Διάβασα πρόσφατα το βιβλίο του Αντώνη Γιανακού με τίτλο «Η φύλακας του αρχείου» (εκδόσεις Κέδρος 2021). Θα ήθελα να καταθέσω στο σημείωνα αυτό κάποιες γενικότερες σκέψεις όχι από λογοτεχνική αλλά κυρίως από την ιστορική πλευρά, η οποία αποτελεί άλλωστε και τη βάση του συγκεκριμένου βιβλίου.
Ας ξεκινήσω από κάτι προσωπικό. Από τα παιδικά μου χρόνια μεγάλωσα με το όνομα «Αλέκος» από τις διηγήσεις της μητέρας μου, που ήταν στα ΑΕΤΟΠΟΥΛΑ στην περίοδο της κατοχής . Ο «Αλέκος» ήρωας της- ανώτερο στέλεχος του ΕΑΜ σε επίπεδο Μακεδονίας, (Θόδωρος Παπαπαναγιώτου το πραγματικό του όνομα) – ήταν συγχωριανός της και έμενε κοντά στο σπίτι της (Τρίλοφος Ημαθίας). Έψαξα να βρω ποιος ήταν πραγματικά μετά το 1974 αλλά δεν έγινε κατορθωτό. Αφενός γατί ήταν πολιτικός πρόσφυγας και αφετέρου γιατί αυτούς που ρώτησα ήταν οπαδοί και μέλη του ΚΚΕ, ενώ αυτός από το 1968 είχε περάσει με το λεγόμενο «εσωτ». Μετά το 1990 επιτέλους ανακάλυψα ποιος ήταν πίσω από το ψευδώνυμο, ενώ διάβασα στη συνέχεια ότι αφορούσε τη ζωή και τη δράση του (π.χ 7η ολομέλεια του ΚΚΕ το 1957 σχετικά με το «πισώπλατο χτύπημα του Τίτο», το ρόλο του στη διάσπαση, σχετικά με το κλεμμένο αρχείο από το ΚΚΕ, καθώς και όσα βιβλία έχει γράψει ή γράφουν γι’αυτόν). Ο «Αλέκος» είναι βασικός «πρωταγωνιστής» του βιβλίου.
Ας πάμε στο βιβλίο, πάντα από ιστορική πλευρά, γιατί σίγουρα από λογοτεχνική πλευρά έχει πολλές αρετές.
Το αρχείο του ΚΚΕ που βρίσκεται στα ΑΣΚΙ είναι προϊόν ουσιαστικά κλοπής από μέρους των διασπαστών της 12ης ολομέλειας και γι’αυτό και θα έπρεπε από χρόνια να επιστραφεί στον νόμιμο ιδιοκτήτη του! Οι «περιπέτειες» της φύλαξης του στην πρώην Γιουγκοσλαβία, είναι εντυπωσιακές, συγκινητικές, όμως δεν θα πρέπει να αναιρούν όλα τα παραπάνω.
Ο αγώνας του ΔΣΕ δεν έγινε- παρά τη στρατιωτική ήττα- για «ένα πουκάμισο αδειανό». Ήταν ηρωισμός που έφτανε μέχρι τα όρια της αυτοθυσίας για τα υψηλά ιδανικά της ανθρωπότητας. Οι χιλιάδες που στρατεύτηκαν στις γραμμές του, δεν ήταν «παρασυρμένοι», ούτε «αφελείς» και για τους περισσότερους από αυτούς η συμμετοχή τους ήταν πάντα το φωτεινό ορόσημο στην αγωνιστική τους δράση. Ο αγώνας του ΔΣΕ δεν είχε μόνο π.χ Γεωργιάδη, Βλαντά, Γούσια (με βάση αναφορές του βιβλίου), αλλά και Μπελογιάννη, Φλωράκη, Διαμαντή, Ζαχαριάδη κ.α.
