Εθνική αναξιότης
(Ο Κεραμεικός των Ναζήδων)
Σκύβε, ραγιά, κατάχαμα στη λάσπη
και ξύνε τ’ άρβυλά σου με τα νύχια.
Κι όσο βαστάς, γενού μικρός. Και τρέμε,
σαν περνάς το μαρμάρινο κατώφλι.
Και πέτα την ψυχή σου στα σκουπίδια,
τ’ αχρείαστο ράκος, αφού χρόνια τώρα
την ατιμάζουν οι προσκυνημένοι.
Που μπαίνει εδώ, ψυχή δεν πρέπει να ’χει!
Μπροστά σου η πιο πλατιά του κόσμου πύλη
και μέσα οι διαλεμένοι των κριμάτων.
Η Ελλάδα τούς κουνάει στην αγκαλιά της,
γιατί χαλάσαν τα μισά παιδιά της.
Όξω μαύρα, γυμνά τα λίγα δέντρα.
Μέσα λόγγος οι πράσινες οι δάφνες.
Όξω αλυσίδες, θάνατος και νύχτα.
Μέσα φως, αρχοντιά κι αθανασία.
Αν το χωριό σου κάψανε και βιάσαν
πλάι στη σφαγμένη μάνα το κοράσι
κι αν κρεμάσαν τ’ αγόρια σου απ’ το δέντρο
και σένα σε κυνήγησαν οι σφαίρες,
καλότυχε, που γλίτωσες! Και τώρα,
προσκύνα τους, σιγά, μην τους ξυπνήσεις.
Τους σάρωσε η καρδιά του παρτιζάνου,
μα πίσω τούς ξανάφερε ο Γραικύλος.
Κοίτα! Η Δόξα μονάχη περπατώντας
«μελετάει τα λαμπρά τα παλικάρια»
και χαράζει στην πλάκα τ’ όνομά τους.
Κι εσύ δεν έχεις όνομα και τάφο! …
Σ’ Ανατολή και Δύση αίμα και φλόγες
από Καλάβρυτα ίσαμε Νταχάου,
και στην αιματολάσπη και στη στάχτη
φτύνει και ξαναφτύν’ η προδοσία!
Κάν’ ένα βήμα πίσω! Σε ρωτάνε
τ’ αυτόματα: «ποιός είσαι;» Μην ξεχάσεις,
«Τούρκος» να πεις! Το πιο μεγάλο κρίμα
να ’σαι Έλληνας στη σκλάβα σου πατρίδα.
Τρομάρα και ντροπή! Σε κυνηγάνε
οι νόμοι των θεών και των ολίγων,
των κυρίων τ’ ουρανού και γης κι ανθρώπων
Και τιμή σου να ’σαι άτιμος και δούλος!
Και μάθε το καλά το μάθημά σου,
με μάλαμα γραμμένο στον πυλώνα,
ύμνος χρυσός τ’ αθάνατου Πινδάρου:
—«Τιμάτε οι σκοτωμένοι τους φονιάδες!
»Τιμάτε οι προδομένοι τους προδότες!
»Τιμάτε τους χτηνάνθρωπους οι ανθρώποι!
»Διπλαρώνετε κάθε ξένο αλήτη!
»Προδίνετε με μάσκα ή χωρίς μάσκα·
»και σκοτώνετε μ’ άρματα δικά του
»όσους δεν τον αφήνουν να ριζώσει!»
Στη σαπίλα του «ελεύθερου…υποκόσμου»
οι κατασάπιοι μοναχά πρωτεύουν!
(Το ποίημα είναι από τη συλλογή «Ελεύθερος Κόσμος»)