Οι «Ολλανδοί», στους οποίους ανέθεσε η κυβέρνηση να καταρτίσουν το σχέδιο για την «ανασυγκρότηση» της Θεσσαλίας, δεν είναι κάποιοι τυχαίοι, ούτε βέβαια κάποια «επιστημονική ομάδα» ή κρατική υπηρεσία με «τεχνογνωσία» γενικά και αόριστα επί των πλημμυρών, όπως αφήνουν να εννοηθεί οι υπουργοί και άλλα κυβερνητικά στελέχη.
«Αγροτική διαχείριση και διαχείριση κεφαλαίων από το 1879»
Αντίθετα, η «HVA International» (Handelsvereniging Amsterdam – «Εμπορικός Σύλλογος Άμστερνταμ» η επί λέξει μετάφραση) είναι από τα μεγαλύτερα ολλανδικά μονοπώλια, «η παλαιότερη επιχειρησιακή εταιρεία γεωργικών συμβούλων και ανάπτυξης έργων στον κόσμο» και μια «παγκοσμίως αναγνωρίσιμη γεωργική εταιρεία και διαχειριστής κεφαλαίων με μακρά ιστορία στην ανάπτυξη αγροτικών σχεδίων σε τροπικές περιοχές, επικεντρωμένη κυρίως στην Αφρική και τη ΝΑ Ασία», όπως αυτοσυστήνεται.
Πρόκειται βέβαια για τις ίδιες περιοχές όπου «έλαμψε» η ολλανδική αποικιοκρατία, αφού το εν λόγω μονοπώλιο υπάρχει από το 1879 (στην ιστορία του μάλιστα σπεύδει να διευκρινίσει ότι …δεν χρησιμοποίησε δούλους, μιας και η δουλεία είχε τυπικά καταργηθεί όταν ιδρύθηκε). Το 1928 η HVA ήταν μία από τις μεγαλύτερες αποικιακές εταιρείες στον κόσμο, με 36 «παραρτήματα» στις Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες (το σημερινό αρχιπέλαγος των Φιλιππίνων και της Ινδονησίας) και περίπου 200.000 εργαζόμενους!
«Από την Ολλανδία στον κόσμο». Οι περιοχές όπου η HVA διαχειρίζεται αγροτικές εκτάσεις και άλλα κεφάλαια.
Από τότε μέχρι σήμερα ο όμιλος «κατέχει, κατασκευάζει και διαχειρίζεται χιλιάδες έργα σε περισσότερες από 100 χώρες». Πρόκειται για έργα που αφορούν τομείς όπως «γεωργία, υδατοκαλλιέργεια, θαλάσσια καλλιέργεια, ανάπτυξη έργων μεγάλης κλίμακας από 10.000 εκτάρια γης και άνω, διαχείριση ιδιωτικών κεφαλαίων, περιουσιακών στοιχείων και αποκατάσταση μετά από καταστροφές», έχοντας στο επιχειρηματικό «παλμαρέ» της τα πάντα: Από εμπορικό μονοπώλιο έως την ίδρυση και διαχείριση εργοστασίων ζάχαρης και φυτειών ζαχαροκάλαμου σε Λατινική Αμερική και Αφρική, εργοστασίων φοινικέλαιου σε Γκάνα και Σουρινάμ, και χυμών στη Σιέρα Λεόνε. Και, βέβαια, διαχειρίζεται κεφάλαια εκατοντάδων εκατομμυρίων.
Η δε επενδυτική τους «στρατηγική» – όπως διευκρινίζουν – «είναι να εξασφαλίζουμε σταθερά μακροπρόθεσμα συμβόλαια με μεγάλους πολυεθνικούς αντισυμβαλλόμενους (σ.σ. «off takers») για να εγγυηθούμε την αγορά προϊόντων από τα γεωργικά περιουσιακά στοιχεία που διαχειριζόμαστε ή από συνιδιοκτήτες». Κοινώς, αποτελεί τον «διαχειριστή» τεράστιων κεφαλαίων που επενδύονται στην αγροτική παραγωγή, στην εκμετάλλευση γεωργικών και άλλων εκτάσεων, παίζοντας ρόλο «υπερμεσάζοντα» άλλων επιχειρηματικών ομίλων και μονοπωλίων της αγροδιατροφής. Όπως είναι αναμενόμενο, την «τιμητική» τους σήμερα έχουν τα υποτιθέμενα «πράσινα» σχέδια και οι λεγόμενες «βιώσιμες» καλλιέργειες, αφού κατά την εταιρεία «η κλιματική αλλαγή είναι ένας αναδυόμενος τομέας κινδύνου και ευκαιριών…». Καμαρώνει εξάλλου ότι «η φήμη μας προηγείται μεταξύ κυβερνητικών υπηρεσιών, πελατών και μετόχων».
Ας σημειωθεί εδώ και το εξής: Ο σημερινός διευθύνων σύμβουλος της εταιρείας, Μιλτιάδης Γκουζούρης, έχει διατελέσει μεταξύ άλλων σύμβουλος του υπουργού Αγροτικής Ανάπτυξης Θ. Τσαυτάρη (επί κυβέρνησης ΝΔ – ΠΑΣΟΚ – ΔΗΜΑΡ το διάστημα 2012 – 2014) και είναι μέλος του «Development Finance Forum», «πρωτοβουλίας της Παγκόσμιας Τράπεζας με στόχο τη δημιουργία αναπτυξιακών έργων σε χώρες με αναπτυσσόμενες οικονομίες».
