Γράφει ο Ηρακλής Κακαβάνης //
Δεν είναι λίγοι οι λογοτέχνες που αναδείχτηκαν ή συμπορεύτηκαν στους αγώνες του λαού. Λογοτέχνες που το έργο τους ταυτίστηκε με την πορεία και τους αγώνες του Κομμουνιστικού Κόμματος. Ιδιαίτερα κατά την περίοδο της Κατοχής και όσα ακολούθησαν μετά (1940 – 1949). Εποποιία της Αντίστασης, Δημοκρατικός Στρατός, τόποι εξορίας γέννησαν λογοτεχνικές φωνές, και άλλες τις καθόρισαν.
Κάποιοι από αυτούς αργότερα έκαναν άλλες πολιτικές επιλογές, κυρίως με τη διάσπαση του ΚΚΕ το 1968. Παρά τις όποιες ιδεολογικές και πολιτικές ενστάσεις για πλευρές του έργου τους ή για τις μεταγενέστερες πολιτικές επιλογές τους κανείς δεν μπορεί να παραγνωρίσει την αξία και τη σημασία του έργου τους (π.χ. Δημήτρης Χατζής, Στρατής Τσίρκας, Μανώλης Αναγνωστάκης κλπ)
Μία τέτοια περίπτωση είναι και ο Μενέλαος Λουντέμης ο οποίος μετά τη διάσπαση του 1968 είναι σφόδρα επικριτικός απέναντι στο ΚΚΕ. Φτάνει να κατηγορήσει το ΚΚΕ ως «κόμμα νάνο» και την ηγεσία του ότι «ήταν διαποτισμένη ως τους τελευταίους αρμούς της απ’ το πνεύμα της υποτέλειας και γιατί είχε εκποιήσει και το τελευταίο μόριο της εθνικής και πολιτικής της αξιοπρέπειας». Επικριτικός απέναντι και στο ΚΚΣΕ και στη Σοβιετική Ένωση αναπαράγοντας στερεότυπα επιχειρήματα είτε γενικεύοντας και υπερτονίζοντας καταστάσεις.
Οι δημόσιες τοποθετήσεις του κάποια στιγμή προκάλεσαν την απάντηση του «Ριζοσπάστη» με επιφυλλίδα υπό τον τίτλο «Ένας ‘’κομμουνιστής’’ πολυτελείας», στις 16 Δεκέμβρη 1975 και υπογραφή Σ. Είχαν προηγηθεί δηλώσεις του Λουντέμη από το Βουκουρέστι όπου ζούσε και άρθρο του στην εφημερίδα «Ελευθεροτυπία». Στο δημοσίευμα του «Ριζοσπάστη» αναφέρεται και μια χειμαρρώδης «σε ύβρεις επιστολή του, που δημοσιεύτηκε στα χρόνια της φασιστικής δικτατορίας εναντίον του ΚΚΕ στον ‘‘Ελεύθερο κόσμο’’» την οποία δεν καταφέραμε να εντοπίσουμε.
***
Ένας «κομμουνιστής» πολυτελείας
Ο Μ. Λουντέμης ανήκει στο μικρό αριθμό λογοτεχνών και καλλιτεχνών μας, που πιστεύουνε πως τα πάνε τόσο καλά με την πολιτική, όσο και με την Τέχνη τους, αν όχι και καλύτερα. Το κοινό δε συμφωνεί μαζί τους σε τούτο το σημείο, τους καταδικάζει μάλιστα σαν επιπόλαιους, αλλ’ αυτό δε σημαίνει πολλά πράγματα για τις εξοχότητές τους. Αξία γι’ αυτούς δεν έχει η κοινή γνώμη, μα η πεποίθησή τους. Αυτή η πεποίθηση που τους κάνει ν’ αμφιβάλλουν για όλους τους άλλους, ν’ αρνούνται οποιαδήποτε αξία σε όλους τους άλλους, εκτός από τους εαυτούς τους.
