Αναδημοσίευση από το βιβλίο του Νίκου Μόττα, «Τσε Γκεβάρα, πρεσβευτής της Επανάστασης» (Εκδόσεις Ατέχνως):
Στις 12 Αυγούστου το αεροπλάνο που μετέφερε τον Γκεβάρα προσγειώθηκε στο Βελιγράδι, έπειτα από μια μικρή στάση στο Κάϊρο. Η άφιξη στην Ομοσπονδιακή Λαϊκή Δημοκρατία της Γιουγκοσλαβίας αποτέλεσε την πρώτη επίσκεψη του Τσε σε σοσιαλιστική χώρα και τον σημαντικότερο σταθμό της περιοδείας: «Πρόκειται ίσως για την πιο ενδιαφέρουσα απ’ όλες τις χώρες που επισκεφθήκαμε, για την ανάπτυξη της βιομηχανίας της που ξεκίνησε με μέτριες προϋποθέσεις, για τα επιτεύγματα της τεχνολογίας της και για τις περίπλοκες και ενδιαφέρουσες κοινωνικές της σχέσεις», σημειώνει ο ίδιος.
Έχοντας διαβάσει για τα ηρωϊκά κατορθώματα των Γιουγκοσλάβων παρτιζάνων στο Δεύτερο Παγκόσμιο Πόλεμο, ο Γκεβάρα διακατέχονταν από δέος και σεβασμό για την χώρα του Στρατάρχη Τίτο που πρωταγωνιστεί στο Κίνημα των Αδέσμευτων και επιχειρεί να εφαρμόσει ένα είδος αυτοδιαχειριζόμενου σοσιαλισμού. Βέβαια, ο θρύλος που συνόδευε την Γιουγκοσλαβία του Γιόζιπ Μπροζ και η οποία είχε γοητεύσει τον Γκεβάρα στα νιάτα του απείχε πολύ από την πραγματικότητα. Ήδη από τα τέλη της δεκαετίας του 1940 το Βελιγράδι βρίσκονταν σε τροχιά σύγκρουσης με την Σοβιετική Ένωση, έκανε αργή αλλά σταθερή στροφή προς την Δύση και είχε παραβιάσει βασικές αρχές της σοσιαλιστικής οικοδόμησης με το εγχείρημα της «αυτοδιαχείρισης» υπό το πρόσχημα της αξιοποίησης της αγοράς.
Ο Τσε επισκέπτονταν την Γιουγκοσλαβία με την ελπίδα ότι η μεγάλη βαλκανική χώρα μπορούσε δυνητικά να αποτελέσει σύμμαχο της νεαρής Κουβανικής Επανάστασης. Η παρουσία του Γκεβάρα ελάχιστα απασχόλησε τα γιουγκοσλάβικα μέσα ενημέρωσης, καθώς την ίδια περίοδο πραγματοποιούσε επίσημη επίσκεψη ο Αυτοκράτορας της Εθιοπιοίας Χαιλέ Σελασιέ που μονοπώλησε το ενδιαφέρον. Για την επίσκεψη της Κουβανικής αντιπροσωπείας υπήρξαν συνοπτικές αναφορές σε μονόστηλα των εφημερίδων «Politika» και «Borba».
Από το Βελιγράδι, η κουβανική αποστολή μετέβη σε μια σειρά πόλεις όπως το Κραγκούγιεβατς, το Σαράγιεβο, η Ριέκα και η Οπατίγια, καταλήγοντας στο νησί Μπριόνι στην Αδριατική Θάλασσα. Εκεί πραγματοποιήθηκε η συνάντηση με τον Τίτο στην οποία παρεβρέθηκαν επίσης οι υπουργοί Εξωτερικών και Άμυνας της Γιουγκοσλαβίας, Κότσα Πόποβιτς και Ιβάν Κόζνιακ, αντίστοιχα.
«Χαιρετίζω τους συντρόφους μου από την Κούβα και εκφράζω την ικανοποίησή μου που οι σημερινοί μας καλεσμένοι εκπροσωπούν μια πρόσφατη Επανάσταση η οποία αγωνίζεται για την ανεξαρτησία της», ήταν τα πρώτα λόγια του Γιουγκοσλάβου ηγέτη που κάλεσε τους Κουβανούς επισκέπτες να «νιώσουν σαν στο σπίτι τους». Το λόγο πήρε αμέσως ο Γκεβάρα που, αφού ευχαρίστησε το Στρατάρχη για την φιλοξενία, σημείωσε πως σκοπός της επίσκεψης του στην Γιουγκοσλαβία ήταν να δει από πρώτο χέρι πως λειτουργεί η χώρα και να συλλέξει εμπειρίες χρήσιμες για την ανάπτυξη της κουβανικής οικονομίας. Δεν ήταν βέβαια μόνο αυτός ο σκοπός του ταξιδιού. Καθώς ο αμερικανικός κλοιός γύρω από την Κούβα έσφιγγε, αυξάνονταν η ανάγκη για προμήθεια όπλων. Ο Τσε δεν άργησε να θέσει το ζήτημα στον Τίτο, εξηγώντας την κατάσταση που διαμορφώνονταν και την εχθρική στάση που η κυβέρνηση των ΗΠΑ εκδήλωνε, ολοένα και πιο ανοιχτά, έναντι της Επανάστασης.