Οι υπαρκτές αδυναμίες και λάθη δεν ήταν τα βασικά χαρακτηριστικά αυτού του αγώνα. Οι τραγικές στιγμές συνυπήρχαν με άφταστους ηρωισμούς απέναντι σ’ έναν υπέρτερο αντίπαλο. Η αντιμετώπιση της ιστορίας από την πλευρά των «ηττημένων» δεν σημαίνει ηττοπάθεια και στείρα λαθολογία. Ο αγώνας για ένα καλύτερο μέλλον δεν είναι ουτοπία.
Η οπτική γωνία του συγγραφέα στηρίζεται σε όλα τα παραπάνω και σίγουρα δίνει το δικό της χρώμα σε ένα μυθιστόρημα που επαναλαμβάνω είναι καλογραμμένο και με αισθητικές-λογοτεχνικές αρετές.
Η ιδεολογική αντίληψη του συγγραφέα, που όπως υποστηρίζει και έτσι είναι, στηρίζεται σε πηγές που πάντα όμως δεν είναι ολοκληρωμένες ή και μη σωστά κατά τη γνώμη μου ερμηνευμένες. Όλο το βιβλίο κουβαλά θα έλεγα σχηματικά τη «σχολή της σκέψης» -αναθεωρητική για μένα-εκείνων που το 1968 ακολούθησαν άλλους δρόμους με το ΚΚΕ, αρχικά μέσω «εσωτ», αργότερα με ΣΥΝ κλπ…
Ας δούμε ορισμένα ενδεικτικά αποσπάσματα που παίρνουν θέση για ιστορικά γεγονότα, μέσω των εκτιμήσεων των «πρωταγωνιστών» του μυθιστορήματος, και που εκεί είναι οι βασικές αντιρρήσεις-διαφωνίες μου!
«..Από την άλλη μετανιώνω κάθε μέρα για αυτή την πορεία. Που μαζέψαμε όλα τα νιάτα της Ρούμελης και των Αγράφων χωρίς να ξέρουμε τι να κάνουμε…» (σελ. 55, αναφορά στην ηρωική πορεία των αόπλων.)
«..Για να ξεκαθαρίσουν το Κόμμα από αυτούς που διαφωνούσαν, τους οπαδούς του Βαφειάδη, που έκαναν κριτική ή θα μπορούσαν κάποια στιγμή να έχουν διαφωνία. Μία κουβέντα να είχες πει κάπου, κάποτε, είχε καταγραφεί και γυρνούσε πλέον εναντίον σου. Γινόσουν αντικομματικός…» (σελ. 76, για την κομματική ανακαταγραφή)
«…Ήξερε ότι είχα και τη γραφομηχανή στο σπίτι. Παλιά, αλλά ακόμα δούλευε, τη πρόσεχα, τη λάδωνα, άλλαζα τη ταινία της. Μόνο το κ είχε χαλάσει, ήταν λίγο φαγωμένο. Δακτυλογραφούσα κομουνισμός, Κόμμα και το κ ήταν λειψό, στρεβλό λες και η γραφομηχανή είχε ένστικτο…» ( σελ. 91, χωρίς κανένα σχόλιο)
«…Και επικαλούνται την ποιότητα, εκείνοι που μέχρι πριν δύο χρόνια έψελναν δοξαστικούς στον Ζντάνοφ…» (σελ. 155, χωρίς σχόλιο)
«…Δεν ήταν αυτό το Βουκουρέστι που ήξερα εγώ. Η μεγαλομανία ενός δικτάτορα το είχε καταστρέψει…» (σελ.227, χωρίς σχόλιο)
Με το σημείωμα αυτό απλά ακροθιγώς θίγω ιστορικές-ιδεολογικές πλευρές του συγκριμένου μυθιστορήματος, χωρίς ν’ αποτελεί ολοκληρωμένη λογοτεχνική κριτική. Άλλωστε δεν είμαι κριτικός λογοτεχνίας Ως αναγνώστης το κρίνω, με τις ιστορικές γνώσεις που διαθέτω που υπάρχουν όμως αντικειμενικά και όχι μέσω της υποκειμενικής θεώρησης των πραγματικών γεγονότων.