Τα τελευταία χρόνια, ύστερα από την τρικυμία που έφερε στα μυαλά τους η αναπάντεχη γι’ αυτούς δικτατορία των συνταγματαρχών, κατάληξαν «τ’ αλάθητα» αυτά πνεύματα σε μια πρωτότυπη ερμηνεία της ιστορίας. Αν άλλοτε υπήρχαν σοφοί που θεωρούσαν την ανθρώπινη ιστορία σαν δημιούργημα των βασιλιάδων, τώρα αποδίδουν την καταστροφή της ιστορίας αποκλειστικά στα λάθη των πολιτικών ηγετών και μάλιστα των ηγεσιών των «ανά την γη» κομμουνιστικών κομμάτων!! Αν δεν επικράτησε ακόμη ο σοσιαλισμός στην Ευρώπη και στις άλλες ηπείρους, φταίνε «οι δογματικές» ηγεσίες και πρώτ’ απ’ όλα η ηγεσία του Κομμουνιστικού Κόμματος της Σοβιετικής Ένωσης, αυτού του γίγαντος που υποτάσσει στη θέληση του, στα κρατικά και εθνικιστικά συμφέροντα της ΕΣΣΔ τα άλλα κόμματα «νάνους»!
Η θεωρία αυτή του Λουντέμη και των άλλων αναθεωρητών είναι παλαιότατη και στο κάτω – κάτω της γραφής δεν είναι δικιά τους. Ο φασιστικός νόμος 375 της 4ης Αυγούστου για την «κατασκοπεία» των κομμουνιστών «προς όφελος ξένης δυνάμεως» αυτή τη θεωρία είχε για θεμέλιο κι αυτή καλλιεργούσε μέσα στις μάζες για να τις διαθέσει εχθρικά απέναντι στο ΚΚΕ. Μετά την κατάργηση αυτού του νομοθετικού διατάγματος –με πολύχρονους αγώνες του λαού και αμέτρητα θύματα- έρχεται ο «σοφός» Λουντέμης στα 1975 από το μετερίζι μιας σοσιαλιστικής χώρας και υπό την προστασία του μειδιάματος του Έλληνα υπουργού Εθνικής Άμυνας, να σαλπίσει πως η ηγεσία του ΚΚΕ –του «κόμματος νάνου»- «ήταν διαποτισμένη ως τους τελευταίους αρμούς της απ’ το πνεύμα της υποτέλειας και γιατί είχε εκποιήσει και το τελευταίο μόριο της εθνικής και πολιτικής της αξιοπρέπειας».
Ο Μ. Λουντέμης φαίνεται να έχει χάσει και το τελευταίο ίχνος σοβαρότητας. Βέβαια δεν είναι ο μόνος μέσα στις γραμμές των αναθεωρητών που έπαθε αυτό το δυστύχημα. Ωστόσο, η πτώση του Λουντέμη προκαλεί κατάπληξη, αν και οι παλιοί σύντροφοί του και αυτή η κοινή γνώμη ακόμα, δεν ήταν ποτέ σίγουροι για τη σοβαρότητα τούτου του Έλληνα συγγραφέα. Πάντα κρατούσαν στάση επιφυλαχτική απέναντί του γιατί ξαφνιάζονταν κάθε τόσο από τις πιο απίθανες ακροβασίες του και στην ιδεολογία και στο ήθος του.
Ποιος ξεχνάει -για να αναφέρουμε μόνο μία από τις παλιές του ακροβασίες- κείνη τη χειμαρρώδη σε ύβρεις επιστολή του, που δημοσιεύτηκε στα χρόνια της φασιστικής δικτατορίας εναντίον του ΚΚΕ στον «Ελεύθερο κόσμο»;
Τώρα σε μια σειρά συνεντεύξεις του που έδωσε στους Αθηναίους δημοσιογράφους που συνόδευαν τον κύριο Αβέρωφ στο ταξίδι του στο Βουκουρέστι και που δημοσιεύτηκαν στην «Ακρόπολη», τα «Νέα» και την «Ελευθεροτυπία» παρουσιάζεται σαν ένα από τα πιο σπάνια φαινόμενα υποκρισίας, να αξιώνει τάχα την κατάργηση των κατηγοριών στις γραμμές του κομμουνιστικού κινήματος, δηλαδή να μην υπάρχουν κομμουνιστές «βοηθητικοί» ή παρεκεντέδες όπως λέει. Είναι γνωστό πως σε όλη τη διάρκεια της ζωής του, μέσα στο λαϊκό κίνημα ο Λ. υπήρξε μόνιμα ένας «κομμουνιστής» πολυτελείας. Εκμεταλλεύτηκε την ξεχωριστή θέση του μέσα στα ελληνικά γράμματα για να εξασφαλίζει από άξιους και ευγενέστατους συναγωνιστές του στις εξορίες και στα στρατόπεδα συγκέντρωσης πολιτικών κρατουμένων ιδιαίτερης μεταχείρισης. Αυτό το διαχωρισμό των αγωνιστών σε κατηγορίες, που τον έκανε ο ίδιος ο συγγραφέας από ιδιοτέλεια, τώρα τον αποδίδει στην ηγεσία του κομμουνιστικού κινήματος χωρίς καμιά συστολή.