Η άρνηση του Τίτο ήταν μια πρώτη απογοήτευση για τον Γκεβάρα και τους Κουβανούς. Χρησιμοποιώντας ως πρόσχημα τα χαμηλά ποσοστά παραγωγής της αμυντικής βιομηχανίας ο ηγέτης της Γιουγκοσλαβίας εξήγησε ότι η κυβέρνησή του αδυνατούσε να πουλήσει οπλισμό στην Αβάνα. Στην πραγματικότητα ο Τίτο δεν επιθυμούσε να εφοδιάσει την Κούβα με όπλα. Τα «γιατί» της στάσης αυτής του Τίτο πρέπει να αναζητηθούν στην προσπάθεια που έκανε τότε το Βελιγράδι να παίξει πρωταγωνιστικό ρόλο στο Κίνημα των Αδέσμευτων, αποφεύγοντας οποιαδήποτε κίνηση θα το έφερνε ενδεχομένως σε ευθεία αντιπαράθεση με τις ΗΠΑ. Η πώληση όπλων στη νεαρή Κουβανική Επανάσταση θα εκλαμβάνονταν από την αμερικανική κυβέρνηση ως ξεκάθαρη ανάμειξη σε ένα ζήτημα που αφορούσε το «μαλακό υπογάστριο» της ιμπεριαλιστικής υπερδύναμης και το οποίο τα επόμενα χρόνια θα αναδεικνύονταν στο επίκεντρο του Ψυχρού Πολέμου.
Ο Γκεβάρα ένιωσε ακόμη μεγαλύτερη απογοήτευση για την στάση των Γιουγκοσλάβων όταν, κατά την πτήση αναχώρησης από το Βελιγράδι, ενημερώθηκε ότι, εκείνες τις ημέρες, ο Τίτο είχε συνάψει συμφωνία πώλησης όπλων με αραβική χώρα. Γίνονταν, επομένως, σαφές ότι η δικαιολογία του Γιουγκοσλάβου ηγέτη περί «χαμηλής παραγωγής» ήταν προσχηματική.
«Η Γιουγκοσλαβία δεν είναι σοσιαλιστική χώρα»
Η επίσκεψη στην βαλκανική χώρα ήταν αναμφίβολα μια σημαντική εμπειρία για τον Τσε. Οι ιστορίες για την γεναιότητα των Γιουγκοσλάβων παρτιζάνων στον πόλεμο προκαλούσαν εύλογο δέος και θαυμασμό, ο Τίτο είχε καταφέρει να δημιουργήσει τον δικό του μύθο, όμως η Γιουγκοσλαβία των «αυτοδιαχειριζόμενων» πειραμάτων είχε παρεκκλίνει ανεπιστρεπτί από τις αρχές του μαρξισμού-λενινισμού. Η άποψη του Γκεβάρα για το σοσιαλισμό που οικοδομούσε η Γιουγκοσλαβία του Τίτο υπάρχει ξεκάθαρα αποτυπωμένη σε μια συνομιλία του με τον Κινέζο Πρέσβη στην Αβάνα, Σεν Τζιάν, τον Οκτώβρη του 1962.
Συζητώντας για τις εξελίξεις στο σοσιαλιστικό στρατόπεδο, την ρεβιζιονιστική ατζέντα της πολιτικής Τίτο και τις σχέσεις του Βελιγραδίου με τις ΗΠΑ, ο Γκεβάρα σημείωσε: «Έχω πάει στη Γιουγκοσλαβία. Κατά την γνώμη μου δεν είναι μια σοσιαλιστική χώρα. Όταν την επισκέπτηκα ρωτήθηκα να πω τη γνώμη μου για το πολιτικό σύστημα της χώρας. Είπα τότε ότι η χώρα βρίσκονταν σε κίνδυνο, επειδή οι σπόροι του καπιταλισμού βρίσκονταν παντού διάσπαρτοι. Η δήλωση μου είχε προκαλέσει μεγάλη συζήτηση. Παρ’ όλα αυτά η αρνητική επίδραση της Γιουγκοσλαβίας μειώνεται. Για παράδειγμα, όταν αναλάβαμε την ηγεσία της Κούβας, υπήρχαν άνθρωποι που φλέρταραν με την ιδέα να ακολουθήσουμε το μοντέλο της Γιουγκοσλαβίας και της αυτοδιαχείρισης των εργοστασίων. Τώρα πλέον τέτοιες ιδέες έχουν προ πολλού εκλείψει».
«Τσε Γκεβάρα, πρεσβευτής της Επανάστασης», εκδόσεις Ατέχνως, σελ. 38-42.