Ο καθένας βέβαια καταλαβαίνει ότι το μόνο «αντικειμενικό» στοιχείο στην «τεχνογνωσία» μιας τέτοιας εταιρείας είναι ο δείκτης των μετοχών της και η πορεία του. Όπως καταλαβαίνει και τι σημαίνει η πρόσκληση, από την κυβέρνηση, αυτού του «ευαγούς ιδρύματος» στον Θεσσαλικό κάμπο, σε συνθήκες όπου (με αφορμή και την καταστροφή) προωθούνται ακόμα πιο αποφασιστικά το ξεκλήρισμα των φτωχών αγροτών και η παράδοση της διαχείρισης των υδάτων σε επιχειρηματικούς ομίλους, όπως είχε αποκαλύψει ο «Ριζοσπάστης» στις 24/2.
Υπό το πρίσμα αυτό, «τα ευκόλως εννοούμενα παραλείπονται» και σε ό,τι αφορά το κυβερνητικό «master plan» που θα αξιοποιήσει την ολλανδική μελέτη, η οποία μεταξύ άλλων προβλέπει:
- Τη συσχέτιση των αναγκαίων αντιπλημμυρικών υποδομών με το κόστος των ζημιών που ενδέχεται να προκύψουν, στη γνωστή λογική του «κόστους – οφέλους», που οδήγησε ήδη τον λαό στην τραγωδία.
- Την ένταξη των έργων και των υποδομών που προτείνονται «στις πολιτικές και τις προτεραιότητες για κοινωνικοοικονομική ανάπτυξη της περιοχής», που σημαίνει πιστή εφαρμογή των Οδηγιών και αποφάσεων της ΕΕ και της ΚΑΠ, δηλαδή όλων των αναδιαρθρώσεων που έχουν ήδη οδηγήσει στη χειροτέρευση του συνόλου της ζωής του λαού.
- Την αναδιάρθρωση στη γεωργική παραγωγή, με μείωση των «υδρόβιων» καλλιεργειών και των καλλιεργήσιμων εκτάσεων, αφού θα πρέπει κάποιες να πλημμυρίζουν, ενώ οι αγροτοκτηνοτρόφοι θα πρέπει να…συνηθίσουν σε πλημμυρικά φαινόμενα. Αλλά και την επίρριψη της ευθύνης για τα προβλήματα επάρκειας νερού στους ίδιους τους αγρότες, τους οποίους έμμεσα απειλεί με μέτρα αν δεν συμμορφωθούν.
- Έργα αποσπασματικής διαχείρισης των πλημμυρών, με κατασκευή κυρίως φραγμάτων ανάσχεσης, αντί για ολοκληρωμένη διαχείριση υδάτων, χειμάρρων, ρεμάτων, ποταμών κ.λπ.
- Τη δημιουργία φορέα διαχείρισης των υδάτων, στο πνεύμα και των κυβερνητικών εξαγγελιών για δημιουργία Ανώνυμης Εταιρείας σε επίπεδο Θεσσαλίας, στην οποία θα εκχωρηθούν όλες οι αρμοδιότητες (αλλά και τα κονδύλια του Ταμείου Ανάκαμψης): Από τη στρατηγική της διαχείρισης και την εκπόνηση μελετών και κατασκευής έργων, μέχρι τον έλεγχο και την εφαρμογή των αντιλαϊκών Οδηγιών της ΕΕ για το νερό, την «πράσινη» και «ευφυή» γεωργία, που θα επιταχύνει το ξεκλήρισμα των βιοπαλαιστών αγροτοκτηνοτρόφων, τη συγκέντρωση γης και παραγωγής, την ένταση της εμπορευματοποίησης των υδάτων και την αύξηση του κόστους άρδευσης και ύδρευσης.
Για κερασάκι στην τούρτα, η ολλανδική πολυεθνική αναδεικνύει στο πόρισμα την «ανάγκη» να αντιμετωπιστεί η λαϊκή οργή για όλα τα παραπάνω. Προειδοποιεί ότι «ο κίνδυνος για λαϊκές εξεγέρσεις είναι ευρέως διαδεδομένος μεταξύ των αγροτών σε όλη την Ευρώπη» και ότι «οι αγρότες είναι πιο επιρρεπείς στο να εκφράζουν την οργή τους». Για να αποτραπεί λοιπόν «η μετατροπή των διαμαρτυριών σε εξέγερση», προτείνει «να υιοθετηθεί προληπτική προσέγγιση και να διεξάγεται εποικοδομητικός διάλογος που να οδηγεί σε παραγωγικές αποφάσεις», όπως εννοεί την υποταγή και τη μαζική ενσωμάτωση των αγροτών του Θεσσαλικού κάμπου και όλου του λαού στην αντιλαϊκή πολιτική των αστικών κυβερνήσεων και της ΕΕ. Άλλωστε, και η ίδια η HVA «κομπάζει» ότι διαθέτει τεχνογνωσία στον «χειρισμό» των «τοπικών πληθυσμών»…
Το «έργο» τους στη Θεσσαλία, πάντως, μόνο εύκολο δεν θα είναι. Οι μεγάλες αγροτικές κινητοποιήσεις του τελευταίου διαστήματος και το πάνδημο αίτημα να στηριχτούν με ουσιαστικά μέτρα αποκατάστασης και αντιπλημμυρικής θωράκισης τα χωριά και οι πόλεις του Θεσσαλικού κάμπου, για να μπορεί ο λαός να μείνει και να παράγει στον τόπο του, έχουν ήδη στριμώξει την κυβέρνηση και έχουν δημιουργήσει παρακαταθήκη για πιο αποφασιστική αγωνιστική συνέχεια…
Πηγή: Ριζοσπάστης