η κούρσα των εξοπλισμών και η στενότερη πρόσδεση των χωρών στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ συντελούνται σε ένα πλαίσιο το οποίο, στην Ισπανία, ήταν ήδη εξαιρετικά ανησυχητικό πριν από το ξέσπασμα του πολέμου. Η ισπανική αστική τάξη, και μαζί της η κυβέρνησή της, δεν αγνοεί τα αποτελέσματα της λειτουργίας των καπιταλιστικών νόμων και ως εκ τούτου συμμετέχει με ενθουσιασμό στα μέτρα που αποσκοπούν στην επίτευξη υψηλότερης κερδοφορίας του κεφαλαίου. Η πτωτική τάση του ποσοστού κέρδους είναι σε εξέλιξη και τα μέτρα που προσπαθούν να υιοθετήσουν οι καπιταλιστές είναι σαφή:
α. Αύξηση του βαθμού εκμετάλλευσης της εργασίας: εδώ παρεμβάλλονται τα εσωτερικά μέτρα ευελιξίας που εισήχθησαν πολύ γρήγορα με την τελευταία κρίση: τηλεργασία, προσωρινές απολύσεις και διακοπές συμβάσεων, τα οποία προστίθενται στην ακανόνιστη κατανομή των ωρών εργασίας που ήδη προβλεπόταν στην προηγούμενη νομοθεσία.
β. Η μείωση της αγοραστικής δύναμης των μισθών είναι αναμφισβήτητη. Στην Ισπανία σήμερα, περισσότεροι εργαζόμενοι εργάζονται περισσότερες ώρες για τα ίδια χρήματα και λιγότεροι εργαζόμενοι βλέπουν τους μισθούς τους να αυξάνονται μπροστά στην αύξηση των τιμών, πράγμα που σημαίνει γενική μείωση της αξίας της εργατικής δύναμης.
γ. Ο αυξανόμενος ρόλος του εξωτερικού εμπορίου. Τα ισπανικά μονοπώλια και η κυβέρνηση έχουν εμμονή με τη λεγόμενη «διεθνοποίηση», τη βελτίωση της θέσης τους στις διεθνείς αγορές και την αύξηση του μεγέθους των ισπανικών επιχειρήσεων, γεγονός που έχει αρνητικές επιπτώσεις στα μικροαστικά στρώματα. Η διεύρυνση της κλίμακας παραγωγής καθιστά το σταθερό κεφάλαιο φθηνότερο, αλλά πρόκειται επίσης για την αύξηση της αποδοτικότητας του κεφαλαίου.
Τα στοιχεία αυτά, τα οποία περιλαμβάνονταν στις γενικές γραμμές του σχεδίου ανάκαμψης που υποβλήθηκε στην ΕΕ για τη χορήγηση κονδυλίων του σχεδίου NextGenerationEU, ευθυγραμμίζονται με τις θέσεις που προωθούνται από όργανα όπως το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Αν η κατάσταση μέχρι τον Φεβρουάριο ήταν ήδη εξαιρετικά ανησυχητική, ο πόλεμος την επιδείνωσε και εισήγαγε νέα στοιχεία στην ταξική πάλη στην Ισπανία. Το λεγόμενο Εθνικό Σχέδιο Αντιμετώπισης του Πολέμου, στο οποίο η κυβέρνηση προσπαθεί να εντάξει τις διάφορες αστικές πολιτικές δυνάμεις, εκφράζει με μεγάλη σαφήνεια τι σημαίνει κρατικός μονοπωλιακός καπιταλισμός. Το κράτος παρεμβαίνει στην οικονομική σφαίρα για να διασφαλίσει τα συμφέροντα των μονοπωλίων. Αν κανείς εξετάσει προσεκτικά τα μέτρα που περιλαμβάνονται στο σχέδιο αυτό, απευθύνονται κυρίως στις μεγάλες επιχειρήσεις που χρησιμοποιούν εντατικά το φυσικό αέριο και την ηλεκτρική ενέργεια στην παραγωγική τους διαδικασία, με άμεσες ενισχύσεις και νέες φορολογικές εκπτώσεις, καθώς και σε άλλους τομείς που πλήττονται έντονα από τις αυξήσεις των καυσίμων. Είναι εύκολο να διαπιστώσει κανείς ότι πρόκειται για ένα ακόμη παράδειγμα του τρόπου με τον οποίο τα μέτρα που αποσκοπούν κυρίως στην εξυπηρέτηση της αστικής τάξης πλασάρονται ως μέτρα υπέρ του «κοινωνικού συνόλου». Πάνω απ’ όλα, λαμβάνοντας υπόψη ότι τα μέτρα που υποτίθεται ότι αποσκοπούν στην εύνοια των εργατικών στρωμάτων παίρνουν τη μορφή νέας μεταφοράς δημόσιων πόρων προς τις επιχειρήσεις μέσω των κοινωνικών κουπονιών για την ηλεκτρική ενέργεια.
