Γράφει ο Παναγιώτης Μηλιώτης ||
Από το πρώτο ποίημα της συλλογής «Ακαθόριστα σχήματα» το υποκείμενο ανακαλεί μέσω της μνήμης την επαφή που ‘χε με τη θάλασσα απ’ όταν ήταν παιδί. Όλοι θυμόμαστε την ελευθερία που νιώθαμε όταν πλατσουρίζαμε στα νερά της θάλασσας, τη θέση μας ως ύπαρξη στον ανοιχτό της χώρο. Η διάθεση του υποκειμένου είναι κυρίως ρομαντική κι εκφράζεται στα περισσότερα ποιήματα της συλλογής μ’ ένα χαλαρό, αφηγηματικό τόνο.
Η αφήγηση αντικατοπτρίζει έναν κόσμο ποιητικό όπου κυρίως δεσπόζουν είτε φυσικά τοπία είτε ουράνια. Φαίνεται ότι υπάρχει προσωπική ανάγκη του αφηγητή να επικαλείται το φεγγάρι η να θυμάται τη θάλασσα, -τα αίτια της βαθύτατης προσωπικής ανάγκης θα τα ανιχνεύσουμε στις επόμενες γραμμές.
Η συλλογή απαρτίζεται από δέκα ποιήματα και το περιεχόμενό της περιστρέφεται κυρίως σε δύο θεματικούς άξονες: στον έρωτα και στο θάνατο. Κατά τη γνώμη μου για ν’ αποδοθούν μ’ επιτυχία οι παραπάνω θεματικές από τον συγγραφέα, απαιτείται να κατακτήσει μια ωρίμανση η οποία συναρτάται από πολλούς παράγοντες. Ποιοι είναι αυτοί; Ούτε εγώ μπορώ να τους ξέρω όλους, ούτε κι εσείς που ακούτε εμένα. Σίγουρα όμως μπορούμε να επισημάνουμε το εξής συμπέρασμα: ότι πέρα απ’ το ταλέντο και την καθημερινή τριβή με τις λέξεις, ο συγγραφέας χρειάζεται οπωσδήποτε να χει βιώσει μια κατάσταση θανάτου για να μπορέσει έπειτα να την «αισθητικοποιήσει»
Ένα ποίημα που ξεχωρίζει στη συλλογή της Ανθής Παρασκευοπούλου γιατί αποδίδει την απώλεια ενός αγαπημένου προσώπου, χωρίς τίποτα να υπάρχει το περιττό στις λέξεις και δίχως να γλιστράει σε στείρα κι ακούσια αισθηματολογία είναι ο «Δύσκολος Αποχωρισμός»:
Χωρίσαμε | Τέλειωσαν οι μέρες της χαράς | Ο πόνος της λύτρωσης μας ασήμαντος | Δεν υπάρχει συναίσθημα, δεν υπάρχει τίποτα | Ένα απέραντο κενό| Ίσως έτσι να δημιουργήθηκε το Σύμπαν | Κενό|
Γιατί ξεχωρίζει το παραπάνω ποίημα; Γιατί συμπυκνώνει το βιωματικό του περιεχόμενο μ’ εξαίρετο τρόπο. Θα ’λεγα ότι είναι ένα γενναίο ποίημα όπου μέσω μιας απρόσμενης αφαίρεσης συνδέεται ένα δύσκολο και προσωπικό βίωμα με το ακριβώς αντίστροφο του τη γέννηση και μάλιστα ολόκληρου του σύμπαντος. Έτσι, το βίωμα αποκτά ένα άλλο πρόσωπο, πιο αντικειμενικό και δίνει τη δυνατότητα στον αναγνώστη να κατανοήσει την υπαρξιακή του θέση στον κόσμο. Δύο δυνάμεις ορίζουν την ύπαρξη του ανθρώπου ο έρωτας κι ο θάνατος κι αποτελούν ο ένας καθρέπτης του άλλου. Υπάρχει και μια τρίτη δύναμη, η δημιουργία η οποία σπρώχνει τον άνθρωπο να νικήσει τον θάνατο μέσω του πνεύματός του. Ο άνθρωπος αναπαράγεται μέσω του σωματικού έρωτα κι αν παρατηρήσουμε την αέναη κίνηση του σύμπαντος οι δυο δυνάμεις που το ορίζουν είναι η γέννηση κι ο θάνατος.
