Γράφει ο Γιάννης Βεντούρας //
Ο Λέων Τρότσκι (1879-1940) καταγόταν από εύπορη οικογένεια. Από νεαρός επηρεάστηκε από τις θέσεις των ναρόντνικων. Οι ναρόντνικοι ήταν ένα ισχυρό μικροαστικό κίνημα Ρώσων διανοουμένων με επιρροές από την τάξη των ιδιοκτητών αγροτών. Εθεωρούντο «υπερεπαναστάτες» και αγαπημένη τους μέθοδος ήταν οι δολοφονίες και η τρομοκρατία. Από τους ναρόντνικους επηρεάστηκε αρχικά και ο Λένιν, ο οποίος όμως γρήγορα αποστασιοποιήθηκε από αυτούς και άρχισε να τους κατακεραυνώνει για τις αντιλήψεις και τις μεθόδους τους.
Στη συνέχεια ο Τρότσκι, ερχόμενος σε επαφή με τον Μαρξισμό, βοήθησε στη δημιουργία κάποιων αντιτσαρικών ομάδων και κυνηγήθηκε από το καθεστώς. Στην πορεία, ήρθε σε επαφή με τους σοσιαλδημοκράτες (έτσι ονομαζόντουσαν τα εργατικά επαναστατικά κόμματα της εποχής), χωρίς ποτέ να ξεφύγει από τις επιρροές των ναρόντνικων.
Το 1903 οι σοσιαλδημοκράτες, που είχαν την εφημερίδα Ίσκρα, συγκάλεσαν το 2ο συνέδριο του Σοσιαλδημοκρατικού Εργατικού Κόμματος Ρωσίας (ΣΔΕΚΡ) και στη διάρκειά του διασπάστηκαν σε δύο ομάδες. Στη μία ήταν οι Μπολσεβίκοι (σημαίνει πλειοψηφία) με τον Λένιν επικεφαλής και στην άλλη οι Μενσεβίκοι (σημαίνει μειοψηφία) με τον Μαρτώφ. Ο Τρότσκι τάχθηκε με το μέρος των Μενσεβίκων και εναντίον του Λένιν και από τότε αναδείχθηκε σε μεγάλο πολέμιό του. Το κύριο ζήτημα στο οποίο διαφώνησαν, ήταν οι θέσεις του Λένιν για το κόμμα νέου τύπου (ενιαίο κόμμα, χωρίς φράξιες και συνιστώσες, με δημοκρατικό συγκεντρωτισμό).
Στο βιβλίο τού Τρότσκι «Τα Πολιτικά μας καθήκοντα», που εκδόθηκε το 1904, ο Τρότσκι κατηγορούσε τον Λένιν για κυνισμό, ότι «διαμόρφωσε μια τάση που φάνηκε καθαρά μέσα στο Κόμμα, την αστική- επαναστατική τάση» και τον ονόμαζε «αρχηγό της αντιδραστικής πτέρυγας του Κόμματός μας».
Από το 1904 έως το 1917 ο Τρότσκι φυλακίστηκε κατά διαστήματα για τη δράση του, ενώ τα περισσότερα χρόνια τα πέρασε αυτοεξόριστος στην Ελβετία, τη Γαλλία, την Αυστρία και άλλες χώρες.
Το 1912, στην 6η Πανρωσική Διάσκεψη του ΣΔΕΚΡ που διοργανώθηκε στην Πράγα, ήρθε σε αντίθεση με τον Λένιν και διαγράφτηκε από το κόμμα μαζί με όλη τη φράξια των Μενσεβίκων. Στη συνέχεια ο Τρότσκι πήγε στη Βιέννη και προσπάθησε να οργανώσει σκόρπιες σοσιαλιστικές ομάδες για να αντιπαρατεθεί στον Λένιν, αλλά απέτυχε.
Το 1915, στο σοσιαλιστικό συνέδριο της Β’ Διεθνούς, κράτησε μισοβέζικη θέση, ανάμεσα στον Μαρτώφ και τον Λένιν, που ήθελε την αποχώρηση των Μπολσεβίκων από την Β’ Διεθνή. (Ήταν η λεγόμενη ομάδα των Κεντριστών).