Να ζητήσουμε από το Λουντέμη να σεβαστεί κάποτε το καλό του όνομα στα ελληνικά γράμματα και να πάψει να ευθυγραμμίζεται με τους χυδαίους εχθρούς της Σοβιετικής Ένωσης, του παγκόσμιου κομμουνιστικού κινήματος, και του ΚΚΕ το θεωρούμε μάταιο. Είναι άλλωστε τόσο αναπαυτικό σήμερα με την κατάσταση που επικρατεί στην Ελλάδα, να συμπαρατάσσεται, όποιος δε διαθέτει γερή ραχοκοκαλιά, με τους παντός είδους «δημοκράτες», «σοσιαλιστές» και φιλελεύθερους «κομμουνιστές» εναντίον του ΚΚΕ. Αλλά, ούτε η Σοβιετική Ένωση, ούτε το ΚΚΕ αντιμετωπίζουν για πρώτη φορά τέτοιες επιθέσεις από προσωπικότητες που άλλοτε υπηρετήσαν το λαό μέσα από τις γραμμές του κομμουνιστικού κινήματος. Να αναφέρουμε ονόματα; Είναι τόσο γνωστά. Θα θυμίσουμε μόνο το όνομα του Παναΐτ Ιστράτι, πεζογράφου με παγκόσμια αναγνώριση, που στάθηκε ως αρνητής της Σοβιετικής Ένωσης, ως τρομερός πολέμιος της.
Σ’ αυτόν τον Ελληνορουμάνο λογοτέχνη, ο Ρομάν Ρολάν έγραφε στα 1929:
Το να γράφεις εναντίον της ΕΣΣΔ σημαίνει να βοηθάς την παγκόσμια αντίδραση, η οποία έχει για σκοπό να τσακίσει την ΕΣΣΔ. «Είδα πως ο Βαβίλ σας επιδοκίμασε στην τροτσκιστική επιθεώρηση. Οι τρελοί! Οι μανιακοί! Έτσι οι Καρνό και Μπιλόντ-Βαρέν ενέργησαν ή άφησαν να πέσει το κεφάλι του Ροβεσπιέρου. Πέρασαν το υπόλοιπο της ζωής τους να αλληλοκατηγορούνται!»
Σ.
(Ριζοσπάστης, 16/12/1975)
***
Βέβαια, ξεχωρίζοντας το έργο από τις μετέπειτα πολιτικές επιλογές του Λουντέμη το ΚΚΕ τίμησε και τιμά και το έργο του και τον ίδιο. Στην κηδεία του Λουντέμη, δεκατρείς μήνες αργότερα, παρέστη αντιπροσωπεία του Κόμματος και επικήδειο εκφώνησε ο Νίκανδρος Κεπέσης εκ μέρους της Κεντρικής Επιτροπής του Κόμματος. Στεφάνι κατέθεσαν η Κομματική Οργάνωση Αθήνας και η ΚΝΕ.
***
Προσεγγίζοντας το έργο ενός δημιουργού δεν ξεκινάμε από το αξίωμα «ό,τι είναι ο άνθρωπος είναι και το έργο του», και αν το έργο είναι μεγάλο άρα και ο άνθρωπος μεγάλος κατά συνέπεια η βιογραφία πρέπει να είναι ηρωογραφία. Οι όποιες ανθρώπινες αδυναμίες σε τίποτα δε μειώνουν την αξία του έργου. Ο Λουντέμης θα συνεχίσει να είναι αυτός που δρόσισε την εφηβική ψυχή μας, αυτός που μας έμαθε να έχουμε όνειρα και να τα παλεύουμε, να νιώθουμε άνθρωποι, αυτός που μας μετέφερε όλη τη φρίκη της Μακρονήσου.
***