Και στα δέκα ποιήματα της συλλογής κυριαρχεί μια ατμόσφαιρα ακαθόριστη άλλα όχι ακατανόητη. Συνήθως κυριαρχεί είτε η συναισθηματική είτε η στοχαστική διάθεση του υποκειμένου. Το εξωτερικό τοπίο ζωγραφίζεται μέσω της διάθεσης του υποκειμένου με χρώματα σκούρα όπως διαβάζουμε στο ποίημα «Η Πλατεία Πατριάρχου». Ακολουθεί μια γρήγορη εναλλαγή εποχών και μια ιδιαίτερη αναφορά στην Άνοιξη ως εποχή του έρωτα και της παιδικής ανεμελιάς. Από κει και πέρα το τοπίο ζωγραφίζεται ξανά με τη θλίψη λόγω κυρίως ενός βαρύ αναμνηστικού παρελθόντος από αέρινα σώματα και σκουριασμένα αγάλματα το οποίο και μας ακολουθεί.
Μετά το ποίημα «Δύσκολος Αποχωρισμός» ακολουθεί ένα άλλο ποίημα πιο λυρικό και γάργαρο το «Μην νομίζεις πως». Μέσω της επανάληψης που συνοδεύει και τις τρεις στροφές του ποιήματος αλλά και του πολυσύλλαβου στίχου, ο τόνος του ποιήματος αφενός γίνεται πιο τραγουδιστός, αφετέρου συνδέει τα εξωτερικά χαρακτηριστικά του ανθρώπου με τη φύση και τις διαρκείς αλλαγές της. Οι αλλεπάλληλες συνδέσεις υφαίνουν έναν ερωτικό ύμνο όπου καταλήγει στην αγάπη: Αγάπη έχω για σένα, και για μένα | Καθρέπτης μου είσαι, αποτύπωση της συνείδησης μου είσαι | Ταξίδεμα, τολμηρά προσωπικό, μες στην ενόραση του χρόνου.
Η διαρκής αναζήτηση του υποκειμένου στην απόχτηση επαφής με τη φύση φανερώνει πόσο βαθιά είναι η ανάγκη του. Νομίζω ότι στο τελευταίο ποίημα της συλλογής «Κόκκινο Φεγγάρι» ανιχνεύονται και τα αίτια της. Ο άνθρωπος ως οντότητα καμιά φορά έχει την ανάγκη ν’ απευθυνθεί στα άστρα ή στο φεγγάρι όταν αισθάνεται αφόρητα και να «συμβολοποιήσει» τη ψυχική του κατάσταση. Σ’ αυτό το ποίημα η ιδία η ύπαρξη του υποκειμένου έχει στο έπακρο αναστατωθεί και ζητάει από φεγγάρι να χορέψει μαζί του. Το φεγγάρι χορεύει και δείχνει το μέγεθος της αναστάτωσης για να λειτουργήσει ως αντίδοτο στην αφόρητη μοναξιά του υποκειμένου.
Το ποίημα κλείνει αισιόδοξα. Θα υπάρξει ένα καινούριο φεγγάρι αποφορτισμένο από τη μοναξιά του άνθρωπου γι ’αυτό και ζωγραφισμένο μ’ ένα πιο ήπιο χρώμα.
https://ekdoseis-atexnos.gr/book/%ce%b1%ce%ba%ce%b1%ce%b8%cf%8c%cf%81%ce%b9%cf%83%cf%84%ce%b1-%cf%83%cf%87%ce%ae%ce%bc%ce%b1%cf%84%ce%b1-%ce%b1%ce%bd%ce%b8%ce%ae%cf%82-%cf%80%ce%b1%cf%81%ce%b1%cf%83%ce%ba%ce%b5%cf%85/