Όταν τον Φεβρουάριο του 1917 ξέσπασε η αντιτσαρική επανάσταση στη Ρωσία, ο Τρότσκι ήταν στις ΗΠΑ. Τον Μάιο του 1917 έφθασε στην Ρωσία και συμφώνησε αμέσως με τις θέσεις του Λένιν και των Μπολσεβίκων, κάνοντας μια δήλωση συμφωνίας. Έτσι στο συνέδριο, τον Ιούλιο του 1917, τον δεχτήκανε στο κόμμα των Μπολσεβίκων και εκλέχτηκε στην ηγεσία του.
Παρ’ όλα αυτά, ο Τρότσκυ (και η ομάδα του), συνέχισε να επιτίθεται στην πολιτική γραμμή του Λένιν, αντιτασσόμενος στη Συνθήκη του Μπρεστ Λιτόφσκ.
Κατά τη διάρκεια του εμφύλιου πολέμου (1918-1920), το κόμμα των Μπολσεβίκων ανέθεσε στον Τρότσκυ (ο οποίος είχε αναλάβει υπουργός πολέμου) την οργάνωση του κόκκινου στρατού. Αλλά ούτε και τότε σταμάτησε τη φραξιονιστική του δράση, δημιουργώντας ομάδα με δικό της πρόγραμμα, αμφισβητώντας τον ρόλο των συνδικάτων, καθώς και τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος στην οικοδόμηση του σοσιαλισμού.
Μετά τη συντριβή των αντεπαναστατών λευκοφρουρών, ο Τρότσκι άρχισε να επανεμφανίζει όλο και πιο έντονα τις πολιτικές του διαφωνίες με τον Λένιν, τόσο στο θέμα των Ευρωπαϊκών επαναστάσεων (παγκόσμια επανάσταση) όσο και στην οικονομική πολιτική που εφαρμόστηκε στη χώρα (την ΝΕΠ). Ειδικά μετά την ήττα των εργατικών επαναστάσεων σε Γερμανία και Ουγγαρία (1919-1920) επανέφερε με δριμύτητα την άποψη ότι η Ρωσία δεν ήταν σε θέση να προχωρήσει σε μεγάλους σοσιαλιστικούς μετασχηματισμούς, ζητώντας στην ουσία το σταμάτημα της σοσιαλιστικής οικοδόμησης και σπέρνοντας την ηττοπάθεια. Επίσης θεωρούσε ανίκανη την εργατική τάξη (λόγω του χαμηλού επιπέδου μόρφωσης) να αναλάβει την καθοδήγηση της κοινωνίας.
Διαβάζουμε από την Κομμουνιστική Επιθεώρηση (τεύχος 6/2006): «Η κυριότερη θέση του τροτσκισμού ήταν η άρνηση της δυνατότητας οικοδόμησης του σοσιαλισμού στην ΕΣΣΔ. Ακολουθώντας τους ηγέτες των μενσεβίκων, οι τροτσκιστές ισχυρίζονταν ότι εξαιτίας της τεχνικοοικονομικής καθυστέρησης της χώρας σε συνθήκες καπιταλιστικής περικύκλωσης, η εργατική τάξη της ΕΣΣΔ δε θα μπορούσε να εδραιώσει την εξουσία της και να οικοδομήσει τη σοσιαλιστική κοινωνία. Γι’ αυτό ισχυρίζονταν πως η νίκη της επανάστασης θα ήταν πολύ μικρής διάρκειας και ότι η σοβιετική εξουσία θα υποχωρούσε αν δεν επικρατούσαν σοσιαλιστικές επαναστάσεις και στις ευρωπαϊκές χώρες, ώστε να εξασφάλιζαν κρατική βοήθεια προς την εργατική τάξη της ΕΣΣΔ. Ο τροτσκισμός αντιτάχθηκε στις αρχές συγκρότησης του κόμματος νέου τύπου και προφασιζόμενος την υπεράσπιση της εσωκομματικής δημοκρατίας διεκδικούσε την ύπαρξη και λειτουργία φραξιών μέσα στο κόμμα».