Από την άλλη πλευρά, η κυβέρνηση προωθεί το λεγόμενο «σύμφωνο για τα εισοδήματα» ως μέρος του σχεδίου αντιμετώπισης των συνεπειών του πολέμου, το οποίο αποσκοπεί στη συγκράτηση των μισθών με το πρόσχημα της αποφυγής του πληθωριστικού σπιράλ. Στόχος είναι να δοθεί νέο πλήγμα στην εργαζόμενη πλειοψηφία, εκμεταλλευόμενοι τον πόλεμο, καθώς η γενικευμένη άνοδος των τιμών δεν είναι συνέπεια της σύγκρουσης στην Ουκρανία, αλλά άλλων παραγόντων που λειτουργούν ήδη από το δεύτερο τρίμηνο του 2021 και συνδέονται με την έξοδο από την κρίση που επιταχύνθηκε από την πανδημία. Ο όρος «σύμφωνο για τα εισοδήματα», που στοχεύει στη συγκράτηση των μισθών και των εταιρικών κερδών, είναι επίσης παραπλανητικός, διότι η υποτίμηση των μισθών σημαίνει ουσιαστικά υψηλότερη κερδοφορία για τους καπιταλιστές.
4) Το PCTE παρεμβαίνει σε αυτό το πλαίσιο επιδιώκοντας την κινητοποίηση και την οργάνωση των μαζών ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και ενάντια στις συνέπειες της καπιταλιστικής κρίσης, τόσο στους χώρους εργασίας όσο και στις γειτονιές. Πρώτα απ’ όλα, καταβάλλουμε μια σημαντική προσπάθεια να εξηγήσουμε τα αίτια του πολέμου, τα αίτια της καπιταλιστικής κρίσης και τα μέτρα που έλαβε η σοσιαλδημοκρατική κυβέρνηση συνασπισμού για να αποφύγουμε την περαιτέρω εξαπάτηση της τάξης και του λαού. Τον Σεπτέμβρη του 2021, καλέσαμε σε κινητοποιήσεις ενάντια στην αύξηση των τιμών του ηλεκτρικού ρεύματος, επιδιώκοντας να οργανώσουμε τα λαϊκά στρώματα στον αγώνα ενάντια στις υψηλές τιμές. Στη συνέχεια, καλέσαμε σε πολυάριθμες κινητοποιήσεις ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο και δημιουργήσαμε τις Επιτροπές Ειρήνης και Αλληλεγγύης μεταξύ των Λαών (CosPAZ) ως μαζική οργάνωση για τη συνέχιση του αγώνα κατά του ΝΑΤΟ και της ΕΕ μετά τη Σύνοδο Κορυφής. Οι δυνατότητές μας είναι ακόμη περιορισμένες, αλλά προσπαθούμε να ασκήσουμε έναν πρωτοπόρο ρόλο στην εργατική τάξη, ο οποίος εκφράζεται επίσης με τη σταθερή και επιχειρηματολογημένη αντίθεση στα εργασιακά μέτρα που ενέκρινε η κυβέρνηση, έργο που επιτελούμε ιδιαίτερα στα συνδικάτα, τα οποία εξακολουθούν να βρίσκονται κυρίως υπό σοσιαλδημοκρατική ηγεμονία, αλλά όπου οι προσπάθειές μας αρχίζουν να αποδίδουν καρπούς.
5) Στην πολιτική μας δουλειά στην Ισπανία, έχουμε να αντιμετωπίσουμε αρκετές δυσκολίες. Στη δουλειά ενάντια στον ιμπεριαλιστικό πόλεμο, διαπιστώνουμε ότι τα λεγόμενα «αντιιμπεριαλιστικά κινήματα» είναι βαθιά αποπροσανατολισμένα ιδεολογικά και παίρνουν όλο και πιο ανοιχτά φιλορωσικές και φιλοκινεζικές θέσεις. Για το λόγο αυτό, η κοινή δράση με αυτές τις οργανώσεις γίνεται όλο και πιο δύσκολη, σε ορισμένες περιπτώσεις ήδη αδύνατη. Διαπιστώνουμε επίσης μια αξιοσημείωτη αύξηση των θέσεων υπέρ του ΝΑΤΟ στα τμήματα της νέας σοσιαλδημοκρατίας, οι οποίοι έχουν προσαρμοστεί πολύ καλά στο θεσμικό τους ρόλο από τη στιγμή που βρίσκονται στην κυβέρνηση.
Από την άλλη πλευρά, στην πολιτική και οργανωτική δουλειά ενάντια στις συνέπειες της κρίσης, βρίσκουμε το εργατικό και συνδικαλιστικό κίνημα σε μια θέση παλινδρόμησης και αποδοχής των μέτρων που προωθεί η κυβέρνηση. Το κόμμα μας είναι ένας από τους κύριους πραγματικούς αντιπάλους, από ταξική θέση, στην προπαγάνδα της κυβέρνησης, κάνοντας μια σημαντική προσπάθεια διαφώτισης που δεν είναι εύκολη λόγω της εμπλοκής ενός μεγάλου μέρους του συνδικαλιστικού κινήματος με τη σημερινή υπουργό Εργασίας, Γιολάντα Ντίας.
