Τσάρλι Τσάπλιν, ο γνωστός Σαρλό, ένας από τους πιο καταξιωμένους καλλιτέχνες του προηγούμενου αιώνα, που «έκανε μικρούς και μεγάλους να γελάνε» μα ταυτόχρονα να στέκονται με περίσκεψη στην τραγική αποκάλυψη μια κοινωνίας όλο αντιφάσεις.
Ο ηθοποιός και σκηνοθέτης Τσάρλι Τσάπλιν άφησε ένα ανεπανάληπτο έργο, ταινίες με κοινωνικό και πολιτικό περιεχόμενο. Με οξύτητα και το εκπληκτικό του χιούμορ άσκησε κριτική στην καταπίεση, στην εκμετάλλευση, στην αθλιότητα και στην υποκρισία.
Εκείνη όμως που σίγουρα ξεχώρισε -και στην οποία σκηνοθέτης υπήρξε ο ίδιος- ήταν «Ο Μεγάλος Δικτάτορας» (1940), η οποία σατίριζε το ναζισμό. Η ταινία γνώρισε μεγάλη επιτυχία, παρά την κριτική που δέχτηκε πως ήταν «πέραν του δέοντος» πολιτική.
Ο Τσάρλι Τσάπλιν, με εμφυτευμένη ανέκαθεν στο έργο του κοινωνική και πολιτική συνείδηση, πραγματοποίησε κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, σειρά πολιτικών ομιλιών στις οποίες, ανοιχτά, στήριζε τη Σοβιετική Ένωση. Το γεγονός αυτό, τον κατέστησε υποψήφιο – στις θέσεις της εμπροσθοφυλακής μάλιστα – στη μεταπολεμική, μακαρθική, «μαύρη λίστα» των ανθρώπων της Τέχνης και της διανόησης που «συνέβαλαν στην προβολή του κομμουνισμού μέσα από τον κινηματογράφο». Έτσι, το 1952 και ενώ ταξίδευε προς το Λονδίνο έγινε γνωστό πως το αμερικανικό υπουργείο Δικαιοσύνης πήρε τη βίζα του (ήταν Βρετανός υπήκοος), απαγορεύοντάς του ουσιαστικά να γυρίσει στις ΗΠΑ.
Έκτοτε ο Τσάπλιν θα επιστρέψει μόνο μια φορά, το 1972, για να παραλάβει το ειδικό Τιμητικό Όσκαρ για τη γενικότερη προσφορά του στην 7η Τέχνη.
Ο Τσάρλι Τσάπλιν γεννήθηκε σε μία από τις λαϊκότερες συνοικίες του Λονδίνου, από καλλιτέχνες γονείς. Εζησε από τα πρώτα του νηπιακά χρόνια στη φτώχεια και στη στέρηση και εξήμισι χρονών αρχίζει να δουλεύει στα μιούζικαλ -(Σε ηλικία πέντε χρονών βρέθηκε ορφανός από πατέρα και με την άρρωστη μητέρα του βυθίστηκαν στη φτώχεια).
Τα παιδικά χρόνια του Τσάπλιν θα σημαδέψουν το σύνολο του έργου του που το μήνυμα του είναι ένα ανελέητο κατηγορώ ενάντια σε όλες τις πτυχές της κοινωνίας, της εκμετάλλευσης, του πολέμου, της φτώχειας, της αδικίας, της στέρησης.
Η κινηματογραφική του καριέρα άρχισε στις 16 Γενάρη 1914 στις ΗΠΑ με τη βουβή ταινία «Για να κερδίσει το ψωμί του». Από την τέταρτη κιόλας μικρού μήκους ταινία άρχισε να σκιαγραφεί το γνωστό τύπο με το μουστάκι, το σκληρό καπέλο, τα μεγάλα παπούτσια, το φαρδύ παντελόνι, το βάδισμα της πάπιας. Είναι η στιγμή που ο Τσάρλι Τσάπλιν γίνεται Σαρλό και γυρίζει περίπου 50 ταινίες μικρού μήκους.
Η επιτυχία του ήταν κεραυνοβόλα. Ο κινηματογράφος ταυτίστηκε με τον Τσάρλι Τσάπλιν. Κια όμως παρά την επιτυχία που «μέτρησε» στα ταμεία δεκάδες εκατομμύρια εισιτήρια. από την πρώτη στιγμή κιόλας, ο Τσάρλι Τσάπλιν βρέθηκε αντιμέτωπος με το κινηματογραφικό κατεστημένο των ΗΠΑ, με την ίδια την αμερικάνικη πολιτεία που δεν έβλεπε με καλό μάτι την κριτική που ασκούσε ο Σαρλό με τα έργα του.
Η μεγαλύτερη και απόλυτη ολοκλήρωση του Τ. Τσάπλιν άρχισε το 1930. Την εποχή που οι εταιρείες προσπαθούσαν να προσαρμόσουν το δυναμικό τους στον ομιλούντα κινηματογράφο, την εποχή που ο Τσάπλιν αρνήθηκε το τεχνολογικό επίτευγμα. που θεωρούσε ότι θα επέβαλε την μηχανική υποκατάσταση του ταλέντου. Γι’ αυτό και θα πει ότι ο ομιλών κινηματογράφος «θέλει να καταστρέψει την παντομίμα, την αρχαιότερη τέχνη στον κόσμο» και γι’ αυτό τα αριστουργήματά του «Τα φώτα της πόλης» και «Μοντέρνοι καιροί» έχουν μόνο μουσική που έγραψε ο ίδιος. Και οι δύο αυτές ταινίες όπως και ο «Δικτάτορας» (1940), ο «Κος Βερντούν» (1946), «Ένας βασιλιάς στη Νέα Υόρκη» (1957) οι κορυφαίες στιγμές του «ανθρώπου που σκοτώνει με το γέλιο του», όπως έλεγε ο Σεργκέι Αϊζενστάιν, ήταν και εξακολουθούν να είναι ο πιο στιλπνός καθρέφτης, το κάτοπτρο μιας παραμορφωτικής κοινωνίας.
Ο Τσάρλι Τσάπλιν, πέθανε σε ηλικία 88 χρόνων και αφού είχε 11 χρόνια να γυρίσει ταινία, στις 25 Δεκεμβρίου 1977.