Επίσης ο Τρότσκι διατυπώνοντας δογματικά τη θέση του Μαρξ για τη διαρκή επανάσταση, θεωρούσε συλλήβδην τις αγροτικές μάζες ως αντιδραστικές και εχθρικές προς το προλεταριάτο (αφού ήταν ιδιοκτήτες γης) και ως εκ τούτου αδύνατη την εργατοαγροτική συμμαχία. Πρότεινε δε τη βίαιη (με στρατιωτικά μέσα) κολεκτιβοποίηση της αγροτιάς, η οποία σίγουρα θα οδηγούσε σε νέο εμφύλιο πόλεμο. Ο Λένιν αντιπαρατέθηκε στις θέσεις αυτές, εξηγώντας ότι το προλεταριάτο πρέπει να συμμαχήσει με τους φτωχούς αγρότες ενάντια στους καπιταλιστές αγρότες (τους κουλάκους) και να οξύνει την αντιπαράθεση φτωχών και πλούσιων αγροτών. Για να το πετύχουν αυτό ο Λένιν πρότεινε να μοιράσουν μεγάλα τμήματα γης σε αγροτικούς συνεταιρισμούς. Έτσι θα κέρδιζαν χρόνο, παίρνοντας τη μικρομεσαία αγροτιά με το μέρος της επανάστασης και στρέφοντάς τους ενάντια στους κουλάκους καπιταλιστές.
Αυτές οι θέσεις των τροτσκιστών αναποδογυρίστηκαν στο 2ο πεντάχρονο (1929-1933) όταν άρχισε η κολεκτιβοποίηση της γης και οξύνθηκαν οι ταξικές συγκρούσεις στην ύπαιθρο. Στην περίοδο αυτή, οι τροτσκιστές ισχυρίζονταν, ότι το κράτος και η κοινωνία δεν ήταν έτοιμες για το άλμα αυτό, δηλαδή για το κτύπημα των κουλάκων και της μεγάλης καπιταλιστικής γαιοκτησίας! Μάλιστα ο Τρότσκι κατήγγειλε την κολεκτιβοποίηση ως «γραφειοκρατική περιπέτεια».
Μετά τον θάνατο του Λένιν και την εκλογή από το συνέδριο τού Ιωσήφ Στάλιν στην ηγεσία του κόμματος, (προφανώς πικραμένος που δεν εκλέχτηκε αυτός στη θέση του Λένιν), ήρθε σε ανοιχτή σύγκρουση με τον Στάλιν και την πλειοψηφία του κόμματος (1924). Επηρεασμένος από τις μικροαστικές αντιλήψεις του, αντιτάχθηκε με κάθε τρόπο στα 5χρονα πλάνα που αποφασίσθηκαν για την εκβιομηχάνιση της χώρας και το προχώρημα της επαναστατικής διαδικασίας σε μία χώρα.
Το 1928, ο Τρότσκι και οι βασικοί του συνεργάτες, λόγω της πολεμικής που ασκούσαν στην προσπάθεια της χώρας, εστάλησαν στο Καζακστάν, μακριά από την Πετρούπολη και τη Μόσχα. (Ήδη από το 1927 είχαν διαγραφεί από το κόμμα). Το 1929 του επετράπη να φύγει στην Τουρκία, από όπου μετά από πολλές περιπλανήσεις κατέληξε στο Μεξικό.
Όλο αυτό το διάστημα, που βρέθηκε στις διάφορες χώρες εκτός Ρωσίας, προσπάθησε με κάθε τρόπο να δημιουργήσει οργανώσεις και κόμματα τα οποία στόχευαν ανοιχτά το πρώτο εργατικό κράτος στον κόσμο, την Σοβιετική Ένωση. Ταυτόχρονα η εμμονή στην άρνηση της δυνατότητας οικοδόμησης του σοσιαλισμού σε μια χώρα, τον οδήγησε στο να αρνείται ότι η ΕΣΣΔ ήταν σοσιαλιστικό κράτος και συνεχίζοντας σε αυτή τη βάση, πέρασε βήμα το βήμα σε όλο και πιο αντιδραστικές θέσεις και πράξεις.