Εν ολίγοις, στο έργο μας για την οργάνωση της εργατικής τάξης και του λαού, αντιμετωπίζουμε τα ίδια προβλήματα που εντοπίζουμε σε διεθνές επίπεδο.
6) Ο πόλεμος στην Ουκρανία ανάγκασε όλα τα κομμουνιστικά και εργατικά κόμματα να τοποθετηθούν ανοικτά. Δεν αποτελεί έκπληξη να βλέπουμε πώς έχουν εισχωρήσει ξένες ιδεολογικές θέσεις, κάτι που καταγγέλλουμε εδώ και χρόνια, κυρίως αυτές που συνεπάγονται την υποταγή στα συμφέροντα των διαφόρων ιμπεριαλιστικών δυνάμεων. Η παραδοχή της θεωρίας της πολυπολικότητας εκφράζεται πολιτικά με τη ρήξη με τον διεθνισμό και οι λανθασμένες αναλύσεις του ιμπεριαλισμού και του φασισμού οδηγούν στη δικαιολόγηση του ιμπεριαλιστικού πολέμου με τα ίδια επιχειρήματα που χρησιμοποιούν οι καπιταλιστές. Γινόμαστε μάρτυρες ντροπιαστικών παραδειγμάτων σοσιαλσοβινισμού.
Αυτή η πραγματικότητα έχει δημιουργήσει σοβαρές στρεβλώσεις στην πολιτική πρακτική πολλών κομμουνιστικών και εργατικών κομμάτων, τις οποίες σήμερα, δυστυχώς, πληρώνουμε ακριβά με τη μορφή μιας πολύ σημαντικής πολιτικής υποχώρησης των κομμουνιστικών δυνάμεων, λόγω της αυξανόμενης αδυναμίας άρθρωσης μιας συνεκτικής και ενιαίας πολιτικής πρότασης σε διεθνές επίπεδο, η οποία θα μας επέτρεπε να ανταποκριθούμε επαρκώς και ταυτόχρονα στα προβλήματα και τις απειλές που απειλούν την παγκόσμια εργατική τάξη στην εποχή μας.
Η σοσιαλδημοκρατική μετάλλαξη ενός σημαντικού μέρους των Κομμουνιστικών και Εργατικών Κομμάτων δεν είναι μόνο αποτέλεσμα των γεγονότων των τελευταίων δεκαετιών, αν και από τον θρίαμβο της αντεπανάστασης στην ΕΣΣΔ και τις Λαϊκές Δημοκρατίες της Ανατολικής Ευρώπης έχουμε δει πώς κερδίζει έδαφος και αποκτά δύναμη. Η σοσιαλδημοκρατική μετάλλαξη που έχει μετατρέψει μέρος του Διεθνούς Κομμουνιστικού Κινήματος σε ένα μη λειτουργικό εργαλείο για πολλά τμήματα της διεθνούς εργατικής τάξης, ενώ έχει τις ρίζες της σε παλιές ιδεολογικές παρεκκλίσεις, οι οποίες επανέρχονται, μερικές φορές με νέες μορφές, αλλά εκφράζοντας πάντα τα ίδια βασικά ζητήματα.
Όλες αυτές οι αποκλίσεις εκπληρώνουν έναν θεμελιώδη σκοπό, που δεν είναι άλλος από το να κρατήσουν την εργατική τάξη σε εγκλωβισμένη, ανίκανη να διαμορφώσει μια αυτοτελή πολιτική για την προώθηση των δικών της συμφερόντων. Πρόκειται για θέσεις που διαστρεβλώνουν την αντίληψη της πραγματικότητας που ζει η εργατική τάξη στον καπιταλισμό στην ιμπεριαλιστική του φάση. Πρόκειται, εν ολίγοις, για θέσεις που οδηγούν πάντα στην περαιτέρω υποταγή της εργατικής τάξης στην αστική τάξη και οι οποίες, ως εκ τούτου, πρέπει να αναγνωρίζονται, να καταγγέλλονται και να καταπολεμούνται συνεχώς. Εξ ου και η ανάγκη για την ανασύνταξη του κομμουνιστικού κινήματος σε επαναστατική, μαρξιστική-λενινιστική βάση, την οποία θεωρούμε αναντίρρητη ανάγκη.
Σύντροφοι, είμαστε πεπεισμένοι ότι η βαθύτερη συνεργασία μεταξύ των τεσσάρων κομμάτων μας θα οδηγήσει σε σαφή πρόοδο των επαναστατικών θέσεων στο διεθνές κομμουνιστικό κίνημα.
902.gr