Στη δεκαετία του 1930, ενώ η Σοβιετική Ένωση αντιμετώπιζε την ιμπεριαλιστική επιθετικότητα, ο τροτσκισμός καλούσε στην ουσία σε αντεπαναστατική ανατροπή του εργατικού κράτους. Συνέπραξε με κάθε αντιπολιτευόμενη και σαμποταριστική ομάδα στο εσωτερικό της ΕΣΣΔ για την επιτυχία του σκοπού του.
Ο Τρότσκι τάχθηκε ξεκάθαρα και ανοιχτά υπέρ της βίαιης ανατροπής της σοβιετικής εξουσίας, λέγοντας «…Για να παραμερίσουμε τη διευθύνουσα κλίκα δεν απομένουνε πια κανονικοί δρόμοι, «συνταγματικοί». Για να αναγκάσουμε τη γραφειοκρατία να παραδώσει την εξουσία στα χέρια της προλεταριακής πρωτοπορίας, αυτό μπορεί να το κάνουμε μονάχα με τη βία». (Λ. Τρότσκι: Ταξική φύση του Σοβιετικού κράτους, σελ.29)
Επιτέθηκε με τόση σφοδρότητα ενάντια στον Στάλιν, που πολλοί μίλησαν για εμπάθεια. Τελικά το 1938 στη Γαλλία, συγκλήθηκε ένα μικρό ιδρυτικό συνέδριο της Δ΄ Διεθνούς. Η προσπάθεια όμως δεν καρποφόρησε και ο Τρότσκυ αποσύρθηκε στο Μεξικό.
Τον Αύγουστο του 1940, δολοφονήθηκε από έναν Ισπανό κομμουνιστή, ο οποίος συνελήφθη και καταδικάστηκε. Για τη δολοφονία του, έγιναν εικασίες ότι είχε σχέση η Σοβιετική Ένωση, πράγμα που δεν αποδείχτηκε ποτέ.
Η πολεμική του Τρότσκι ενάντια στον Στάλιν, τη Σοβιετική Ένωση και όλο το διεθνές κομμουνιστικό κίνημα, αξιοποιήθηκε από τον παγκόσμιο ιμπεριαλισμό, προβάλλοντας πολύ συχνά το πρόσωπο του Τρότσκι και τις θέσεις του για το ανέφικτο του σοσιαλισμού στη Ρωσία. Η αστική προπαγάνδα παρουσιάζει τον Τρότσκι σαν τον αγνό, άδολο και προδομένο επαναστάτη.
Ο Τρότσκι δημιούργησε ένα ολόκληρο ρεύμα μέσα στο εργατικό κίνημα, ξεκάθαρα οπορτουνιστικό, που χαρακτηριζόταν από τη μικροαστική υπερεπαναστατική φρασεολογία στα λόγια και τον απόλυτο συμβιβασμό στην πράξη. Στην εξέλιξή του, ο τροτσκισμός έπαιρνε ολοένα και πιο αντεπαναστατικές θέσεις και ως ιδεολογικό και πολιτικό ρεύμα, στάθηκε εχθρικός προς τη λενινιστική θεωρία και πράξη.
Μπορεί ο Τρότσκι και οι οπαδοί του να αυτοχαρακτηρίζονται ως μπολσεβίκοι ή να κάνουν συνεχώς αναφορές στους μπολσεβίκους, ποτέ όμως δεν ήταν στην πράξη μπολσεβίκοι. Από το 1903, που εμφανίσθηκε ο μπολσεβικισμός σαν ρεύμα πολιτικής σκέψης και σαν κόμμα, συνεχώς ο τροτσκισμός υπήρξε εχθρικός απέναντί του. Ακόμα και στη δεκαετία που ο Τρότσκι ήταν μέλος του κόμματος των μπολσεβίκων, δεν έπαψε να διαφωνεί και να αντιπαρατίθεται με τον Λένιν και στη συνέχεια με τον Στάλιν. Όλες οι σχετικές απόψεις του, είχαν καταψηφιστεί σε όλα τα συνέδρια και τις συνδιασκέψεις του κόμματος.
Η πολιτική πορεία του Τρότσκι, αποτελεί ένα χαρακτηριστικό παράδειγμα, για το πώς μπορεί ο δρόμος του οπορτουνισμού, να μετατρέψει σταδιακά έναν επαναστάτη σε φανατικό πολέμιο της επανάστασης!
________________________________________________________________________________________________